«Απολύεσαι! Πέρνα έξω τώρα!»
Οι φωνές από το γραφείο του Διευθυντή διέκοψαν τις εργασίες των υπαλλήλων. Αμέσως η πόρτα άνοιξε και ένας νεαρός άντρας βγήκε.
«Στεφ, Βίκυ, Χρήστο, Εύη, χαιρετώ», είπε και αποχώρησε γρήγορα από το χώρο. Δευτερόλεπτα μετά ο Διευθυντής εμφανίστηκε.
«Όπως ακούσατε, ο υπεύθυνος Marketing δεν θα συνεχίσει μαζί μας. Σε πρώτη φάση η δουλειά θα καλυφθεί από εσάς. Στέφανε, σε καθιστώ υπεύθυνο».
«Αυτό είναι λίγο δύσκολο κ. Διευθυντά. Δεν έχω την εμπειρία για τη θέση».
«Δεν πειράζει. Θα τη βρεις».
«Δεν δείχνει πιθανό να αποκτήσω γνώσεις δύο Μεταπτυχιακών σαν τον προκάτοχό μου μέσα σε μία μέρα. Εγώ έχω τα προσόντα για το πόστο μου».
«Τώρα θα αναλάβεις και δεύτερο, με την επικουρική βοήθεια των υπολοίπων. Και φρόντισε να ανταπεξέλθεις αν δεν θες να έχεις την ίδια τύχη».
«Μάλιστα», απάντησε με μια δόση ειρωνείας και πριν συγκρατηθεί συνέχισε. «Γιατί απολύθηκε ο Marketing;»
«Αυτό δεν σε ενδιαφέρει».
«Με ενδιαφέρει αν αναλάβω τη θέση. Θα πρέπει να ξέρω τι να αποφύγω».
«Αρκεί να κάνεις τη δουλειά σου».
«Ο Marketing δεν την έκανε;»
Ο Διευθυντής τον κοίταξε ενοχλημένος. «Είμαστε σοβαρή επιχείρηση Στέφανε. Οι τρόποι σας και η εικόνα που βγάζετε μετράνε».
«Εννοείτε όπως έκανα με το ραντεβού την προηγούμενη βδομάδα; Όταν είπα ότι είδα το Notebook και συγκινήθηκα; Μετά βέβαια τους είπα ότι βλέπω και Ταραντίνο αλλά…»
«Αρκετά! Δεν αστειεύομαι! Είστε όλοι υπεύθυνοι και πρωτίστως εσύ! Τώρα, συνεχίστε τις δουλειές σας».
Η μέρα πέρασε χωρίς άλλα απρόοπτα μέχρι τη λήξη του ωραρίου. Φεύγοντας από το χώρο, οι υπάλληλοι βρήκαν την ευκαιρία να σχολιάσουν το γεγονός της απόλυσης.
«Πολύ κρίμα για το παιδί», είπε η Εύη. «Αλλά πιστεύω ότι θα τα καταφέρει και αλλού».
«Ναι, είναι σίγουρα ικανός», συμφώνησε ο Χρήστος.
«Ναι, είναι. Και αυτό με προβληματίζει», είπε ο Στέφανος.
«Τι εννοείς;» ρώτησε η Βίκυ.
«Ότι ήταν πολύ καλός για να απολυθεί. Τον τελευταίο μήνα ειδικά, έτρεχε τη μισή εταιρεία μόνος του. Δεν είναι επαγγελματικός ο λόγος απόλυσης».
«Λες να έχει σχέση με την προσωπική του ζωή; Αν έμαθε κάτι ο Διευθυντής και τον έδιωξε για αυτό είναι μεγάλος κόπανος».
«Ή πολιτικό; Δεν ασχολιόταν πιο παλιά;»
«Ή για την εμφάνιση; Ακούσατε τι είπε για την εικόνα; Αυτό είναι ρατσιστικό».
