“Κουλούρι και καφές” της Μίσκου Χρύσας

Ήθελα να γράψω μια ωραία ιστορία για τον διαγωνισμό. Αλήθεια, είχα κάθε καλή διάθεση. Είχα μάλιστα αποφασίσει,πως στην περίσταση θα ταίριαζε μια δακρύβρεχτη ιστορία με έναν ξενιτεμένο γιο που επέστρεφε στο σπίτι μετά από χρόνια, αφού θέλησε νεότερος να ξεφύγει από την καταπιεστική του μητέρα. Και το καλύτερο; Ο αφηγητής θα ήταν ο σκύλος του σπιτιού που παρακολουθούσε την ιστορία από κουτάβι, περιμένοντας τον αφέντη του να επιστρέψει κάθε μέρα που περνούσε. Θα ήταν μεγάλη επιτυχία, ήμουν σίγουρη! Και ένιωθα πανέτοιμη! Ο ζεστός καφές μου με περίμενε δίπλα στον υπολογιστή γεμίζοντας το δωμάτιο με μυρωδιά βανίλιας, τα κουλουράκια που είχε στείλει προχθές η μαμά στο δέμα από το χωριό ήταν στη θέση τους, δίπλα του στο πιατάκι και εγώ ήμουν ήρεμη, ξεκούραστη και συγκεντρωμένη.

«Μαμά, να βουτήξω ένα κουλούρι στον καφέ σου;»

Απομάκρυνα το βλέμμα μου από την άδεια ακόμα σελίδα στην οθόνη και κοίταξα τον εξάχρονο γιό μου.

«Αγάπη μου, δεν βουτάμε κουλούρια στον καφέ, ο καφές είναι για μεγάλους όχι για παιδάκια! Αν θέλεις να σου φτιάξω ένα γάλα και να βουτήξεις εκεί».

Μιλούσα εκ του ασφαλούς. Ήξερα ότι δεν του άρεσε το γάλα και θα προτιμούσε να φάει σκέτο το κουλούρι λόγω λαιμαργίας οπότε δεν θα έχανα τον πολύτιμο και δημιουργικό μου χρόνο πάνω από μπρίκια.

«Η γιαγιά μας δίνει» δηλώνει ο δίδυμος αδερφός του που έχει αρπάξει ήδη ένα κουλούρι πλησιάζοντας με αθόρυβα από την άλλη μεριά.

Με είχαν περικυκλώσει!

«Η γιαγιά καλά θα κάνει να θυμάται ότι είστε μικροί και ότι δεν κάνει να πίνετε καφέ!» λέω εκνευρισμένη. Θα έπρεπε νακάνω μια ωραία κουβεντούλα με την μητέρα μου.

«Δεν πίνουμε, βουτάμε! Δεν είναι το ίδιο!» δηλώνει ο νούμερο ένα και χωρίς να περιμένει την άδεια μου, επιχειρεί να βουτήξει το κουλούρι του στον καφέ.

Απλώνω το χέρι και του το αρπάξω την τελευταία στιγμή. Συγχρόνως κάνει την κίνηση και ο αδερφός του από την άλλη μεριά. Παίρνω και το δικό του κουλούρι και τα αφήνω στο πιάτο αγριοκοιτάζοντας τους.

«Γάλα!» λέω απειλητικά. «Γάλα ή σκέτο!»

«Δεν είναι δίκαιο!» αγανακτεί το νούμερο δύο. «Εσύ συνέχεια τρώς όλα τα καλά και εμάς μας δίνεις ότι να’ναι!»

«Όταν μεγαλώσεις και εσύ το ίδιο θα κάνεις» του λέω, αν και ξέρω ότι δεν είναι και πολύ παιδαγωγικό,

Διαβάστε επίσης  "Φυλακισμένος καπετάνιος" της Σκάνδαλου Κωνσταντίνας

αλλά τώρα θέλω να πάρουν από ένα κουλούρι και να φύγουν και να με αφήσουν ήσυχη να γράψω την ιστορία μου.

Βασικά θα μπορούσαν και να μην πάρουν καθόλου κουλούρι. Να φάνε ένα υγιεινό σνακ όπως λένε στα μαμαδοσάιτ στο ίντερνετ τον τελευταίο καιρό. Γιαούρτι με μέλι, φρούτα ή μπάρες με βρώμη, αν και δεν θα τους έλεγα πως το λένε γιατί ποτέ δεν θα το έτρωγαν με τέτοιο όνομα. Θα χαιρόταν και η κυρία Αναστασία, η παιδίατρος, που μου έκανε συνεχώς παρατήρηση για το βάρος τους.

«Γιατί δεν τρώτε κάτι άλλο για απογευματινό;» ρωτάω χαμογελαστή.

«Τώρα θα μας κάνει όπως προχθές που μας έβαλε σκέτα μακαρόνια με κιμά και τα δικά της τα έβαλε στο φούρνο με λιωμένο τυρί» λέει ο νούμερο ένα στον αδερφό του.

«Ναι» συμφωνεί και ο άλλος κουνώντας το κεφάλι του. «Αυτή θα φάει κουλουράκια με καφέ και εμάς θα μας δώσει γιαούρτι».

Πραγματικά τους άκουγα κάτι τέτοιες ώρες να μιλάνε και αναρωτιόμουν ένα πράγμα. Όχι, μάλλον αναρωτιόμουν για τρία. Πρώτον, ήταν στα αλήθεια μόνο έξι χρονών; Αυτοί μιλούσαν σαν τριαντάρηδες! Δεύτερον, δεν καταλάβαιναν ότι ήμουν μπροστά και τους άκουγα και τρίτον, ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ ΤΗ ΣΚΕΨΗ ΜΟΥ;

Σηκώνομαι από τον υπολογιστή παίρνοντας διακριτικά μαζί μου τον καφέ και αφού τον αφήνω πάνω στον φούρνο μικροκυμάτων –κρυμμένο πίσω από το κουτί με τις αποδείξεις και κάτι καραμέλες για τον λαιμό–ανοίγω το ψυγείο. Χμμμμ… Δεν έχω γιαούρτι. Ούτε και φρούτα. Βασικά δεν έχω τίποτα υγιεινό μέσα εκτός από ένα αγγούρι που σκόπευα να το κάνω σαλάτα το βράδυ. Υπάρχουν γαλακτοφέτες, μαρμελάδα και κάτι σοκολατένια μπισκότα στο ντουλάπι που το νούμερο ένα δεν μπορεί να τα φάει γιατί έχει αλλεργία στα συγκεκριμένα αλλά τα αγοράζω ούτως ή άλλως γιατί τα τρώμε με τον σύζυγο το βράδυ όταν τα παιδιά κοιμούνται. Α, και τα γαριδάκια που πήγαιναν πακέτο με τα μπισκότα. Δεν μπορούσα να τους δώσω κάτι από αυτά.

«Πάτε στο δωμάτιο σας να παίξετε!» λέω ξαφνικά.

«Θέλω να φάω» λέει το νούμερο ένα. Πάντα ήταν πιο λαίμαργος από τον αδερφό του, από βρέφος πρώτος τελείωνε το μπουκάλι.

«Εγώ θέλω υπολογιστή!» δηλώνει το αγαπητό μου νούμερο δύο. Παιδί της τεχνολογίας.

Διαβάστε επίσης  "ο Φοιτητής" του Γιώργου Σδούγκου

«Η μαμά έχει δουλειά στον υπολογιστή» λέω όσο προχωρώ για να προλάβω την καρέκλα. Αν κάτσει δεν μπορώ να τον σηκώσω με τίποτα. Μάλλον μπορώ, αν τον τραβήξω, αλλά πάντα είμαι με τον φόβο μην του εξαρθρώσω κανένα χέρι ή κανένα πόδι. Α, και να μην μου φέρουν την πρόνοια οι γείτονες από τις τσιρίδες και τις φωνές.Κάθομαι στον υπολογιστή με ένα θριαμβευτικό χαμόγελο όσο φυσικά τα βλαστάρια μου με ακολουθούν και με περικυκλώνουν για ακόμα μια φορά. Το χαμόγελο μου κόβεται. «Βάλε μας ένα βιντεάκι στο γιουτούμπ!» με διατάζει ο μικρός, το νούμερο δύο. «Όχι, να βάλει χελωνονιντζάκια!» διαφωνεί ο αδερφός του.

«Αγόρια, έχω δουλειά» επαναλαμβάνω. Έχω αρχίσει να εκνευρίζομαι. Δεν ζητάω και πολλά, μια μόνο ώρα ησυχίας για να καθίσω και να γράψω την ιστοριούλα μου. Μετά ας δούνε τα χελωνονιντζάκια και τον Ντάνι Φάντομ και τον Μπέν 10 και ότι άλλο θέλουν! «Πάτε στο δωμάτιο σας να παίξετε με τα παιχνίδια σας και όταν τελειώσω θα σας φωνάξω. Δεν θα αργήσω!»

«Να κάνουμε μπάνιο τα παιχνίδια μας;» Η φαεινή ιδέα ανήκει στο νούμερο ένα. Αυτομάτως από το μυαλό μου περνάνε οι εξής σκέψεις σαν ένα τρελό, στριφογυριστό τρένο. Θα μείνω ήσυχη, θα γράψω την ιστορία μου, θα πιω το καφεδάκι μου με την ησυχία μου, αν βραχούν είναι καλοκαίρι και θα στεγνώσουν, τα παιχνίδια δεν χαλάνε με το νερό, δεν θα φάνε κουλούρι οπότε δίαιτα, δεν θα χρειαστεί να τους δώσω γαριδάκια, γαλακτοφέτες και μπισκότα, δεν θα με πρήζουν με τον υπολογιστή…

«Φυσικά!» βιάζομαι να απαντήσω. Η λύση σε όλα μου τα προβλήματα! «Μπορείτε αν θέλετε να τους κάνετε και μπουρνουζάκια από χαρτί υγείας» χαμογελάω.

