Με την υπόθεση της Ουρανίας, ασχολήθηκα λίγο μετά την ολοκλήρωση των σπουδών μου, στο τμήμα ψυχολογίας του Αριστοτελείου πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.
Στα δύσκολα πρώτα επαγγελματικά βήματα, με στήριξε ο καθηγητής μου, Αριστείδης Ζαχαριάδης. Θυμάμαι τη μέρα που με οδήγησε στο ησυχαστήριό του… Έτσι αποκαλούσε τη μικρή τροχοβίλα που βρίσκεται στην πλαγιά ενός μικρού λόφου. Ανατολικά, βλέπει προς τον Χορτιάτη, το βουνό με την πλούσια βλάστηση από οξιές, βελανιδιές, καστανιές κι έλατα. Με το εμβληματικό ραντάρ να δεσπόζει στην κορυφή που, εκτός από άγρυπνος φρουρός των αιθέρων, είναι και σημείο αναφοράς για τον εντοπισμό της πόλης, από μακριά.
Από τη Νοτιοδυτική πλευρά του, ο λόφος που βρίσκεται στις παρυφές του ομώνυμου μαρτυρικού χωριού έχει πανοραμική θέα προς τον Θερμαϊκό κόλπο και την Θεσσαλονίκη! Στο ψηλότερο σημείο του επικλινούς οικοπέδου με τα δεκάδες οπωροφόρα δέντρα, δεσπόζει το μικρό προκάτ σπίτι το οποίο, σε αντίθεση με το μέγεθός του έχει πολλά και μεγάλα παράθυρα.
«Εδώ είμαστε Ορέστη!» Είπε ο καθηγητής, αφού σταμάτησε το αυτοκίνητο και περίμενε μέχρι να διαλυθεί η σκόνη που είχε σηκωθεί απ’ το χωματόδρομο που διανύσαμε για ένα περίπου χιλιόμετρο απ’ τη στιγμή που αφήσαμε το χωριό πίσω μας. «Αυτό το σπιτάκι υπήρξε για πολλά χρόνια το κρησφύγετό μου. Εδώ ερχόμουν όταν αναζητούσα την απομόνωση. Όταν ένιωθα τα προβλήματα να με πνίγουν, και ήθελα απεγνωσμένα να αναπνεύσω καθαρό αέρα. Ένα Σαββατοκύριακο στη φύση… Είναι τόσο αναζωογονητικό!»
Ενώ ο καθηγητής μου περιέγραφε τις ευεργετικές ιδιότητες της περιοχής και το πόσο περήφανος ένιωθε για το μικρό του ησυχαστήριο, δεν έπαψα ούτε στιγμή να παρατηρώ την ενέργεια που λαμπύριζε στο περίγραμμα του βουνού.
«Όποιος επισκέφτηκε αυτό το μέρος, έμεινε άφωνος με τη θέα στον Θερμαϊκό κόλπο και την πόλη. Είσαι ο μόνος που τους γύρισες την πλάτη κι έμεινες με το στόμα ανοιχτό, κοιτάζοντας το βουνό!»
«Είχατε δίκιο όταν μου είπατε πως θα εντυπωσιαζόμουν απ’ τη σημερινή μας, απογευματινή εξόρμηση!»
Πήρε μια βαθιά ανάσα σηκώνοντας τα χέρια του ψηλά ενώ στη συνέχεια τα μάζεψε πίσω απ’ τον αυχένα σαν αιχμάλωτος πολέμου.
«Δεν είναι το ωραιότερο ηλιοβασίλεμα που έχεις δει;»
«Νιώθω κάπως άβολα, όμως θα σας εκμυστηρευτώ αυτό που αισθάνομαι. Είναι τόσο όμορφα, που σας ζηλεύω επειδή μπορείτε να επισκέπτεστε αυτό το μέρος όποτε θέλετε!»
«Χα χα χα χα… Είναι πολύ περίεργο να το λες αυτό λίγο πριν ακούσεις την πρότασή μου. Όμως, πίστεψέ με. Δεν θα έπρεπε να νιώθεις άβολα με τη ζήλια που αισθάνεσαι. Άλλωστε, η ζήλια είναι η κινητήριος δύναμη της εξέλιξης των ανθρώπων!»