«Δεν έχει σημασία», παρενέβη ο Στέφανος. «Μπορεί να είναι κάτι από αυτά, όλα ή και τίποτα. Αλλά σίγουρα δεν είναι επαγγελματικό το θέμα. Κάτι που κάνει τον Διευθυντή κόπανο, όπως είπε η Βίκυ, και σίγουρα ρατσιστή, όπως επισήμανε η Εύη. Και εμείς κάτι πρέπει να κάνουμε για αυτό».
«Τι μπορούμε να κάνουμε;»
«Έχω μια ιδέα. Αλλά πρέπει να είμαστε όλοι μαζί σε αυτό. Ακούστε», συμπλήρωσε και εξήγησε την ιδέα του. Όση ώρα μίλαγε, οι τρεις συνάδελφοι άκουγαν σκεφτικοί. Όταν τελείωσε, πέρασαν αρκετά δευτερόλεπτα μέχρι να μιλήσει κάποιος.
«Ξέρεις ότι κινδυνεύουμε και εμείς με αυτή τη στάση;» ρώτησε η Βίκυ.
«Το ξέρω. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει ομοφωνία για να πετύχει».
«Πάντως εγώ είμαι μέσα», είπε η Βίκυ. «Του το χρωστάμε αυτό».
«Εσείς;»
«Κοίτα Στέφανε, έχεις δίκιο», είπε η Εύη. «Αλλά είναι ριψοκίνδυνο. Και η πρώτη που θα την πληρώσει είμαι εγώ. Και στα 52 μου δεν μπορώ να μείνω χωρίς δουλειά».
«Δεν μπορώ να πω ότι συμφωνώ Στεφ. Μπορεί να απολυθούμε όλοι και δεν θα ξέρουμε το λόγο. Μπορεί πράγματι να έγινε κάποιο λάθος από την πλευρά του…»
«Αυτό αποκλείεται. Το ξέρω. Θα πω κάτι τελευταίο καθώς δεν μπορώ να σας αναγκάσω. Ο πρώην συνάδελφός μας, ήταν φίλος μας. Σκεφτείτε πέρα από το επαγγελματικό, καθώς η απόλυσή του είχε μη επαγγελματικές αιτίες. Η συμπεριφορά του σας ενόχλησε ποτέ; Σας έφερε σε δύσκολη θέση; Σας προσέβαλε ποτέ λόγω προσωπικής ζωής, πολιτικών απόψεων, ή για λόγους εμφάνισης; Πόσες φορές μας κάλυψε και πόσες φορές μας βοήθησε; Απλά σκεφτείτε το. Όλες οι επιλογές του, έκαναν τη ζωή σας χειρότερη; Ή καλύτερη;»
Την επόμενη μέρα και οι τέσσερις υπάλληλοι βρίσκονταν στις θέσεις τους όταν μπήκε μέσα ο Διευθυντής.
«Καλημέρα», είπε όπως συνήθιζε και κατευθύνθηκε προς το γραφείο του.
Καμία απάντηση. Σταμάτησε και κοίταξε παραξενεμένος.
«Καλημέρα!» επανέλαβε πιο δυνατά.
Και πάλι τίποτα.
«Τι καινούργιο είναι αυτό;» ρώτησε και άρχισε να νευριάζει. «Φροντίστε να βρείτε γρήγορα τη μιλιά σας. Σε μισή ώρα έχουμε πρωινό συμβούλιο».
Η ώρα του συμβουλίου έφτασε και ξεκίνησε όπως συνήθως, με τους υπαλλήλους να ακούνε το χρονοδιάγραμμα των εργασιών από τον Διευθυντή. Μετά όμως ήταν η σειρά τους να απαντήσουν.
«Σκοπεύει να μιλήσει κάποιος; Ή θα συνεχίσετε αυτό το ηλίθιο παιχνίδι;»
Ησυχία.
«Απαιτώ μια απάντηση! Στέφανε!»
