
Από την Εποχή του Χαλκού στη Μεσόγειο Θάλασσα και ειδικά στην περιοχή του Αιγαίου Πελάγους, η θάλασσα υπήρξε πάντα πηγή θαυμασμού και φόβου για τους ανθρώπους. Πριν οι μεγάλοι θεοί της ελληνικής μυθολογίας ορίσουν την κυριαρχία τους πάνω στα κύματα, υπήρχαν θηλυκές δυνάμεις της θάλασσας που καθοδηγούσαν τους πρώτους ναυτικούς και καθιστούσαν τις θάλασσες χώρους μυστηρίου και λατρείας. Σε αυτόν τον κόσμο γεννιέται η αφήγηση για την «Κυρά της Θάλασσας» που χάθηκε στην ιστορία του Αιγαίου, μια θεότητα χωρίς άμεσο όνομα, αλλά με παρουσία πανταχού… στα κύματα, στις ακτές, στα θαλάσσια πλάσματα, αλλά και στα πλοία που ταξίδευαν μακριά από την στεριά. Τα ίχνη της συνδέονται σήμερα με αρχαιολογικά ευρήματα και μυθολογικές μαρτυρίες, αναδεικνύοντας την γοητεία μιας θεάς που -όπως η ίδια η θάλασσα– παραμένει αινιγματική, ανεξερεύνητη και αθάνατη στην φαντασία μας.
«Θοῶς ἀλλασσομένη κα σαλευομένη»
Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν την λέξη «θάλασσα» ή «θάλαττα» για να περιγράψουν κυρίως το Αιγαίο. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, η λέξη αναφερόταν αρχικά στη Μεσόγειο και αργότερα γενικεύτηκε για να περιγράψει κάθε μεγάλη αλμυρή υδάτινη μάζα. Η ετυμολογία της μέχρι και σήμερα δεν είναι ξεκάθαρη και ίσως προέρχεται από πρώιμη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, καθώς η λέξη αυτή δεν απαντά σε καμία άλλη γλώσσα της οικογένειας των γλωσσών στην οποία ανήκει η ελληνική, ούτε σε άλλη γλωσσική οικογένεια ή μεμονωμένη γλώσσα. Σύμφωνα με τον Γ. Μπαμπινιώτη και την έρευνα του πάνω στην λέξη «θάλασσα», φαίνεται πως δεν παραδίδεται στα μυκηναϊκά (πινακίδες γραμμικής γραφής Β), ενώ ίσως να συνδέεται µορφικά µε τη λέξη «δαλάγχα» που παραδίδει ο Ησύχιος ως λέξη της αρχαίας μακεδονικής διαλέκτου.

Τα ίχνη μιας άγνωστης θεότητας
Προχωρώντας στην Ελληνική Μυθολογία, χαραγμένος στην μνήμη μας είναι σαφώς ο θεός της θάλασσας, Ποσειδώνας, η γυναίκα του Αμφιτρίτη, ο Νηρέας και η Ωκεανίδα και άλλες μορφές αυτών. Παρότι ο Ολύμπιος θεός και πανίσχυρος Ποσειδώνας ήταν κυρίαρχος των υδάτων, τα αρχαιολογικά και ιστορικά δεδομένα δείχνουν πως οι πρώτες θαλάσσιες λατρείες του Αιγαίου είχαν έντονο θηλυκό χαρακτήρα. Πριν ο Ποσειδώνας αποκτήσει τον τίτλο «Ενοσίχθων» και «Εννοσίγαιος», στα ιερά της προϊστορικής Ελλάδας φαίνεται πως λατρευόταν μια γυναικεία δύναμη της θάλασσας, είτε ως ξεχωριστή θεότητα είτε ως όψη της ευρύτερης Μεγάλης Μητέρας. Τα ειδώλια και οι σφραγιδόλιθοι που έχουν βρεθεί στην Κρήτη και στις Κυκλάδες από την Μινωική εποχή, απεικονίζουν γυναικείες μορφές ανάμεσα σε κύματα, ψάρια ή θαλάσσια σύμβολα. Παρότι δεν αναφέρεται πουθενά κάποια επιγραφή με ονομασία για αυτές τις μορφές, είναι πασιφανές πως οι πρώτοι κάτοικοι του Αιγαίου, συνέδεαν τη θεϊκή μορφή του νερού με το γυναικείο φύλο, ακόμα και όταν