Η γυναίκα έμεινε να τον κοιτάζει αμίλητη , με τα μάτια ορθάνοιχτα. Άφησε το φάκελο με τα χαρτιά που κρατούσε στο τραπεζάκι δίπλα της και μουρμούρισε κάτι ακατάληπτο. Ο Αχιλλέας την κοίταξε με ύφος απορημένο :
«Πώς είπατε ,κυρία Κουτσοπέτρου;».
Η γυναίκα έκανε να απαντήσει μα ,ξαφνικά ,ένας επίμονος λόξυγκας της έκοψε τη μιλιά. Το στέρνο της πεταγόταν με ορμή προς τα εμπρός ,ενώ ο λαιμός της ανεβοκατέβαινε βιαστικά σαν να ήθελε να ξεκολλήσει από τη βάση του. Ο Αχιλλέας πετάχτηκε μεμιάς και έτρεξε προς την γυναίκα που αγωνιούσε με ένα ποτήρι νερό στο χέρι.
«Ελάτε πιείτε λίγο ,ηρεμήστε .Θέλετε να φωνάξω ένα γιατρό;» της είπε .
Η γυναίκα άρπαξε το νερό από τα χέρια του και το ήπιε μονορούφι .Ο λόξυγκας ,σαν από θαύμα , καταλάγιασε και τότε μπόρεσε να πει:
«Όχι, ευχαριστώ , κύριε Αχιλλέα. Είμαι καλύτερα. Δεν ξέρω τι με έπιασε ,με συγχωρείτε που σας αναστάτωσα» .
«Αλίμονο», απάντησε ο Αχιλλέας και ξανακάθισε στο γραφείο του. «Όπως σας είπα , η εγκύκλιος ήρθε από τα κεντρικά χθες το μεσημέρι. Ας μην κρυβόμαστε ,το ξέρουμε όλοι πως τα πράγματα δεν πάνε και τόσο καλά. Η κατάσταση δεν είναι ,βέβαια, απελπιστική ,αλλά από τα κεντρικά ανησυχούν . Παρουσιάζουμε για δεύτερο συνεχόμενο μήνα κάμψη στις πωλήσεις και ,όπως καταλαβαίνετε , θέλουν να πάρουν τα μέτρα τους πριν να είναι αργά. Εξάλλου , δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα επιμείνουν στην απόφασή τους για περικοπές προσωπικού. Εγώ οπωσδήποτε θα εισηγηθώ αρνητικά ,αυτό είναι βέβαιο. Έπειτα το ξέρετε και η ίδια πόσο εκτιμώ την εργατικότητα και την αφοσίωσή σας στην εταιρεία».
Είπε τα λόγια του γρήγορα και κοίταξε με εξεταστική ματιά την γυναίκα που καθόταν απέναντί του . Έμοιαζε να έχει ανακτήσει πλήρως την αυτοκυριαρχία της και τώρα τον κοίταζε προσεκτικά σαν να προσπαθούσε να διαβάσει τις σκέψεις μέσα από τις κουβέντες του.
« Γνωρίζω πως εκτιμάτε τη δουλειά μου . Όλο αυτό τον καιρό που εργάζομαι δίπλα σας αφοσιώθηκα στην εταιρεία ψυχή τε και σώματι . Παραμέλησα εντελώς την προσωπική μου ζωή ,δεν λυπήθηκα ούτε το χρόνο μου ούτε τον κόπο μου.», είπε και ίσιωσε τη φούστα της .
Διόρθωσε τη θέση των γυαλιών της πάνω στη μύτη της και κοίταξε τον Αχιλλέα κατευθείαν μέσα στα μάτια. Αυτή η μάλλον ήσυχη και λιγομίλητη γυναίκα με το άχαρο παρουσιαστικό και το συντηρητικό ντύσιμο, που εργαζόταν αθόρυβα και με επιμέλεια , είχε αποκτήσει μεμιάς έναν αέρα μιας ανεξήγητης σιγουριάς .
« Κυρία Κουτσοπέτρου, θα κάνω ό,τι μπορώ ,να είστε σίγουρη . Και τα εφόδια κατέχετε και την πείρα έχετε γι’ αυτή τη δουλειά . Μην ανησυχείτε ,μπορείτε τώρα να επιστρέψετε στο γραφείο σας . Όλα θα πάνε καλά», είπε και ένιωσε μονομιάς την ανυπομονησία να την ξεφορτωθεί . Σηκώθηκε και τη συνόδεψε ακουμπώντας καθησυχαστικά το χέρι του στον ώμο της. Όταν έκλεισε η πόρτα όρμησε στο ντουλάπι που φύλαγε το ουίσκι και ήπιε μια γερή γουλιά . Ξανακάθισε στο γραφείο του και άναψε τσιγάρο . Βυθίστηκε στην πολυθρόνα του , έκλεισε τα μάτια και κατέβασε τις περσίδες.