Ο Στέφανος ανασηκώθηκε, ετοιμάστηκε να μιλήσει, αλλά στράφηκε προς τη Βίκυ.
«Θα έχεις σήμερα τα τελευταία έγγραφα; Με αυτά θα μπορέσω να ολοκληρώσω τη δουλειά μου μέχρι το μεσημέρι».
«Ναι, θα είναι έτοιμα», απάντησε στον Στέφανο. «Και εγώ θα ασχοληθώ με το project μου, γιατί έχει ακόμα. Αλλά έως το τέλος της βδομάδας θα έχω τελειώσει».
«Τέρμα τα αστεία! Αυτή η πλάκα θα τελειώσει τώρα!» φώναξε έξαλλος ο Διευθυντής.
Ο Στέφανος ψύχραιμος, στράφηκε προς τον Χρήστο.
«Νομίζεις ότι κάνω πλάκα;»
«Δεν νομίζω. Αν ήθελες πλάκα θα έλεγες εκείνο το ανέκδοτο με τους τρεις τύπους που πάνε στο ψυχιατρείο και…»
«Αρκετά! Αφού το θέλετε, έτσι θα πάει το πράγμα! Αλλά θα υπάρξουν και συνέπειες! Τώρα στις δουλειές σας όλοι!»
Η μέρα συνεχίστηκε μέσω ψιθύρων μεταξύ των εργαζομένων, και της έμμεσης, διαδικτυακής επικοινωνίας με τον Διευθυντή. Και έτσι συνεχίστηκε και η δεύτερη μέρα. Την τρίτη μέρα όμως τους περίμενε μια έκπληξη.
«Καλημερίζω το πιο ήσυχο γραφείο της εταιρείας», είπε ειρωνικά ο Διευθυντής ο οποίος έδειχνε ιδιαίτερα χαρούμενος. «Η δουλειά του υπεύθυνου Marketing πρέπει να καλυφθεί. Και παρόλη την αστεία αντίδρασή σας σε αυτή στην απόλυση, δεν θα ακολουθήσετε τον ίδιο δρόμο. Αλλά μέχρι να βρεθεί ο κατάλληλος αντικαταστάτης, εσείς θα καλύψετε το κενό. Και αυτό θα γίνει με την αύξηση του ωραρίου κατά 2 ώρες». Σταμάτησε για να απολαύσει το αντίκτυπο του λόγου του, ο οποίος είχε φέρει ξεκάθαρα αναστάτωση και προβληματισμό στους υπαλλήλους του. «Εκτός και αν… έχετε κάποια αντίρρηση. Έχετε κάτι να μου πείτε; Σε μένα προσωπικά, όχι μεταξύ σας».
Οι τέσσερις συνάδελφοι κοίταζαν τον Διευθυντή. Κοιτάζονταν μεταξύ τους. Η Εύη ανασήκωσε το κεφάλι της, σαν να ήθελε να πει κάτι.
«Ναι;» είπε ο Διευθυντής.
Αλλά τίποτα. Η Εύη έσκυψε πάλι στο γραφείο της και σκούπισε τα δακρυσμένα μάτια της.
«Υπέροχα! Χαίρομαι που συμφωνούμε!» είπε με μια δόση κακίας ο Διευθυντής και μπήκε στο γραφείο του.
«Μήπως το παρακάναμε;» ψιθύρισε ο Στέφανος.
«Ίσως», είπε με ένα πικρό χαμόγελο ο Χρήστος. «Αλλά πλέον το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε», και οι δύο γυναίκες έγνεψαν καταφατικά.
