“Η υπηρέτρια” της Λένας ‘Οσκαρη

 Κυριακή και Ιούλιος.  Πρώτος την είδε ο Παύλος ο φροντιστής,   κρυμμένη πίσω από τον κορμό της  γριά ελιάς ,  το δέντρο αυτό υπήρχε πολύ νωρίτερα της βίλας σαν να ήταν από πάντα εκεί.  Κρύφτηκε μες την κουφάλα του δέντρου αλλά προεξείχε  λίγο ύφασμα από  το μαύρο της φόρεμα.  Την πλησίασε ακροπατώντας στις μύτες των ποδιών του,  όσο πιο αθόρυβα μπορούσε.   Είχε πάρει το μάθημά του την τελευταία φορά που είχαν μπει κλέφτες στη βίλα των Φιλιππαίων και βρέθηκε αντιμέτωπος με τα όπλα τους.  Τώρα ήταν αποφασισμένος αυτός πρώτος θα αιφνιδίαζε τον κλέφτη.  «….. Τι κάνεις εδώ?»  αμέσως όμως κατέβασε το όπλο του και κοίταξε έκπληκτος τη γυναίκα.  Σιωπή.  «Πώς σε λένε?» ξανά σιωπή.Η Πηγή τον κοιτούσε στα μάτια ερευνητικά ,  δεν τον κοιτούσε φοβισμένα, ούτε με ντροπή, ούτε  ξαφνιασμένα τον παρατηρούσε  μονάχα εξονυχιστικά.  Λες και ο Παύλος ήταν ο ξένος στον κήπο και η Πηγή στο σπίτι της.

Δεν ήταν ούτε όμορφη ούτε άσχημη, είχε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά  τα μάτια της ήταν μεγάλα και μελιά, το βλέμμα της ήρεμο και έξυπνο,  τα χείλη της κλειστά και λεπτά,  αλλά το εντυπωσιακότερο ήταν πως όλο της το είναι απέπνεε μια αποφασιστικότητα σαν να φώναζε ήρθα και θα μείνω. Λεπτή και  μικροκαμωμένη αλλά δυνατή και νευρώδης.   Τα μαλλιά της πιασμένα πίσω καστανά και αδιάφορα.  Δεν κρατούσε  τίποτα και πέρα από το φόρεμά της και τα μαύρα ίσια παπούτσια της δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Ο Παύλος κοίταξε προς τη βεράντα ακόμα δεν είχε βγει κανείς τους.

Ξανακοιτάζει την Πηγή και με το αριστερό του χέρι αρπάζει το  χέρι της απότομα  και προχωράνε προς τη βίλλα.  Κρατάει διαρκώς το όπλο του κατεβασμένο….  «Τι συμβαίνει Παύλο;»  «Κύριε Φιλίππου  ήταν κρυμμένη στον κήπο πίσω από την ελιά …»  λέει με μια ανάσα και κοιτώντας χαμηλότερα  από σεβασμό.

-….  Μάλιστα!  Λοιπόν τι συμβαίνει?

Advertising

Advertisements
Ad 14

– Θέλω να μείνω μαζί σας σαν υπηρέτρια,

αποκρίθηκε η Πηγή με φωνή ήρεμη και σταθερή. Ο Παύλος την κοίταξε προβληματισμένος.   Ήξερε πως το προσωπικό του ο κύριος Φιλίππου το διάλεγε ακολουθώντας συγκεκριμένες διαδικασίες  κι ότι ο ίδιος προσπάθησε πολύ για τη θέση του φροντιστή,  ήρθε με τις καλύτερες συστάσεις  περνώντας από  συνεντεύξεις και δοκιμασίες.  Κοίταξε με ενδιαφέρον τον κύριο Φιλίππου, δεν μπορούσε να μαντέψει την αντίδρασή του .

