«Θα πάγω σ’ άλλη γη,
θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή…»
Κ. Καβάφης
Το φθινόπωρο του 2008 μετακόμισα στα Γιάννενα όπου σπούδασα στο μαθηματικό σε ένα περιβάλλον συνοδευμένο από την γραφικότητα του κάστρου, τα πολυδαίδαλα στενοσόκακά απομεινάρη του της πολεοδομικής ιστορίας και κληρονομιάς από περασμένους αιώνες.Από την μία πλευρά το σύγχρονο, μοντέρνες καφετερίες και μαγαζιά ρούχων, ξενοδοχεία πολυτελές και γκλαμουράτα όπου συντέλεσαν στην παραγωγή γυρισμάτων ταινιών από την άλλητο παραδοσιακό, η λαογραφία της πόλης, τα παλιά νομίσματα, τα κεχριμπαρένια κομπολόγια, τα ρολόγια, η λαϊκή τέχνη που μαθαίνοντας από γενιά σε γενιά οι νεότεροι ηλικιακά συνεισφέρουν στην παρακαταθήκη των παλιότερων.Το σχήμα της πόλης σχηματίζειένα πουλί ίσως να είναι η ελευθερία των ηπειρωτών που μετανάστευσαν για σε ξένους τόπους αποφεύγοντας τα βάσανα, και τη φτώχεια, ίσως είναι η αίσθηση της φύσης ότι τα Γιάννενα που βρίσκονται στο λεκανοπέδιο του Μιτσικελίου αποτελούν κομμάτι της φύσης, οι άνθρωποι, τα πράγματα σε φυσική αρμονία με το περιβάλλον. Η λίμνη της Παμβώτιδας αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων στους ντόπιους για τους θρύλους του Αλή Πασά, της ιστορίες της κυρά Φροσύνης και τους χαμένους θησαυρούς που χάθηκαν στους αιώνες.
Σε αυτήν την πόλη εκπαιδευτήκαν εοπλαρχηγοί ο Μπότσαρης, ο Τζαβέλας στην αυλή του Αλή πασά, σε αυτόν τον τόπο που από τους πρωτομάστορες των βουνών σμίλεψαν την πέτρα και «έχτισαν τον κόσμο» λένε καμαρώνοντας οι σημερινοί κάτοικοι των χωριών. Τα μαστορωχόρια, το Ζαγόρι, το Μέτσοβομέσα στον ορεινό όγκο της Πίνδου, στα αχανής δάση που η συντροφιά των κατοίκων είναι τα πρόβατα και τα κατσίκια από τα πρωί στη δουλειά, νοικοκύρηδες, λιτοί και πρόσχαροι περιμένοντας το σούρουπο στα καφενεία ύστερα από την δουλειά για τα μασλάτια και τις ιστορίες πώς ήταν κάποτε η ζωή. Τα κτίρια λιτά, αρχοντικά δείγμα της ηπειρώτικής αρχιτεκτονικής, με μικρά μπαλκόνια εξαιτίας του βαρύ χειμώνα.
Έπειτα η πόλη που διέμενα το 2010 είναι η Βέροια. Εκεί στεγαζόταν το τμήμα Χωροταξίας και Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Το τμήμα ταπεινό με λίγα χρόνια λειτουργία είχε αρχίσει τα πρώτα βήματα. Βρισκόταν συνάμα στο χωριό Αγία Βαρβάρα ανεβαίνοντας την ανηφόρα από τον πλάτανο που υπήρχε, σήμα κατατεθέν της παραδοσιακής καφετέριας στην είσοδο του οικισμού. Φοιτητές και καθηγητές ήταν οικογένεια που η λειτουργικότητα βασίζοντας στην ανταλλαγή απόψεων, στην επαγγελματική σταδιοδρομία των τελειόφοιτων, στην ακαδημαϊκή επίδοση, στην δημιουργία μουσικών φεστιβάλ, τη συμμετοχή φοιτητών σε συνέδρια με την αρωγή των αξιόλογων καθηγητών, στον υγιή διάλογο για τις επερχόμενες κοινωνικές και οικονομικές εξέλιξες τόσο στον κλάδο των μηχανικών όσο και στις κοινωνικές ευαισθησίες για τη πόλη της Βέροιας.
