
Είναι κυρίαρχη η εντύπωση ότι σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας και σίγουρα μετά την Επανάσταση και την ανακήρυξη της σε πρωτεύουσα το 1834, η μετεπαναστατική Αθήνα ήταν ένα “χωριό”.
Ο κ. Λεωνίδας Καλλιβρετάκης του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών παραθέτει την εξής πηγή: “Φτάνοντας με τον Λόρδο Βύρωνα στην Αθήνα το 1810, ο βαρόνος Hobhouse και ακούγοντας τον οδηγό τους να λέει “Aφέντη, να η χώρα”, νόμιζε ότι άκουσε “να το χωριό”. Έκπληκτοι είδαν σε μια πεδιάδα, μια πόλη γύρω από ένα περίοπτο ύψωμα, πάνω στο οποίο διακρίνονταν κάποια οικοδομήματα και πέραν αυτής της πόλεως, τη θάλασσα”.
Η επανάσταση & μετεπαναστατική περίοδος
Η Επανάσταση φτάνει γρήγορα και στην Αθήνα. Οι επαναστάτες, αρχικά, επικράτησαν στην Κάτω Πόλη το 1821 και στη συνέχεια κατέλαβαν την Ακρόπολη τον Ιούνιο του 1822, ύστερα από πολιορκία ενός έτους. Η πόλη θα μείνει ελεύθερη για πέντε χρόνια. Το 1827 ανακαταλαμβάνεται από τους Τούρκους. Σημειώνονται πολλές καταστροφές, ενώ οι περισσότεροι κάτοικοι την εγκαταλείπουν, κυρίως για τη Σαλαμίνα. Επιστρέφουν το 1830, με την ανακήρυξη της Ανεξαρτησίας και την αποχώρηση των Τούρκων. Ο Ιάκωβος Ρίζος, έχοντας αναλάβει τη διοίκηση της Αθήνας, σημειώνει: “Οι Τούρκοι της Αθήνας άρχισαν να φεύγουν. Πούλησαν τις περιουσίες τους σε νεοαφιχθέντες Έλληνες και ξένους […]”.
Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής κάνει λόγο για “ερείπια επί ερειπίων”. Ο Κώστας Μπίρης γράφει: “Με την επιστροφή των παλαιών Αθηναίων και με τη συρροήν νέων κατοίκων, αρχίζουν να ανασυγκροτούνται επάνω εις τα ερείπιά των αι συνοικίαι της πόλεως και να ανακύπτει νέα αστική ζωή και εμπορική κίνηση. Το κέντρο του εμπορίου και της βιοτεχνίας, χωρισμένο κατά διάφορους κλάδους, διεμορφώθη εις ευρείαν έκτασιν περί το Μεγάλο Μοναστήρι”.

Ο πληθυσμός & η οικονομική ανάπτυξη της Αθήνας
Περιοχές που είναι σήμερα το κέντρο της πόλης, όπως η Ομόνοια και όλη η βόρεια πλευρά της Πειραιώς, παρέμειναν σχεδόν έρημες ως το 1870-1880. Πράγματι, σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας η Αθήνα όχι μόνο παρέμεινε πόλη, αλλά παρέμεινε σταθερά η μεγαλύτερη πόλη της Στερεάς Ελλάδας, ακολουθούμενη από τη Θήβα, τη Λιβαδειά, τη Λαμία, την Αταλάντη, τα Σάλωνα και, αργότερα, το Μεσολόγγι, ενώ παρουσίασε μια αισθητή γεωγραφική επέκταση, εκτός των μεσαιωνικών της ορίων.
Ήταν έδρα Μητρόπολης, καθώς και του Οθωμανικού Καζά. Σταδιακά, ανέπτυξε δραστηριότητες όπως η βιοτεχνία μεταξωτών υφασμάτων, η σαπωνοποιία και η βυρσοδεψία. Ο ακριβής αριθμός των κατοίκων της είναι δύσκολο να καθοριστεί, αλλά όλες οι ενδείξεις τείνουν προς έναν αριθμό της τάξεως των 10.000. Τον Οκτώβριο του 1824, επί φρουραρχίας Γκούρα, πραγματοποιήθηκε μια καταγραφή στην επαναστατημένη Αθήνα, σύμφωνα με την οποία στην πόλη υπήρχαν 9.040 κάτοικοι και 1.605 σπίτια, που κατανέμονταν σε 35 ενορίες. Την εποχή εκείνη, η πράγματι μεγαλούπολη Θεσσαλονίκη είχε περίπου 60.000 κατοίκους, η δε Τρίπολη και η Πάτρα 15.000.