Διαβάστε επίσης  "Μια στιγμή αρκεί" της Ασπρόμαυρο όνειρο

«Μπορείς να στείλεις  το βιογραφικό σου ξέρεις αντί να μπαίνεις κρυφά σ΄έναν ιδιωτικό χώρο.  Πώς μπήκες  μέσα;»  Η Πηγή κατέβασε το βλέμμα της και σιώπησε μετά από λίγο  γύρισε τη πλάτη της και περπάτησε στο πλακόστρωτο όπου οδηγούσε στην έξοδο.  Βγήκε από την πύλη και στάθηκε έξω στο δρόμο. Έμεινε εκεί.  Νύχτωσε κι ήταν ακόμα εκεί.  Ξημέρωσε..

Πήγε οχτώ και περίμενε.  Ο κύριος Φιλίππου την κοίταξε μέσα  από το αυτοκίνητο νευριασμένος ….  Έβαλε μπρος το αμάξι του και έφυγε…  πριν φύγει έγνεψε στους φύλακες να χουν το νου τους.  Καμιά φτωχιά θα ναι είπε ο ένας ….  Ή καμιά τρελή … καμιά σπείρα μόνο μην είναι κι έχουμε πάλι καμιά ιστορία…  Η Πηγή πότε στεκόταν όρθια και  πότε κουραζότανε και καθότανε στο πεζοδρόμιο.  Δεν έφυγε και κατά τις πέντε το απόγευμα ήρθε πάλι το αυτοκίνητο του κυρίου Φιλίππου γυαλισμένο και ολοκαίνουργιο.  Την αγνόησε παντελώς.

Advertising

Η Πηγή έφυγε για λίγο και ξαναγύρισε.   Μια αμηχανία και μια νευρικότητα άρχισε να κυριεύει τους φύλακες.  Μια ανησυχία την οικογένεια,  την κυρία Φιλίππου, τον γιο τους Δημήτρη μέχρι και την μεγαλύτερη κόρη τους την Άννα.  Η Άννα, αποφάσισε να γνωρίσει την Πηγή, η μεγαλύτερη κόρη των Φιλιππαίων  τα τελευταία χρόνια δεν έμενε μαζί τους,  ήταν παντρεμένη με τον γιο του μεγαλύτερου ανταγωνιστή του πατέρα της και είχε από το γάμο αυτό δυο παιδιά.Η οικογένεια Φιλίππου δεν άφηνε τίποτα στην τύχη.

Το αυτοκίνητο σταμάτησε  απότομα,  σχεδόν φρέναρε μπροστά στην είσοδο. Από τη θέση του συνοδηγού κατέβηκε η Άννα  χαμογελαστή και ευδιάθετη με  πλούσια μακριά καστανόξανθα μαλλιά  ψηλή λυγερή και πηγαία ευγενική.  Λάτρευε  τα φορέματα με λουλούδια και ζωηρά χρώματα που έδεναν στη  μέση,   αν άνοιγε κανείς την ντουλάπα της Άννας βρισκότανε αμέσως στη καρδιά της άνοιξης σε ένα ανθισμένο  λιβάδι.  Ένα τέτοιο σχεδόν ίδιο φόρεμα φορούσε και η Πηγή αλλά μαύρο θαμπό και θλιβερό.

Η Άννα προχώρησε προς το μέρος της «έλα Πηγή πέρασε μέσα» πολύ δύσκολα μπορούσε να αντισταθεί κανείς και να μην ανταποδώσει ένα χαμόγελο στην Άννα,η Πηγή όμως  δεν ανταπέδωσε το χαμόγελο μόνο στο πρόσωπό της σχηματίστηκε μια ανεπαίσθητη έκφραση ανακούφισης και  ευγνωμοσύνης .  «Θέλεις να δουλέψεις σαν υπηρέτρια κοντά μας Πηγή;»  την ρώτησε αφού της πρότεινε νεύοντας να καθίσει σε μια από τις πολυθρόνες της βεράντας.  «Αυτό ακριβώς θέλω» αποκρίθηκε η Πηγή με χαμηλή και σταθερή φωνή.Όλα τα βλέμματα στραμμένα επάνω της.  Η Άννα απέναντι της και ο κύριος Φιλίππου όρθιος.«Θα καταλαβαίνεις ότι δεν μπορούμε να σε δεχτούμε αν δεν γνωρίζουμε κάποια πράγματα για σένα έτσι δεν είναι;»της είπε χαμογελαστά η Άννα.

