Γουρούνι στο χακί του Νίκου Πολυχρονόπουλου

Έχετε δει ποτέ σας αυτό τον εφιάλτη όπου ότι κακό σκέφτεσαι, εκείνο να πραγματοποιείται; Μιλάμε για τρέλα, όχι αστεία. Το έπαθα εχτές το βράδυ και δεν μου άρεσε καθόλου. Είναι λες και με πήγαν εκδρομή στην Κόλαση και να με είχαν και τιμωρία κιόλας επειδή έφαγα παραπάνω ζαχαρωτά. Ήταν φριχτό: Φλεγόμενες ψυχές να πετάνε από εδώ κι από κει, τροπαιούχοι μπασκετμπολίστες να καταπίνουν σπαθιά βρίζοντας, να ακούγονται θρήνοι και μοιρολόγια από κακοντυμένες γιαγιάδες κι άλλα τέτοια… Κι όλα αυτά τα σκεφτόμουν αυτόματα και γινόντουσαν πραγματικότητα στο κακό μου όνειρο. Μετά από την επίπονη περιπέτεια, επιτέλους ξύπνησα στο κρεβάτι μου.

Σήμερα είναι η μεγάλη μέρα! Σήμερα θα «τα ζητήσω» από την Σταυρούλα την συμμαθήτρια μου, που μου αρέσει πολύ και είναι καλό κορίτσι. Για να δούμε. Θα πει το «ναι» ή θα με πιάσει κατάθλιψη με σκοπό να έρθουν κι άλλοι τέτοιοι τρομεροί εφιάλτες;… Ντύνομαι στα γρήγορα, βουρτσίζω τα δόντια μου (πάντα να βουρτσίζετε τα δόντια σας, παιδιά, μην μυρίζει το στόμα σας σαν κατσαρόλα! Τρεις κοπέλες με παράτησαν για αυτό το λόγο!…), φοράω τη σάκα μου και βγαίνω έξω από το σπίτι… Α, δεν σας είπα: Με λένε Θρασύβουλο και πάω Δευτέρα Γυμνασίου. Το μόνο μάθημα που μ’ αρέσει είναι το Καράτε, αλλά δυστυχώς δεν το διδάσκουν στο σχολείο… Τώρα καταλαβαίνω τους συμμαθητές μου που παραπονιούνται για την Παιδεία…

Φτάνω, που λέτε στο σχολείο μου, μπήκα στην τάξη, αλλά πουθενά η Σταυρούλα! «Λες να αρρώστησε;» είπα μέσα μου. Η καρδιά μου βάραγε. Ευτυχώς μπήκε μέσα μόλις είχε χτυπήσει το κουδούνι για μάθημα. Δεν θα είχα παρά να περιμένω το διάλειμμα. Η ώρα κυλούσε βαρετά και αργά, και καρδιά μου βαρούσε ακόμα. Ευτυχώς χτύπησε το κουδούνι για διάλειμμα. Αυτό ήταν! Δεν έχω παρά να της μιλήσω! Η καρδιά μου πονάει! Αλλά μου άρεσε. Πλησίασα δειλά την Σταυρούλα. Τι όμορφη που είναι: Μακριά, σπαστά μαλλιά, κατάμαυρα σαν τον έβενο, καταπράσινα μάτια, γλυκό πρόσωπο, νεραϊδίσια φωνή και τέλεια οδοντοστοιχία… Μιλούσε με τις φίλες της, προφανώς για άντρες. «Σταυρούλα… Μπορώ να σου μιλήσω λίγο;» την ρώτησα. Εκείνη έδιωξε τις φίλες της ευγενικά και με χαμόγελο μου έκανε νόημα να συνεχίσω. «Υπάρχει κάτι που θέλω να σου πω… Κάτι που με βασανίζει μήνες τώρα…» Η καρδιά μου βαρούσε πολύ πιο δυνατά! Εκείνη χαμογέλασε πιο πλατιά, έγειρε το κεφάλι της και έκλεισε τα μάτια της σαν να μου έλεγε «ναι, πες κι άλλα, Θρασύβουλε». Κοίτα να δεις, ε; Χωρίς να πει κουβέντα, καταφέρνει κι επικοινωνεί μια χαρά. Τελικά έχω τέλειο γούστο στα κορίτσια!