αυτό αφορά την ασφάλεια των ναυτικών και την γονιμότητα του υδάτινου όγκου. Την ίδια στιγμή στις Μυκήνες έχουν εντοπιστεί αγγεία που απεικονίζουν γυναικείες μορφές σε τελετουργία προς τιμήν θαλάσσιων όντων, ενώ ακρωτήρια του Αιγαίου φαίνεται να χρησιμοποιούνταν ήδη από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού ως σημεία τελετών αφιερωμένων στο υγρό στοιχείο. Είναι πιθανό ότι η «Κυρά της Θάλασσας» είχε σχέση με αυτούς τους πρώιμους ιερούς τόπους, πριν αντικατασταθεί από τον λατρευτικό θρίαμβο του Ποσειδώνα, με αποκορύφωμα έναν ναό, επιβλητικό όσο και ξακουστό: το Σούνιο. Μια ενδιαφέρουσα σύνδεση του ναού του Ποσειδώνα στο Σούνιο με την μυθολογική ανώνυμη θεά της θάλασσας, αφορά την θεωρία πως πριν υψωθεί ο κλασικός ναός του Ποσειδώνα, φαίνεται πως προϋπήρχε χώρος λατρείας που σχετιζόταν με το θαλάσσιο στοιχείο.

Πως χάθηκε η «Κυρά της Θάλασσας» στο Αιγαίο;
Παρόλο που αποδεδειγμένα η «Μεγάλη Μητέρα» είχε σημαντικό ρόλο στο λατρευτικό πλαίσιο του Αιγαίου και των παράκτιων περιοχών της αρχαίας Ελλάδας, οι ερμηνείες γύρω από μια προελληνική «Κυρά της Θάλασσας» παραμένουν σε μεγάλο βαθμό θεωρητικές, αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρουσες. Η μετάβαση από τις Μινωικές γυναίκειες θεότητες στον Ποσειδώνα δεν συνέβη ακαριαία. Η Μινωική Κρήτη είχε μια έντονα μητριαρχική θρησκευτική παράδοση, όπου οι θεές κυριαρχούσαν, ενώ συχνά ήταν συνδεδεμένες με τη φύση, τα ζώα και τα στοιχεία. Αυτή η «Μεγάλη Μητέρα» θεωρείται απίθανο να μην είχε σχέση με μια θαλάσσια όψη, ειδικά στον Μινωικό πολιτισμό που ταυτίζονταν τόσο πολύ με την θάλασσα. Αναλύοντας παραπάνω και την λέξη «θάλασσα» αυτούσια, μπορούμε να διακρίνουμε πως είναι γένος θηλυκού, κάτι που αντανακλά μια παλαιότερη προσωποποίηση του στοιχείου ως θεάς. Οι μαρτυρίες από τους αρχαίους συγγραφείς προ των Ολύμπιων θεών αναφέρουν τις Νηρηΐδες, τη Θέτιδα και τη Γαλάτεια, σε έναν αρχαϊκό κόσμο όπου οι θηλυκές δυνάμεις των υδάτων προηγούνται του Ποσειδώνα, αλλά καταργούνται με ένα φαινόμενο που συναντάμε συχνά στη μετάβαση από τις προελληνικές μητριαρχικές θεότητες σε ένα πιο πατριαρχικό πάνθεο. Οι αρχαιολογικές μελέτες υποστηρίζουν πως η λατρεία μιας θηλυκής θαλάσσιας θεότητας είναι πιθανό να υπήρχε στο Αιγαίο ήδη από τη 2η χιλιετία π.Χ., κάτι που ουσιαστικά καταργήθηκε στη Γεωμετρική και Αρχαϊκή περίοδο με την αναδιαμόρφωση της θρησκείας. Η Κυρά των ζώων, η Κυρά της λευκής πέτρας, η Κυρά της νύχτας, η Κυρά της γης, είναι μορφές που συναντάμε στο Αιγαίο, σε ένα μοτίβο που υποδηλώνει πως η φύση προσωποποιείται σε θηλυκές μορφές που κυριαρχούν σε κάθε στοιχείο. Στο πέρασμα των αιώνων οι περισσότερες από αυτές τις «Κυρές» έχουν χαθεί – απορροφηθεί ή μεταμορφωθεί, όπως και το γεγονός ότι σε πολλά πρώιμα Αιγιακά ιερά η θάλασσα λατρευόταν όχι ως πρόσωπο, αλλά ως στοιχείο.
