Κοίταξε μουδιασμένος έξω από το παράθυρο τον κόσμο , που συνέχιζε να περπατά αμέριμνος. Μόλις πριν λίγο , έμαθε ότι ο παιδικός του φίλος, ο Χαρίλαος, είχε ένα πολύ σοβαρό ατύχημα. Δεν ένιωθε καμία έκπληξη, μόνο ένα δυσάρεστο αίσθημα απώλειας που μεγάλωνε διαρκώς.
Ενημέρωσε ότι θα πάρει άδεια την υπόλοιπη μέρα, και ξεκίνησε για το νοσοκομείο. Οδηγούσε αργά , για να επιβληθεί στην αγωνία του, όμως διαπίστωσε ότι προετοιμαζόταν για το χειρότερο. Έσφιξε δυνατά το τιμόνι, καθώς υπενθύμισε στον εαυτό του, πως από παιδί ακόμα ,οι κάθε είδους τραυματισμοί είναι ρουτίνα για τον Χαρίλαο .
Αμέτρητες φορές είχε αφήσει το παιχνίδι, για να τον βοηθήσει να πάει σπίτι του. Εκεί η μάνα του, υπομονετικά ,ψαχούλευε το πονεμένο μέλος και έκανε ένα σωρό ερωτήσεις , ώστε να επιλέξει το κατάλληλο γιατροσόφι ,και κάθε φορά ,αφού ολοκλήρωνε την περιποίηση με τον τρόπο που έκρινε απαραίτητο , ρωτούσε τον Χαρίλαο τρυφερά, με παραπονιάρικη φωνή πότε , επιτέλους , θα γίνει άνθρωπος…
Ο Χαρίλαος δεν έγινε άνθρωπος, τουλάχιστον όπως φαίνεται να το εννοεί η μάνα του. Από τότε μέχρι σήμερα, έχει πάθει κάθε είδους απίθανο ατύχημα.
Μόλις πριν από δύο εβδομάδες, τραυματίστηκε στο πόδι, από δοκάρι που υποχώρησε την κατάλληλη στιγμή, ενώ λίγες μέρες νωρίτερα , είχε πρηστεί σαν μπαλόνι , από άγνωστη αιτία, και τον έτρεχε η γυναίκα του στο νοσοκομείο.
Και όσο περνάει ο καιρός και μεγαλώνει ο κατάλογος με τα παράξενα παθήματά του, τόσο η αγαπημένη φράση της μάνας του μικραίνει. Έτσι το «πότε θα γίνεις άνθρωπος Χαρίλαε» συμπυκνώθηκε , και απέμεινε μόνο η λέξη «πότε» , που βγαίνει από τα χείλη της , σαν αναστεναγμός.
Πλέον αναρωτιέται και ο ίδιος , μιμούμενος τη μάνα του, με μεγάλη ακρίβεια μάλιστα .
Ενώ θυμόταν τον Χαρίλαο με το χέρι στη μέση να παριστάνει τη μάνα του, χαμογέλασε και παραδέχτηκε για ακόμα μια φορά, πως ο φίλος του έχει χάρισμα, γιατί είναι ικανός να αφηγηθεί οτιδήποτε με τον πιο αστείο δυνατό τρόπο. Ακόμα και όταν περιγράφει τις πλέον δυσάρεστες εμπειρίες του, και έχει μπόλικες, κάνει τον κόσμο να κλαίει από τα γέλια.
Όπως πολύ συχνά, έτσι και τώρα, αναρωτήθηκε αν όντως ο φίλος του επιδιώκει κάτι τέτοιο. Θα υπέθετε κανείς πως ναι, ωστόσο ο ίδιος έχει τις αμφιβολίες του. Του φαινόταν , ότι πολλές φορές δε προσπαθούσε καν. «Μπορεί να οφείλεται στο ύφος του» ,υπέθεσε, φέρνοντας στο νου του το στωικό βλέμμα του Χαρίλαου.
Μόνο τότε συνειδητοποίησε, πόσο αστείος του φαινόταν στ’ αλήθεια . « Δεν είναι διασκεδαστική μόνο η έκφραση του προσώπου του, αλλά ολόκληρη η φιγούρα του», συλλογίστηκε με κάποια έκπληξη . « Όπως οι ηθοποιοί του βωβού κινηματογράφου, χωρίς όμως καμία εκκεντρικότητα» .
Κι όμως, θα δυσκολευόταν πολύ να τον περιγράψει σε κάποιον τρίτο .Μέτριο ανάστημα, κανονικό βάρος, καστανά μαλλιά, κοινά χαρακτηριστικά .Θα ήταν πολύ συνηθισμένος , αν δεν ήταν ο Χαρίλαος.
Ο ίδιος το πιστεύει. Ότι δηλαδή ,είναι όπως όλος ο κόσμος. Πράγματι θα μπορούσε να ισχύει, αλλά μόνο εάν «όλος ο κόσμος» γνώριζε αποκλειστικά ένα είδος τύχης, όπως ο Χαρίλαος. Την κακή . Και αυτός είναι και ο λόγος, που ανέπτυξε μεγάλη σχολαστικότητα και τεράστια εργατικότητα , γιατί ακριβώς όπως συμβαίνει με τις αισθήσεις, όταν κάποια λείψει, οξύνονται οι υπόλοιπες .
Φυσικά λοιπόν, αντιπαθεί τα τυχερά παιχνίδια, στα οποία συμπεριλαμβάνει το τάβλι και την μονόπολη.
«Μαλωμένος με τα ζάρια» ,σκέφτηκε εύθυμα, αλλά ο όγκος του νοσοκομείου, που άρχιζε να φαίνεται στο βάθος, τον επανέφερε απότομα στην πραγματικότητα. «Πότε θα γίνεις άνθρωπος Χαρίλαε;» μουρμούρισε με πίκρα. Χωρίς καλά-καλά να ξέρει γιατί.
Ήξερε μόνο, ότι δε θα άντεχε σε καμιά περίπτωση να ζει σε κόσμο σαν του Χαρίλαου, όπου οι πιθανότητες είναι άγρια θηρία και ο Χαρίλαος το θήραμα. Είναι ο ένας στους χίλιους, που θα αγοράσει την κατασκευαστικά ελαττωματική συσκευή, ο ένας στους εκατό, με αλλεργία σε κάποιο κοινό φάρμακο, που θα γεμίσει κόκκινα εξανθήματα, ο ένας στο εκατομμύριο, που θα του σκάσουν τρία διαφορετικά λάστιχα του αυτοκινήτου μέσα σε μια εβδομάδα.
Είναι πάντα ο ένας στους τόσους, όσοι κι αν είναι αυτοί.
Οποιοσδήποτε άλλος , αν αναγκαζόταν να ζήσει τη ζωή του , σε πολύ λίγο ,θα πάθαινε νευρικό κλονισμό.
Ο Χαρίλαος, όμως, είναι γενικά ήρεμος και αισιόδοξος. Έχει κι αυτός, όπως όλοι, τις μαύρες του καμιά φορά , αλλά όχι για του λόγους που θα φανταζόταν κανείς. Από καιρό σε καιρό, τον βασανίζουν ανασφάλειες, σχετικά με το τι είναι και που πάει .
« Έχω εξαντλήσει την ευρηματικότητα μου σε κοσμητικά επίθετα , για να του απαντάω τόσα χρόνια»- σκέφτηκε γελώντας. Αφού όμως συνήθως αρκούσε για να φτιάξει η διάθεση του Χαρίλαου, αποφάσισε ότι δε θα ντραπεί γι ‘αυτό.
Όλες οι σκέψεις διαλύθηκαν, και εκείνο το βαρύ αίσθημα της μεγάλης απώλειας επέστρεψε, μόλις πέρασε την είσοδο του νοσοκομείου. Πήγε κατευθείαν στις πληροφορίες, κι’ από εκεί ανέβηκε εκνευριστικά αργά, μέχρι τον τρίτο όροφο.