Ένιωσα μεγάλη έκπληξη ακούγοντας την άποψη του καθηγητή για τη ζήλια, επειδή λίγες μέρες πριν σε έναν απ’ τους εσωτερικούς διαλόγους με την Ψυχή, ηχούσαν μέσα μου παρόμοιες σκέψεις!
Η ζήλια είναι υπεύθυνη για την εξέλιξη! Αδυνατούσα να συλλάβω το νόημα αυτής της αλήθειας. Πως μπορεί να είναι υπεύθυνο για την εξέλιξη ένα αίσθημα, όταν κάποιες φορές οδηγεί εκείνον που του τρώει τα σωθικά, ακόμη και στο έγκλημα; Πριν καλά καλά ολοκληρωθεί η εσωτερική μου απορία, αφουγκραζόμουν ήδη την υπενθύμιση της Ψυχής!
Η ζήλια είναι η δύναμη που κινητοποιεί την σκέψη και τον λόγο ο οποίος με τη σειρά του πυροδοτεί την πράξη! Η Σκέψη, ο Λόγος και η Πράξη είναι το τρίπτυχο της δημιουργίας! Μην το ξεχνάς αυτό.
Χωρίς τη δημιουργία δεν μπορεί να υπάρξει η εξέλιξη της ζωής! Όταν η ζήλια δεν ενεργοποιεί το τρίπτυχο της δημιουργίας, τότε αναπόφευκτα παράγει τον φθόνο!
Ο φθόνος είναι υπεύθυνος για κάθε ανεπιθύμητη ενέργεια που προκύπτει από τη ζήλια. Με παρόμοιο τρόπο πολλές φορές γίνεται ένα έγκλημα το οποίο προέρχεται από το πάθος κάθε αγάπης που δεν εκφράστηκε δημιουργικά, προκειμένου να εξυπηρετήσει το σκοπό της. Δεν θα καταδικάσουμε την ίδια την Αγάπη, επειδή στο όνομά της κάποιος εγκλημάτισε.
Στη συνέχεια ο καθηγητής ξεκλείδωσε την πόρτα του περίεργου προκατασκευασμένου οικήματος – έμοιαζε περισσότερο με μεγάλο τροχόσπιτο – και με ένα νεύμα μου ζήτησε να τον ακολουθήσω στο εσωτερικό του.
«Ποια είναι η πρόταση που έχετε να μου κάνετε κύριε καθηγητά;»
Αντί για απάντηση, άρχισε να μου παρουσιάζει τους χώρους του σπιτιού, λες και ήταν ένας μεσίτης που προσπαθούσε να μου το πουλήσει, παριστάνοντας πως δεν άκουσε την ερώτησή μου.
Φυσικά δεν άργησα να καταλάβω πως είχε ξεκινήσει ήδη να μου παρουσιάζει την πρότασή του: «Δεν είναι ευρύχωρο, όμως έχει όλα όσα χρειάζεσαι! Καθιστικό με κουζίνα, υπνοδωμάτιο με μεγάλα παράθυρα και θέα στο βουνό! Κι ένα μικρό wc που έχει και ντουζιέρα! Αν μεταφέρεις το κρεβάτι στο καθιστικό μπορείς να μετατρέψεις το υπνοδωμάτιο σε γραφείο! Έτσι θα έχεις τη δυνατότητα να υποδέχεσαι εδώ τους ασθενείς σου.
Βέβαια, μέχρι να αποκτήσεις τους δικούς σου πελάτες, δεν πρόκειται να απαιτήσω κάποιο ενοίκιο… Αλλά και πάλι, όταν έρθει με το καλό εκείνη η ώρα, μην φανταστείς πως θα σου ζητήσω κανένα ποσό που να μην μπορείς να πληρώνεις… Λοιπόν; Πως σου φαίνεται;»
Περίμενε την αντίδρασή μου που η αλήθεια είναι πως εμφανίστηκε στα χείλη μου κάπως αργά και μουδιασμένα, με το που ξεπέρασα το αρχικό σοκ που μου προξένησαν τα λόγια του. Αρνήθηκα τη γενναιόδωρη προσφορά του, όπως έκανα μικρός τη στιγμή του κεράσματος, σε όλες τις οικογενειακές επισκέψεις.
«Κύριε καθηγητά, ειλικρινά, σας ευχαριστώ μα… Δεν μπορώ να δεχτώ ένα τέτοιο δώρο.»
