
Νύχτα. Μπλουζ. Αίμα.
Παρακολουθώντας κανείς τους Αμαρτωλούς (Sinners) του Ράιαν Κούγκλερ, θα μπορούσε εκ πρώτης όψεως να χαρακτηρίσει την ταινία σχεδόν κατατοπιστικά με τις παραπάνω λέξεις. Παρόλα αυτά, δεν αρκούν ούτε στο ελάχιστο για μια πιο προσεκτική ανάλυση αυτής. Και αυτό γιατί, αν και ο βρικολακισμός αποτελεί βασικό συστατικό της, οι Αμαρτωλοί δεν είναι μια ακόμα ταινία βρικολάκων. Χρησιμοποιώντας ως περιτύλιγμα τους απέθαντους, ο Κούγκλερ επιλέγει να μιλήσει για συνθήκες διαχρονικές, υποσυνείδητες και οικουμενικές: τον ρατσισμό και την αγάπη για τη μουσική, η καλύτερα, την εργαλειοποίηση της τελευταίας από τους περιθωριοποιημένους για τη συντήρηση της ελπίδας τους.

Dance with the devil
Οι Αμαρτωλοί δεν προσπαθούν σε καμία περίπτωση να ωραιοποιήσουν τη σύγχρονη ιστορία. Την παρουσιάζουν ωμή, αλλά στο σύνολο που της αρμόζει. Η υπόθεση και η εικόνα διέπονται από τρόμο και έγκλημα, χωρίς να αφήνουν παράμερα την αγάπη προς τον άνθρωπο και τη μουσική. Η μουσική ενώνει άλλωστε, υποστηρίζουν πολλοί, και ο Κούγκλερ αναδεικνύει σχεδόν κυριολεκτικά την παραπάνω φράση: με αλλόκοτες για κάποιους σεκάνς, ο σκηνοθέτης τυλίγει πολιτισμούς και όνειρα στο ίδιο καλάθι, τα απλουστεύει χωρίς όμως να αφαιρέσει από την αξία τους. Με έξυπνους διαλόγους αλλά και με την ψυχογραφική υπόσταση των επιμέρους υποθέσεων, ο θεατής ξεκινά από την αρχή της ταινίας ακόμα να συνδέεται με τον κάθε χαρακτήρα και να ευελπιστεί για την καλοτυχία αυτών.
Η βασική υπόθεση μονάχα, καθώς και οι πρωταγωνιστές της, μπορούν να αποδείξουν εύκολα τα παραπάνω. Πιο συγκεκριμένα ο Σάμι, ένας νεαρός κιθαρίστας, ενώνεται με τα δίδυμα ξαδέρφια του, Σμόουκ και Στακ, οι οποίοι έχουν επιστρέψει στο Μισισίπι έπειτα από την πολύχρονη συμπλοκή τους με τη μαφία του Σικάγο και αποφασίζουν να λειτουργήσουν ένα μπαρ στο οποίο θα πρωταγωνιστούν τα μπλουζ. Όλα φαίνεται να είναι με το μέρος τους ως και τα εγκαίνια του μαγαζιού, μέχρι που έρχονται αντιμέτωποι με ένα άγνωστο κακό. Τον διπλό ρόλο των διδύμων μας χαρίζει ο Μάικλ Μπ. Τζόρνταν, ενώ τον Σάμι υποδύεται ο Μάιλς Κάτον.

Αξίζει να σημειωθεί πως η ταινία δεν επιθυμεί να αναδείξει κάτι που δεν έχει ήδη ειπωθεί. Αντίθετα, επιδιώκει να μιλήσει για τα αυτονόητα με έναν ανορθόδοξο τρόπο: αγκαλιάζοντας τον θεατή σα μικρό παιδί, και εξιστορώντας με ωριμότητα και σεβασμό το παρελθόν και το παρόν, δίνοντας του την ελευθερία να επιλέξει το μέλλον. Οι εξοστρακισμένοι χαρακτήρες της ταινίας δε χάνουν στιγμή τη γενναιότητα και την αγάπη τους για τον συνάνθρωπο, τις ελπίδες τους για έναν πιο δίκαιο κόσμο και την ανάγκη τους για τη μουσική. Άλλωστε, αυτές είναι και οι αρετές που οι Αμαρτωλοί τόσο προσεκτικά μας παρουσιάζουν, όχι σα δίδαγμα, αλλά σαν προσευχή για ένα καλύτερο αύριο.
Νύχτα. Μπλουζ. Αίμα και μίσος. Αλλά και λατρεία, ανθρωπιά, αλληλεγγύη και όνειρα.
Δείτε το τρέιλερ: