Είναι κάποιες φωνές που ηχούν πιο δυνατά στους λαβυρίνθους του μυαλού. Πολλές φορές προσποιούμαστε ότι δεν υπάρχουν. Άλλες τις αγνοούμε θεωρώντας τους εαυτούς μας τρελούς. Εκείνο το βράδυ όμως μία ήταν η κυρίαρχη φωνή, που διαλαλούσε θαρρείς από το μυαλό κατά μήκος του κορμιού ως τα πιο σκοτεινά βάθη της ψυχής. Η φωνή που επαναλάμβανε το όνομά σου και σαν άνοιγα το στόμα μου να πω κάτι, επισκίαζε την χροιά μου και άλλαζε τις λέξεις μου. Ως εκείνη τη στιγμή κορόιδευα τον εαυτό μου πως πραγματικά είχα ξεγελάσει τον έρωτα και είχα συμβιβαστεί με το εγώ μου δίχως να εμπιστεύομαι τους ανθρώπους. Αλλά ταύτισα τη φωνή του ονόματός σου με τη φωνή του ενστίκτου μου που ζητούσε εσένα στη ζωή του χωρίς δεύτερες σκέψεις. Ήξερα όμως πως εκείνη η φωνή, η φωνή του έρωτα, θα ήταν και υπεύθυνη δημιουργίας των ομορφότερων ή χειρότερων συναισθημάτων.
Όλα ξεκίνησαν απλά, όμορφα και ιδανικά. Οι μέρες φάνταζαν να γίνονται πιο φωτεινές. Μια καθημερινότητα που έτεινε στο να γίνει πιο όμορφη αποτελούμενη από μύριες πολύχρωμες πινελιές στον καμβά της ζωής. Η σκόνη όμως δεν έλεγε να εξαφανιστεί από τα συναισθήματα, τοποθετημένα και ξεχασμένα στο ψηλότερο ράφι μιας εγκαταλελειμμένης από το χρόνο βιβλιοθήκης. Υπάρχουν καταστάσεις στον έρωτα που μοιάζουν ανεξήγητες. Από την μία πιστεύεις ότι είναι το πιο ευχάριστο πράγμα που μπορεί να συμβεί και από την άλλη βρίσκεσαι σε έναν μονόδρομο αντίθετου ρέματος κινούμενος με ιλιγγιώδη ταχύτητα μέχρι να έρθει κάποιος να βάλει τέρμα στην πορεία σου. Ήταν όντως έρωτας ή ακατανόητος ενθουσιασμός;
Δεν υπάρχει ποτέ ταξίδι χωρίς να έχει τα σκαμπανεβάσματά του και αν νομίζεις πως έχεις ζήσει κάτι τέτοιο τότε δεν πρόσεχες ποτέ αρκετά στην πορεία. Έτσι και εδώ λοιπόν. Όσο κυλούσαν οι μέρες ένιωθα πως περισσότερα έχανα παρά κέρδιζα, αλλά είχα πείσει τον εαυτό μου να πιστέψει στην έννοια της ανιδιοτελούς αγάπης. Δεν είχα βάλει ποτέ τον εαυτό μου στην σκέψη αν αυτό ήταν λάθος ή σωστό. Συνέχιζα μονάχα να πιέζω τον εαυτό μου να μάχεται. Να μάχεται με την μοναξιά, σαν σε διεκδικούσαμε ο καθένας. Ένας άνθρωπος ενάντια σε ένα συναίσθημα. Τι άδικη μάχη ε;
Είχα μάθει όμως από μικρός να αγγίζω τα όρια μου για κάποιον που το αξίζει. Κάθε φορά θα πέτρωνα την καρδιά μου όταν τα προβλήματα της ζωής με κυνηγούσαν αλλά ήξερα πως δεν υπήρχες εκεί να τα συζητήσουμε. Κάθε φορά θα αφαιρούσα λίγο από το δέρμα μου για να καλύψω λίγο από τις πληγές σου. Έθαβα ολοένα τον εαυτό μου και τα πραγματικά μου συναισθήματα. Λέξεις και συμπεριφορές που καθένας θα εκδήλωνε απέναντί σου μη ανεχόμενος να γίνει το χαλάκι στα πόδια του άλλου. Μα και πάλι δεν θα σου έλεγα τίποτα! Άλλοι υπέκυψαν και αποχώρησαν μα ήθελα να σου δείξω πως υπάρχουν και άτομα διαφορετικά από τους άλλους. Θα έμενα εκεί, παγιδευμένος σε μια δίνη που ρίσκαρα να χάσω τον εαυτό μου, γιατί δεν θα ήθελα να δω θλίψη σε εκείνο το πρόσωπο που τόσο λάτρευα. Θα άφηνα τα πραγματικά μου συναισθήματα να γίνονται έρμαιο των δικαιολογιών και συμπεριφορών σου γιατί σαν έβλεπα το χαμόγελό σου ήξερα πως θα χαμογελούσα άθελά μου ο ίδιος.