«Δώρο; Ποιος μίλησε για δώρο; Μια επένδυση στις επιστημονικές μου ανησυχίες θέλω να πραγματοποιήσω αγαπητέ! Μπορεί η θεωρία σου για την Ψυχική επαφή να μου κέντρισε από την πρώτη στιγμή το ενδιαφέρον, ωστόσο δεν σου κρύβω πως είμαι πολύ περίεργος να δω την εφαρμογή της στην πράξη. Περίεργος και ανυπόμονος!
»Κοίτα Ορέστη… Η αλήθεια είναι ότι τον τελευταίο καιρό έρχομαι όλο και πιο σπάνια εδώ. Άρχισε μάλιστα να με κουράζει ακόμη και η φροντίδα του σπιτιού. Άλλωστε ελπίζω να με φιλοξενήσεις αν κάποια φορά νιώσω την ανάγκη να αποδράσω απ’ τη ζούγκλα.»
Δεν χρειάστηκε να προσπαθήσει περισσότερο… Κάθε αντίσταση που προέβαλα στην αρχή, κάμφθηκε με μεγάλη ευκολία.
Η επιστημονική επένδυση του Ζαχαριάδη συνεχίστηκε, στέλνοντας στο γραφείο μου υποθέσεις που ο ίδιος δεν προλάβαινε να αναλάβει. Μέρος εκείνης της επένδυσης υπήρξε και η υπόθεση της Ουρανίας!
Άκουσε προσεκτικά την περίπτωσή της και της έδωσε μια κάρτα μου, θεωρώντας πως είχε βρει την ευκαιρία που έψαχνε προκειμένου να με δει σε πλήρη δράση. Μου ζήτησε μάλιστα να τον ενημερώνω λεπτομερώς για την εξέλιξη της θεραπείας της.
Αυτά σκεφτόμουν το πρωινό της επόμενης προγραμματισμένης επίσκεψης της Ουρανίας στο γραφείο μου. Η αφήγηση των γεγονότων της παιδικής της ηλικίας η οποία σχετιζόνταν με όσα θυμόταν για τον πατέρα της, δεν έπαψε ούτε στιγμή να απασχολεί τη σκέψη μου.
Εμφανίστηκε μπροστά μου κρατώντας ένα παλιό τετράδιο.
Αντί για το γραφείο, της πρότεινα να ολοκληρώσουμε τη συνάντηση στη βεράντα, απολαμβάνοντας έτσι το δροσερό πρωινό του Οκτώβρη.
Δέχτηκε μα ήταν ολοφάνερο πως δεν την απασχολούσε το που θα καθόμασταν. Βολεύτηκε σε μια πολυθρόνα δίχως ν’ αφήσει ούτε στιγμή απ’ τα χέρια της το περίεργο τετράδιο. Τα μαύρα γυαλιά και το έντονο μακιγιάζ δεν στάθηκαν ικανά να κρύψουν τη μελανιά κάτω απ’ το αριστερό της μάτι. Όμως εγώ έκανα πως δεν την πρόσεξα.
«Πως είσαι Ουρανία;»
«Όχι και τόσο καλά. Δεν είναι εύκολο να ταξιδεύεις μέχρι εδώ και μετά από μια ώρα να επιστρέφεις ξανά στην Αριδαία.»
Οι πρώτες ζεστές γουλιές απ’ τον καφέ που της πρόσφερα, έδειξαν να την χαλαρώνουν άμεσα.
«Πως πέρασε η εβδομάδα σας κύριε Κράλλη;»
«Την τελευταία φορά που βρεθήκαμε, μου μιλούσες στον ενικό Ουρανία… Θυμάσαι; Αν νιώθεις το ίδιο άνετα μ’ αυτό, όπως κι εγώ, μπορούμε να συνεχίσουμε να μιλάμε έτσι.»
Χαμογέλασε, φανερώνοντας ότι μπορούσε να νιώσει – έστω και περιστασιακά – άνετα μαζί μου.