Η θάλασσα ως μήτρα του κόσμου
Η πολιτισμική ανάγκη και η σχέση των ανθρώπων του Αιγαίου με τη θάλασσα δεν ήταν απλώς πρακτική, αλλά υπαρξιακή. Η θάλασσα τους παρείχε τροφή, συγκοινωνία και εμπόριο, ενώ με τον ίδιο τρόπο που τους προστάτευε, μπορούσε και να τους απειλήσει… Το υγρό στοιχείο ανέκαθεν ήταν συνδυασμένο με την ζωή την ίδια, κάτι που για ακόμα μια φορά είναι γένος θηλυκού. Ακόμη κι αν δεν διασώζεται το όνομα μιας θεότητας, η πολιτισμική λογική είναι ξεκάθαρη, εφόσον οι αρχαίοι αντιμετώπιζαν τη θάλασσα ως αρχέγονη μήτρα που γεννούσε θεούς, ανθρώπους και πολιτισμούς ολόκληρους ως ένα πρωταρχικό περιβάλλον της ύπαρξης. Η «Κυρά της Θάλασσας» που χάθηκε στην ιστορία του Αιγαίου, λειτουργούσε και ως προστάτιδα που φρόντιζε τους ναυτικούς και επιζητούσε σεβασμό και όχι υποταγή. Αν και ο ελληνικός κόσμος, όπως τον γνωρίζουμε, δίνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της δημιουργίας στη Γαία, υπάρχουν θραύσματα που δείχνουν ότι παλαιότερες εκδοχές της κοσμογονίας έβλεπαν τη θάλασσα ως πρώτο στοιχείο. Στον μύθο της Θέτιδας (μητέρας του Αχιλλέα), αναφέρεται πως δεν είναι απλώς μια Νηρηίδα, αλλά μια υδάτινη θεά με τρομακτική δύναμη, ενώ ο Ησίοδος υπαινίσσεται ότι η Θέτιδα «θα μπορούσε να γεννήσει έναν γιο δυνατότερο από τον Δία, αν δεν εμποδιζόταν». Πριν λοιπόν από την Γαία, στην Ελληνική μυθολογία επικρατούσε η ιδέα πως υπήρχε ένα υδάτινο χάος, κάτι που αντανακλάται σε μινωικά σύμβολα και σφραγίδες, όπου υδάτινες μορφές θηλυκών θεοτήτων αγκαλιάζουν ζώα, κύματα ή δελφίνια.

