Βασίλης Τσιτσάνης: 5+1 τραγούδια του μεγάλου ρεμπέτη

 

Ο Βασίλης Τσιτσάνης ήταν, είναι και θα είναι μια από τις μεγαλύτερες μορφές του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού. Γεννημένος στα Τρίκαλα, από νεαρή ηλικία έδειξε την αγάπη και το ταλέντο του στη μουσική. Πρωτοεμφανίστηκε στο μαγαζί “Μπιζέλια”, όταν πήγε στην Αθήνα για να σπουδάσει νομική, ενώ από εκεί άρχισε να συνεργάζεται και να γράφει μουσική για μεγάλα ονόματα της εποχής. Σύντομα ηχογράφησε τραγούδια που έμειναν στην ιστορία και στα πλαίσια τόσο του ελλαδικού χώρου, όσο και του εξωτερικού, τραγούδια που ακόμη και σήμερα ακούγονται, θυμίζοντας στους νεότερους ένα μεγάλο κομμάτι της μουσικής -και όχι μόνο- ιστορίας. Για σχεδόν πέντε δεκαετίες, ο Βασίλης Τσιτσάνης μεσουρανούσε και στα τραγούδια του ο κόσμος βρήκε παρηγοριά, συντροφιά, συμπόνια, κουράγιο κι ερωτισμό, αφού και για εκείνον κάθε σύνθεση ήταν ένα μικρό κομμάτι του εαυτού του, μια μικρή ιστορία από τη ζωή του.

Συννεφιασμένη Κυριακή- Σ.Μπέλλου, Π.Τσαουσάκης

Ένα τραγούδι σταθμός για το ελληνικό ρεμπέτικο. Μια μελωδία που διασκευάστηκε και χιλιοτραγουδήθηκε από άπειρους καλλιτέχνες. Ένα αριστούργημα αφημένο στην αιωνιότητα. Η ιστορία του; Γνωστή και άγνωστη. Αρχικά ο τίτλος ήταν “Ματωμένη Κυριακή”. Γράφτηκε ένα ξημέρωμα της κατοχής, τότε που ο Τσιτσάνης διατηρούσε ουζερί στη Παύλου Μελά, στη Θεσσαλονίκη. Συνήθιζε να κυκλοφορεί νύχτα λόγω δουλειάς και τα αιματοβαμμένα σκηνικά που αντίκριζε τον ενέπνευσαν. Η κατοχή, η πείνα, οι κακουχίες, ο θάνατος είναι η συννεφιά που αναφέρει, η μαυρίλα μέσα στην οποία οι άνθρωποι ζούσαν. Η υπογραφή των στίχων παραμένει ακόμη ανακριβής, καθώς δεν έχει επιβεβαιωθεί αν ανήκουν εξ’ ολοκλήρου στο Τσιτσάνη ή σε αυτόν και στον Αλέκο Γκούβερη. Η πρώτη εκτέλεση ηχογραφήθηκε από τη Σωτηρία Μπέλλου και τον Πρόδρομο Τσαουσάκη το 1948.

Advertising

Advertisements
Ad 14

Μη μου ξαναφύγεις πια- Π.Τσαουσάκης, Ντάλια

 

Από τα πλέον κλασικά ζεϊμπέκικα του περασμένου αιώνα. Ένα κομμάτι με ευχάριστο ρυθμό που μιλά για τον έρωτα, για ένα πάθος ελαφρώς αγοραίο και για μια πολυπόθητη επανένωση. Σε στίχους και μουσική του Τσιτσάνη, η πρώτη εκτέλεση ανήκει στον Πρόδρομο Τσαουσάκη και στη Ντάλια, το 1950, ωστόσο η μεταγενέστερη εκτέλεση από την “αρχόντισσα του ρεμπέτικου”, Σωτηρία Μπέλλου, έγινε πιο γνωστή κι αγαπητή από τον κόσμο και τους λάτρεις τους συγκεκριμένου είδους.