Ο πολεοδομικός σχεδιασμός της μετεπαναστατικής Αθήνας
Η αρχαία αίγλη της Αθήνας προσελκύει στην πόλη νέους κατοίκους. Ανάμεσά τους ο Σταμάτης Κλεάνθης, αρχιτέκτονας, απόφοιτος της Ακαδημίας του Βερολίνου, και ο συνάδελφός του Εδουάρδος Σάουμπερτ. Οι δυο τους καταφθάνουν στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1831 με σκοπό να τοπογραφήσουν την πόλη και να συντάξουν αρχαιολογικό χάρτη-οδηγό για τους επισκέπτες της.
Στην πολεοδομική πρόταση των Κλεάνθη – Σάουμπερτ μπαίνουν οι βάσεις για την Αθήνα που ξέρουμε σήμερα. Η Νέα Πόλη περιλάμβανε το ήμισυ περίπου της Παλαιάς, ενώ εκτεινόταν και προς τα δυτικά, βόρεια και ανατολικά αυτής. Το υπόλοιπο ήμισυ της Παλαιάς Πόλης προβλεπόταν να απαλλοτριωθεί για χάρη αρχαιολογικών ανασκαφών.
Στο διάστημα από τη σύνταξη του Σχεδίου Κλεάνθη – Σάουμπερτ μέχρι την οριστική ρύθμιση του ζητήματος των Ανακτόρων, δηλαδή από το 1832 ως τον Ιανουάριο του 1836, αρκετοί σημαίνοντες παράγοντες της Νέας Αθήνας, θεωρώντας ότι τα Ανάκτορα θα κτίζονταν στην Ομόνοια ή έστω στον Κεραμεικό, έσπευσαν να αγοράσουν οικόπεδα και να οικοδομήσουν σπίτι στην περιοχή.
Ωστόσο, ο διάσημος τότε Βαυαρός αρχιτέκτονας Leo von Klenze, που κλήθηκε μετέπειτα, κατέληξε στην αναθεώρηση του αρχικού σχεδίου, μειώνοντας την έκταση του χώρου των ανασκαφών και περιορίζοντας τη χάραξη νέων δρόμων στην Παλιά Πόλη. Αλλαγές και επιμέρους τροποποιήσεις έγιναν και στο νέο σχέδιο, με σημαντικότερη την μεταφορά των Ανακτόρων από τον Von Gaertner εκεί όπου τελικά χτίστηκαν, ανάμεσα στον Λυκαβηττό και στην Ακρόπολη.

Σημαντικά κτίρια
Αυτή την εποχή και μέσα στις επόμενες δεκαετίες, μπαίνουν οι βάσεις για την ανέγερση πολύ σημαντικών κτιρίων: των Ανακτόρων σε σχέδια του Von Gaertner (1836-1843), του Δημοτικού Νοσοκομείου (1836-1858) στην οδό Ακαδημίας, που στεγάζει σήμερα το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, του Πανεπιστημίου σε σχέδια του Christian Hansen (1839-1864), της οικίας Γενναδίου το 1845 στην οδό Ακαδημίας, όπου στεγάστηκε για λίγο η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή (1846-1856), διάφορα σχολεία, όπως η Ιόνιος Σχολή και το Οικονομικό Γυμνάσιο και του Αρσακείου στην Πανεπιστημίου στην αρχική του μορφή από τον Λύσανδρο Καυταντζόγλου (1846-1852).

Ο εκσυγχρονισμός της πρωτεύουσας
Πέρασαν δεκαετίες για να αποκτήσει η Αθήνα όψη ευρωπαϊκής πρωτεύουσας. Το 1831 εμφανίστηκαν τα πρώτα δύο τροχοφόρα οχήματα, όταν ο Άγγλος ναύαρχος Μάλκολμ έφερε δύο δίτροχα κάρα από τη Μάλτα. Αργότερα, Βαυαροί αλλά και εύποροι Έλληνες έφεραν άμαξες. Στην πλατεία Μοναστηρακίου υπήρχε πιάτσα αμαξών και η αμοιβή της μεταφοράς ήταν αποτέλεσμα παζαριού.
Τα πρώτα χρόνια, η ανάπτυξη της πρωτογενούς αγοράς ήταν γρήγορη. Ο Γιάννης Καιροφύλας τονίζει ότι «το 1837 οι κυρίες μπορούσαν να αγοράσουν καπέλα σαν εκείνα που διέθεταν τα καταστήματα στο Παρίσι». Επίσης, οι πρώτοι εμπορικοί δρόμοι ήταν η Ερμού, η Αιόλου και η Πανδρόσου. Το 1836 άνοιξε το πρώτο φαρμακείο στην Αθήνα και βρισκόταν στην οδό Αιόλου.
Το 1838 λιθοστρώθηκαν τα πεζοδρόμια της οδού Ερμού. Σημαντική στιγμή ήταν η μεταφορά του Πανεπιστημίου το 1843 από την Οικία Κλεάνθη, στο κτίριο που στεγάζεται σήμερα επί της οδού Θόλου. Η λειτουργία του Πανεπιστημίου πυροδότησε την ανοικοδόμηση προς αδόμητες, μέχρι τότε, περιοχές προς τα βορειοανατολικά, δημιουργώντας την πρώτη νέα συνοικία της πόλης που ονομάστηκε «Νεάπολη».

Η κοσμική ζωή
Η αθηναϊκή κοσμική ζωή ήταν υποτυπώδης και περιστρεφόταν γύρω από τις δραστηριότητες του βασιλικού ζεύγους και κυρίως της Αμαλίας. Δημοφιλείς ήταν οι λεγόμενες «εσπερίδες» που διοργάνωναν τον χειμώνα μέλη της καλής κοινωνίας, κυρίως εύποροι Φαναριώτες. Σημείο αναφοράς και ένδειξη κοινωνικής καταξίωσης οι προσκλήσεις σε δεξιώσεις του παλατιού. Για τον απλό λαό, η ψυχαγωγία περιοριζόταν στις επονομαζόμενες «βεγγέρες», στην ανταλλαγή επισκέψεων συνοδεία ταπεινών εδεσμάτων και φθηνού οίνου.
Τον Μάρτιο του 1836 λειτουργεί το πρώτο θέατρο, ένα ξύλινο παράπηγμα στη συμβολή των σημερινών οδών Αιόλου και Σοφοκλέους. Παρά τις αξιοθρήνητες υποδομές του, διέθετε βασιλικό θεωρείο. Τα επόμενα χρόνια υπήρξε «έκρηξη» θεάτρων στη νεοσύστατη πρωτεύουσα, ενώ αλματώδης ήταν και η ανάπτυξη της μουσικής ζωής.

Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν:
Αθήνα – Ριζοσπάστης
Αθήνα – Wikipedia