
Ένας αστυνομικός καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση μανιακού δολοφόνου έχει σημάνει καμπανάκι κινδύνου ή μάλλον… μπλε και κόκκινες σειρήνες σε όλη την πόλη αφού ήδη σκόρπισε τον θάνατο σε 2-3 ανυποψίαστους πολίτες που δυστυχώς ο τελευταίος άνθρωπος που είδαν πριν κλείσουν τα μάτια τους για πάντα, είναι ένα όργανο «ασφαλείας» να τους δολοφονεί βίαια. Με την ευκολία της ενδυμασίας του αστυνομικού κινείται άνετα δρώντας αλαζονικά και έχει δοθεί σήμα στα μέσα ενημέρωσης να επιστήσουν ιδιαίτερη προσοχή σε κάποιον που μάλλον βρίσκεται εκ των έσω της αστυνομίας. Οι πολίτες δύσπιστοι πλέον για τα όργανα της τάξης, ορισμένοι φοβούνται και έχουν τρομοκρατηθεί, άλλοι χλευάζουν συλλήβδην την αστυνομία και κάποιοι στη θέα και μόνο κάποιου με τη μπλε στολή το βάζουν στα πόδια στη σκέψη ότι θα είναι ο γνωστός-άγνωστος serial killer που καταζητείται.
Το γεγονός αυτό έχει θορυβήσει τον κόσμο ο οποίος έχει χάσει πλέον και τα τελευταία αποθέματα εμπιστοσύνης στους αστυνομικούς που αντί να τους προστατεύουν από τους κινδύνους, είναι οι ίδιοι ο κίνδυνος από τον οποίο πρέπει να προφυλαχτούν. Η κοινή γνώμη αρχίζει και να χλευάζει τις «αρχές» και να στηλιτεύει την αποτελεσματικότητά τους ως άλλη μια περίπτωση φαυλοκρατίας που επικρατεί στην αστυνομία, καθώς ο δολοφόνος αποτελεί απλώς το σύμπτωμα ενός διεφθαρμένου συστήματος. Ένα σύστημα που κάνει κατάχρηση εξουσίας, βγάζει τα πιστόλια και… όποιον πάρει ο χάρος. Έχει όμως προβληματίσει και τους αξιωματούχους της αστυνομίας οι οποίοι ανησυχούν για μια πιθανή ενδόρρηξη, ψάχνουν μανιωδώς να βρουν ποιoς «δικός» τους είναι αυτός που τους έχει αμαυρώσει το όνομα και τολμάει να σφετερίζεται την εξουσία του θεσμού, αλλά και έχει περίσσιο θράσος να χρησιμοποιεί το «ιερό» σήμα για να προσελκύει αθώα θύματα στις άγριες και ανεξήγητες -ακόμα- ορέξεις του.
Με το πρώτο kill να σημειώνεται μόλις στην πρώτη σκηνή της ταινίας διαπιστώνουμε ότι ο θύτης δεν έχει σαφή κίνητρα, απλά ικανοποιεί το φετίχ του να σκοτώνει με τη ρωμαλέα σωματοδομή του, να τους σηκώνει με άνεση στον αέρα και να τους ξεπαστρεύει. Όποιος έχει την ατυχία να βρεθεί στον δρόμο αυτού του χειροδύναμου τύπου δεν θα ζήσει πάνω από λίγα κλάσματα του δευτερολέπτου.
Ένας αστυνόμος που τον υποδύεται ο Bruce Campbell έχει προβλήματα στον γάμο με την γυναίκα του λύνοντάς το με το να… πλαγιάζει με άλλες. Αυτή παραπονιέται ότι την αφήνει πολλές ώρες μόνη και ότι δεν της δείχνει το απαιτούμενο ενδιαφέρον. Δύσπιστη όπως είναι με τα ολοήμερα και ολονύχτια ξεμυτίσματά του και με το μανιακό αστυνομικό να αλωνίζει ανεξέλεγκτα, κάτι ύποπτο της έχει μπει στο μυαλό της ακολουθώντας τον για να διαπιστώσει αν έχει διπλή ζωή και είναι αυτός ο περιβόητος κακοποιός. Κατά την παρακολούθησή του θα έρθει προ εκπλήξεως με το θέαμα της απιστίας από τον σύζυγό της. Ανακουφισμένη που δεν είναι ο τρελός αλλά σοκαρισμένη που την απατάει θα ετοιμάσει τα χαρτιά διαζυγίου στο άψε σβήσε.
Ποιος όμως είναι αυτός ο μυστήριος τύπος με τις ουλές στο πρόσωπο, τα έντονα ζυγωματικά και τα γουρλωτά μάτια στα οποία καθρεφτίζεται ένα μένος το οποίο ευθύνεται για τόσους θανάτους και τίποτα δεν φαίνεται να μπορεί να το αναχαιτίσει επιτυχώς;
To «Maniac Cop» είναι η πρώτη ταινία της τριλογίας ενός franchice που απέκτησε cult διάσταση από το αντίστοιχο κοινό ενώ ξεγελάει με την φαιδρότητα του τετριμμένου τίτλου της αλλά και της θεματολογίας της, διότι αδικείται ίσως από την ελαφρότητα που διέπνεε όλα τα slasher film της δεκαετίας του ’80 με εξαίρεση ορισμένα κλασσικά. Η ταινία του 1988 έχει μια αυτάρκεια και αυταξία διαφοροποιώντας τον εαυτό της από το λεφούσι της μετριότητας του είδους αυτού εκείνης της εποχής και στέκεται αγέρωχη στο δικό της βάθρο των slasher ταινιών όντας εξαιρετικά διασκεδαστική, αυθεντικά αυθάδης και χορταστικά… παράνομη!
“You have the right to remain silent… forever.”
Δείτε το trailer της ταινίας «Maniac Cop» εδώ: