
Η ταινία Πυρετός στην άσφαλτο (1967) είναι ένα αστυνομικό θρίλερ του παλιού ελληνικού κινηματογράφου σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου και σενάριο του Νίκου Φώσκολου. Με πρωταγωνιστή τον παραλίγο James Bond Γιώργο Φούντα, σε έναν ρόλο που μέσα του συγκρούεται το καθήκον προς την οικογένεια και το κοινό καλό, η ταινία αναδεικνύει τα κοινωνικά αδιέξοδα και τις μικρές τραγωδίες της καθημερινότητας.
Η πλοκή (χωρίς spoilers)
Ο Βασίλης Μέρκος ένας αρχιφύλακας αφοσιωμένος στο καθήκον περιπολεί στους δρόμους της Αθήνας την νύχτα που η γυναίκα του παλεύει να φέρει στον κόσμο το παιδί τους. Όταν μαθαίνει πως η ζωή της και του παιδιού τους κρέμεται από μία κλωστή και χρειάζεται άμεσα αίμα μιας σπάνιας ομάδας, αρχίζει έναν αγώνα δρόμου μέσα στο σκοτάδι, αναζητώντας απεγνωσμένα μια φιάλη ελπίδας. Καθώς το ξημέρωμα πλησιάζει ο Μέρκος βρίσκεται μπροστά σε ένα σκληρό δίλημμα. Να τιμήσει τον όρκο του ως αστυνομικός ή να σώσει την γυναίκα και το παιδί του από τον θάνατο.
SPOILERS!
Η ταινία ξετυλίγεται με έναν τραγικό ρυθμό ξεκινώντας από το τέλος όπου το παιδί έχει χαθεί. Το βάρος αυτής της απώλειας διαπερνά την ταινία καθώς μέσα από αναδρομές στο παρελθόν μαθαίνουμε πως η γυναίκα του Μέρκου έχει κάνει δύο αποβολές και πως προσπαθούν δέκα χρόνια να κάνουν παιδί. Ο Μέρκος ξεκινά έναν αγώνα ενάντια στον χρόνο και στην τύχη αναζητώντας σωτηρία. Στο αποκορύφωμα καλείται να επιλέξει, να πάει το αίμα στη γυναίκα του ή να κυνηγήσει έναν επικίνδυνο εγκληματία. “ Δεν πήγα εκεί που ήθελα, πήγα εκεί που έπρεπε”, λέει ο ίδιος με λόγια που σημαδεύουν την ψυχή του θεατή. Έσωσε τα παιδιά των άλλων, όχι το δικό του.
Ο εγκληματίας που καταδιώκει ο Μέρκος δεν είναι κοινός εγκληματίας, αλλά ένας ψυχικά τραυματισμένος άνθρωπος που έχασε τον πατέρα του στον πόλεμο (Φαίδων Γεοργίτσης). Η ταινία τον συστήνει στον Μέρκο όταν τον επιστρέφει στο ψυχιατρείο με σπάνια για την εποχή ευαισθησία και χωρίς ίχνος στιγματισμού. Σε μια μικρή σχεδόν αδιάφορη σκηνή, ο Μέρκος ομολογεί στον συνάδελφό του ότι και ο ίδιος είχε αντιμετωπίσει κάποτε ψυχικά προβλήματα, ήρεμα χωρίς στόμφο και χωρίς να επανέλθουν στην πλοκή. Αυτή η λεπτή αναφορά προσδίδει βάθος στον ήρωα και ταυτόχρονα αναδεικνύει μια προοδευτική στάση απέναντι στην ψυχική υγεία, σπάνια για το ελληνικό σινεμά της δεκαετίας του ΄60. Όταν ο φυγάς δραπετεύει ξανά και σε μια έκρηξη απελπισίας, καταλαμβάνει ένα σχολικό λεωφορείο με παιδιά, ο Μέρκος καλείται να τον αντιμετωπίσει όχι ως τέρας, αλλά ως άνθρωπο.

