“To Τζιν” της Αλεξάνδρας Τσαταντζίδου

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου όλες οι μνήμες μου συνδέονται με μυρωδιές. Τα παιδικά μου χρόνια έχουν τη μυρωδιά του δωματίου της πρώτης μου φίλης.
Δεν είναι τόσο μακάβριο όσο ακούγεται, το δωμάτιο αυτό μύριζε συντροφικότητα, αθωότητα, παιχνίδια και μεσαία τάξη. Παιδί βιοτέχνη αυτή, παιδί επαναπατρισμένων εγώ. Ήταν το πρώτο άτομο που με πλησίασε και με κέρδισε με την απλότητα και την έλλειψη δυσπιστίας προς το άτομό μου.
Όλοι φοβούνται το διαφορετικό, πόσο μάλλον όταν ένα διαφορετικό χωλαίνει και δεν μιλάει ακόμα επαρκώς την γλώσσα σου. Εσύ όμως είσαι παιδί δεν ξέρεις από αυτά, συνηθισμένη ατάκα που έλεγαν κι οι γονείς μας. Δίνεις ευκαιρίες, ανοίγεις το κουτί με τις χρωματιστές καραμέλες και το μοιράζεσαι <<θες μία;>> Μακάρι να άνοιγε κι η καρδιά μας τόσο εύκολα όσο ένα μικρό κουτάκι πολύχρωμες καραμέλες, σου αφήνει μια γλυκάδα δε νομίζετε;
Μεγαλώνοντας σε χωριό δεν έχεις βλέπετε ευκαιρίες να πας στην πόλη, αυτοί πήγαιναν συχνά, είχαν γνωστούς στην πόλη. Όταν το παιχνίδι τραβούσε μέχρι αργά έμενα στο σπίτι τους. Έτσι με έπαιρναν μαζί στις εξορμήσεις τους, άλλαζα παραστάσεις. Όπως εκείνη τη μέρα, χειμώνας ήταν το θυμάμαι καθαρά, χειμώνας στη βόρεια Ελλάδα. Ξέρετε, που αδειάζουν κ’ ερημώνουν τον χειμώνα τα χωριά; Που νυχτώνει απ τις πέντε μισή; Που σε πιάνει μια μελαγχολία διπλή τις Κυριακές. Χωρίς θέατρα, χωρίς σινεμά χωρίς υπολογιστές, ίντερνετ, τάμπλετ, κινητά, κοινωνικά και αντικοινωνικά δίκτυα.
Η μέρα στην πόλη λοιπόν ήταν ωραία, προσπαθούσε το μάτι μου να φιλτράρει και να καταγράψει όλες τις καινούριες εικόνες, τους ήχους και φυσικά τις μυρωδιές. Αχ αυτές οι μυρωδιές. Είχαν έρθει για ψώνια σε ένα διώροφο μαγαζί με ρούχα, θυμάμαι ήσουν χαρούμενη δοκίμαζες δοκίμαζες και με ρωτούσες αν μου αρέσει αυτό που φοράς, αν σου πάει.
Η μαμά της μου είπε να διαλέξω και γω ό, τι θέλω, θα μου το έκαναν δώρο είπε. Ντρεπόμουν τόσο πολύ, όχι γιατί ένιωθα ένα αίσθημα λύπησης από την μεριά της, αλλά γιατί έτσι με είχαν μάθει απ το σπίτι. Πολλές φορές όταν κάποιος κάνει μια καλή πράξη για σένα εκεί που δεν το περιμένεις δεν έχεις πιάσει τον εαυτό σου να έχει ένα αίσθημα γλυκιάς ντροπής και αμηχανίας; Το καλό πλέον το αντιμετωπίζουμε με αμηχανία, αντίθετα με το κακό έχουμε εξοικειωθεί πλήρως στις μέρες μας. Τελικά, μου διάλεξε αυτή το δώρο. Ένα τζιν παντελόνι.
Πήγαινα Τετάρτη τάξη ήταν η περίοδος που όλη η χώρα μιλούσε για το είσαι το ταίρι μου, θυμάμαι τη δασκάλα μου στο προαύλιο του σχολείου να λέει ατάκες του επεισοδίου που είχε δει το προηγούμενο βράδυ στους συναδέλφους της γελώντας. Εγώ φυσικά δεν καταλάβαινα πολλά.
Για Δ τάξη ήμουν ψηλή, ε λοιπόν αν και ήμουν ψηλή αυτό το τζίν που μου διάλεξε η μαμά σου με έκανε να νιώθω ακόμα πιο ψηλή. Δεν ψήλωσε ο νους μου πίστεψε με.