«Εντάξει Ορέστη… Λοιπόν, τι έκανες την εβδομάδα που πέρασε;»
«Διάβαζα το ποίημα που έγραψες για τον πατέρα σου! Αν και μικρό, είναι τόσο πλούσιο σε πληροφορίες! Αλήθεια, ποια είναι η σχέση σου με την ποίηση Ουρανία;»
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην περιοχή που έζησε κι εμπνεύστηκε ως έφηβος ο Λουντέμης! Στα πρώτα χρόνια της νιότης μου είχα αποκτήσει μια εμμονή μαζί του! Και δεν ήμουν η μόνη… Ήμασταν αρκετές κοπέλες τότε στο χωριό, που παραμέναμε ρομαντικές διαβάζοντας τα ποιήματά του. Λίγο πριν παρατήσω το γυμνάσιο, θυμάμαι πως υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός μεταξύ των κοριτσιών που μοιραζόμασταν τον ίδιο εφηβικό έρωτα. Προσπαθούσαμε να γράψουμε όμορφα ποιήματα, με την ελπίδα πως κάποιος από τους νεανικούς μας στίχους, ίσως κάποτε, να έφτανε στα μάτια του μεγάλου συγγραφέα, κάνοντάς τον να προσέξει την δημιουργό του. Όπως καταλαβαίνεις, κανένας στίχος δεν ταξίδεψε στο όνειρο, κι ο ποιητής έμεινε για πάντα εξόριστος στη μνήμη, ως ένας ανεκπλήρωτος νεανικός έρωτας και τίποτα περισσότερο.»
Ακούγοντας την Ουρανία να περιγράφει το πάθος της για τον Λουντέμη σκέφτηκα πως μου παρουσιαζόταν η ευκαιρία να της μιλήσω για τη σπουδαιότητα που έχουν κάποιες συναντήσεις στην ζωή μας, με την προϋπόθεση να μπορούμε να τις παρατηρούμε πίσω απ’ την κατάλληλη οπτική γωνία.
«Μπορεί να έμοιαζε με έρωτα ο οποίος παρέμεινε στη μνήμη σου σαν ένα άπιαστο όνειρο Ουρανία. Η αλήθεια όμως είναι πως ο συγκεκριμένος ποιητής έπαιξε έναν σημαντικό κι εντελώς διαφορετικό ρόλο στην ζωή σου! Αφού χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει έγινε η αιτία να αναπτύξεις έναν προσωπικό χώρο στον οποίο κατάφερνες όλα αυτά τα χρόνια να καλλιεργείς τα συναισθήματά σου!»
«Ποιος είναι αυτός ο χώρος Ορέστη;»
«Ο χώρος όπου εκφράζεσαι συγγραφικά. Και πιο συγκεκριμένα, η ποίηση! Τι νομίζεις πως είναι η ποίηση, αν όχι άλλος ένας τρόπος έκφρασης της Ψυχής; Ακόμη μια προσπάθεια που καταβάλλει η Ψυχή προκειμένου να συνδεθείτε! Κι αν όλα πάνε καλά, να ανοιχτείτε προς τον υπόλοιπο κόσμο ως ολοκληρωμένη, δημιουργική οντότητα!»
Κοιτάζοντας το πρόσωπο της Ουρανίας μπορούσα εύκολα να καταλάβω τη μελαγχολική της διάθεση.
«Αν όλα πάνε καλά, είπες; Αν όμως, τίποτα δεν πηγαίνει καλά, κύριε Κράλλη; Αν όλοι όσοι αγάπησες, στην καλύτερη περίπτωση, σε εγκατέλειψαν ξαφνικά; Και στη χειρότερη… αν γίνονται κάθε τόσο οι πρωταγωνιστές ενός εφιάλτη απ’ τον οποίο δεν μπορείς να δραπετεύσεις;»
Άρχισε να κλαίει με λυγμούς… Δυο μαύρα ρυάκια, αποτελούμενα από δάκρυα κι ενεργό άνθρακα του eyeliner, εμφανίστηκαν κάτω από τα γυαλιά της. Σηκώθηκα και την άγγιξα στον ώμο, προσπαθώντας να την ηρεμήσω. Το άγγιγμά μου φαίνεται πως έφερε αντίθετο αποτέλεσμα αφού, σαν να τη χτύπησε ρεύμα πετάχτηκε όρθια αφήνοντας το τετράδιο της να πέσει στο ξύλινο πάτωμα της βεράντας.
Έβγαλε τα γυαλιά και στάθηκε μπροστά μου σε απόσταση αναπνοής, με κοίταξε κατάματα και συνέχισε τις επιθετικές ερωτήσεις.