Διαβάστε επίσης  "Η Έξοδος" του Γιώργου Τουμανίδη
Advertising

Advertisements
Ad 14

Και φτάνουμε λοιπόν στο πιο ζουμερό κομμάτι της ιστορίας: Κατάφερα και ξεστόμισα τις δύο μαγικές λέξεις, που μπορούν να σε ανεβάσουν στα ουράνια, αλλά και να σε καταχωνιάσουν στο λάκκο με τα φίδια: «Σε αγαπώ!…» Η καρδιά μου βαρούσε σαν οπλοπολυβόλο, τώρα! Εκείνη «πάγωσε» λίγο και… χαμογέλασε μέχρι τα αυτιά!! Αλήθεια! Με πλησίασε αργά και με φίλησε γλυκά στο μάγουλο… και γύρισε το κεφάλι της προς τις φίλες της και τι τις είπε; «Κορίτσια! Κέρδισα το στοίχημα! Πληρώστε με!!!»… Αν είναι ποτέ δυνατόν! Η Σταυρούλα έβαλε ένα αισχρό στοίχημα με τις φιλενάδες της. Ένιωσα απαίσια. Ειδικά όταν τις έβλεπα να με δείχνουνε και να χασκογελάνε σαν κότες!… «Μα… μα εγώ σε αγαπώ στα αλήθεια! Γιατί μου το έκανες αυτό, ρε Σταυρούλα;» την ρώτησα και ήμουν έτοιμος να βάλω τα κλάματα. Εκείνη, συνοφρυωμένη και με κακό χαμόγελο, μου αποκάλυψε πως χρειαζόταν χρήματα για να αγοράσει κάτι καινούριες μπότες που της άρεσαν και πως έβαλε αυτό το δύσκολο στοίχημα γιατί ήταν σίγουρες οι φίλες της πως δεν η Σταυρούλα δεν θα φιλούσε ποτέ το ασχημότερο αγόρι του σχολείου…

Χτύπησε το κουδούνι για μάθημα. Εγώ δεν είχα καμιά όρεξη  να παραμείνω στο σχολείο πια. Έκανα κοπάνα και γύρισα κλαίγοντας σπίτι μου. Ευτυχώς που οι γονείς μου έλειπαν στη δουλειά γιατί δεν ήθελα να με δουν σε αυτό το χάλι. Είμαι πράγματι άσχημος, αλλά άξιζα αυτόν τον εξευτελισμό; Όχι! Η Σταυρούλα και οι ξερακιανές φίλες της χρειάζονται ένα καλό μάθημα και δεν εννοώ από αυτά που δίνουν τα σχολεία, ούτε καν αυτό του Καράτε! Θα πάρω το μαγικό σαξόφωνο του μακαρίτη του παππού μου και θα φέρω τα πάνω-κάτω! Παίρνοντας το μουσικό όργανο, βγήκα από το σπίτι και έτρεξα κατευθείαν να δω την Σταυρούλα. Πρώτη φορά στη ζωή μου που βιαζόμουν να πάω σχολείο! Δεν είχε χτυπήσει ακόμη για διάλειμμα, αλλά δεν με ένοιαζε.

«Τέρμα το μάθημα! Ώρα για παιχνίδι!!» βροντοφώναξα και φυσούσα με δύναμη το σαξόφωνο. Από το φύσημα αυτό, βγήκε ένα μεγάλο, ιπτάμενο καράβι, με κανόνια, χακί πανιά, και με ανάγλυφο ένα κεφάλι γουρουνιού στην πλώρη του. Όλοι μείνανε «κάγκελο». Όλο το σχολείο γκρεμίστηκε και όλοι το έβαλαν στα πόδια εκτός από τι Σταυρούλα (τι περίεργο…) η οποία όχι μόνο δεν φοβήθηκε, αλλά έβγαλε από την σάκα της ένα μαγικό βιολί και άρχιζε να παίζει με αυτό. Από αυτό το παίξιμο δημιουργήθηκε ένας γιγάντιος κάβουρας, έτοιμος να επιτεθεί στο πλοίο του Θρασύβουλου που ακούει στο όνομα «Γουρούνι στο Χακί»

Διαβάστε επίσης  "Κουλούρι και καφές" της Μίσκου Χρύσας

«Θα κάνω σκόνη το σαπιοκάραβό σου, άσχημε!» φώναξε η Σταυρούλα και διέταξε τον κάβουρα της να επιτεθεί με τις μεγάλες δαγκάνες του στο μεγαλόπρεπο, ιπτάμενο πλοίο. Με του που πήγε το πλάσμα αυτό στο πλοίο, απλώθηκε σιωπή. Ούτε επίθεση έγινε, ούτε τίποτα. Απόρησα… το ίδιο και η Σταυρούλα. Ξαφνικά, απόκοσμα γέλια ακούστηκαν από την μεριά του πλοίου. Διέταξα το Γουρούνι στο Χακί να χαμηλώσει και να φτάσει κοντά μου για να δω τι συμβαίνει. Και αυτό που συνέβη ήταν εξωπραγματικό! Εμφανίστηκε ένας χοντρός μάγειρας με μουστάκι και μπαλτάδες και μας αποκάλυψε ότι «το σχέδιο του μακαρίτη του παππού σου, έπιασε!» Όταν ρωτήσαμε με μια φωνή, η Σταυρούλα κι εγώ, τι εννοούσε, εκείνος θύμωσε, πέταξε έναν μπαλτά του κάτω και χοροπηδούσε με μανία πάνω του. «Μα καλά είστε τόσο ανόητοι, ή μου παριστάνετε τους χαζούς για να μου σπάσετε τα νεύρα; Όλα ήταν προσχεδιασμένα! Ο παππούς του Θρασύβουλου, έγραψε στην διαθήκη του πως δεν θα ησυχάσει η ψυχή του αν δεν φάω κάβουρα! Από τότε που ένα τζίνι, το οποίο έμενε σε ένα τασάκι, με φυλάκισε σε αυτό το ιπτάμενο πλοίο, ήμουν σίγουρος ότι δεν θα έτρωγα κάβουρα ποτέ στη ζωή μου!»