  • Ποιο είναι το επίθετό σου;  Ρώτησε αυστηρά ο κ.Φιλίππου.
  • Λαζάρου.
  • Από πού είσαι Πηγή Λαζάρου;
  • Από την Καλαμάτα.
  • Ετών;
  • Σαράντα δύο.
  • Έχεις οικογένεια Πηγή; Ρώτησε με ενδιαφέρον η Άννα.
Διαβάστε επίσης  "Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου" του Παναγιώτη Καναβού

Η Πηγή χαμήλωσε το κεφάλι.

Advertising

  • Όχι δεν έχω.

Από την Καλαμάτα δηλαδή από ποιο μέρος;

  • Από τα Αμπελάκια ένα χωριό. Χωρίς να σηκώσει το κεφάλι της τώρα τα χείλη της ήταν κάπως σφιγμένα και το ύφος της σκοτεινό.
  • Ταυτότητα; Πιστοποιητικό γέννησης; Σπουδές; Προϋπηρεσία;  Θα περιμένουμε πολύ για να μας πεις;  Ο κύριος Φιλίππου ήταν ανυπόμονος.

Η Άννα τον κοίταξε με νόημα.  «Πατέρα» σηκώθηκε και πήγε κοντά του «νομίζω  ότι λέει την αλήθεια θέλει πραγματικά να είναι υπηρέτρια και τίποτα άλλο.  Δώσε της μια ευκαιρία ας δουλέψει σήμερα στον κήπο….  Με επίβλεψη»  Ο κύριος Φιλίππου πήρε βαθιά ανάσα «εντάξει Άννα,  ας βοηθήσει σήμερα και βλέπουμε»  Η Πηγή δεν σταμάτησε να δουλεύει στον κήπο μέχρι που βράδιασε.  Άκουγε προσεκτικά ότι της έλεγε ο Παύλος και εκτελούσε τις εντολές όπως θα υπάκουγε ένας στρατιώτης.  « Αύριο πάλι Πηγή πάρε και το μεροκάματό σου.»  Η Πηγή κούνησε αναστατωμένη το κεφάλι της αρνητικά  « να με κρατήσετε πρώτα»  κι ήταν η πρώτη φορά που εκδήλωσε κάποιο συναίσθημα αγωνίας.  Ο Παύλος πήγε μέσα στο σπίτι για λίγο και γύρισε κρατώντας το μεροκάματο της Πηγής «παρ΄το κι έλα αύριο στις εννιά το πρωί».

Η Πηγή έβγαλε τη νύχτα στο δρόμο έξω από τη βίλλα και την άλλη μέρα εμφανίστηκε στην πύλη στις εννιά ακριβώς.  Σιωπηλή και εργατική,  παρατηρητική και υπάκουη,  απόλυτα πειθαρχημένη.  Οι εντολές εκτελούνταν κατά γράμμα και στην ώρα τους.  Την ώρα του φαγητού πήρε το σάντουιτς που της δώσανε και το έφαγε ήρεμα χωρίς να ζητήσει τίποτα άλλο.  Μέχρι το βράδυ.  «Αύριο πάλι Πηγή της ξαναείπε ο Παύλος».  Οι μέρες πέρασαν και ο Παύλος της επέτρεψε να περάσει τη νύχτα στο σπιτάκι του κήπου όπου φύλασσε τα εργαλεία της δουλειάς του, είχε κι ένα ράντσο.  Πέρασε μια εβδομάδα έτσι.

