
“Μυρίζει βιβλία” μας έλεγαν γελώντας οι μανάδες μας στις αρχές του Σεπτέμβρη για να μας θυμίσουν την έναρξη της σχολικής χρονιάς.
Κι ακόμη,αν όχι με τον Αγιασμό,τη δεύτερη-άντε τρίτη μέρα γυρίζουν τα καμάρια μας σπίτι ξέπνοα και ζαλωμένα με τα βιβλία της χρονιάς συνοδευόμενα συνήθως από τη λίστα για τα υπόλοιπα χρειαζούμενα. Μετα κόπων και βασάνων μεμβράνες για το ντύσιμο των βιβλίων, τετράδια, μπλοκ, στυλό, μολύβια, γόμες, μαρκαδόροι κι ένα σωρό άλλα συνωστίζονται πάνω στο τραπέζι κι έπειτα τακτοποιούνται επιμελώς στη σχολική τσάντα. Η οποία αφήνεται στην άκρη και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Εξάλλου τα μαθήματα δεν καλοάρχισαν και τα οχυρά της καλοκαιρινής ξεγνοιασιάς βαστούν ακόμη. Μια μυρωδιά όμως πλανάται. Δεν είναι το πλαστικό των συσκευασιών, ούτε η “καινουργίλα”. Μυρίζει βιβλία!
Και μιας κι η όσφρηση είναι αίσθηση άρρηκτα συνδεδεμένη με τις αναμνήσεις και τα συναισθήματα, ένα μειδίαμα σχηματίζεται καθώς το βλέμμα χάνεται σε χίμαιρες. Ίσως γιατί όλο και συχνότερα παραβλέπουμε πως ένα βιβλίο αποτελεί σωτήριο μίτο γι’ αμέτρητους δαιδάλους.
Αν θυμηθούμε τα παιδικά μας χρόνια θα κατατάξουμε καθένας τον εαυτό του σε μια απ’ τις τρεις βασικότερες κατηγορίες μαθητών όσον αφορά τη σχέση μας με τα βιβλία και την ανάγνωση.
Υπάρχουν παιδιά που δεν πολυαγαπούν το διάβασμα και προτιμούν άλλες δραστηριότητες. Διαβάζουν σπανίως εξωσχολικά βιβλία και είναι λίγες οι φορές που τα περατώνουν. Είναι συνήθως εκείνα που θα ξεφυλλίσουν τα σχολικά τους βιβλία και θα τα αφήσουν στην άκρη. Δεν ασχολούνται μαζί τους αν δεν είναι απαραίτητο και στο τέλος της χρονιάς απλά τα ξεφορτώνονται όπως-όπως.
Υπάρχουν και τα παιδιά που λατρεύουν να διαβάζουν κυριολεκτικά τα πάντα! Βιβλία εξωσχολικά, βιβλία για μεγαλύτερες ή μικρότερες ηλικίες, εγκυκλοπαίδειες, κόμικς, περιοδικά, ετικέτες και ό,τι πέσει στα χέρια τους. Είναι αυτά που θα φέρουν τα βιβλία απ’ το σχολείο, θα τα ξεφυλλίσουν ένα-ένα, θα βρουν σελίδες ενδιαφέρουσες και θα χαθούν μέσα τους, θα πιάσουν μολύβι να κάνουν τις πιο εύκολες ασκήσεις, θ’ αρχίσουν να διδάσκονται πριν τα διδάξουν. Μα κάπως έτσι δεν είμαστε και οι ενήλικες;
Τί είναι όμως αυτό που ωθεί κάποιους στο να διαβάζουν ολοένα και λιγότερο και κάποιους άλλους ολοένα και περισσότερο με την πάροδο του χρόνου και τη συσσώρευση υποχρεώσεων;
1.Ο χρόνος ή μάλλον είτε η έλλειψη είτε η περίσσια του.Οι ατέρμονες υποχρεώσεις και η σύγκρουση ρόλων δρα μάλλον αποτρεπτικά.
2.Οι εναλλακτικές, μιας και το διαδίκτυο αλλά και η πλειάδα διαφορετικών προσβάσιμων δραστηριοτήτων πότε μας φέρνουν πιο κοντά στα βιβλία και πότε μας αποξενώνουν απ’ αυτά. Μπορούμε να βρούμε σε ηλεκτρονική μορφή κάποιο σπάνιο ή αγαπημένο βιβλίο, να προσεγγίσουμε ευκολότερα τη βιβλιογραφία για κάποιο θέμα ή να αρκεστούμε στην έτοιμη πληροφορία. Ή μπορούμε απλά να ασχοληθούμε με οτιδήποτε άλλο.
3.Το απόσταγμα των θετικών ή αρνητικών συναισθημάτων που γέννησαν οι πρώτες αναγνώσεις. Καίριο ρόλο παίζει η πρώτη μας επαφή με τα βιβλία και την ανάγνωση- ο τρόπος, το αίτιο, ο σκοπός, τα παραδείγματα προς μίμηση ή αποφυγή και η έλλειψή τους.
4.Η οικονομική δυνατότητα για αγορά νέων βιβλίων και η πρόσβαση ή μη σε Βιβλιοθήκες. Ίσως ίσως και το αρχικό μας κεφάλαιο σε βιβλία, η ποιότητα και η ποσότητά τους. Μα και τα κριτήρια επιλογής τους.
5.Κωλύματα ή μη υγείας. Μειωμένη όραση, ίλιγγος και αυχενικό σύνδρομο για παράδειγμα είναι μάλλον απαγορευτικά. Στον αντίποδα ένα κάταγμα μπορεί να δράσει ως εφαλτήριο γι’ ανάγνωση, έρευνα και μελέτη.
6. Η φιλαναγνωστία εναπόκειται κυρίως στο χαρακτήρα και την ιδιοσυγκρασία του καθενός μας. Είναι μια μόνο πτυχή του εαυτού μας και είναι μάλλον άδικο να κρίνεται κανείς από το συγκεκριμένο “εξώφυλλο”.
Σε κάθε περίπτωση ας λογιάσουμε το παράδειγμα που δίνουμε στους μελλοντικούς αναγνώστες, τα παιδιά και με αφορμή τα σχολικά βιβλία ας ξεφυλλίσουμε παρέα τους το αγαπημένο μας παιδικό βιβλίο, εκείνο που μας πρωτοθύμισε αυτή η μυρωδιά χαρτιού και κόλλας που πλανιέται ακόμα!