Διαβάστε επίσης  Musique concrète: ο πειραματισμός στη μουσική

Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα- Β.Τσιτσάνης, Μ.Νίνου

Το τραγούδι ενός μεγάλου και παράνομου έρωτα. Ήταν το 1949 όταν ο Βασίλης Τσιτσάνης γνώρισε και χρειάστηκε να συνεργαστεί με τη Μαρίκα Νίνου. Ο έρωτας του ενός για τον άλλον υπήρξε αμοιβαίος από την αρχή, κι ας ήταν και οι δυο παντρεμένοι με παιδιά. Μέσα σε λίγο καιρό το δίδυμο “Τσιτσάνης-Νίνου” κερδίζει τις καρδιές του ποιοτικού νυχτερινού κόσμου και της μουσικής. Ωστόσο η προσωπική τους σχέση καταντά κτητική και εμμονική. Εξ’ αρχής ο Τσιτσάνης δέχτηκε τη Νίνου ως ερωμένη ξεκαθαρίζοντας της πως δε σκόπευε σε καμία περίπτωση να εγκαταλείψει την οικογένεια του. Η Νίνου από την άλλη έκανε τα πάνδεινα για να τον κρατήσει κοντά της και μόνο. Χρησιμοποιούσε τη δουλειά για να τον αποσπά από την οικογένεια του και να περνά χρόνο μαζί του, μάλωνε με συνεργάτες προκειμένου να έχει την αποκλειστικότητα του Τσιτσάνη στον επαγγελματικό τομέα και γενικότερα ο συνθέτης είχε κουραστεί από τη συμπεριφορά της σε σημείο που οι τριβές και οι καβγάδες είχαν αρχίσει να φθείρουν τη μεταξύ τους σχέση. Όταν ωστόσο το 1954 η Νίνου διαγνώστηκε με καρκίνο, ο Τσιτσάνης ήταν αυτός που της στάθηκε με το καλύτερο δυνατό τρόπο. Ο Τσιτσάνης αρνήθηκε να την ακολουθήσει για περιοδεία και παράλληλα για θεραπεία στην Αμερική, καθώς η σύζυγος του ήταν έγκυος στο δεύτερο παιδί τους, όμως έγραψε για τη Νίνου ένα αποχαιρετιστήριο τραγούδι, το Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα. Η άρρωστη τραγουδίστρια όταν μπήκε για την ηχογράφηση του κομματιού ξέσπασε με λυγμούς και παρά την υγεία της το εκτέλεσε για μία και μοναδική φορά γεμάτη πάθος και πόνο.

Διαβάστε επίσης  Σοφία Μανουσάκη: "Ακολουθώ αυτό που αγγίζει την ψυχή μου"
Advertising

Κάνε λιγάκι υπομονή- Μην απελπίζεσαι- Β.Τσιτσάνης, Σ.Μπέλλου

Όσο ερωτικό κι αν ακούγεται το συγκεκριμένο τραγούδι, οι φήμες θέλουν να μιλά για κάτι παραπάνω από μια αγάπη. Κι όντως ο Τσιτσάνης, δίχως ποτέ να έχει δείξει τις πολιτικές του πεποιθήσεις, έγραψε το Κάνε λιγάκι υπομονή μέσα στον εμφύλιο, το έτος 1948, σε μια περίοδο που η Ελλάδα δέχτηκε πόλεμο μετά από πόλεμο. Σκοπός του Τσιτσάνη ήταν να δώσει ελπίδα στον λαό, πως όλα τα δεινά κάποτε θα τελειώσουν με λίγη υπομονή και πως θα έρθουν ημέρες όμορφες, γεμάτες ελπίδα και χαρά. Έπρεπε με κάποιο τρόπο όμως να μη δώσει στόχο και να αποφύγει τη λογοκρισία. Έτσι, κρατώντας το κεντρικό πολιτικό νόημα του τραγουδιού, ο συνθέτης και στιχουργός το στόλισε με ερωτισμό και λυρισμό, με αποτέλεσμα να ακούγεται σαν τον ύμνο της παρηγοριάς μιας χαμένης αγάπης. Η πρώτη εκτέλεση κυκλοφόρησε στις 11 Νοεμβρίου 1948, με τη φωνή του Βασίλη Τσιτσάνη και της Σωτηρίας Μπέλλου.

Αντιλαλούνε τα βουνά- Σ.Χασκίλ, Τ.Μπίνης

Άλλο ένα τραγούδι που πίσω του κρύβεται η λύπη και η απογοήτευση των πολιτικών συνθηκών και του εμφυλίου. Μόνο που στη προκειμένη περίπτωση οι στίχοι ανήκουν στην Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, παρά τη λανθασμένη άποψη πολλών να θεωρούν πως κι εκεί υπογράφει ο Τσιτσάνης. Οι δυο τους είχαν μια έντονη και αποτελεσματική συνεργασία καθώς η Παπαγιαννοπούλου ξεκίνησε στο πλάι του Τσιτσάνη, καθιστώντας την στη συνέχεια ως μια από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες στιχουργούς. Ο ντόρος όμως γύρω από δικαιώματα των στίχων έλαβε μεγάλη σημασία και απασχόλησε αρκετά τον Τύπο. Από τη μία η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου “πουλούσε τα πνευματικά παιδιά” της για καλύτερο χρήμα, από την άλλη Τσιτσάνης και Παπαγιαννοπούλου γράφανε στίχους μαζί, με αποτέλεσμα να μη βγαίνει άκρη για τα πραγματικά δικαιώματα των τραγουδιών. Το Αντιλαλούνε τα βουνά, ένα από τα καλύτερα νεότερα ρεμπέτικα, ακούστηκε πρώτη φορά το 1950 από τον Τάκη Μπίνη, την Στέλλα Χασκίλ και τον Γιάννη Τατασόπουλο.

