«Να πω καλημέρα;»
Ο Φέρρης σήκωσε το κεφάλι του και είδε το πρόσωπο της Ρένας, της ιδιοκτήτριας του καφέ «Εκκρεμές» και τα βαμμένα με μωβ σκιά μάτια της να τον κοιτάνε με ένα βλέμμα που μαρτυρούσε κάτι ανάμεσα σε απορία και λύπηση.
«Καλημέρα».
«Πέρνα μέσα». Η Ρένα σήκωσε κάτι διακόπτες στον ηλεκτρικό πίνακα και τα φωτιστικά με τις λάμπες φθορισμού άναψαν ελευθερώνοντας έναν μεταλλικό ήχο. Ο Άρης πέρασε από μπροστά της και εκείνη πρόσεξε πως δεν μύριζε αλκοόλ.
«Να ετοιμάσω καφεδάκι ή….;»
«Καφέ, Ρένα. Σε ευχαριστώ πολύ».
Ο Άρης έκατσε στην γωνία του ξύλινου πάγκου που βρισκόταν κατά μήκος της φιμέ τζαμαρίας. Έβγαλε το πακέτο Lucky Strike, τον αναπτήρα του και το κινητό του από τις τσέπες του, έβγαλε το παλτό του και το ακούμπησε στην καρέκλα δίπλα του. Κοίταξε το ρολόι του. 7 η ώρα. Δεν είχε καταφέρει να κοιμηθεί πάνω από μια ώρα συνεχόμενα. Το αλκοόλ τόσο καιρό τον βοηθούσε να μην ονειρεύεται. Τα τελευταία βράδια όμως οι Όνειροι σαν να θέλουν να τον τιμωρήσουν τον επισκέπτονται τα βράδια θέλοντας να τον ταξιδέψουν στο Νησί τους, όπου για τον Άρη έχει τη μορφή της Κόλασης.
Η Ρένα πίσω από τον πάγκο άναψε την μεγάλη επίπεδη τηλεόραση που είχε στον τοίχο ανάμεσα από το μπαρ και την πόρτα της τουαλέτας και κυρίως χρησίμευε για τις ημέρες που είχε αγώνες του ελληνικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου. Η κρατική τηλεόραση είχε ως θέμα –όπως ήταν αναμενόμενο– τον θάνατο του Βουλευτή Κασάπη.
«Πηγές από τους κύκλους της Αστυνομίας μιλάνε για υποψίες ότι ίσως δεν επρόκειτο για αυτοκτονία», είπε μεταξύ άλλων ο ρεπόρτερ Γιώργος Καλλέργης.
«Το αρχίδι…» μονολόγησε ο Άρης. «Με ποιον μπορεί να μίλησε;»
«Την έρευνα, όπως μας ενημέρωσε εχθές ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, Διονύσιος Βάρναλης, έχει αναλάβει ο Αστυνόμος Άρης Φέρρης, μετά από προσωπική επιλογή του ιδίου. Δεν έχουμε περισσότερες πληροφορίες. Περισσότερα περιμένουμε να μάθουμε στην πρωινή συνέντευξη Τύπου που έχει προγραμματιστεί για τις 10».
«Έχουμε έναν διάσημο στο μαγαζί μας σήμερα». Η Ρένα άφησε τον καφέ μπροστά από τον Αστυνόμο, ο οποίος ήταν φανερά εκνευρισμένος από αυτά που άκουσε στη τηλεόραση. Τον ήξερε τον Καλλέργη. Παλιά καραβάνα στο αστυνομικό ρεπορτάζ. Χρόνια πριν, όταν ο Άρης ήταν ακόμα Υπαστυνόμος Β’ και συμμετείχε σε μια έρευνα για ένα βιαστή στα Πετράλωνα τον είχε πλησιάσει και του είχε δώσει την κάρτα του.
«Σε περίπτωση που θέλει να βγάλει κάνα χαρτζιλίκι». Από τότε δεν τον ξαναπλησίασε. Ίσως έπαιξε ρόλο ότι ο Άρης του απάντησε σε εκείνη την πρόταση λέγοντας του ότι θα του δώσει να φάει τα αρχίδια του αν τον ξαναενοχλήσει. Έπιασε το παλτό του και έβγαλε ένα σημειωματάριο με ένα στυλό περασμένο στο σπιράλ του και σημείωσε κάτι. Το άφησε στη σελίδα που σημείωσε, πέρασε ξανά το στυλό στο άσπρο σπιράλ και το έβαλε στην εσωτερική τσέπη του παλτό του.