«Αν όλα πάνε καλά… Χα! Κι αν οι άνθρωποι που αγάπησες κι εμπιστεύτηκες μεταμορφώνονται σε βρικόλακες που για να επιβιώσουν πίνουν το αίμα σου αργά και βασανιστικά; Βλέπεις τίποτα το καλό, σ’ αυτό Ορέστη;»
Συνέχισε να με κοιτάζει με μάτια γουρλωμένα και το πρόσωπό της φανέρωνε μεγάλη ταραχή, ενώ περίμενε κάποια απάντηση. Μάζεψα το τετράδιο και το έβαλα στα χέρια της. Εκείνη το κράτησε χαλαρά στην αρχή, ενώ στη συνέχεια το έσφιξε πάνω στην κοιλιά της με δύναμη!
Το πρόσωπό της, αργά αλλά σταθερά, άρχισε να ανακτά την ηρεμία του. Έμοιαζε σαν όλη της η ένταση να είχε μεταφερθεί ξαφνικά στο παλιό τετράδιο που συνέχιζε να κρατάει μαζί με τα μαύρα γυαλιά, κολλημένο επάνω της.
Πήρα τα γυαλιά και τα άφησα στο τραπεζάκι δίπλα της, επειδή φοβήθηκα πως δεν θα άντεχαν στην πίεση που ασκούσε επάνω τους.
«Ηρέμησε Ουρανία! Εξ’ άλλου, γι’ αυτό δεν βρίσκεσαι εδώ; Για να σου δώσω αυτές τις απαντήσεις; Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα απ’ την αρχή, προκειμένου να τις ανακαλύψουμε μαζί! Όπως έλεγα και πριν μόνο εξόριστος στην μνήμη δεν θα μπορούσε να είναι ο Λουντέμης, αφού ο λόγος που εμφανίστηκε στην ζωή σου δεν ήταν για να ενεργοποιήσει τον έρωτα σου για εκείνον (πράγμα που ήταν αδύνατον να συμβεί, αφού δεν είχατε ποτέ συναντηθεί) αλλά για να σε οδηγήσει σε μια αληθινή αγάπη που δεν σε απογοήτευσε ποτέ! Στην αγάπη για την ποίηση! Ο πρώτος σου έρωτας Ουρανία, δεν ήταν για τον ποιητή, αλλά για την ίδια την ποίηση! Είμαι βέβαιος, πως σ’ αυτήν βρίσκεις καταφύγιο κάθε φορά που νιώθεις να σε προδίδουν, να σ’ εγκαταλείπουν ή, ακόμη χειρότερα, όταν αισθάνεσαι ότι ρουφούν τη ζωή από μέσα σου! Είμαι τόσο, μα τόσο σίγουρος Ουρανία πως η ποίηση είναι το μοναδικό μέρος όπου οι εφιάλτες σου δεν μπορούν να εισβάλουν!»
Μετέφερε το τετράδιο στο στήθος και το τύλιξε με τα χέρια της, σαν να αγκάλιαζε εκείνη τη στιγμή ό,τι πολυτιμότερο υπήρχε στη ζωή της.
«Πράγματι! Μόνο όταν καταφεύγω σ’ αυτήν νιώθω ελεύθερη! Γιατί να είναι έτσι η ζωή μου Ορέστη; Γιατί πρέπει να κρύβομαι μέσα στις σελίδες αυτού του τετραδίου προκειμένου να βρω λίγη γαλήνη;»
Δεν έδωσα κάποια απάντηση στα γιατί της κι εκείνη συνέχισε σε έναν απολογητικό τόνο: «Δεν ζήτησα τίποτα σπουδαίο. Μια φυσιολογική ζωή ήθελα πάντοτε! Να νιώσω κι εγώ πώς είναι να σ’ αγαπάνε αληθινά! Να ζήσω δίχως πόνο, μακριά απ’ το ψέμα! Ούτε στο ίδιο μου το παιδί δεν κατάφερα να προσφέρω λίγη ασφάλεια! Ούτε στον Λάμπη μου ρε γαμώτο! Μπορείς να μου δώσεις μια απάντηση σ’ αυτό Ορέστη; Γιατί η ρημάδα η ζωή μου φέρθηκε τόσο άδικα; Βλέπω γύρω μου ευτυχισμένους ανθρώπους και δακρύζω από συγκίνηση. Ζηλεύω τις αγαπημένες οικογένειες, όπου τα παιδιά απολαμβάνουν αγάπη κι ασφάλεια. Μεγαλώνουν κι ανοίγουν τα φτερά τους, δέχονται την υποστήριξη των γονιών τους μέχρι που καταφέρνουν να πετάξουν ψηλά για να βρεθούν τελικά αγκαλιά με τα όνειρά τους!»