Η Βέροια είναι χτισμένη στους πρόποδες του Βερμίου. Από το πάρκο Ελιάς θα μπορούσε πίνοντας καφέ να έχει αγνάντι θέα στον κάμπο που ιδιαίτερα το καλοκαίρι θύμιζε ζωγραφιά από την πανδαισία χρωμάτων που ανθούσε. Στο κέντρο της πόλης η γεωμετρία και η ρυμοτομία των δρόμων είναι σε σχηματοποιημένη σε κάναβο δείγμα της μοντέρνας στροφής όπου δομήθηκε στη πόλη ύστερα από τις απελευθέρωση της από τον τούρκικο ζυγό. Οι εκκλησίες της πόλης έχουν ιδιαίτερη σημασία για την περιοχή εξαιτίας της ιστορίας, το μνημειακό απόθεμά της, 47 βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες, τέσσερις συνοικίες που κηρύχθηκαν ιστορικοί τόποι, αρχαία κατάλοιπα, αλλά και μεμονωμένα διατηρητέα κτίρια.
Στην Βέροια αποτελούσε πολιτισμική πόλη στην δεκαετία του ́50 καθώς συνυπήρχαν Βλάχοι, Καυκάσιοι, Θρακιώτες, Πόντιοι, Εβραίοι και Ντόπιοι αναδεικνύοντας η κάθε ράτσα την θέληση της για κυριαρχία στον τόπο. Στο σημείο, σταυροδρόμι πολιτισμών και έντονης οικονομικής δραστηριότητας λόγω του εμπορίου από τα αγροτικά προϊόντα που είναι σήμα κατατεθέν της ευρύτερης περιοχής. Η πολυτισμικότητα της πόλης διαφαίνεται και σήμερα στα ονόματα των γειτονιών από την Κυριώτισσα που ήταν η ελληνική συνοικία όπου ξεχωρίσουν τα περίτεχνα μακεδονικά αρχοντικά με την χαρακτηριστική τέχνη τους τα οποία διαφέρουν από τα ηπειρώτικα στο μέγεθος των μπαλκονιών, στο ύψος και τους εσωτερικούς χώρους οι οποίοι είναι ευρύχωροι και διαμπερείς. Επίσης υπάρχει η εβραϊκή συνοικία ακούσει στο όνομα Μπαρμπούτα από η συναγωγή αποτελούταν από εβραίους τις Ισπανίας και της Πορτογαλίας.
Το 2013 ήταν το φινάλε της πόλης που έζησα ωςφοιτητής, γιατί μεταγκαταστάθηκε το τμήμα στην φυσική του έδρα στην Θεσσαλονίκη ύστερα από δρομολογούμενές εξελίξεις στον χώρο της παιδείας. Η πρώτη γειτονιά ήταν η Άνω Πόλη σχετικά σεκοντινή απόσταση από τα κάστρα. Ήσυχα και φιλικά,με τα μπουγατσατζίδικα, τα ταβερνάκια, την βιβλιοθήκη, προχωρώντας και στο επταπύργιο τα τουριστικά καταστήματα όπου γνώριζαν άνθρωποι τα εδέσματα και τα το φαγητό και γινόταν το μεσημέρι η περιοχή ένα παγκόσμιο «χωριό».
Όταν κοιτάς από ψηλά μοιάζουν τα σπίτια με σπιρτόκουτα, μοιάζουν μυρμηγκιά οι άνθρωποι, το μεγαλύτερο ανάκτορο μοιάζει με ένα μικρούλη τόπι… έτσι θυμίζει η θέα από εκεί, μακριά από την κίνηση των αυτοκινήτων, τις κόρνες, τις βουές των κατοίκων της Θεσσαλονίκης.
Σήμερα διανύω τις τελευταίες μέρες στη Θεσσαλονίκη σε διαφορετική γειτονιά, στην συμβολή των οδών Βασιλής Όλγας και Βασιλέως Γεωργίου παράλληλα στην Νέα Παραλία Θεσσαλονίκης. Περιοχή διαφορετική, δημιουργική, κοσμοπολίτικη ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες σφύζει από ζωή, η θάλασσα, τα νεανικά καφέ, το πολυτελές ξενοδοχείο. Κοντά στο παλιό Γυμνάσιο, κτίριο ευεργέτη από τον πρώιμο 20ο αιώνα Εδώ το αλάτι της θάλασσάς η αλμύρα του Θερμαϊκού συναντάει το αεράκι και τις καλοκαιρινές μπόρες που όταν έχει ξαστεριά φαίνεται καθαρά ο Όλυμπος από το μικρό μπαλκόνι του σπιτιού μου.
