Έξι ολόκληρα χρόνια πέρασαν από το ‘Gone Girl’, την τελευταία ταινία μεγάλου μήκους του David Fincher. Μετά από ένα μεγάλο διάστημα παραμονής στην τηλεόραση, όπου εκτελούσε χρέη σκηνοθέτη και παραγωγού για σειρές όπως τα ‘House of Cards’ και ‘Mindhunter’, ο Fincher συνεχίζει την επιτυχημένη συνεργασία με το Netflix και επιτέλους κάνει τη μεγάλη του επιστροφή με το ‘Mank’, μία βιογραφική ταινία που αφηγείται την ιστορία του Herman J. Mankiewicz, του σεναριογράφου που συνεργάστηκε με τον Orson Welles και συνέβαλε αρκετά στη δημιουργία του ‘Citizen Kane’, του διαχρονικού κινηματογραφικού αριστουργήματος του 1941. Το φιλμ αυτό αποτελεί πολύ προσωπικό project για τον σκηνοθέτη λόγω του σεναρίου, το οποίο είχε γραφτεί από τον πατέρα του, Jack Fincher στα 90’s, όταν ο David ήθελε να το γυρίσει με τους Kevin Spacey και Jodie Foster στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Δυστυχώς όμως ο Jack απεβίωσε το 2003 προτού προλάβει η ταινία να γυριστεί. Στον ρόλο του Mank βρίσκουμε τον χαμαιλέοντα Gary Oldman, ο οποίος πλαισιώνεται από τους Amanda Seyfried, Lily Collins και Tom Pelphrey, μαζί με τους Tom Burke και Charles Dance στους ρόλους των Orson Welles και William Randolph Hearst αντίστοιχα.
Η Πλοκή
Το 1940, το στούντιο της RKO δίνει στον Orson Welles (Burke) την άδεια να επιλέξει ο ίδιος το project που θα γυρίσει μαζί με απόλυτη δημιουργική ελευθερία. Την ίδια στιγμή στο Victorville της California, ο Herman J. Mankiewicz (Oldman), ένας από τους καλύτερους σεναριογράφους του Hollywood, αναρρώνει μετά από ένα ατύχημα και παράλληλα παλεύει με τον αλκοολισμό. Τότε ο Orson Welles του τηλεφωνεί και του αναθέτει τη συγγραφή του σεναρίου του ‘Citizen Kane’. Έτσι ο Mank ξεκινά να γράφει το σενάριο με τη βοήθεια της δαχτυλογράφου του, Rita Alexander (Collins), προσπαθώντας να προλάβει την προθεσμία. Αυτή όμως δεν είναι η μόνη πίεση που δέχεται καθώς το σενάριο έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις του μεγιστάνα William Randolph Hearst (Dance), που θέλει να σταματήσει την παραγωγή της ταινίας, αφού πιστεύει πως οι δημιουργοί εκθέτουν την προσωπική του ζωή.
Η Κριτική
Αρχικά πρέπει να πω πως από άποψη ύφους το ‘Mank’ δεν θυμίζει καθόλου David Fincher, αφού ο σκηνοθέτης συνηθίζει να μεταφέρει το κοινό του σε σκοτεινότερα μονοπάτια και μερικές φορές αρρωστημένα όπως θα έλεγαν πολλοί. Αυτό όμως δεν γίνεται ποτέ εμπόδιο για τον δημιουργό, ο οποίος εδώ αποδεικνύει πως μπορεί να “παίξει” εξίσου καλά με διαφορετικούς τόνους. Το ‘Mank’ λοιπόν σηματοδοτεί τη θριαμβευτική επιστροφή του Fincher. Πρόκειται αναμφίβολα για μία ταινία που θα προστεθεί μελλοντικά στις λίστες με κλασικές insider ταινίες, καθώς είναι πολύ προσεγμένη σε κάθε επίπεδο.