Το “ζηλεύω” της Ουρανίας με οδήγησε στη διαπίστωση, πως οι πρωινές μου σκέψεις γύρω απ’ τον Ζαχαριάδη και την άποψη του για τη ζήλια, μόνο τυχαίες δεν ήταν. Αισθανόταν ζήλια, κάθε φορά που έβλεπε μια ευτυχισμένη οικογένεια, όπου οι σχέσεις μεταξύ γονιών και παιδιών ήταν υγιείς.
Μια ζήλια που δεν εκφράστηκε δημιουργικά, σύμφωνα με το τρίπτυχο της δημιουργίας: Σκέψη, Λόγος, Πράξη, αλλά λιμνάζει για πολλά χρόνια σαν το ακίνητο – θολό νερό μιας γκιόλας, που ζέχνει απ’ τις αναθυμιάσεις μελαγχολικών συναισθημάτων.
Θλίψη, απελπισία, ενίοτε μίσος – όπως μου προανέφερε η ίδια – ώσπου εμφανίζεται ο φθόνος ο οποίος με τη σειρά του οδηγεί αργά και σταθερά στην καταστροφή!
«Η ζωή σου φέρθηκε άδικα όπως λες, επειδή εσύ της το επέτρεψες Ουρανία! Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν αντιστάθηκες, ακόμη και σθεναρά, σε κάθε άνθρωπο που σου φέρθηκε άσχημα, αλλά ότι από πολύ μικρή διάλεξες να είσαι η αδικημένη!
Εναπόθεσες τη δική σου ευτυχία στις πλάτες αλλωνών, έχοντας από εκείνους προσδοκίες. Όμως, όπως συμβαίνει συχνά, οι άλλοι δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες σου κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα να νιώθεις προδομένη από εκείνους. Ακόμη κι απ’ τον πατέρα σου! Που μετά τον πρόωρο θάνατό του θεώρησες πως δεν ανταποκρίθηκε με επιτυχία στο ρόλο που είχε. Να σε οδηγεί δηλαδή, στην ευτυχία με ασφάλεια! Μοιραία λοιπόν, πεθαίνοντας εκείνος, ένιωσες πως έχασες το στήριγμα σου, το ένα φτερό σου, όπως είπες. Έτσι, πίστεψες πως ο μόνος τρόπος για να μπορείς να πετάς και να νιώθεις ευτυχισμένη, ήταν βρίσκοντας στήριγμα σε κάποιον άλλο.»
Έκανα μια παύση επειδή ήθελα να ακούσω από εκείνη το τι σκεπτόταν με όσα άκουγε, πιθανόν για πρώτη φορά.
«Ένα παιδί ήμουν μόνο… Ήταν λογικό να νιώθω έτσι.»
«Πράγματι, ήσουν παιδί τότε. Ένα παιδί με μια φτερούγα, που ένιωθε αδύναμο κι ευάλωτο. Ένα παιδί που, παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες, κατάφερε τελικά να μεγαλώσει και να γίνει γυναίκα! Δεν έπαψες ούτε στιγμή όμως να νιώθεις αδύναμη κι ευάλωτη, έτσι δεν είναι; Σκέφτηκες ποτέ Ουρανία το πως ένιωθε ο πατέρας σου τη στιγμή που πετούσατε μαζί;»
«Έμοιαζε χαρούμενος κι ευτυχισμένος! Όπως κι εγώ.»
«Χαρούμενος κι ευτυχισμένος! Γιατί άραγε; Μήπως επειδή, γυρίζοντας στο σπίτι ύστερα από μια κοπιαστική ημέρα, μπορούσε να απολαμβάνει το γέλιο της κόρης του, παίζοντας μαζί της το αγαπημένο τους παιχνίδι; Σκέφτηκες ποτέ Ουρανία, ότι αν και ήσουν ένα μικρό παιδί, είχες τη δύναμη να χαρίζεις στον πατέρα σου τις δικές του ευτυχισμένες στιγμές; Ένιωσες κάποια στιγμή, πως ήσουν αυτή που έδινε νόημα σε όσα προσπαθούσε να δημιουργήσει στη ζωή του; Η παρουσία σου του έδινε τα φτερά που του επέτρεπαν, εκτός από το να βλέπει κι εκείνος τον κόσμο από ψηλά, να σχεδιάζει παράλληλα, το μέλλον με αισιοδοξία!»