Η «Κυρά της Θάλασσας» σε άλλους λαούς της Μεσογείου
Αν συγκρίνουμε την ανώνυμη θεότητα του υδάτινου στοιχείου στην Αρχαία Ελλάδα με τους γείτονες αρχαίους λαούς, η διαφορά είναι πως εκεί υπάρχει ταυτότητα. Οι Φοίνικες λάτρεψαν την Αστάρτη, ως θεά της γονιμότητας και της ζωής, αλλά και ως προστάτιδα των ναυτικών και των λιμανιών τους. Στην Συρία της κλασικής αρχαιότητας, η θεά Ατάργατις που συχνά απεικονίζεται μισή γυναίκα και μισή ψάρι, ενσάρκωνε τη θάλασσα ως πηγή ζωής αλλά και μυστηρίου. Στην Μεσοποταμία, η πολύ σημαντική «δράκαινα» Τιαμάτ ως η μεγάλη υδάτινη μητέρα, προσωποποιεί το αλμυρό νερό (θάλασσα), ενώ ο σύζυγος της Απσού το γλυκό νερό (ποτάμια – λίμνες). Η πιθανή «Κυρά της Θάλασσας» στην Ελληνική της εκδοχή, ήταν περισσότερο τοπική, άρρητη και προφορική μορφή, παρά οργανωμένη θεότητα με μυθολογία. Στην Μικρά Ασία, η Θάλασσα αναφέρεται σε ορφικά και κοσμογονικά αποσπάσματα ως πρωτογενής υδάτινη θεότητα- σαν κόρη του Αιθέρα και της Ημέρας- ως μητέρα τεράτων και δαιμόνων, τονίζοντας τον «άγριο» χαρακτήρα της. Σε άλλους μύθους μεταγενέστερα εμφανίζεται ως μητέρα των Ροδίων, των Τελχινών καθώς και της Αφροδίτης που γεννήθηκε από τον αφρό της.
Το απομεινάρι μιας παλαιότερης αντίληψης, ενός κόσμου όπου η θάλασσα δεν ήταν μόνο πέρασμα ή εμπόδιο, αλλά κοσμική μήτρα και αρχέγονη δύναμη. Πριν από τους θαλάσσιους θεούς, πριν από τις οργανωμένες λατρείες, πριν από τα επιβλητικά ιερά, υπήρχε αυτή η πρωταρχική μορφή, η «Κυρά της Θάλασσας» που χάθηκε στην ιστορία του Αιγαίου, ως ύλη ζωής, τόπος φόβου, αλλά και ελπίδας. Εξερευνώντας τα ίχνη της σε ιερά, σε θραύσματα και σε παλιές τελετουργικές παραδόσεις, δεν αναζητούμε μόνο μια χαμένη θεότητα, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι του Αιγαίου κατανοούσαν τον κόσμο και τη θέση τους μέσα σε αυτόν. Η θάλασσα, με την ίδια λέξη να φέρει τις ρίζες του «αλός», παραμένει ακόμη και τώρα φορέας μιας αρχαίας αλήθειας: ότι όλα ξεκινούν από το νερό, και όλα κάποτε επιστρέφουν σε αυτό. Ίσως τελικά η «Κυρά της Θάλασσας» να μην χάθηκε, αλλά να επιβιώνει μέσα στις διαδοχικές όψεις της ως σύμβολο της βαθιά ριζωμένης και αδιάκοπης σύνδεσης του Αιγαίου με τους ανθρώπους της και τον κόσμο της θάλασσας.
Πηγές Άρθρου:
Beaulieu, M.C. (2016). The Sea in the Greek Imagination. published by University of Pennsylvania Press, Philadelphia
Carstens, A.M. (2023). The Great Goddess of Anatolia and her Greek Daughters: Late Bronze Age Origins in Rituals, Architecture, and Iconography. ανακτήθηκε από brill.com (τελευταία πρόσβαση 25/11/2025)
Marinatos, N. (2013). Minoan Kingship and the Solar Goddess. University of Illinois Press
Tully, C. (2018). Thalassocratic charms: trees, boats, women and the sea in Minoan glyptic art. Ανακτήθηκε από 12iccs.proceedings.gr (τελευταία πρόσβαση 25/11/2025)
Μπαμπινιώτης, Γ. (2006). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας. εκδόσεις Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα