Δύο χρώματα επικρατούσαν πάντα στη ζωή μου, Μαύρο και Άσπρο, πλέον έχει προστεθεί και το Γκρι, όπως τα τρία σχοινιά που τώρα απλώνονται μπροστά μου. Τα κοιτάω χαμογελώντας καθώς δημιουργώ τον μικρό κόμπο που τα ενώνει, το σημείο που ενώνει όλα εκείνα τα κομμάτια της ζωής μου. Γεννήθηκα από έρωτα, μεγάλωσα με αγάπη και όμως στάθηκα ανίκανος να προσφέρω γύρω μου τα ίδια συναισθήματα. Υπήρχα μόνο εγώ… Ένα μεγάλο ΕΓΩ που διέλυε κάθε σχέση που δημιουργούσα και που κατεύθυνε την πορεία μου. Ισχυρογνώμων, Άπληστος, Εγωιστής, ήταν μερικά από τα επίθετα που άκουγα λίγο πριν οι άνθρωποι μου με εγκαταλείψουν. Δεχόμενος την επιλογή τους και χωρίς ίχνος μεταμέλειας συνέχιζα να δημιουργώ και να καταστρέφω. Είχα τα πάντα. Σίγουρα όχι τόσα ώστε να ικανοποιηθεί η υπέρμετρη απληστία μου, όμως ήμουν ακόμη νέος για να κατακτήσω όσα ποθούσα. Ο χρόνος σταδιακά μου έφερε όσα επιθυμούσα όχι στο βαθμό που ο παλιός εαυτός μου θα λαχταρούσε, όμως πλέον είχα ωριμάσει, είχα αποδεχτεί την σκοτεινή πλευρά μου και προσπαθούσα να την απαλύνω. Γνώρισα τον έρωτα, παντρεύτηκα και έκανα οικογένεια. Δημιούργησα μια ζωή στα μέτρα μου και πορεύθηκα με αυτή όντας ικανοποιημένος. Η κάθε σχέση έχει τα δικά της σύννεφα που άλλοτε είναι μπόρα και άλλοτε καταιγίδα όμως όταν ξέρεις τι θέλεις από την ζωή σου, μαθαίνεις να χτίζεις γέφυρες επικοινωνίας και να προσπαθείς ξανά και ξανά για να διατηρήσεις την ευτυχία σου. Αυτό δεν κάνουν όλοι; Τότε γιατί η επικοινωνία είχε χαθεί και ο γάμος μου κατέρρεε…;
Τι πήγε στραβά; Αναρωτήθηκα αρχίζοντας να δημιουργώ την όμορφη πλεξούδα από τα χρώματα της ζωής μου. Άλλαξα, ωρίμασα, έγινα καλύτερος. Γιατί δεν ήταν αρκετά; Γιατί νιώθω πλέον τόσο εύθραυστος και αδύναμος; Ίσως όλα να διαδραματίζονταν διαφορετικά αν δεν είχε εισβάλλει στην ζωή μου. Αρχικά σαν απαλό αεράκι που μου θύμισε την παιδικότητα των νεανικών μου χρόνων και έπειτα σαν βοριάς που φούντωσε μέσα μου φωτιές που χρόνια πίστευα πως είχαν σβήσει. Την ερωτεύθηκα από την πρώτη στιγμή που την φίλησα εκείνο το βράδυ της γνωριμίας μας. Ένα μεθυσμένο φιλί που ένωσε μέσα μου το κομμάτι του πάζλ που έλειπε από την ζωή μου. Είχα ερωτευθεί και αγαπήσει στο παρελθόν, όμως πάντα τα ηνία των συναισθημάτων μου καθορίζονταν από εμένα. Και όμως εκείνο το ταιριαστό φιλί, εκείνη η ένωση, με έκανε πρώτη φορά στη ζωή μου ευάλωτο. Σταδιακά βυθίστηκα μέσα στον πόθο μου, αναζήτησα καλύτερες πτυχές του εαυτού μου και βίωνα ολοένα και περισσότερο την πραγματική έννοια του Έρωτα, της Αγάπης. Η τουλάχιστον έτσι θεωρούσα. Δόθηκα εξ ολοκλήρου με τα ηνία παραδομένα σε εκείνη. Ζουσα το απόλυτο όνειρο. Ένα αληθινό χαμόγελο ευτυχίας χαράκτηκε μόνιμα στο πρόσωπο μου, όλο μου το παρελθόν είχε γκρεμιστεί και μαζί του είχε ισοπεδωθεί και ο γάμος μου. Εκείνη ήταν η κινητήριος δύναμη για τα πάντα! Νοίκιασα ένα μικρό διαμέρισμα και το έντυσα με αγάπη απολαμβάνοντας ξανά την ελευθερία μου από τα δεσμά του παρελθόντος. Πρώτη φορά στην ζωή μου, έβαζα έναν άλλο άνθρωπο πάνω από τα δικά μου θέλω, πάνω από τις δικές μου ανάγκες και παρόλο που έβλεπα την αδυναμία μου, την αποδεχόμουν γιατί η μόνιμη δικαιολογία μέσα μου