Όταν μπήκε ο Πάτροκλος, ο Αχιλλέας ήταν ζαλισμένος . Το πρόσωπό του ήταν χλωμό και τα μάτια του κόκκινα, αλλά μόλις είδε τον φίλο του σηκώθηκε από τη θέση του και τον υποδέχτηκε χαμογελαστός .
«Τι θα πιείς;», τον ρώτησε , «μου έφεραν από την Αγγλία ένα ουίσκι πρώτης ποιότητας . Θέλεις να το δοκιμάσουμε μαζί;». Έβαλε το ουίσκι στα ποτήρια και ήπιε το δικό του μονοκοπανιά.
« Δεν το σηκώνω το ποτό . Από τα φοιτητικά μας χρόνια ο πρώτος που γινόταν πάντα φέσι ήμουν εγώ. Θυμάσαι εκείνη τη βραδιά που με αφήσατε γυμνό στο πεζοδρόμιο αφού πρώτα μου φορέσατε κορδέλες και φτερά; Με φωτογραφίσατε μάλιστα και τοιχοκολλήσατε τη φωτογραφία στους τοίχους της σχολής ,χαχαχα. Το θυμάσαι;» είπε και η φωνή του έγινε τραχιά. Τα μάτια του γυάλιζαν σαν από πυρετό . Ο Πάτροκλος τον κοίταξε απορημένος και χαμογέλασε .
« Ήσουν λίγο αδέξιος τότε .», είπε μαλακά .
«Αδέξιος. Βέβαια , κι όχι μόνο στο ποτό . Εκεί που ήμουν πραγματικά μπουνταλάς ήταν στα ερωτικά . Δύο χρόνια κυνηγούσα την Ελένη ,ήμουν γερά τσιμπημένος μαζί της . Και τι δεν σκαρφίστηκα για να την πλησιάσω ,στο τέλος έφαγα τα μούτρα μου. Τα έφτιαξε μαζί σου . Θυμάσαι τα γέλια που κάναμε ,όταν μου διηγήθηκες πώς κατάφερες να την ρίξεις στο κρεβάτι;» .
«Τι πας και σκαλίζεις μετά από τόσα χρόνια ;»,είπε παραξενεμένος ο Πάτροκλος .
« Δεν σκαλίζω τίποτε εγώ ,φίλε μου . Σε πληροφορώ ,όμως , πως φέτος το καλοκαίρι συμπληρώνονται είκοσι πέντε χρόνια που γνωριζόμαστε», είπε ο Αχιλλέας και χάιδεψε το κεφάλι του φίλου του. «Τελικά η ζωή τα έφερε έτσι και δεθήκαμε μαζί και επαγγελματικά», συνέχισε . «Σήμερα το πρωί συνειδητοποίησα ότι είσαι ο παλιότερος φίλος μου, σε ξέρω τόσο καιρό όσο κανέναν άλλο», είπε και η ματιά του σκοτείνιασε. « Πάντα σε θαύμαζα ,γιατί ήσουν καλός σε όλα . Πρώτος στα μαθήματα , πρώτος στα αθλήματα και στις γκόμενες ακαταμάχητος . Εγώ ήμουν ο κολαούζος σου».
«Μα τι σε έχει πιάσει σήμερα;», ρώτησε ανήσυχα ο Πάτροκλος, «με φώναξες για να θυμηθούμε ιστορίες απ΄ τα παλιά; Εγώ νόμιζα ότι είχες να μου πεις κάτι σημαντικό»
«Με συγχωρείς ,παρασύρθηκα . Δεν ξέρω τι με έχει πιάσει τώρα τελευταία ,έχω γίνει πολύ συναισθηματικός .Λες να είναι η κρίση της μέσης ηλικίας;». Κοίταξε λοξά τον Πάτροκλο και συνέχισε : «Ήρθε μια εγκύκλιος από τα κεντρικά . Τα πράγματα δεν πάνε καλά .Οι πωλήσεις μειώθηκαν ,τα ξέρεις άλλωστε . Με δύο λόγια , μου ζητούν να προχωρήσω σε περικοπές προσωπικού . Όπως καταλαβαίνεις οι μόνοι μόνιμοι υπάλληλοι του τμήματος είστε εσύ κι η Κουτσοπέτρου. Πρέπει να εισηγηθώ και να τους στείλω την αναφορά μου μέχρι αύριο .Η εισήγησή μου ,βέβαια, δεν είναι δεσμευτική γι ‘ αυτούς .Η τελική απόφαση τους ανήκει» ,τα είπε όλα μονομιάς και κοίταξε τον Πάτροκλο . Ο φίλος του τον κοιτούσε κατάπληκτος.
«Μα σοβαρά τώρα , είναι δυνατόν;», είπε και έπεσε στην καρέκλα του σαν κεραυνοβολημένος.
