Μια ιδιαίτερη κατηγορία συναισθηµάτων είναι οι αψιθυµίες ή αψικαρδίες. Λέγοντας αψιθυµία, αναφερόμαστε στη συναισθηµατική κατάσταση, είτε ευχάριστη είτε δυσάρεστη, η οποία παρουσιάζεται ως ολική αντίδραση του οργανισµού. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν: ο έξαλλος ενθουσιασμός, η ασυγκράτητη οργή, ο τρόμος και άλλα. Το εν λόγω φαινόμενο μπορεί να συνδεθεί με αυτό που πολλοί αποκαλούν «βρασμός ψυχικής ορμής» ή όπως λέγεται στις δικαστικές αίθουσες «ο δράστης ενήργησε εν βρασμώ ψυχής».
Με τον όρο αψιθυμία επομένως ορίζουμε, το ευέξαπτο και το ευερέθιστο του ανθρώπου, που εκδηλώνεται με εκρήξεις του συναισθηματικού κόσμου. Το άτομο που φέρει τα χαρακτηριστικά του αψίθυμου, γίνεται οξύθυμος ή θυμώδης ή οργίλος ή παράφορος ή αψίκορος. Προκαλείται δε από εξωτερικούς παράγοντες , ερεθίσματα καθώς και από γεγονότα της ατομικής του ζωής, όπως οργή, ζήλεια, φόβος, θλίψη, τρόμος.
-
Η αψιθυμία και το συναίσθημα:
Η διατάραξη της συνειδήσεως, περιορίζεται στην υπερένταση του συναισθήματος και του πάθους (βιολογικό στοιχείο) και δεν απαιτείται η αξιολογική κρίση. Απουσιάζει δηλαδή κατά την έκφραση των αψιθυµιών η λογική. Το άτομο, αναγκασµένο να αντιµετωπίσει έκτακτες συνθήκες, εμφανίζει μια ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασιακή κατάσταση. Για αυτό και οφείλουμε να πραγματοποιήσουμε ένα διαχωρισμό. Τα συναισθήματα σχετίζονται με ομαλές εκφράσεις του ψυχικού μας κόσμου. Αντίθετα η “τυφλή” ψυχική εξωτερίκευση των συναισθημάτων καλείται αψιθυμία. Τόσο στον κλάδο της ψυχολογίας όσο και σε αυτόν της ψυχιατρικής, η παραπάνω διάκριση είναι απαραίτητη. Για αυτό εξάλλου και στα δικαστήρια επίσης λαµβάνεται πάντοτε σοβαρά υπόψη αν κάποιος έχει καταληφθεί από «πάθος», δηλαδή η «µανία» που συναντάμε στις αρχαίες τραγωδίες ή τον «βρασµό» ψυχής. Γεγονός που αν αποδειχθεί επιστημονικά δίνει την δυνατότητα να μετριασθεί η ποινή του κατηγορουμένου. Η διάκριση όµως µεταξύ συναισθήµατος και πάθους είναι πολύ δύσκολη γιατί τα όρια είναι δυσδιάκριτα πολλές φορές.
Η αψιθυμία στην αρχή παρουσιάζεται σαν δυνατή ταραχή. Μετά από λίγο, ο τόνος της πέφτει και παραμένει η διάθεση ευθυμίας ή δυσθυμίας με μέτρια ένταση αλλά μακρά διάρκεια. Αυτό συμβαίνει γιατί τα οργανικά αισθήματα του ατόμου εξακολουθούν να υπάρχουν και μετά την πάροδο των εντυπώσεων. Εξαιτίας αυτών συντηρείται το συναίσθημα στο κέντρο της συνείδησης. Έπειτα ξανά δημιουργούνται συναφείς παραστάσεις με τις οποίες τρέφεται και ανανεώνεται η συγκίνηση.
Ανάμεσα στις δύο ακραίες αψίθυμες στάσεις, η αρετή της μεσότητας τοποθετεί την ανδρεία, μια απόλυτη ισορροπία, ισαπέχουσα από τα δύο άκρα.
Μελετώντας όμως τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά ο οργανισμός μας είμαστε σε θέση να εξάγουμε μερικά συμπεράσματα. Όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση αψιθυμίας διαταράσσεται η πορεία των παραστάσεων και των διανοημάτων, ξεπερνώντας κάθε μέτρο. Συνήθεις σωµατικές εκδηλώσεις των παθών είναι κοκκίνισµα ή κιτρίνισµα του προσώπου. Σε αυτό το σημείο μπορούμε να θυμηθούμε την λαϊκή ρήση (κοκκίνισε ή κιτρίνισε από το κακό του). Ακόμη ανατριχίλα, ιδρώτας, τρέµουλο, έντονες κινήσεις άκρων, εναλλαγές στον αναπνευστικό ρυθμό και την αρτηριακή πίεση του αίµατος. Σε μερικές αψιθυμίες οι μύες συστέλλονται έντονα όπως όταν αισθανόμαστε οργή. Σε άλλες πάλι χαλαρώνουν όπως όταν βιώνουμε τρόμο ή έντονο φόβο. Οι πρώτες καλούνται σθενικές, ενώ οι δεύτερες ασθενικές.
Εν ολίγοις, γίνεται αντιληπτό πως το σώµα ξεφεύγει από τις συνηθισµένες αντιδράσεις. Εκτός όμως από την βιολογική παράμετρο, η αψιθυμία δεν εκδηλώνεται τόσο εύκολα καθώς προσκρούει και στην κοινωνική. Τα πάθη εναντιώνονται σε αυτό που θα ονομάζαμε καθωσπρεπισμό. Ως εκ τούτου, δεν είναι λίγες οι στιγμές που καταπιέζονται προκειμένου το άτομο να μην βρεθεί εκτός των ορίων αποδεκτής συμπεριφοράς
Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο για μια άλλη όψη της αψιθυμίας σε εθνικό επίπεδο : εδώ
Πηγές :
Ε.Π. Παπανούτσου ”Ψυχολογία” (σελ.135) Εκδόσεις: Δωδώνη
https//enallaktikidrasi.com