ήταν πως την αγαπούσα χωρίς όρια και φραγμούς. Ζούσα το απόλυτο παραμύθι δημιουργώντας ένα χαρακτήρα καλύτερο για εκείνη και πλάθοντας την ζωή μου με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ευτυχισμένη. Μετατράπηκα σε μία μαριονέτα με μόνο σκοπό την προσωπική της ευχαρίστηση. Και ενώ εγώ γινόμουν μυρμήγκι, εκείνη, σωστός τζίτζικας διασκέδαζε χωρίς να υπάρχει αύριο, απολαμβάνοντας όσα της έδινα. Ήταν το άλλο μου μισό; Αυτό που όλοι αναζητούν; Η μήπως αυτός ο μύθος συντηρεί και εν τέλει καταστρέφει; Μια τυχαία γνωριμία με αντιπάθεια από την πλευρά μου στην αρχή, εξελίχθηκε σε ένα πάθος που με έκαψε συθέμελα. Ένα πάθος που έπαιξε με το μυαλό μου, εισέβαλε στην καρδιά μου και την τσάκισε, χωρίς θόρυβο, χωρίς κάποιο προειδοποιητικό σημάδι που να προμηνύει το μέγεθος της απώλειας και της προδοσίας που βίωσα. Σε κανένα παραμύθι δεν υπάρχει αυτή η έννοια, η λέξη προδοσία δεν αναφέρεται πουθενά. Η αυλαία πέφτει με ένα γάμο και με τον τίτλο « Ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.»
Προσπάθησα πολύ να επανέλθω, προσπάθησα πολύ να βρω τον εαυτό μου, προσπάθησα να κρατήσω μόνο τα καλά από όλη αυτή την ιστορία και να αποδιώξω την πικρία και την θλίψη που θα μπορούσε να με μετατρέψει ξανά σε εκείνο το αχόρταγο πλάσμα, κενό από κάθε λογής συναίσθημα. Δεν κατάφερα τίποτα! Τα σχοινιά συνεχίζουν να ενώνονται στα χέρια μου και μέχρι στιγμής το μόνο που νιώθω για μένα είναι λύπηση και θυμό. Λύπηση που με ταπείνωσα, δημιουργώντας μια καρικατούρα του εαυτού μου και θυμό που επέτρεψα να γίνω κάτι που πάντα κορόιδευα. Συνέχιζε να μπαινοβγαίνει στην ζωή μου αποδεχόμενη την ανοιχτή πόρτα που δεν κατάφερνα να κλείσω και εγώ ανήμπορος να ουρλιάξω «ΤΕΛΟΣ! ΦΤΑΝΕΙ! ΕΩΣ ΕΔΩ!» δεχόμουν τα ψίχουλα που ονομάτιζε αγάπη. Με είχε αγαπήσει άραγε; Και αν ναι, γιατί τόσα ψέματα; Γιατί; Ερωτεύθηκα τον λάθος άνθρωπο ή μήπως τελικά το μεγάλο λάθος ήμουν εγώ;
Μέσα σε όλα όσα ήδη πήγαιναν κατά διαόλου προστέθηκε και η κρίση. Ξαφνικά ότι υλικό είχα χτίσει άρχισε να ταλαντεύεται μπροστά μου. Ο μισθός μου μειώθηκε, οι μηνιαίοι λογαριασμοί αυξήθηκαν και εγώ προσπαθούσα να βρω λύσεις για να αντέξω. Να αντέξω! Πως; Συνεχίζω να πλέκω τα σχοινιά μου χαμογελώντας στην θύμηση εκείνης της νύχτας, που απελπισμένος έπειτα από την τρίτη συνεχόμενη μείωση μισθού μου, μέσα στο σκοτεινό και απελπιστικά άδειο διαμερισματάκι μου, σημείωνα τις υποχρεώσεις του μήνα. Το στεγαστικό δάνειο, η διατροφή για την πρώην γυναίκα μου και τα παιδιά μου, το ενοίκιο του διαμερίσματος, ενώνονταν με τους υπόλοιπους λογαριασμούς. Το αποτέλεσμα έβγαινε αρνητικό! Αδιέξοδο! Δανείστηκα για να ανταπεξέλθω όμως και πάλι γνώριζα πως δεν θα μπορούσα να συνεχίσω να ζω έτσι. Ως πότε; Ως πότε θα βρίσκεται κάποιος να με ξελασπώνει από τα δικά μου χρέη; Ο καθένας έχει την δική του ζωή, την δική του οικογένεια, ποιος ευθύνεται αν εγώ κατέστρεψα την ζωή μου; Γιατί να πληρώνουν άλλοι τα δικά μου σπασμένα; Ξεκίνησα να ψάχνω για κάτι καλύτερο επαγγελματικά, είχα ένα πλούσιο βιογραφικό και ελπίδα μέσα μου πως θα τα καταφέρω. Σύντομα συνειδητοποίησα πως για ακόμη μία φορά, ζούσα στον δικό μου κόσμο. Οι μισθοί στην Ελλάδα κατέρρεαν και ο μισθός που ήδη έπαιρνα σε σχέση με τους υπόλοιπους θεωρούνταν παχυλός. Ίσως απλά θα έπρεπε να βρω κάτι επιπλέον για να αυξήσω το εισόδημα μου. Προσπάθησα πολύ να μην έχω τίποτα άλλο στο μυαλό μου πέρα από την ανάγκη μου να βρω τρόπο να είμαι σωστός απέναντι στις υποχρεώσεις μου, πάντα με αξιοπρέπεια. Όλες μου όμως οι προσπάθειες έπεφταν στο κενό. Εκείνη, συνέχιζε να μπαινοβγαίνει στην ζωή μου. Ήμουν πλέον σίγουρος πως τρεφόταν από τα συναισθήματα μου. Ερχόταν όποτε ένιωθε μόνη, όταν κάποιος την πλήγωνε, όταν είχε ανάγκη να θρέψει το εγώ της. Πλέον ήμουν ένας θεατής στο δικό μου έργο. Δεν ήταν δική μου, ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα γινόταν. Ήμουν λίγος; Αναρωτιόμουν συχνά. Άρχισα να καπνίζω μανιωδώς σαν να προσπαθούσα να φυσήξω και την ψυχή μου μαζί με τον καπνό από μέσα μου. Έπεφτα, το ένιωθα πως οι δυνάμεις μου με εγκατέλειπαν. Απελπισία. Την βίωσα ξανά και ξανά. Χρεώθηκα, δανείστηκα, άφησα τον θυμό να εισβάλλει στην ζωή μου ξεσπώντας σε όλους τους δικούς μου ανθρώπους. Σταδιακά οι πόρτες έκλεισαν. Οι φίλοι εξαφανίστηκαν και εγώ παρέμεινα πιο μόνος από ποτέ, με μόνη παρηγοριά τις νύχτες που αποφάσιζε το πάθος μου να έρθει να τραφεί. Δεν έμεινε τίποτα! Σύντομα έχασα και την δουλειά μου ,καθώς ο κατασκευαστικός τομέας που καιρό ξεψυχούσε, είχε πλέον πεθάνει.
Στην ζωή μου δεν υπήρχε Μαύρο, δεν υπήρχε Άσπρο, υπήρχε μόνο Γκρι. Κάτι ενδιάμεσο, κάτι αδιάφορο που ένωνε τις δύο πλευρές μου. Το αναγνώριζα πλέον σαν χρώμα, όπως αναγνωρίζω και την αποτυχία μου σε όλους τους τομείς. Τα τρία σχοινιά έγιναν ένα. Μία όμορφη ένωση που κατέληγε σε μία θηλιά. Κοίταξα το δημιούργημα μου και έπειτα γύρω μου το διαμέρισμα. Μικρό, ψυχρό, σκοτεινό. Πως μετατράπηκε και αυτό έτσι; Πόσες όμορφες στιγμές έζησα εδώ μέσα! Χαμογέλασα αχνά σχεδόν με ειρωνεία… Και πόσες άσχημες στιγμές όμως! Ένας μικρός Παράδεισος που μετατράπηκε στο θάλαμο απομόνωσης μου. Το προσωπικό μου Κολαστήριο! Τοποθέτησα με ευλάβεια σχεδόν την θηλειά της ζωής μου στον μεγάλο γάντζο που εχθές τοποθέτησα στο ταβάνι. Ο τρόπος που απλώθηκε μπροστά μου, με γέμισε τρόμο. Αυτό ήταν λοιπόν; Αυτή ήταν η ζωή μου; Έτσι θα έληγε; Διάολε είμαι μόλις τριάντα πέντε χρονών! Έχω δύο παιδιά που θα χάσουν τον πατέρα τους! Έχω το δικαίωμα να είμαι για τελευταία φορά εγωιστής; Έχω το δικαίωμα να πάψω να παλεύω και να παραιτηθώ; Κοντοστάθηκα κοιτώντας την θηλιά. Και όμως μέρες τώρα ήμουν σίγουρος για το τι θέλω. Τι είναι αυτό που με σταματά αυτή την στιγμή που όλα έχουν οριστεί; Άρχισα να κλαίω και με τρεμάμενα χέρια τοποθέτησα την θηλιά στον λαιμό μου. Την έσφιξα και προσπάθησα να συγκρατήσω τον εαυτό μου. Έκλεισα τα μάτια. Τι με έφτασε έως εδώ; Ο Έρωτας; Η αποτυχία; To Κράτος; Εγώ; Πήρα μια βαθιά ανάσα. Όλα στη ζωή είναι αντίθετα. Χαρά και πόνος, ευτυχία και δυστυχία, υγεία και αρρώστια, γέννηση και θάνατος… Μαύρο και Άσπρο…
Τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα. «Που είναι όμως το Γκρι;»
Πηγή εικόνας:
http://www.dralexandrapentaraki.com/kappaalphataualphathetalambdaiotapsieta-deltaiotaalphathetaepsilonsigmaeta.html