Αναζήτησε τον γιατρό, ο οποίος ήταν πολύ πρόθυμος να του δώσει πληροφορίες, και μάλιστα φαινόταν πολύ ανακουφισμένος που δεν είχε μπροστά του κάποιον συγγενή.
«Παιδικός του φίλος… σχεδόν οικογένεια δηλαδή»- μουρμούρισε, και του πρόσφερε κάθισμα. Τον ενημέρωσε ότι είναι ο πρώτος που έφτασε, και πως θα ήταν ,ίσως, προτιμότερο οι υπόλοιποι να μάθουν για την κατάσταση του Χαρίλαου, από έναν «δικό τους άνθρωπο», όπως είπε χαρακτηριστικά, υποθέτοντας βέβαια, ότι γνωρίζονται.
Έπειτα από μια μικρή παύση , συνέχισε λέγοντας πως ο Χαρίλαος, στάθηκε εξαιρετικά τυχερός.
«Εξαιρετικά τυχερός» , επανέλαβε αργά, κοιτάζοντας πάνω από τα γυαλιά του, και τονίζοντας μία-μία τις συλλαβές, για να απαντήσει στο επιφώνημα έκπληξης που τον διέκοψε. Κατόπιν, με επαγγελματικό ύφος, ανέλυσε πόσο απίθανο είναι να επιβιώσει κανείς όταν πέσει στο κεφάλι του ένα πιάνο πεντακοσίων κιλών από ύψος πέντε ορόφων, πόσο μάλλον, με μερικές μόνο επιπόλαιες γρατζουνιές. Τέλος, έβαλε ανέμελα τα χέρια στις τσέπες της λευκής ποδιάς του, και προειδοποίησε τον κατάπληκτο συνομιλητή του, για το ενδεχόμενο ο ασθενής να έχει υποστεί κάποιες μικρές αλλαγές, λόγω της περιπέτειας του.
Είχε ήδη αρχίσει να προχωράει μπροστά με ζωηρό βήμα, πριν του ζητήσει να τον ακολουθήσει.
Βρέθηκαν μπροστά σε μια πράσινη πόρτα, όπου ο γιατρός κοντοστάθηκε, συνέστησε ψυχραιμία, με προσποιητό ενδιαφέρον, και επανέλαβε , πως σημασία είχε μόνο το γεγονός ότι ήταν καλά ο Χαρίλαος. Χτύπησε μηχανικά την πόρτα, την οποία άνοιξε χωρίς να περιμένει απάντηση, και του έκανε νεύμα να περάσει μπροστά .
Προσπερνώντας υπάκουα τον γιατρό, έκανε δειλά λίγα βήματα και βρέθηκε μπροστά σε ένα ζευγάρι πελώρια παστέλ μάτια ,που τον κοιτούσαν ζαλισμένα. Το ολοστρόγγυλο κεφάλι ,από το οποίο ξεπρόβαλε ένα τεράστιο καρούμπαλο, ήταν τυλιγμένο με γάζες. Απόμεινε άφωνος ,να χαζεύει τα κόκκινα μάγουλα και τη ροζ μύτη . Γαλάζια πουλάκια έκαναν κύκλους γύρω του, ενώ από πάνω του έσκαγαν με ήπιο κρότο κίτρινα αστεράκια. Το σώμα του ήταν αλλόκοτο κάτω από τα σκεπάσματα ,και έμοιαζε περισσότερο με ακορντεόν.
Με κομμένη ανάσα πλησίασε περισσότερο. «Χαρίλαε;» ρώτησε με δυσπιστία. Για λίγες στιγμές τα χρωματιστά μάτια του Χαρίλαου τον κοιτούσαν με μια νυσταλέα έκφραση, όμως γρήγορα φάνηκε να τον αναγνωρίζει ,και τότε γεμάτος χαρά και ανακούφιση του χάρισε ένα πλατύ και γαλήνιο χαμόγελο από το ένα ζωγραφιστό αυτί του , ως το άλλο.
