Η παιδική περιέργεια και η ενίσχυσή της ως δρόμος για τη μάθηση:
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη «πάντες άνθρωποι φύσει ορέγονται του ειδέναι». Ο φιλόσοφος θέλησε με τη φράση αυτή να τονίσει ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε από τη φύση φτιαγμένοι να επιδιώκουμε τη μάθηση. Η περιέργεια είναι σχεδόν ο μόνος δρόμος για να την αποκτήσουμε. Και η ενίσχυσή της, ο τρόπος για να τη διατηρήσουμε.
Έχει, εξάλλου, ειπωθεί ότι η περιέργεια είναι το καύσιμο της μάθησης. Ας δούμε μερικούς από τους τρόπους που αυτό επιτυγχάνεται.
Η αναλογία στη σχέση κενών και την ανάγκη για περιέργεια
Ένας από τους τρόπους που ενισχύεται η περιέργεια είναι και η ανατροφοδότηση της πληροφορίας. Κι αυτό γιατί επιτρέπει στα παιδιά να αναγνωρίσουν τα κενά τους στη μάθηση. Συνήθως οι μαθητές δε συνειδητοποιούν την άγνοιά τους σε ορισμένα θέματα. Άλλωστε, είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό να νομίζουμε πως γνωρίζουμε περισσότερα πράγματα απ’ αυτά που κατέχουμε στην πραγματικότητα. Όσο ο δάσκαλος ανατροφοδοτεί τα παιδιά με νέες πληροφορίες, τόσο μειώνεται ο κίνδυνος να σταματήσουν να είναι περίεργα για νέα γνώση. Αρκεί στα κενά που θα έχουν, η μετάβαση για συνέχιση της πληροφορίας να γίνεται ομαλά και να μην τα δυσκολεύει. Η πληροφορία, δηλαδή να είναι «εύπεπτη» για τα παιδιά και να δίνεται με τρόπο ώστε η αναζήτηση τη επόμενης να έρχεται ως φυσικό επακόλουθο. Όσο μικρότερα τα κενά, λοιπόν, τόσο μεγαλύτερη η περιέργεια για μάθηση που μπορεί να κατακτηθεί.
Περιέργεια και εξυπνάδα
Από έρευνες που έχουν γίνει πάνω σε παιδαγωγικά θέματα, προέκυψε ότι η περιέργεια είναι μια «ψυχομετρική ιδιότητα, πάντοτε εξ απόψεως εξελικτικής και παρουσιάζεται πιο έντονα στην ηλικία των 12-13 έως και 20 χρόνων. Ενδιαφέρον είναι ότι από έρευνα προέκυψε ότι η περιέργεια είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα εγγενές, πολύ κοντά στην εξυπνάδα. Έτσι, θα πρέπει, όπως υποστηρίχθηκε να αντιμετωπίζεται ξεχωριστά ως γνώρισμα- ιδιότητα του ανθρώπου με εξελικτική βάση. Υπάρχει ,δηλαδή, κατά τα φαινόμενα, μια βιολογική προδιάθεση στην περιέργεια για μάθηση. Παρά τους ισχυρισμούς, ωστόσο του ερευνητή Friedman, ότι η περιέργεια είναι πολύ σημαντικότερη από την ευφυΐα, μελέτες στο χώρο του σχολείου απέδειξαν ότι σημαντικότερο ρόλο τελικά στις επιδόσεις και τους βαθμούς των παιδιών κατέχει το IQ.
Ο ρόλος των γονέων στην ενίσχυση της περιέργειας
Είναι γεγονός ότι μια επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά είναι συμπεριφορά που έτυχε ευνοϊκής μεταχείρισης από τους άλλους. Εν ολίγοις όσο επιβραβεύεις μια συμπεριφορά, τόσο αυτή θα εξακολουθεί να υφίσταται. Αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τους γονείς, αν θέλουν να ενισχύσουν την περιέργεια των παιδιών για μάθηση. Εάν αν αγνοήσουν την περιέργειά τους, το πιθανότερο είναι να πάψει στο μέλλον να εμφανίζεται, ιδίως όταν δεν τυγχάνει ανατροφοδότησης.
Ενθάρρυνση στην επιβράβευση
Άλλο ένα γεγονός είναι ότι οι γονείς τείνουν ν’ ασχολούνται μόνο με όσες συνήθειες των παιδιών θέλουν να αποτρέψουν. Έτσι, βάζουν εύκολα τις φωνές στα παιδιά με επιθετικότητα για να δείξουν πότε μια συμπεριφορά είναι ανεπιθύμητη.
Καλό θα ήταν να γίνεται και το αντίστροφο. Δηλαδή όταν μια ενέργεια των παιδιών φέρνει επιθυμητά αποτελέσματα, αυτή να ενισχύεται με την επιβράβευση. Να υπάρχει δηλαδή και επιβράβευση για την περιέργεια που ανοίγει το δρόμο στη μάθηση.
Αυτό μπορεί να γίνει εκ μέρους των γονιών συνήθως με την εκπλήρωση μιας υπόσχεσης. Αυτή μπορεί να έχει να κάνει είτε με μια υλική ανταμοιβή (να του αγοράσει καινούργιο μπουφάν, να του επιτρέψει να πάει μια εκδρομή κ.λπ.), είτε οργανώνοντας από κοινού αγαπημένη δραστηριότητα (να παίξουν ένα επιτραπέζιο, να πάνε στη γιαγιά κ.λπ.). Θα πρέπει ωστόσο να καταστεί σαφές ότι άλλο πράγμα είναι η επιβράβευση και άλλο η δωροδοκία.
Επιβράβευση άνευ όρων
Ωστόσο χρειάζεται ιδιαίτερα λεπτός χειρισμός σε αυτή τη διαδικασία και ξεχωριστή προσοχή στα λόγια με τα οποία θα γίνεται η επιβράβευση). Για παράδειγμα δεν είναι σωστό να πει ο γονέας «μόνο αν μου φέρεις καλούς βαθμούς θα σε αγαπώ» ή «μόνο τότε θα αξίζεις». Το παιδί αυθόρμητα θα διαμορφώσει την εντύπωση ότι το αγαπούν υπό προϋποθέσεις. Θα πληγωθεί και ενδεχομένως θα έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, αφού δεν το αγαπούν χωρίς προϋποθέσεις και νιώθει πως δεν αξίζει.
Επίσης το πιθανότερο είναι να μην δείξει κανένα ενδιαφέρον και καμιά περιέργεια για μάθηση, γνωρίζοντας προκαταβολικά πως η γνώση που θα αποκτήσει μεταμορφώνεται σε μέσο συναλλαγής και υφίσταται υπό όρους. Επομένως, η μάθηση δεν ενισχύεται και χρειάζεται γονιός και παιδί να επανακαθορίσουν την όποια συνεννόηση μεταξύ τους, χτίζοντας γέφυρες εμπιστοσύνης και ειλικρινούς επικοινωνίας.
Πηγές:
- Gracham Pluck, Stimulating Curiosity to enhance Learning, Education Science and Psychology, 2011, No2 (19).