Και έτσι συνέχισαν. Δουλεύοντας ήσυχα και υπομένοντας αμίλητοι τις απαιτήσεις του Διευθυντή, ελπίζοντας ότι το βάρος της κατάστασης θα μεταφερόταν με τον καιρό προς αυτόν. Και σιγά σιγά άρχισαν να το παρατηρούν. Μετά το θυμό που ήταν η πρώτη αντίδραση, πέρασε στην ειρωνεία και στις χαιρέκακες ποινές. Σταδιακά όμως ερχόταν μια ήρεμη αποδοχή των νέων συνθηκών. Πέρναγε όλη τη μέρα στο γραφείο του χωρίς ουσιαστική επικοινωνία. Μέσα σε ένα χώρο με τέσσερις άλλους ανθρώπους, αλλά ουσιαστικά μόνος του. Αυτή η φαινομενικά ευχάριστη ησυχία και εργατικότητα, έφερναν τον εξοστρακισμό. Όπως έκανε και ο ίδιος με τον νεαρό που απέλυσε. Πλέον ήταν σε θέση να αντιληφθεί το σχέδιό τους. Γιατί πολύ απλά, έμπαινε στη θέση του νεαρού. Ένιωθε μόνος, απομονωμένος, παρείσακτος σε έναν χώρο που του ανήκε. Ένιωθε περιττός, σαν να έκανε κάτι αποκρουστικό. Ή είχε κάνει. Η απόλυση ήταν λάθος. Αλλά δεν μπορούσε να παραδεχτεί τα πραγματικά του κίνητρα.
Προσπάθησε να τους ξανακερδίσει. Κατάργησε τα πρωινά συμβούλια, επανέφερε το ωράριο στα συνηθισμένα. Κανένα αποτέλεσμα. Προσπάθησε να κάνει φιλικές συζητήσεις, να δείξει ενδιαφέρον. Καμία αντίδραση. Ήταν μόνος επειδή δεν ακολουθούσε τους υπόλοιπους. Παρουσίαζε μια διαφορετική συμπεριφορά. Όπως και το παιδί που απέλυσε. Ήταν διαφορετικό στα μάτια του και το απομόνωσε. Αλλά τώρα καταλάβαινε ότι το διαφορετικό δεν ήταν κακό. Ο νεαρός δεν είχε κάνει κάτι κακό. Μάλιστα ήταν άριστος στη δουλειά του. Τώρα αυτός ήταν ο διαφορετικός. Αλλά ο ίδιος ήξερε ότι άξιζε αυτή την τιμωρία. Μόνο μια λύση υπήρχε πια.
«Καλημέρα σας», είπε ένα πρωινό μπαίνοντας στο γραφείο. «Μετά από σκέψη… είδα ότι δεν βρήκα κατάλληλο αντικαταστάτη. Και τελικά θα επιστρέψει… όπως ήμασταν. Αυτό είχα να πω», και αποσύρθηκε στο γραφείο του. Έκατσε βαρύς στη θέση του και έκλεισε τα μάτια του. Ένιωθε μια έντονη πίκρα. Όχι εγωιστικά για αυτή την προσωπική ήττα, αλλά για τους υπαλλήλους του. Δεν του μίλησαν καθόλου, αλλά του είπαν πόσο λάθος ήταν. Και αυτός δεν άκουσε τη σιωπή τους. Τώρα ήξερε ότι έκανε το σωστό. Και είχε μάθει πλέον το σωστό. Αλλά για τον ίδιο ήταν αργά. Δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να ηγείται στο γραφείο. Ένιωθε ανίκανος και ήταν σίγουρος ότι οι υπάλληλοι δεν τον ήθελαν εκεί. Δεν ήθελαν καν να του μιλήσουν. Ήταν αναγκασμένος να στραφεί στη μετάθεση που σκεφτόταν παρόλο που αυτό θα ήταν εις βάρος του.
Ένα χτύπημα στην πόρτα διέκοψε τις σκέψεις του. «Ναι», απάντησε βαριεστημένα χωρίς να δώσει σημασία. Ήταν ο Στέφανος.
«Κύριε Διευθυντά, έφερα το project μου. Μπορώ να σας το παρουσιάσω στο πρωινό συμβούλιο αν θέλετε».