Ένας πρωινός καφές με κάνει να προβληματίζει για να αναρωτηθώ ότι τα πάντα είναι από εδώ… μέχρι εκεί… η συμμετρία του μέτρου, η συνειδηποίηση ότι ο κάθε άνθρωπος αποτελεί μέρος της φύσης, αναπόσπαστό κομμάτι της ιστορίας τούτου του τόπου με τις χαρές και τις λύπες, τις ανηφόρες και τις κατηφόρες, το βουνό και την θάλασσα, το χώμα και νερό.
Η καρδιά μαχητή που αντιμετωπίσει καθετί μικρό και μεγάλο πρόβλημα που στα δύσκολα φαίνεται ο χαρακτήρας του καθένας μας.Η αγάπη στον τόπο που υπάρχουν οι ιδιαιτερότητες, οι αντιθέσεις αποτελούν το κοινωνικό και πολεοδομικό πρίσμα μέσα στο οποίο υπάρχουν διαφορετικές οπτικές γωνίες για τα χαρακτηριστικά των πόλεων την φυσική εξέλιξη στο ρυάκι της ιστορίας, της παρακμής και της προόδου. Ο συνδυασμός των δυτικών στοιχείων και της μοντέρνας νεοκλασικής ακολούθησε τα κοινό οθωμανικό παρελθόν, τα ανατολίτικα χαρακτηριστικά, τον πολιτισμικό χαρακτήρα των πόλεων επί οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ακόμα και σήμερα οι εκφάνσεις ότι η Ελλάδα αποτελεί γέφυρα μεταξύ Δύσης και Ανατολής, σταυροδρόμι αξιών, πολιτισμών, πολυγλωσσίας, τοπικών ιδιωμάτων φαίνονται στην καθημερινότητα των κατοίκων της Βόρειας Ελλάδας. Η αρχιτεκτονική, ο ιστορικός χαρακτήρας της σημασίας της μετάβασης των πολεοδομικών χαρακτηριστικών των πόλεων που μετασχηματίστηκαν πολυδιάστατα, με μικτές χρήσεις γης, με ένα χωρικό αποτύπωμα που ενώνει πολιτισμούς, γλώσσες, αντιλήψεις, ανθρώπους, μουσικές κάτω από την ομπρέλα της του σεβασμού των ιδιαιτεροτήτων και της κοινής ιστορίας, όπως οι πόλεις για να χτιστούν χρειάστηκαν χώμα, σκυρόδεμα, νερό ανθρώπινα χέρια και σκέψεις για να προσδιοριστεί η υπόσταση τους. Η ταυτότητα των πόλεων αποτελεί το κράμα της της φύσης και του ανθρώπου, ο οποίος προσπαθεί να προσδιορίσει την δικιά του ταυτότητα μέσα μέσα σε ένα σύνολο καταστάσεων, ομάδων, γεγονότων. Η πόλεις αποτελούν ενιαίο κομμάτι της φύσης, που ο καθένας μας θα μπορούσε να χρησιμοποιούσε την νοημοσύνη του για να εκφράσει τον συναισθηματικό του κόσμο, για την επικοινωνία μεταξύ τους λαμβάνοντας υπ ́οψη σχέσεις σεβασμού, αλληλεγγύης, ανθεκτικότητας τόσο στην μορφή όσο και στο περιεχόμενο των απόψεων του για τον οραματισμό και την αδιάκοπη προσπάθεια για την αντιμετώπιση των σημερινών προβλημάτων. Το μέτρο, οι αξίες, η μαχητικότητα στους καθημερινούς στόχους, η δοτικότητα και η προσφορά στον συνάνθρωπό μας θα χτίσουν τι πόλεις που τείνουν να γκρεμιστούν. Το όραμα πως όπως ένα γεράκι χτίζει την φωλιά του ψηλά για προστατεύσει τα γερακάκια τους κινδύνους των σαρκοφάγων ζώων και να ταξιδεύει αγέρωχο υπό αυτήν την ματιά να οραματιζόμαστε για τον σχεδιασμό των πόλεων και τις ανθρώπινες σχέσεις που συντελούνται στο χώρο.