Ήξερα από την πρώτη στιγμή πως ήθελες να προστατέψεις τον εαυτό σου. Υπήρχαν πληγές και άτομα που σε είχαν αναγκάσει να αναθεωρήσεις για πράγματα, καταστάσεις και συναισθήματα γύρω σου. Έπνιγες τα συναισθήματά σου στην κρυψώνα που είχες κάνει για νέο σου σπίτι και δεν θα τα άφηνες ποτέ να εκδηλωθούν στο φως της ημέρας. Συχνά έβλεπα να θυμώνεις και να δυσπιστείς σαν προσπαθούσα να σε αγγίξω περισσότερο και να βαδίσω λίγο παραπάνω από την κόκκινη γραμμή που είχες θέσει. Όμως δεν ήθελα να κολλήσω απλά σε μια όψη. Εκεί θα ήταν η αρχή του τέλους. Υπήρχαν φορές που μου άνοιγες εκείνη την πόρτα της κρυψώνας σου και έπιανα την καρδιά μου να σκιρτίζει από χαρά και ευγνωμοσύνη. Αλλά και κάθε φορά ένιωθα πως έχανα κάτι από ‘σένα. Διαισθανόμουν πως ποτέ δεν θα ‘θελες να βρεθώ σε εκείνο το μέρος, αλλά προκειμένου να δω το πραγματικό χαμόγελο σου θα άξιζε να θυσιάσω ακόμα και την μεγαλύτερη χαρά της ζωής μου. Να βρίσκομαι μαζί σου.
Ήμουν σίγουρος ότι θα σ’ αγαπήσω πολύ περισσότερο απ’ ότι εσύ εμένα, οπότε προσπαθούσα κάθε μέρα να μετράει και περισσότερο, βλέποντας συνέχεια το ρολόι στον απέναντι τοίχο να πλησιάζει προς τον μηδενισμό του. Θα σιωπούσα ώστε να κερδίσω κάποια δευτερόλεπτα παραπάνω ζωής. Στην τελική είμαστε άνθρωποι και αν κάτι μας χαρακτηρίζει είναι η τάση μας στο να κάνουμε λάθη. Τα συγκεκριμένα όμως έχουν αφήσει ακόμα μια γλύκα στα χείλη μου τρεφόμενα από την ιδέα ότι πλέον είσαι καλά. Υπάρχουν ιστορίες που αξίζει να γίνεσαι ο κακός ή να βάψεις και λίγο με αίμα τα χέρια σου.
Θα μου πεις βέβαια τώρα πως ποτέ δεν μου το ζήτησες και άλλοι θα γυρίσουν με ένα ειρωνικό χαμόγελο να μου πούνε «στα έλεγα εγώ» ή πως ήσουν ένα χάσιμο χρόνου. Τίποτα σε αυτή τη ζωή που αποφασίζεις να κάνεις δεν είναι χάσιμο χρόνου. Κάθε στιγμή κρύβει την μαγεία της. Κάθε άνθρωπος αξίζει να διαθέσεις κάτι γι’ αυτόν μέχρι αποδείξεως του εναντίον. Αν με ρωτούσες τι θα έκανα αν γύριζα τον χρόνο πίσω τώρα; Τι θα ήθελα να αλλάξω που μετανιώνω στην παρούσα στιγμή; Χαμογελαστός θα απαντούσα τίποτα. Θα ρίσκαρα πάλι το ίδιο, όπως την πρώτη φορά που ρίσκαρα μιλώντας σου να αλλάξω την ζωή μου. Δεν θα άλλαζα τίποτα γιατί δεν μετανιώνω για τίποτα. Παραμένουν όμορφες αναμνήσεις που απ’ όπου και αν διαγραφούν θα παραμένουν πάντα στο μυαλό. Ίσως απλά να ζητούσα περισσότερη πίστωση χρόνου από εκείνο το ρολόι στον τοίχο που μετρούσε ανάποδα.
Αν με ρωτήσεις τι κέρδισα απ’ όλο αυτό, από αυτή τη μάχη των τελευταίων μηνών, δεν θα σου απαντήσω γιατί δεν το θεώρησα ποτέ μάχη, παρά ένα μονοπάτι που διέσχιζε όμορφα μέρη. Όσο για το τί κέρδισα δεν υπάρχει λόγος να πω κάτι ούτε γι’ αυτό. Ο καθένας κερδίζει κάτι στην ψυχή του από κάποια εμπειρία. Είμαι από τα άτομα που είναι αρκετά τρελά να πιστεύουν σε αξίες που φθίνουν στις μέρες μας. Αξίες όπως ένα χαμόγελο, ένα χάδι, ένα βλέμμα, μια αγκαλιά. Πες με ρομαντικό, πες με χαζό, πες με και τρομαχτικό! Το χαμόγελό σου μοιάζει λιγότερο συννεφιασμένο πλέον όμως. Υπάρχει μεγαλύτερη χαρά για ‘σένα από το να βλέπεις τα άτομα που αγαπάς ευτυχισμένα;