Οπτικά ο Fincher καταφέρνει να δημιουργήσει ένα φιλμ που πιστεύεις πως γυρίστηκε σε εκείνη την εποχή, πράγμα που προκύπτει από την απολαυστική ασπρόμαυρη φωτογραφία του Erik Messerschmidt και από τα κάδρα του Fincher που συνδυάζουν τη δική του αισθητική με εκείνη των ταινιών της εποχής. Ένα ακόμη στοιχείο που βοηθά στο να επιτευχθεί αυτό είναι το μοντάζ, το οποίο έχει γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να θυμίζει εννοείται ταινίες της συγκεκριμένης εποχής με εναλλαγές πλάνων που δεν θα βλέπαμε τόσο συχνά σήμερα. Στο ηχητικό κομμάτι του ‘Mank’ έχει δοθεί η ίδια μεγάλη προσοχή, με τον διάλογο να μοιάζει να έχει ηχογραφηθεί με την τεχνολογία που υπήρχε τότε, ενώ η μουσική των Trent Reznor και Atticus Ross έχει δημιουργηθεί αποκλειστικά με τα διαθέσιμα μουσικά όργανα της εποχής.
![](https://maxmag.gr/wp-content/uploads/2020/12/The-Movie-My-Life.png)
Το σενάριο του Jack Fincher αφηγείται την ιστορία με μία μη γραμμική δομή, αφού έχουμε το βασικό timeline όπου ο Mank ασχολείται με τη συγγραφή του σεναρίου του ‘Citizen Kane’ και ανά περιόδους γυρνάμε στο παρελθόν σε διάφορες χρονικές περιόδους μέσω flashbacks όπου βιώνουμε τον Mank μέσα από καταστάσεις που μας αποκαλύπτουν πολλά πράγματα για τον χαρακτήρα του. Μία λεπτομέρεια που μου άρεσε πολύ σχετικά με τα flashbacks, είναι ο τρόπος που πηγαίνει ο Fincher σε αυτά, καθώς όταν αλλάζει η σκηνή προσθέτει λεζάντες που περιγράφουν τον τόπο και τον χρόνο που διαδραματίζεται, όπως ακριβώς αναγράφεται πάνω στο σενάριο του πατέρα του. Επίσης το σενάριο ξεχειλίζει από πλούσιους και κυρίως έξυπνους διαλόγους, κάνοντάς το να έχει μία όμορφη ροή που δεν σε κάνει να βαριέσαι και παρακολουθείς με ενδιαφέρον όσα γίνονται.
Το επιτελείο των ηθοποιών υπηρετεί κατάλληλα το όμορφο σενάριο, προσεγγίζοντας τις ερμηνείες με το υποκριτικό στιλ των δεκαετιών του ’30 και του ’40. Δεν χρειάζεται να πω πολλά για τον Gary Oldman, αφού είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια πως ο ηθοποιός είναι εκπληκτικός σε ότι κάνει. Έτσι λοιπόν το ‘Mank’ δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα, καθώς ο Oldman μπαίνει αμέσως στο πετσί του ρόλου χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, αποδεικνύοντας για ακόμη μία φορά πως είναι ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς που βρίσκονται στο χώρο. Ο Tom Burke στο ρόλο του Orson Welles είναι μία πολύ αξιόλογη προσθήκη, αφού ο ηθοποιός μοιάζει αρκετά στον Welles φυσιογνωμικά και φωνητικά. Μπορεί να μην έχει μεγάλο ρόλο στην ταινία, αλλά ο χαρακτήρας του έχει ενσωματωθεί στο σενάριο με τέτοιο τρόπο ώστε η παρουσία του να είναι πάντα αισθητή σε όλη τη διάρκεια, ακόμη κι όταν δεν βρίσκεται στη σκηνή, σαν να είναι τα μάτια του Θεού. Τέλος, το ίδιο επιτυχημένο είναι το casting του Charles Dance στο ρόλο του Hearst, καθώς ο ηθοποιός έχει μεγάλη ομοιότητα με το αληθινό πρόσωπο και αποδίδει τέλεια τη βαρύτητα που φέρει ο χαρακτήρας.
Το ‘Mank’ του David Fincher μπορεί να άργησε λίγο παραπάνω από είκοσι χρόνια, αλλά η αναμονή σίγουρα άξιζε! H ταινία μπορώ να πω πως δικαιώνει τον Herman J. Mankiewicz και δρα ως ένας μεγάλος φόρος τιμής προς αυτόν αλλά και στο ίδιο το ‘Citizen Kane’. Με το όραμα του Fincher, ένα όμορφα δομημένο σενάριο και τον Gary Oldman να ηγείται με την εξαιρετική του ερμηνεία, το ‘Mank’ είναι μία από τις καλύτερες ταινίες του έτους που σίγουρα θα γίνει κλασική και θα ικανοποιήσει σκληροπυρηνικούς και casual σινεφίλ εξίσου! Σας τη συνιστώ ανεπιφύλακτα!