Διαβάστε επίσης  Τραγούδια που προσέξαμε μέσα στο 2018 (part 1)
Advertising

Σαν απόκληρος γυρίζω- Σ.Μπέλλου, Β.Τσιτσάνης

Στην εποχή του μεγάλου μεταναστευτικού κύματος, ο Τσιτσάνης δε θα μπορούσε να μείνει άπραγος. Επηρεασμένος από τη φτώχια, τη ξενιτιά και τους αποχωρισμούς που αυτή έφερνε, συνέθεσε το 1949 το άσμα της κάθε μεταναστευμένης ψυχής. Οι Έλληνες έφευγαν στο εξωτερικό για μια καλύτερη μοίρα, αφήνοντας πίσω τους μητέρες, πατεράδες, συζύγους, παιδιά. Όλη αυτή η δυστυχία και η πίκρα, βρήκε παρηγοριά και στηρίχτηκε στους στίχους του Τσιτσάνη, ο οποίος και πάλι εμπνεύστηκε από θέματα κοινωνικά και προβληματισμούς που ταλαιπωρούσαν την Ελλάδα τότε. Η πρώτη εκτέλεση ανήκει στην Σωτηρία Μπέλλου με τη συμμετοχή του Βασίλη Τσιτσάνη, ενώ αργότερα το κομμάτι επανεκτέλεσαν ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Μανώλης Μητσιάς.

 

Μπορεί να έχουν περάσει πάνω από τρεις δεκαετίες που ο Βασίλης Τσιτσάνης έφυγε από το κόσμο αυτό, η ζωή του και το έργο του ωστόσο με τα χρόνια αποκτούν όλο και μεγαλύτερη αξία, κληροδοτώντας στις επόμενες γενιές μια σπουδαία μουσική και πολιτιστική μόρφωση, από αυτήν που λίγοι λαοί συνηθίζουν να έχουν.

 

Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για το άρθρο:

Advertising

https://www.mixanitouxronou.gr/ , «Τα καταραμένα Χριστούγεννα του 1943». Πώς εμπνεύστηκε ο Βασίλης Τσιτσάνης τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» και ποια είναι η αλήθεια πίσω από το θρυλικό τραγούδι… (τελευταία επίσκεψη 05/10/2020)

https://el.wikipedia.org

https://www.youtube.com/

https://foroline.gr/ , “Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα…” ο παράνομος έρωτας Τσιτσάνη-Νίνου και ένα τραγούδι (τελευταία επίσκεψη 05/10/2020)

Advertising

https://praxisreview.gr , “Κάνε λιγάκι υπομονή”: Η ιστορία του τραγουδιού που απαγόρευσε η Γενική Ασφάλεια Αθηνών (τελευταία επίσκεψη 05/10/2020)

Διαβάστε επίσης:

https://maxmag.gr/mousiki/i-moysiki-kai-ta-ofeli-tis-stin-egkymosyni/

Τα lives που μας στέρησε ο Covid (Μέρος Δεύτερο)

Advertising

Nina Simone: Η επαναστατική φωνή της jazz

 

 

Ονομάζομαι Θεοδώρα και γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη. Τα φοιτητικά μου χρόνια τα πέρασα στην όμορφη πόλη των Σερρών, ενώ από το 2014 ζω στο νησί της Θάσου με τον σύζυγο και τον γιο μου. Τα τελευταία χρόνια ασχολούμαι με την αρθρογραφία και τη συγγραφή παιδικών και λογοτεχνικών βιβλίων.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Κυψέλη

3+1 Brunch Spots Στην Κυψέλη Που Δεν Πρέπει Να Χάσεις

Santo Belto Το Santo Belto στην Κυψέλη, αποτελεί έναν αγαπημένο
Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις

Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις: Η πρώτη γυναίκα οδηγός στη Formula 1

Η Μαρία Τερέζα ντε Φιλίπις ήταν Ιταλίδα οδηγός αγώνων αυτοκινήτου.