Υπήρχε μια εποχή που δεν είχαμε TikTok, ούτε Insta stories, ούτε την επιλογή “Skip Intro”. Μια εποχή που οι τίτλοι αρχής ήταν τελετουργία, κι όχι ενόχληση. Εκεί, στα άγια 90s, σε ένα σαλόνι με χαλιά γεμάτα ψίχουλα από φρυγανιές και σε μια τηλεόραση 14 ιντσών, και τον ήχο λίγο μπουκωμένο από τις επαναλήψεις, κάτι συνέβαινε. Δεν βλέπαμε απλά ένα παιδικό. Βρισκόμασταν εκεί, στην αρχή όλων.
Μιλάμε για την ταινία που δεν ήταν απλά animation. Ήταν τελετή μύησης. Ήταν ο ήλιος που ανέτειλε πάνω απ’ τον κύκλο της ζωής. Ήταν το πρώτο μας υπαρξιακό σοκ. Ο θάνατος του Μουφάσα και το πρώτο μας “γιατί να πεθαίνουν οι καλοί, ρε μαμά;”. Ήταν το “Hakuna Matata” πριν καταλάβουμε τι θα πει άγχος για το ενοίκιο.
Ο Βασιλιάς των Λιονταριών (The Lion King, 1994) δεν είναι απλώς μια ταινία κινουμένων σχεδίων. Είναι το σημείο μηδέν μιας γενιάς. Η πρώτη φορά που νιώσαμε ταυτόχρονα δέος, λύπη, δικαιοσύνη και ανατριχίλα. Και όλα ξεκίνησαν μ’ έναν στίχο:
“Nants ingonyama bagithi Baba!”
Δηλαδή, «έρχεται ένα λιοντάρι, πατέρα».
Κι ήρθε πράγματι. Και μας πήρε όλους μαζί του.
Μια κασέτα που έλιωσε από την αγάπη
Δεν υπήρχε Netflix. Δεν υπήρχε Disney+. Υπήρχε μια βιντεοκασέτα, πιθανότατα νοικιασμένη απ’ το VideoLand της γειτονιάς, που έπαιζε ξανά και ξανά μέχρι να γρατζουνιστεί η εικόνα και να κάνει γραμμές. Η ετικέτα έγραφε “The Lion King” με κεφαλαία και μαρκαδόρο. Κάποιος θείος την είχε αντιγράψει “για να μην τη χάσετε”. Τη βάλαμε τόσες φορές που η ταινία έγινε κάτι σαν οικογενειακό μέλος.
Την ξέραμε απέξω. Κάναμε lip sync στον Σκαρ και γελούσαμε με τις γκριμάτσες του Πούμπα. Ο Σίμπα ήταν εμείς. Και εμείς ήμασταν ο Σίμπα — μικροί, αθώοι, λίγο γκρινιάρηδες, με την αίσθηση ότι ο κόσμος είναι ένα ασφαλές μέρος… μέχρι να πάψει να είναι.
Μουφάσα: Ο πατέρας που όλοι είχαμε ανάγκη
Δεν τον λέγαμε “πατρική φιγούρα”, αλλά ξέραμε ότι ήταν κάτι μεγάλο. Ο Μουφάσα δεν ήταν απλώς ένα λιοντάρι. Ήταν το σύμπαν σε μορφή φωνής.
Και όταν η σκηνή του θανάτου του ήρθε — μέσα σε μόλις 30 δευτερόλεπτα — άλλαξε κάτι μέσα μας. Το σοκ. Η απώλεια. Η πρώτη φορά που νιώσαμε τι σημαίνει το “δεν θα γυρίσει”.
Είναι σχεδόν παράλογο: μια ταινία για λιοντάρια μάς δίδαξε για το πένθος πριν το καταλάβουμε. Ποιος άλλος παιδικός ήρωας άφησε τέτοιο κενό με τον χαμό του; Κανείς.
Hakuna Matata και λίγο καταθλιψάρα
Η μεσαία πράξη της ταινίας μάς έδωσε Τίμον και Πούμπα — τους πρώτους μας άχρηστους μεντορες που τα λένε ωραία.
“Hakuna Matata” φωνάζαμε με άγνοια κινδύνου, νομίζοντας πως είναι φιλοσοφία ζωής. Δεν είχαμε ιδέα ότι ο Σίμπα είχε PTSD. Τον είδαμε να γελάει με ένα γουρούνι και ένα σουρικάτα, να τρώει έντομα, να ξεχνά το παρελθόν. Και εμείς ξεχάσαμε για λίγο. Αλλά η ταινία δεν μας άφησε εκεί.
Γιατί ο πατέρας επιστρέφει. Έστω μες στα σύννεφα.
“Remember who you are.“
Δεν ξέραμε αγγλικά, αλλά νιώθαμε ότι μιλούσε και σε εμάς.
Μια ιστορία ενηλικίωσης
Το Lion King δεν είναι απλά παιδικό. Είναι μύθος.
Έχει προδοσία, εξορία, επαναφορά, θυσία, ανάληψη ευθύνης, κάθαρση. Είναι Σαίξπηρ για παιδιά — και για όσους μεγάλωσαν, αλλά δεν ξέχασαν.
Και πάνω απ’ όλα, είναι μια ιστορία για το πώς να συνεχίζεις, ακόμα κι όταν όλα δείχνουν χαμένα. Όταν έχεις χάσει τον πατέρα, τη θέση σου, το νόημα. Και πρέπει να περπατήσεις μέσα από το σκοτάδι για να φτάσεις ξανά στο φως.
Ένα λιοντάρι για πάντα μέσα στις καρδιές μας
Πολλά ήρθαν από τότε. Remakes, sequels, σειρές, memes, soundtracks, Μπόχο σαλόνια με αφίσες του Μουφάσα. Αλλά τίποτα δεν ξεπέρασε εκείνο το πρώτο βράδυ, με τη βιντεοκασέτα, το ποπ κορν και το αίσθημα ότι αυτό που βλέπεις σε αλλάζει.
Ο Βασιλιάς των Λιονταριών δεν είναι απλώς ταινία. Είναι τραύμα, μνήμη και παρηγοριά. Είναι αυτό που είδαμε όταν δεν καταλαβαίναμε, και συνεχίζουμε να βλέπουμε για να θυμόμαστε.
Και κάπου μέσα μας, ο Σίμπα ακόμα ψάχνει τη φωνή στον ουρανό.
Κι εμείς την ακούμε.
“Remember who you are.”