«Δυστυχώς η θέση μου είναι δύσκολη …»,πήγε να πει ο Αχιλλέας.
«Εννοείται ότι αυτή που πρέπει να φύγει είναι η Κουτσοπέτρου. Έτσι κι αλλιώς κανείς δεν συμπαθεί αυτή τη γυναίκα πραγματικά . Είναι περίεργος άνθρωπος και φυσικά δεν έχει τις δικές μου ικανότητες», είπε ο Πάτροκλος ,ακούμπησε τους αγκώνες στα πόδια του και άρχισε να πίνει το ποτό του με μικρές γουλιές .
«Η πολιτική της εταιρείας ,βέβαια ,είναι να μην απολύει υπαλλήλους με οικογενειακές υποχρεώσεις . Η Κουτσοπέτρου είναι διαζευγμένη με ένα παιδί . Θα χτυπήσει άσχημα αν απολύσουν μια γυναίκα και ,μάλιστα, μητέρα. Ξέρεις πόσο τους ενδιαφέρει η εικόνα τους», είπε ο Αχιλλέας και στάθηκε πίσω από την καρέκλα που καθόταν ο φίλος του .Έβαλε τα χέρια του στους ώμους του Πάτροκλου και του είπε :
«Άφησέ με να χειριστώ εγώ την υπόθεση . Προπάντων μην κάνεις καμιά σπασμωδική κίνηση , όπως πρόπερσι που πήγες και έπιασες τον Γενικό Διοικητή της εταιρείας για να τον επηρεάσεις υπέρ σου σχετικά με τις κρίσεις προϊσταμένων. Εγώ δεν σε παρεξηγώ κι όσο για αυτά που είπες εις βάρος μου ,τα έχω από καιρό ξεχάσει. Καταλαβαίνω ότι έπρεπε να υπερασπιστείς τον εαυτό σου ,στο κάτω κάτω είχες όλα τα προσόντα για να διεκδικήσεις τη θέση μου, τα έχουμε πει αυτά» . Ο Πάτροκλος γύρισε και κοίταξε τον Αχιλλέα κι έπειτα σηκώθηκε και τον αγκάλιασε :
« Είσαι αληθινός φίλος . Δεν θα ξεχάσω ποτέ όσα έχεις κάνει για μένα», είπε συγκινημένος .
«Τώρα πήγαινε στη δουλειά σου, μην ανησυχείς , όλα θα πάνε καλά», είπε ο Αχιλλέας και χαμογέλασε . «Και μια από αυτές τις μέρες ,κανόνισε να βγούμε για φαγητό . Μόνοι μας», είπε καθώς τον συνόδευε στην πόρτα. Όταν έμεινε μοναχός ,έβαλε κι άλλο ουίσκι στο ποτήρι του ,το σήκωσε ψηλά σαν να έκανε πρόποση και το ήπιε μονομιάς.
##
Το πρωί της μεθεπόμενης ημέρας , το πρώτο έγγραφο που του έφερε η γραμματέας του ήταν μία επιστολή από τα κεντρικά . Πήρε με ανυπομονησία το χαρτί στα χέρια του κι άρχισε να διαβάζει :
« Σε συνέχεια της από δύο εβδομάδων αναφοράς σας όπου επισημαίνετε την επί δύο συνεχόμενους μήνες κάμψη των εσόδων και εισηγείστε περικοπές προσωπικού ,η Γενική Γραμματεία του συμβουλίου των μετόχων εγκρίνει την από 6/9 εισήγησή σας για λύση της συνεργασίας της εταιρείας μας με τον κ. Πάτροκλο Περιστεράκη . Παρακαλούμε για τις δικές σας ενέργειες» .
Ο Αχιλλέας παραμέρισε το έγγραφο και σηκώθηκε από το γραφείο του. Πήγε στο παράθυρο που έδινε στην κεντρική λεωφόρο και βάλθηκε να παρατηρεί το αδιάκοπο πηγαινέλα ανθρώπων και οχημάτων στο δρόμο .Από το παράθυρο του εικοστού πέμπτου ορόφου όπου βρισκόταν όλα του φαίνονταν μικροσκοπικά ,ασήμαντα και τυχαία . Το μόνο που είχε αξία ήταν η δύναμη της εξουσίας ,ένιωθε πως από το ύψος του γραφείου του μπορούσε να δώσει μια γροθιά και να συνθλίψει αυτό το ανθρωπομάνι που βοούσε στην άσφαλτο . Γύρισε αργά στη θέση του και κάλεσε τη γραμμή της γραμματέως του :
«Φώναξε μου μέσα τον κύριο Περιστεράκη», είπε σε ύφος που σίγουρα δεν επιδεχόταν αντίρρηση.-
Πηγή εικόνας:
https://gr.depositphotos.com/stock-photos/%CE%BC%CE%B1%CF%81%CE%B9%CE%BF%CE%BD%CE%AD%CF%84%CE%B1.html