Ο γιος μου φεύγει τρέχοντας να μεταφέρει τα καλά νέα και τις καταπληκτικές μου προτάσεις στον αδερφό του που ήδη έχει αρχίσει να γεμίζει τον νεροχύτη και ακούω τις ενθουσιασμένες τους φωνές και τα πλατσουρίσματα όσο γράφω τις πρώτες μου λέξεις. Ο καφές έχει επιστρέψει θριαμβευτικά στα δεξιά μου και έχω ήδη φάει ένα κουλούρι. Είμαι περίπου στο τέλος της πρώτης σελίδας όταν με παραξενεύει η ησυχία. Συνήθως όταν δεν ακούγονται τα αγόρια κάνουν αταξίες αλλά σήμερα η αταξία γίνεται με τις ευλογίες μου οπότε μάλλον θα βαρέθηκαν το παιχνίδι και θα ετοιμάζονται να επιστρέψουν για να διεκδικήσουν τον υπολογιστή. Πρέπει να βιαστώ!

Διαβάστε επίσης  "Ένας χαμένος βαλεντίνος" από την maria.nc

Ακούγεται το αμάξι μας να σταματάει στην πυλωτή και ο σκυλάκος ξεμυτίζει κάτω από τον καναπέ που ήταν αραγμένος όλη τη μέρα –προφανώς για να αποφύγει τα αγόρια και αυτός –και τρέχει στην εξώπορτα γαβγίζοντας. Μέσα στην κακοφωνία και τον σαματά, αναρωτιέμαι γιατί δεν εμφανίστηκαν ακόμα τα μικρά μου και σηκώνομαι βιαστικά, έτοιμη να πάω στο μπάνιο για να τσεκάρω αν και το μυαλό μου δεν έχει πάει ακόμα στο κακό. Βασικά ακόμα σκέφτομαι μια πρόταση στην ιστορία που δεν μου κάθεται καλά και κάπως πρέπει να την διορθώσω.

Ακούγεται μια τσιρίδα από το μπάνιο. Τρέχω βιαστικά και ο σκύλος παρατάει την πόρτα και με ακολουθεί γαβγίζοντας. Δεν είναι μεγάλου μεγέθους, ένα μικρό πεκινουά είναι αλλά κάνει φασαρία για δέκα. Φτάνω στο μπάνιο τη στιγμή που τα αγόρια βγαίνουν για να κάνουν έκπληξη στον μπαμπά τους, γλιστράνε στις σαπουνάδες που βγήκαν από το σιφόνι –τα παιχνίδια τους ήθελαν και σαμπουάν να είναι πεντακάθαρα προφανώς –πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλο και μετά πάνω μου μαζί. Κάνω πίσω για να τους αποφύγω, πατάω τον σκύλο που σταματάει να γαβγίζει και βγάζει ένα τραγικό αλύχτισμα και σκάω με τον πισινό όσο τα αγόρια προσγειώνονται πάνω μου.

Αυτό το χαρούμενο κουβάρι αντίκρισε ο καλός μου μόλις μπήκε στο ευτυχισμένο σπιτικό μας για να ξαποστάσει μετά από μια ημέρα κοπιαστικής δουλειάς. Μας φορτώνει όλους στο αμάξι όπως είμαστε –τα μικρά ακόμα κρατούσαν τα χελωνονιντζάκια με τα χάρτινα μπουρνούζια στο χέρι –και πάμε νοσοκομείο.

«Μεγάλη τύχη που τα παιδιά έπεσαν πάνω σου» μου λέει η παιδίατρος όταν τους βλέπει. «Δεν έχουν ούτε γρατσουνιά! Αν και κάτι θα πρέπει να κάνεις με τα κιλά τους γιατί όπως σου είπα και την προηγούμενη φορά, είναι στα όρια στις καμπύλες».

Πραγματικά μεγάλη τύχη που δεν έπαθαν τίποτα. Αλλά τώρα που περιμένω να κάνω εισαγωγή στο νοσοκομείο με σπασμένη ουρίτσα, δεν μπορώ να μην σκεφτώ πόσο πιο απλά και εύκολα θα ήταν όλα αν τους άφηνα εξαρχής να βουτήξουν τα παλιοκούλουρα τους στον καφέ μου.

 

 

Πηγή εικόνας:

http://daxtilostovazo.blogspot.gr/2013/10/blog-post_30.html

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Halloween: Ήθη και έθιμα στα Βαλκάνια

Το Halloween, η γνωστή γιορτή του μακάβριου, του παραφυσικού και

Το management στην προσωπική μας ζωή.

Καθημερινά, όλο και πιο συχνά ακούμε από τον περίγυρό μας