Αποσβολωμένος , αμφισβητώντας τα ίδια του τα μάτια, κοιτούσε πότε τον γιατρό, και πότε τον Χαρίλαο.
«Τι έπαθες ρε Χαρίλαε;» κατάφερε τελικά να ψελλίσει, σίγουρος πως έβλεπε κάποιο πολύ παράξενο όνειρο.
Ο Χαρίλαος σε απόλυτη άγνοια, τον κοίταξε νωχελικά , και σήκωσε με αφέλεια τους ώμους του. Αμέσως μετά βάλθηκε με αδέξιες κινήσεις να διώχνει τα ενοχλητικά πουλιά, που διέγραφαν τροχιές γύρω του.
Βλέποντας τον σε αυτή την κατάσταση ,ένιωσε πως θα χάσει τα λογικά του. Πισωπάτησε αργά , μέχρι έξω, και στήριξε το σώμα του στον τοίχο .Αφού συνήλθε κάπως , ρώτησε με απόγνωση τον γιατρό, που τώρα στεκόταν ακριβώς κάτω από την ανοιχτή πόρτα , αν μπορούσε να τον κάνει καλά.
Ο γιατρός είχε βγάλει τα γυαλιά του και τα καθάριζε επιμελώς. «Δύσκολο να πω» είπε τέλος, «πρόκειται για μοναδική περίπτωση» .
Καθώς τοποθετούσε τα γυαλιά και πάλι στη μύτη του, παρατηρώντας τον Χαρίλαο, πρόσθεσε : «Έχουμε ήδη απευθυνθεί σε μια ομάδα έμπειρων σχεδιαστών, για να εκτιμήσουν την κατάσταση ». Στη συνέχεια, προσπάθησε να εξηγήσει τους λόγους για αυτή του την απόφαση, αλλά κάτι φαινόταν να του αποσπά την προσοχή.
Ακουμπισμένος ακόμα στον τοίχο, πρόσεξε την μπερδεμένη έκφραση στο πρόσωπο του γιατρού και αυθόρμητα τέντωσε το λαιμό του, για να δει τι συμβαίνει. Ο Χαρίλαος είχε καταφέρει να πιάσει ένα από τα ενοχλητικά πτηνά, και τα υπόλοιπα τιτιβίζοντας θυμωμένα, επιτίθονταν το ένα μετά το άλλο με φόρα στη μύτη του, σκορπώντας δεξιά κι’ αριστερά γαλάζια πούπουλα.
Κοίταξε τον γιατρό, που παρατηρούσε σοβαρός την παράξενη σκηνή, και ξαφνικά παραδόθηκε ανήμπορος σε ένα δυνατό, επώδυνο γέλιο. Δίπλωσε στα δύο και γονάτισε στο πάτωμα. Δακρυσμένος από την προσπάθεια του να ανασάνει, έβλεπε θολά τον κόσμο που μαζευόταν στον διάδρομο και τον κοιτούσε περίεργα .
Αρχικά με κατανόηση και στη συνέχεια αυστηρά , ο γιατρός του υπενθύμιζε διαρκώς πως από λεπτό σε λεπτό θα κατέφθαναν οι συγγενείς. Μάταια όμως. Γιατί ήταν ακριβώς αυτό που έβρισκε τόσο εξωφρενικά αστείο.
Ότι δηλαδή, θα έφταναν σε λίγο, για να ανακαλύψουν κι’ αυτοί ότι ο Χαρίλαος, για τον οποίο όλοι αναρωτιόταν με αγωνία πότε θα γίνει άνθρωπος, έγινε, τελικά, κινούμενο σχέδιο.
Πηγή εικόνας:
https://www.bloomberg.com/quicktake/watching-bubbles