Η αναζήτηση του Μέρκου για το σπάνιο αίμα μέσα στη νύχτα γίνεται ένα ταξίδι μέσα στις ατέλειες και τις δυσλειτουργίες του συστήματος υγείας της εποχής. Συναντά τρεις γιατρούς, καθένας με τον δικό του τρόπο αποτυπώνει την κούραση, την απρόσωπη ρουτίνα και τις ανθρώπινες αδυναμίες που κρύβονται πίσω από τις λευκές στολές. Ο πρώτος, βιαστικός και απορροφημένος από την εξέταση ενός ασθενούς, αφήνει τον Μέρκο να περιμένει, για να τον στείλει γρήγορα αλλού μόλις πληροφορηθεί τι ζητάει, μια πράξη που αποκαλύπτει την έλλειψη πόρων και τη σκληρή πραγματικότητα των νοσοκομείων. Ο δεύτερος γιατρός δείχνει έναν άλλο τύπο επαγγελματία, που μοιάζει να παγιδεύεται σε προσωπικά παιχνίδια και στην αδιαφορία, επικοινωνώντας με την αγαπημένη του στο τηλέφωνο ενώ ο Μέρκος περιμένει υπομονετικά έξω από το γραφείο του. Ο τρίτος γιατρός, παρά τον τραυματισμό του, εμφανίζεται πεισματικά στο πόστο του, συμβολίζοντας την προσωπική θυσία μέσα σε ένα σύστημα που σπανίζει σε πόρους. Μέσα από αυτή την αναζήτηση, η ταινία αποτυπώνει με ρεαλισμό και κριτική διάθεση τα κενά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το δημόσιο σύστημα υγείας, χωρίς όμως να καταφεύγει σε υπερβολές ή εύκολες καταγγελίες.
Η αναζήτηση δότη για το σπάνιο αίμα οδηγεί τον Μέρκο σε μια σειρά από απρόσμενες και τραγικές συναντήσεις που αποκαλύπτουν την ανθρώπινη πλευρά της νυχτερινής Αθήνας. Ο πρώτος δότης που εντοπίζεται είναι ένας μέθυσος, και δυστυχώς την ίδια στιγμή που τον βρίσκουν, τον πατάει αυτοκίνητο, αφήνοντας τον Μέρκο με ένα ακόμα κενό. Ο δεύτερος δότης (Σπύρος Καλογήρου) είναι ένας καταζητούμενος που, μόλις βλέπει τον αστυνομικό, προσπαθεί αρχικά να ξεφύγει, αλλά όταν αντιλαμβάνεται το λόγο της επίσκεψης, αποφασίζει να βοηθήσει, γιατί και η δική του μητέρα είχε πεθάνει στη γέννα επειδή δεν υπήρχε διαθέσιμο αίμα. Με αυτή την προσωπική τραγωδία να τον ωθεί, ο άνδρας επιλέγει να σταθεί αρωγός σε έναν ξένο, δείχνοντας πως η αλληλεγγύη μπορεί να γεννηθεί ακόμα και στις πιο απρόσμενες συνθήκες.
Το δίλημμα
Στο τέλος, αυτό που μένει δεν είναι η δράση, ούτε καν η ίδια η απώλεια αλλά το βάρος της επιλογής. Η απόφαση του να “μην πάει εκεί που ήθελε, αλλά εκεί που έπρεπε” δεν παρουσιάζεται ούτε ως λύτρωση ούτε ως θρίαμβος, αλλά ως μια βαθιά ανθρώπινη τραγωδία. Το δίλημμα του Μέρκου δεν έχει σωστή απάντηση και αυτό είναι η δύναμη της ταινίας. Μας αφήνει με ένα τραύμα και μια ερώτηση που διαπερνά την οθόνη. Πόσο κοστίζει το καθήκον όταν έρχεται σε σύγκρουση με την καρδιά;
Δείτε το trailer του “Πυρετός στην άσφαλτο”: