Μέχρι πρότινος, η ψυχοθεραπεία και η επίσκεψη σε ψυχολόγο αφορούσε μικρό ποσοστό του πληθυσμού, ποσοστό που συχνότερα αντιμετώπιζε συγκεκριμένες διαταραχές κι ασθένειες, ως συνδρομή σε ήδη υπάρχουσα ψυχιατρική αγωγή. Ευτυχώς, αυτό το φαινόμενο τείνει να εκλείψει. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τη χρησιμότητα της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας σε διάφορες φάσεις της ζωής τους, ενώ το κοινωνικό στίγμα που ακολουθεί μια επίσκεψη σε ψυχολόγο έχει αρχίσει να μειώνεται σημαντικά.
Πότε, όμως, ενδείκνυται η έναρξη ψυχοθεραπείας;
Ιδανικά, κάθε άνθρωπος σε κάθε στιγμή θα μπορούσε να απευθυνθεί σε ψυχολόγο, σε μια προσπάθεια περαιτέρω αναγνώρισης του εαυτού του, αποδοχής των ιδιαίτερων γνωρισμάτων του, αλλαγής οπτικής και στάσης, όσον αφορά κάποιες πτυχές της ζωής ή του χαρακτήρα του που τον δυσκολεύουν. Όμως υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις όπου η έναρξη μιας ψυχοθεραπευτικής διεργασίας όχι μόνο συνιστάται, αλλά επιβάλλεται.
Ας δούμε λοιπόν πιο αναλυτικά πότε είναι η κατάλληλη ώρα να απευθυνθούμε σε ειδικό:
- Σε κάποια ξαφνική αλλαγή στη ζωή μας, που μας επηρεάζει σημαντικά και μας προκαλεί συναισθήματα και σκέψεις που δεν μπορούμε να διαχειριστούμε μόνοι μας. Ένα διαζύγιο, ο τερματισμός μιας εργασιακής ή ερωτικής σχέσης, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, η απώλεια ενός κατοικιδίου, οικονομικές δυσχέρειες, η απόκτηση ενός παιδιού ή μια αναγκαστική μετακόμιση. Ανεξάρτητα του πόσο σημαντικά ή ασήμαντα τα θεωρούμε, κάποια γεγονότα είναι εν δυνάμει τραυματικά και μας προκαλούν θλίψη, θυμό, χαρά ή άγχος που αδυνατούμε να διαχειριστούμε. Όταν αντιληφθούμε πως δεν δυσκολευόμαστε απλώς, αλλά πως κάποιο γεγονός είναι ικανό να μας συνταράξει σε μη διαχειρίσιμο βαθμό, καλό είναι να στραφούμε σε βοήθεια ώστε η αδυναμία μας να μην καταλήξει σε διαταραχή ή κατάθλιψη.
- Όταν η μέχρι τώρα κοσμοθεωρία μας δεχτεί τόσο ισχυρό πλήγμα που νιώθουμε πως όλα γύρω μας καταρρέουν, πως όσα γνωρίζαμε εως τώρα είναι ψεύτικα, πώς μέχρι και η σχέση μας με τον εαυτό μας στηρίζεται σε ψευδή εικόνα. Η καθημερινότητα πλέον αποτελεί ρουτίνα, ενώ αδυνατούμε να βρούμε κάποιο νόημα σε όσα διαδραματίζονται γύρω μας, κάποια χαρά στη ζωή μας. Η κατάθλιψη ελοχεύει. Πολλοί, εν μέσω κρίσης, ανακάλυψαν πως οι μέχρι τώρα επιλογές τους στηρίζονταν σε προσδοκίες οικογενειακές ή/και κοινωνικές. Ένα ταξίδι προς την αυτογνωσία είναι πλέον απαραίτητο, καθώς η αυτοεικόνα μας γκρεμίζεται.
- Όταν διαγνωστούμε με κάποια ασθένεια (εμείς οι ίδιοι ή κάποιος συγγενής) που ενδεχομένως να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία μας (πχ καρκίνος), ή κάποιο αυτοάνοσο νόσημα που θα μας συνοδεύει στην υπόλοιπη ζωή μας (πχ σκλήρυνση κατά πλάκας, ψωρίαση κλπ). Η επίσκεψη και η τακτική παρακολούθηση από ψυχολόγο, καθώς και η συμμετοχή σε group therapy έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά ωφέλιμες, τόσο για τον ασθενή, όσο και για την οικογένεια του.
- Όταν εμφανίζουμε ψυχοσωματικά συμπτώματα. Κάποια συμπτώματα μας ταλαιπωρούν ή ακόμη και εμποδίζουν την καθημερινότητά μας, πχ κάποιος ανεξήγητος πόνος, κάποια δερματικά προβλήματα, σεξουαλική ανικανότητα, αλλά παρ’ όλες τις ιατρικές εξετάσεις και επισκέψεις, παραμένουν χωρίς αιτία και χωρίς ιατρική βάση. Πολλές φορές η εσωτερική μας φωνή δεν βρίσκει ανταπόκριση και φροντίζει να εισακουστεί ξεσπώντας στο σώμα μας. Η συνδρομή ενός ειδικού μπορεί να φέρει στην επιφάνεια όποια βαθύτερη αιτία προκαλεί πόνο και αλλαγές στο σώμα μας.
- Συμπτώματα όπως η αϋπνία, η ξαφνική ροπή προς κακές συνήθειες, πχ κάπνισμα, αλκοόλ κλπ, συνεχόμενη υπερδιέγερση, αυξανόμενο άγχος, αναίτια θλίψη, υπερφαγία, γενικότερα αλλαγές στη συμπεριφορά μας που δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε αλλά ούτε και να ελέγξουμε πρέπει να μας οδηγήσουν σε περαιτέρω διερεύνηση με τη βοήθεια ενός ειδικού.
- Κάποιο ατύχημα που συνέβη σε εμάς ή σε κάποιον άλλον, είτε είχε κάποιο τραυματισμό είτε όχι, είναι ικανό να μας δημιουργήσει στρες ή φοβίες. Καλό είναι να απευθυνθούμε σε ψυχολόγο ώστε να ξεπεράσουμε την όποια αρνητική αίσθηση μας έχει αφήσει.
- Όταν, παρόλο που αναγνωρίζουμε τις ατυχείς επιλογές μας, τείνουμε να επιστρέφουμε και να επαναλαμβάνουμε συνέχεια τα ίδια λάθη, πχ επιλογή λάθος ερωτικού συντρόφου. Υπάρχει κάποιος βαθύτερος λόγος για τις επαναλαμβανόμενες «ατυχίες» που μας συντρέχουν, και ήρθε ο καιρός να τον ανακαλύψουμε.
- Όταν αντιληφθούμε πως αδυνατούμε να προσεγγίσουμε την οικογένεια μας, να συνυπάρξουμε με το σύζυγο ή τα παιδιά μας, όταν αισθανόμαστε πως η οικογενειακή θαλπωρή έχει χαθεί. Είναι η ώρα να επισκεφθούμε με τον σύντροφό μας έναν οικογενειακό σύμβουλο, ώστε, αν είναι δυνατόν, να ξαναβρεθούν οι ισορροπίες στη σχέση και να αποφευχθεί κάποια δυσάρεστη κατάληξη, πχ ένα διαζύγιο.
Τέλος, πολλές φορές, άτομα του στενού περιβάλλοντός μας που μας γνωρίζουν καλά, τείνουν να μας προειδοποιούν πως διαβλέπουν μια ανησυχητική συμπεριφορά. Εναπόκειται σε εμάς να τους εμπιστευτούμε σε όσα τους ανησυχούν. Ενδεχομένως να μας κρούουν ένα καμπανάκι κινδύνου που εμείς αδυνατούμε να ακούσουμε.
Από τη στιγμή που αποφασίσουμε να απευθυνθούμε σε ψυχολόγο, καλό είναι να γνωρίζουμε πως υπάρχουν εξειδικευμένοι θεραπευτές, που ο καθένας ακολουθεί διαφορετική μέθοδο ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας. Αναλόγως του δικού μας προβλήματος ή των δικών μας προτιμήσεων μπορούμε να επιλέξουμε ποια μέθοδος ψυχοθεραπείας μας ταιριάζει. Για παράδειγμα, σε ένα ταξίδι αυτογνωσίας η ψυχανάλυση θα βοηθούσε, ενώ σε κάποια νέα φοβία η συμπεριφοριστική σχολή θα αποδεικνυόταν πιο χρήσιμη, με πιο άμεσα αποτελέσματα. Όσον αφορά την ύπαρξη κάποιας ασθένειας ή κάποιου εθισμού, η ομαδική θεραπεία έχει θετική συνδρομή, συνήθως.
Σε κάθε περίπτωση, ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να γνωρίζει πως :
- Δεν απευθυνόμαστε σε ψυχολόγο για να μας λύσει τα προβλήματα ή να μας δώσει «μασημένη τροφή». Όποιος θεραπευτής δίνει γενικόλογους κανόνες και οδηγίες, δεν είναι άξιος της εμπιστοσύνης μας. Η εξεύρεση λύσεων αφορά προσωπικά εμάς, και με συνοδοιπόρο έναν καλό θεραπευτή μπορούμε να βρούμε την άκρη του νήματος.
- Ο θεραπευτής πρέπει να είναι άτομο που μας προκαλεί εμπιστοσύνη. Αν για οποιονδήποτε λόγο αισθανθούμε άσχημα ή πως δεν ταιριάζουμε με κάποιον, παρ’ όλες τις ενδεχόμενες θετικές συστάσεις, καλύτερα είναι να αναζητήσουμε νέο θεραπευτή. Η σχέση με τον ψυχοθεραπευτή μας πρέπει να έχει δυο στοιχεία: «χημεία» και ασφάλεια. Συνήθως μέσα σε δυο με τρεις συνεδρίες, τόσο εμείς όσο και ο θεραπευτής μπορούμε να κρίνουμε αν μπορούμε να συνυπάρξουμε και να μας βοηθήσει.
- Η ψυχοθεραπεία αφορά εμάς τους ίδιους, επομένως πρέπει εμείς να είμαστε σίγουροι πως θέλουμε να ξεκινήσουμε. Μόνο όταν εμείς αποφασίσουμε πως θέλουμε να αλλάξουμε ό,τι μας ενοχλεί, μόνο τότε η ψυχοθεραπεία θα αποδώσει καρπούς.
Η ψυχοθεραπεία αποτελεί ένα μαγικό ταξίδι προς τον ενδότερο εαυτό μας, τις βαθύτερες ελπίδες και ανησυχίες μας. Αλλάζοντας οπτική, αλλάζουμε όσα μας ενοχλούν. Αναγνωρίζοντας τις αδυναμίες μας, βρίσκουμε τη δύναμη μας. Απελευθερώνοντας τη σκέψη μας, δημιουργούμε νέα πρότυπα και αξίες που ταιριάζουν αποκλειστικά σε εμάς, χωρίς να μας παρεμποδίζει το βάρος ξένων προσδοκιών.
Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε πάνω από όλα στον εαυτό μας τη δυνατότητα να αφήσει πίσω όσα τον βαραίνουν και να βελτιώσουμε τη σχέση μας μαζί του. Για αυτό μη διστάσετε να του προσφέρετε αυτή τη δυνατότητα.