Ένα ανοιχτόχρωμο τζιν. Απλό, άνετο, ελαστικό, κλασικό με μια υπέροχη λεπτομέρεια, ένα τζιν λουλούδι κολλημένο στο αριστερό πόδι χαμηλά κοντά στο γόνατο. Πάνω στο λουλούδι αυτό πιτσιλιές χρυσόσκονης. Αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που έβαλα χρυσόσκονη στη ζωή μου. Μου άρεσε πολύ, κάθε που το φορούσα ένιωθα όμορφη, χίπισσα και φυσικά ζωντάνευαν όλες οι λεπτομέρειες εκείνης της μέρας. Η σκόνη απ τα ρούχα που πετούσες έξω απ το δοκιμαστήριο, η κυρία στο ταμείο με την ευχή καλοφόρετα, η μυρωδιά του αμαξιού σας, η κυρία που πήραμε μαζί μας στο αμάξι με το χοντρό μακρύ μπουφάν.
Ήταν γνωστή σας, θυμάμαι μας ζήτησε να την πάμε μέχρι το σπίτι της και με πέρασε για παιδί της οικογένειας σας και ήταν πολύ καλή μαζί μου, ενώ παράλληλα έλεγε στερεοτυπικές απόψεις και μου χάιδευε τα μαλλιά νομίζοντας πως είμαι μια από εσάς. Σκεφτόμουν με το παιδικό και μικρό μυαλό μου ε ρε και να ξέρε πως έχω γεννηθεί στη Γεωργία και γελούσα από μέσα μου σαν διαόλι. Αυτό είναι που λέμε τραγική ειρωνεία σκέφτομαι τώρα με πιο καθαρό μυαλό.
Ήμασταν στο δωμάτιο της αδερφής σου. Βλέπετε, μόνο αυτή είχε υπολογιστή καθώς ήταν μεγαλύτερη. Παίζαμε παιχνίδια. Μια μέρα λοιπόν, ήσουν αφηρημένη απ το παιχνίδι κι έτσι όπως ψηλάφιζες το λουλούδι με τη χρυσόσκονη πάνω στο τζιν , το τράβηξες και το ξερίζωσες κατά λάθος. Ξέρω ότι έγινε κατά λάθος. Σου είπα δεν πειράζει. Το τράβηξες με δύναμη, αφηρημένη. Ο ήχος του σκισίματος ακόμα αντηχεί στα αφτιά μου. Χαμογέλασες, ζήτησες συγνώμη, δεν το κατάλαβα μου είπες. Ούτε εγώ εκείνη την ώρα καταλάβαινα ότι το περιστατικό αυτό θα μείνει ανεξίτηλο στη μνήμη μου μέχρι σήμερα.
Προσπάθησα να μπαλώσω την ζημιά. Το κόλλησα ξανά, αλλά τίποτα δεν ήταν όπως πριν. Πώς όταν σε χειρουργούν σου κάνουν τομή; Μια ουλή για πάντα; Κάπως έτσι. Το τζιν δεν ήταν όπως πριν, όταν το φορούσα δεν ένιωθα όπως πρώτα. Ούτε στην όψη ήταν το ίδιο, ούτε μέσα μου. Ήταν πια ελαττωματικό, όπως και η σχέση μας καθώς μεγαλώναμε και αλλάζαμε μυαλά.
Δεν το ξαναφόρεσα, κράτησε λίγο το ταξίδι μου στην χώρα της χρυσόσκονης και της φιλίας. Το φοράω όμως σαν ανάμνηση μέσα μου. Πώς θα ήταν άραγε αν κάποια μέρα έβλεπα το ίδιο τζιν σε κάποια βιτρίνα; Το ίδιο σχέδιο, το ίδιο ύφασμα, το ίδιο χρώμα. Τι θα ένιωθα; Θα ήθελα να το αγοράσω; Ή απλώς θα χαμογελούσα ; Το σίγουρο είναι πως δεν θα προσπερνούσα. Είναι τρελό πως κάτι που φαίνεται τόσο απλό για κάποιους, κουβαλά μια ολόκληρη ιστορία για κάποιον άλλον. Ζωντανεύουν ξανά με όλες τις λεπτομέρειες αυτά που ένιωσες, αυτά που είπες και κυρίως αυτά που σκέφτηκες τότε.
Μετά από χρόνια, κατάλαβα πώς αυτό το ‘δεν πειράζει’ που σου είπα, τελικά πειράζει. Όχι για το παντελόνι που σκίστηκε, αλλά για αυτό που συμβόλιζε το παντελόνι μέσα μου, το μαγικό. Κάτι σαν σύμβολο φιλίας, προσφοράς, μαγείας, παιδικής ανεμελιάς και ελπίδας.