Η Άννα ξαναήρθε στο σπίτι και την ζήτησε.  «Λοιπόν Πηγή σου αρέσει εδώ;»  «Παράδεισος κυρία Άννα»  κι όλοι γέλασαν.  Οι Φιλιππαίοι απέκτησαν μια πρώτης τάξεως υπηρέτρια και το προσωπικό μια βοηθό που τους αλάφρωνε από τις δουλειές.   Το σπιτάκι το κήπου ύστερα από έναν μήνα έγινε το σπίτι της Πηγής κι εκεί δεν την ενοχλούσε κανένας.   Η κυρία Φιλίππου της έδωσε μερικά ρούχα που δεν φορούσε πια κι ένα ζευγάρι κουρτίνες να βάλει στο σπιτάκι κι ένα χαλί.  Είχε και το μεροκάματό της για να αγοράζει ότι της έλειπε, ένα ζευγάρι παπούτσια δηλαδή μετά από τρεις μήνες.

Διαβάστε επίσης  "Τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ" του Απόστολου Ντόλκου
Advertising

Αν ρωτούσες την Πηγή για τη προηγούμενη ζωή της δεν  απαντούσε όχι γιατί δεν ήθελε οι άλλοι να ξέρουν αλλά γιατί  δεν ήθελε η ίδια να πει.  Δεν ήθελε ούτε να θυμάται. Την παρατήσανε σε μια πηγή στο κτήμα των Λαζάρου- από κει  και το όνομά της- όταν ήταν περίπου πέντε κουρελιασμένη και πεινασμένη.   Η κυρία Λαζάρου την πήρε στο σπίτι της,  γιατί είχε μόνο ένα παιδί αγόρι δεκάξι χρονών και ήθελε να την βοηθάει  κάποιος στις δουλειές.  Ο άντρας της δεν δούλευε έπινε όλη μέρα ο γιος το ίδιο όσο μεγάλωνε, σαν  τον πατέρα του κι αυτός. Όλα από τα χέρια της περνούσαν,  καλά που της ήρθε και το νόθο, καλά που το κράτησε για ψυχικό!  Εφτά χρόνια κατάκοιτη η κυρία Λαζάρου την φρόντιζε η Πηγή.  Για όλα και για όλους φρόντιζε η Πηγή.  Στο σπίτι η Πηγή,  στο νοσοκομείο η Πηγή και στα χωράφια η Πηγή,  συμφωνίες με τους εμπόρους η Πηγή.   Βρισιές από την κατάκοιτη και φασαρίες από τον γιο  που δεν του φτάναν τα λεφτά.  Ο πιωμένος αγρίευε όλο και περισσότερο από θαύμα γλίτωσε γιατί  ώρες ώρες νόμιζε οτι θα τη βίαζε και θα τη σκότωνε.  Πέθανε η κυρία Λαζάρου,  η κυρά Φιλιώ όπως την έλεγαν και μετά τη κηδεία  το σκάσε κι η Πηγή.

Περπατώντας ξεκίνησε να πάει μέχρι την Αθήνα ώσπου την πήρε ένας συχωριανός της με το φορτηγό.  Ρωτούσε για τους Φιλιππαίους εκεί ήθελε να πάει,   κάποιος νεαρός της απάντησε στο δρόμο αφού ψαχούλεψε λίγο το κινητό του κι ύστερα πήρε το λεοφωρείο.  Τα λόγια μιας γειτόνισσας έρχονταν στο νου της «Τι τύχη είχες μωρέ Πηγούλα μου κι εσύ εδώ βρήκε να σ αφήσει η μάνα σου;  Στους Φιλιππαίους ας σε άφηνε που είναι πλούσιοι και καλοί και δίκαιοι».   Γέρασε η Πηγή στο σπίτι των Φιλιππαίων και ήταν ευχαριστημένη και περήφανη και δεν έφυγε από το πλευρό τους ούτε στιγμή.  Όσα λεφτά είχε μαζέψει με τα χρόνια τα άφησε στην Άννα που την έκλαψε σαν δεύτερή της μάνα και περισσότερο.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Κυψέλη

3+1 Brunch Spots Στην Κυψέλη Που Δεν Πρέπει Να Χάσεις

Santo Belto Το Santo Belto στην Κυψέλη, αποτελεί έναν αγαπημένο
Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις

Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις: Η πρώτη γυναίκα οδηγός στη Formula 1

Η Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις ήταν Ιταλίδα οδηγός αγώνων αυτοκινήτου.