«Κι είναι παρηγοριά αυτό; Να ξέρω πως δεν πρόλαβε να υλοποιήσει τα σχέδιά του;»
«Ουρανία μου, κατάφερες να ξεφύγεις απ’ τον πόνο για τον θάνατο του πατέρα σου, όμως νομίζω πως δεν ολοκλήρωσες το πένθος σου για εκείνον. Επομένως, αν θέλεις να βρεις παρηγοριά στο γεγονός που έθαψες μέσα σου για πολλά χρόνια, πρέπει να στρέψουμε τον σκοπό της επίσκεψής σου αποκλειστικά σ’ αυτήν την κατεύθυνση και μετά ν’ ασχοληθούμε με όλα τα υπόλοιπα.»
«Όχι, όχι! Δεν βρίσκομαι εδώ γι’ αυτό. Την παρηγοριά που έψαχνα μου την έδωσε ο γιος μου, ο Λάμπης! Αυτός έβαλε χρώμα και νόημα στη ζωή μου! Μαζί του μπορούσα να κάνω κι εγώ σχέδια για το μέλλον. Όχι για μένα, αλλά για εκείνον. Στον Λάμπη μου στήριξα τις ελπίδες μου για λίγη ευτυχία. Να βλέπω μόνο, το παιδί μου ευτυχισμένο! Μα ούτε κι αυτό κατάφερα. Τον παρέσυρα μονάχα στον δικό μου βούρκο, μέχρι που έφυγε! Τουλάχιστον εκείνος αντέδρασε. Κατάφερε να ξεφύγει απ’ την δική μου κατάρα.
»Αυτό είναι η μοναδική παρηγοριά μου! Όμως, θα ήθελα με κάποιο τρόπο να μαθαίνω νέα του! Ας ζει μακριά μου, αν έτσι πρέπει, για να είναι ευτυχισμένος. Αλλά ας ρίξει και σε μένα μια σανίδα σωτηρίας! Να μαθαίνω μόνο πως είναι καλά. Γιατί αλλιώς δεν έχει νόημα να προσπαθώ για τίποτα. Κουράστηκα να προσπαθώ! Θα αφεθώ στα κύματα, κι αν είναι να με πνίξουν… Ας είναι.»
«Θέλεις να μου διαβάσεις κάτι απ’ το τετράδιο που έφερες μαζί σου Ουρανία; Έχω χρόνο στη διάθεσή μου.»
«Ήθελα να σας διαβάσω κι άλλα ποιήματα, σχετικά με τον θάνατο… Όμως τώρα δεν θέλω.»
«Τι θα έλεγες, για την επόμενη συνάντηση, να γράψεις κάτι καινούριο; Που να δείχνει όμως χαρούμενο κι αισιόδοξο!»
«Με κοροϊδεύεις; Τι θα μπορούσε να με εμπνεύσει, για να γράψω κάτι χαρούμενο;»
Ήταν ολοφάνερο, πως ήθελε να αφήσουμε στην άκρη τον πατέρα της, για ν’ ασχοληθούμε με το θέμα που την έκαιγε τόσο πολύ και που την οδήγησε στην απόφαση να ζητήσει τη βοήθειά μου. Αποφάσισα να ακολουθήσω τη θέλησή της, όμως έπρεπε να της δώσω κάτι ακόμη απ’ τον πατέρα της. Κάτι που να της αφήνει μια ευχάριστη αίσθηση.
«Ας πούμε, ένα ταξίδι στο χρόνο. Στην εποχή που ένιωθες ακόμη ευτυχισμένη! Προσπάθησε να θυμηθείς τις μοναδικές εκείνες στιγμές με τον πατέρα σου κι άφησέ τον να σε εμπνεύσει! Δοκίμασε να αφουγκραστείς τα δικά του συναισθήματα. Επίτρεψέ του να σου μεταφέρει το πως ένιωθε. Πραγματοποίησε αυτό το ταξίδι Ουρανία και κατέγραψε οτιδήποτε σου κάνει εντύπωση! Στην επόμενη συνάντηση, θέλω να μοιραστείς μαζί μου αυτή τη μοναδική εμπειρία.»
«Δεν ξέρω… Το κάνεις να μοιάζει πολύ εύκολο αλλά… Δεν υπόσχομαι τίποτα… Θα προσπαθήσω!»