Όσο είσαι παιδί δίνεις ευκαιρίες σε λάθη, σε αδικίες, σ ανθρώπους. Μεγαλώνοντας όμως, γίνεσαι δύσκολος, κλειστός, φιλτράρεις τα πάντα στο διάβα σου και δύσκολα αφήνεις νέους ανθρώπους να μπουν στη ζωή σου. Όχι γιατί φοβάσαι μην πληγωθείς, αλλά γιατί τρέμεις στην ιδέα ότι θα επενδύσεις σ αυτούς και μια μέρα θα τους χάσεις, θα απομακρυνθούν σιγά σιγά. Στην αρχή θα νομίζεις πως είναι απλώς ιδέα σου κι έτσι ξαφνικά θα φύγουν μια για πάντα. Όχι, δεν έφταιξες εσύ, όχι δεν σταμάτησες να είσαι αστείος, καλή παρέα, αλλά γιατί μεγάλωσες, άλλαξες, ταίριαξες με άλλες παρέες, άλλους ανθρώπους, σταμάτησες να με θες γύρω σου, δεν σε κατηγορώ για την επιλογή σου. Δεν το είπες ποτέ καθαρά και συ δεν κατάλαβες πως συνέβη.
Ξέρω δεν έχεις ιδέα για όλα αυτά, για την επιρροή όλων αυτών πάνω μου μέχρι σήμερα. Ίσως γιατί τα σύμβολα για μένα έχουν αξία, με συντροφεύουν στα χρόνια της αποξένωσης και της μοναχικότητας. Η μοναχικότητα είναι επιλογή, την μοναξιά όμως, δεν την διαλέγεις, η ίδια σε επιλέγει, γαντζώνεται δυνατά απ τον λαιμό σου. Είναι πολύ πιστή σύντροφος, μια Πηνελόπη.
Η επιλογή του ανθρώπου να πιστεύει ή όχι στην φιλία στην ενήλικη πια ζωή του έχει ρίζες, βαθιές ρίζες, στα παιδικά του χρόνια. Σε ένα τζίν, σε ένα κατά λάθος ξερίζωμα που προ οικονομούσε τον κύκλο της φιλίας μας και προδιέγραφε τις παιδικές αναμνήσεις που θα με στοιχειώνουν για πάντα.
Λείπουν κάπου κάπου πιτσιλιές χρυσόσκονης στην καθημερινότητα μου, όπως αυτές που είχε πάνω το λουλούδι του τζιν. Τόσο απλές, αλλά τόσο ξεχωριστές για την πορεία σου σ’ αυτόν τον κόσμο. Ο οποίος κάθε μέρα όλο και κάτι κάνει για να σου αποδείξει πως σ αυτόν τον ντουνιά καλή μου, αντέχουν όσοι είναι γεννημένοι να παλεύουν με το μαύρο και να νικάνε. Υπάρχουμε και μείς όμως, που παλεύουμε με το μαύρο αλλά δεν νικάμε, επιλέγουμε να γράφουμε για αυτή την άνιση πάλη. Εμείς που μια πιτσιλιά χρυσόσκονης μας αρκεί για να την κουβαλάμε μέσα μας για πάντα.
Ο καλύτερος τρόπος να ξορκίσεις αυτό το κακό είναι να εξωτερικεύσεις τα τραύματα σου γράφοντας για αυτά. Νάρκης του άλγους δοκιμές εν Φαντασία και Λόγω που λέει και ο ποιητής.

Διαβάστε επίσης  "Ο εφιάλτης" του Οδυσσέα Νασιόπουλου

Κράτα το

Κράτα το

Advertising

Advertisements
Ad 14

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Κυψέλη

3+1 Brunch Spots Στην Κυψέλη Που Δεν Πρέπει Να Χάσεις

Santo Belto Το Santo Belto στην Κυψέλη, αποτελεί έναν αγαπημένο
Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις

Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις: Η πρώτη γυναίκα οδηγός στη Formula 1

Η Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις ήταν Ιταλίδα οδηγός αγώνων αυτοκινήτου.