Advertising

«Μα γιατί ντε και καλά πρέπει να φάτε κάβουρα, και τι σχέση έχει αυτό με τον νεκρό παππού μου;» τον ρώτησα εγώ. Εκείνος θύμωσε πιο πολύ, έριξε και τον δεύτερο μπαλτά του ξανά-χοροπηδούσε με δύναμη. «Α, εσείς δεν τρώγεστε! Τόσο δύσκολο είναι να καταλάβετε ότι ο παππούς του Θρασύβουλου έλεγχε τα συναισθήματα του εγγονού του και τον έκανε να ερωτευτεί την συμμαθήτρια του, με σκοπό εκείνη να του δώσει χυλόπιτα και να ακολουθήσει η μάχη αυτή, έτσι ώστε να εμφανιστεί ο κάβουρας και να τον φάω;» Η Σταυρούλα στραβομουτσούνιασε και πήρε τον λόγο: «Και πως ξέρετε, ότι εγώ θα του έδινα χυλόπιτα; Μάντης είστε;» Ο μάγειρας αναψοκοκκίνισε και άρχισε να φωνάζει: «Ο παππούς του το ήξερε, γιατί ο ίδιος έκανε ερωτική εξομολόγηση στην γιαγιά σου και το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: Είχε βάλει στοίχημα με τις φίλες τις πως αν φιλήσει έναν γουρουνομούρη θα έπαιρνε λεφτά να αγοράσει καινούριο φουστάνι. Ε, όπως είναι γνωστό σε όλους μας, το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει και τα ίδια χάλια θα ήσουν κι εσύ και δεν έπεσε έξω. Λύθηκαν οι απορίες σας τώρα;»

Διαβάστε επίσης  "Ωραία Κοιμωμένη" της Σάρας- Αικατερίνης Παπαδάκη

Έμεινα αποσβολωμένος και μαρμαρωμένος… Ο μάγειρας συνέχισε να μιλάει, πιο ήρεμος τώρα: «Το μόνο που μένει είναι να βρω τον τάφο του καλοφαγά του παππού σου για να του κλέψω τις δυνάμεις. Μόνο αν γίνει αυτό, θα μπορέσω να τρώω όσους κάβουρες τραβάει η ψυχή μου!» Η Σταυρούλα έθεσε την αυτονόητη απορία: «Και πως θα γίνει αυτό, μάγειρα;» Και εκείνος θύμωσε για ακόμα μια φορά και χοροπηδούσε στο ίδιο σημείο βρίζοντας. Αλλά από τα πολλά χοροπηδητά, το κατάστρωμα του πλοίου τρύπησε και ο μάγειρας έπεσε μέσα. Εγώ ανέβηκα μαζί με την Σταυρούλα στο πλοίο για να δούμε μέσα από την τρύπα. Ξαφνικά ακούσαμε ξανά απόκοσμα γέλια από τον μάγειρα… Γιατί; Γιατί απλούστατα στην μπαρουταποθήκη του πλοίου βρισκόταν και ο περιβόητος τάφος του παππού μου. «Όλη η δύναμη του θα γίνει δική μου!!» έκανε ο μάγειρας, τρελός από χαρά.

Αλλά ο μάγειρας θριαμβολογούσε άδικα. Το πνεύμα του καλοφαγά παππού μου βγήκε από τον τάφο και ήταν τεράστιο. «Ώρα να γίνετε όλοι σας το κολατσιό μου. Ελπίζω να είστε νόστιμοι! Και για να χωνέψω, θα φάω και ένα μπούτι κοτόπουλου με μουστάρδα!» Άπλωσε το γιγάντιο χέρι του, ο παππούς, και μας έπιασε όλους σε χρόνο μηδέν. Αμέσως μετά, ετοιμάστηκε να μας φάει.

Και εντελώς ξαφνικά… ξύπνησα! Ναι, ξύπνησα! Όλα ήταν ένας εφιάλτης! Ένας κακός διπλός εφιάλτης! Και το λέω αυτό όχι γιατί πήγε να με φάει ο παππούς μου, αλλά επειδή τολμάει και αυτοαποκαλείται ένας άνθρωπος «καλοφαγάς» και τρώει το μπούτι κοτόπουλο με μουστάρδα! Με μουστάρδα!!! Αν είναι δυνατόν!… Όλοι ξέρουν ότι το μπούτι κοτόπουλο πρέπει να τρώγεται με μαγιονέζα…

Advertising

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

χιονοδρομικο καλαβρυτα

Χιονοδρομικό, ζεστή σοκολάτα και χαλαρές καταστάσεις στα Καλάβρυτα

Μετά τις γιορτές, η ανάγκη για λίγη ηρεμία και χαλάρωση

Οικογενειακό νευροψυχιατρικό ιστορικό και επιπτώσεις

Το παρόν άρθρο Το οικογενειακό νευροψυχιατρικό και νευροαναπτυξιακό ιστορικό έχει