Τα πλήγματα τα οποία έχει δεχθεί η δημόσια παιδεία τα τελευταία χρόνια είναι πάρα πολλά με την προώθηση ιδιωτικών συμφερόντων να είναι συνυφασμένη με αυτά. Εν μέσω λοιπόν των πρωτοφανών γεγονότων που βίωσε η Ελλάδα λόγω της έξαρσης του κοροναϊού, πάρθηκε μία απόφαση σχετικά με τη διεξαγωγή της τήλε-εξεταστικής ως έγκυρο τρόπο ολοκλήρωσης των εαρινών εξαμήνων του ακαδημαϊκού έτους.
Ο προβληματισμός
Μια απόφαση η οποία έφερε αρκετές αντιδράσεις τόσο από καθηγητές όσο και από φοιτητές. Με κάποιους καθηγητές να δηλώνουν την αντίθεση τους βασιζόμενοι στο ότι η τήλε-εξεταστική υπονομεύει την αξία των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και κατ’ επέκταση των πτυχίων που προσφέρει, οπότε συνεπώς και τους πτυχιούχους που βγάζει η κάθε σχολή. Μια κατάσταση φυσικά που ωφελεί τους ιδιωτικούς φορείς που θα μπορέσουν με γνώμονα αυτό, να κατασκευάσουν μελλοντικά μια γραμμή παραγωγής πτυχίων, βάζοντας στην ουσία από «κάτω» τα ήδη υπό χρηματοδοτούμενα δημόσια πανεπιστήμια.
Από την άλλη μεριά, αρκετοί φοιτητές διαμαρτυρήθηκαν στο τρόπο της τηλε-εξεταστικής, καθώς έτσι επί του πρακτέου η εξεταστική έπαψε να είναι αδιάβλητη και αμερόληπτη, καθώς η απουσία του απαραίτητου εξοπλισμού για την συμμετοχή στην τήλε-εξεταστική διαχώριζε ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες του καθενός την συμμετοχή του σε αυτή. Οι κάμερες, τα μικρόφωνα και η σύνδεση του ιντερνέτ δεν είναι κάτι το αυτονόητο για τον κάθε φοιτητή, και όταν τα μέσα αυτά γίνονται βασικά προαπαιτούμενα για την συμμετοχή του στις εξετάσεις καταρρίπτεται η ισότητα ευκαιριών που προσφέρουν τα δημόσια πανεπιστήμια.
Πως φτάσαμε στην απόφαση
Πιάνοντας το ζήτημα από την αρχή και την διαδικασία της τηλε-εκπαίδευσης μπορούμε να απαντήσουμε ως προς το πόσο έγκυρη ήταν η τελική αξιολόγηση των φοιτητών σε αυτό το εξάμηνο μέσα από την τήλε-εξεταστική. Έχοντας λοιπόν ως δεδομένο το γενικό lock-down που ήρθε στη xώρα λόγω του κορωνοϊού, αρκετοί καθηγητές άμεσα κινητοποιήθηκαν και οργάνωσαν τις παραδόσεις των μαθημάτων τους μέσω εφαρμογών online διασκέψεων με γνώμονα την ομαλή συνέχεια των μαθημάτων και την διατήρηση της επαφής με τους φοιτητές. Στον αντίποδα όμως υπήρχαν και καθηγητές οι οποίοι λόγω της λιγότερης εξοικείωσης τους με αυτή την τεχνολογία δυσκολεύτηκαν να οργανώσουν τις παραδόσεις τους ή αντιμετώπισαν σημαντικά προβλήματα κατά την προσπάθειά τους να εκτελέσουν το έργο τους.
Έχοντας αυτό ως δεδομένο λοιπόν, σε αρκετά μαθήματα η διαδικασία της διδασκαλίας κατέστη προβληματική. Σε αυτό το σημείο φυσικά αξίζει να επισημανθεί ότι όσον αφορά τη διδασκαλία μαθημάτων στα οποία απαιτείται η φυσική παρουσία το πρόβλημά ήταν μεγαλύτερό. Ενώ όπως είναι φυσικό μέσω των online διασκέψεων μειώθηκε και η διαδραστικότητα ανάμεσα σε διδάσκοντες και διδασκόμενους με άμεσο αντίκτυπο αυτό φυσικά και στην αξιολόγηση του φοιτητή. Ωστόσο, όσο υπήρχε η εντύπωση ότι αυτό θα ήταν προσωρινό δεν δημιουργούνταν μεγάλο πρόβλημα. Όταν όμως κατέστη σαφές ότι έτσι θα ολοκληρωνόταν το εαρινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους, οι ανησυχίες και οι αντιδράσεις άρχιζαν να φουντώνουν. Το μεγάλο δίλημμά ήταν πως θα γίνει η εξεταστική. Ύστερα από αρκετές συζητήσεις και διαβουλεύσεις επί του θέματος αποφασίστηκε η διεξαγωγή εξετάσεων εξ αποστάσεως με τους διδάσκοντες να αναλαμβάνουν (ή ορθότερα να τους ανατίθεται) να διαχειριστούν και να ορίσουν τον έλεγχο (αν και οπότε γινόταν) και τον τρόπο αξιολόγησης (κουΐζ, απαλλακτικές εργασίες, προφορικές εξετάσεις).
Η ευκαιρία των ιδιωτών
Έτσι λοιπόν φτάσαμε στον Ιούνιο, οπού η τήλε-εξεταστική εφαρμόστηκε. Εν μέσω αυτής παρουσιάστηκαν προβλήματα σχετικά με τη συμμετοχή των φοιτητών, την αυθαιρεσία κάποιων καθηγητών ως προς τον τρόπο εξέτασης, την εφευρετικότητα κάποιων φοιτητών στην αντιγραφή και γενικά μια κατάσταση υπονόμευσης των εξετάσεων της ανώτερης βαθμίδας εκπαίδευσης. Δεδομένα ήταν κάτι προβληματικό. Δεδομένα επίσης ήταν κάτι που έγινε λόγω ανάγκης. Δεδομένα όμως θα πρέπει να καταλάβουν όσοι βρίσκονται στο χώρο του πανεπιστημίου ότι πλέον δημιουργήθηκε ένα προηγούμενο των τήλε-μαθημάτων και τήλε-εξεταστικής (και επιτυχημένα όπως βγαίνει προς τα έξω βάσει συνθηκών) με τις συνέπειες για το μέλλον της δημοσιάς και ισότιμης παιδείας να είναι αμφίβολο.
Ήδη έχει γίνει ένα γερο “μπάσιμο” από ιδιωτικά συμφέροντα να αναλάβουν κομμάτια της εκπαίδευσης (με το αζημίωτο φυσικά) και η στιγμή που θα εκμεταλλευτούν τα προβλήματα που εμφανίστηκαν στα δημόσια πανεπιστήμια, υποσχόμενοι ότι αυτοί δεν θα τα έχουν δεν θα αργήσει. Άλλωστε, αφού το ΑΠΘ έκανε μαθήματα και εξετάσεις online, γιατί να μην μπορεί και ένας ιδιωτικός φορέας να το κάνει; Και το λυπηρό είναι ότι πολλοί θα τους πιστέψουν.
Αν έστω και μια φορά οι εξετάσεις γίνουν με τρόπο που δεν εξασφαλίζει τον σύννομο, έγκυρο, αμερόληπτο και αδιάβλητο χαρακτήρα τους, τότε δημιουργείται καταστροφικό προηγούμενο. Δεν είναι απλώς ότι αυτοακυρωνόμαστε και γινόμαστε επαγγελματικό στρώμα ολοένα πιο περιττό, αύριο και αναλώσιμο. Δίνουμε πρόσχημα που θ’ αξιοποιήσουν οι ανταγωνιστές, ακριβέστερα εχθροί, του δημοσίου πανεπιστήμιου, για να στήσουν ιδιωτικά ψευτοπανεπιστήμια που έπειτα από ψευτοεξετάσεις θα δίνουν ψευτοπτυχία, αφού βεβαίως θα έχουν πρώτα εισπράξει χρήματα αληθινά…
Advertising
Σπύρος Μαρκέτος
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
Μαρκέτος, Σ. 25 Ιουνίου 2020. Ακατόρθωτες οι αδιάβλητες τηλεξετάσεις. Εφημερίδα Πελοπόννησος.