«Δεν άργησα», ακούστηκε πίσω του η φωνή της Αθηνάς. Γύρισε και την κοίταξε και της έκανε ένα νεύμα να κάτσει στην καρέκλα δίπλα του. Όλα πάνω της μαρτυρούσαν την κούραση από το ξενύχτι. Τα μάτια της ήταν κόκκινα και τα μαλλιά της δεν ήταν φρεσκολουσμένα όπως τις προηγούμενες ημέρες, όμως η μυρωδιά του αρώματός της παρέμενε το ίδιο αισθητή. Η Αθηνά ακούμπησε το κράνος της στον πάγκο και έψαξε την σερβιτόρα με το βαρύ μακιγιάζ και το βραδινό ντύσιμο. Την είδε πίσω από την μπάρα.
«Με συγχωρείτε. Ένα διπλό καπουτσίνο θα ήθελα».
«Έγινε κορίτσι μου».
«Είναι πολύ ευγενική», είπε απευθυνόμενη στον Άρη αυτή τη φορά.
«Η Ρένα είναι καλός άνθρωπος».
«Εσείς οι δύο; Έχετε;»
Από την έκφραση που αντίκρισε στο ταλαιπωρημένο πρόσωπό του μετάνιωσε για τις λέξεις που μόλις είχε ξεστομίσει. Ο Άρης αρκέστηκε σε αυτή του την έκφραση και στο να επαναλάβει ενοχλημένος ότι η ιδιοκτήτρια του καφέ είναι ένας πραγματικά καλός άνθρωπος. Πέρασε τα δάχτυλα του μέσα από τα μαλλιά του, στρώνοντας προς τα δεξιά και μετά άναψε ένα τσιγάρο. Στο μεταξύ είχε φτάσει και ο καφές.
«Για να δω τι έχεις φέρει».
«Μάλιστα». Οι κινήσεις της ήταν σταθερές. Άνοιξε τον φάκελο που κρατούσε και έβγαλε από μέσα ένα σημειωματάριο. Το άνοιξε και ο Φέρρης παρατήρησε τα καλλιγραφικά γράμματα της.
«Μέχρι στιγμής δεν έχουμε κάποιο στοιχείο που να μαρτυρεί δολοφονία», είπε η Αθηνά. «Δεν βρέθηκε ίχνος αίματος στο χώρο του γραφείου, ούτε κάποια ένδειξη πάλης. Η σήμανση έχει συλλέξει διάφορα αντικείμενα, όμως δεν είναι βέβαιοι αν θα καταφέρουν να βγάλουν άκρη, αν δεν έχουν γενετικό υλικό από όσους επισκέφτηκαν πρόσφατα το γραφείο του Κασάπη».
«Μάθε πότε καθαρίστηκε τελευταία φορά το γραφείο και ποια ήταν τα ραντεβού που είχε στο μεσοδιάστημα μέχρι το θάνατό του. Θέλω δείγμα DNA και αποτυπώματα όσων είχαν προγραμματισμένη συνάντηση με τον Κασάπη μέσα στην ημέρα».
«Μάλιστα».
«Έμαθες με ποιους μίλησε εχθές; Ποιος φέρεται να τον είδε τελευταίος;»
«Έχω μια λίστα εδώ με τα ονόματα των πολιτικών που συνάντησε εχθές βάσει του προγράμματός του και όσων παραδέχθηκαν ότι τον συνάντησαν. Δεν κατάφερα να μιλήσω διεξοδικά με όλους». Ο Άρης εξέτασε τα ονόματα της λίστας. Μεταξύ αυτών και το όνομα του πατέρα της συνεργάτιδάς του. Η Αθηνά συνέχισε: «Τελευταία τον είδε η γραμματέας του, Αρετή Φιλιάκη, όταν εκείνος επέστρεψε από μια συνάντηση με τον Υπουργό Εσωτερικών. Μετά ήταν σίγουρη πως δεν ξαναβγήκε από το γραφείο του μέχρι που…»
«Ήταν όλη την ώρα έξω από το γραφείο του για να το επιβεβαιώσει;» ρώτησε ο Φέρρης και ήπιε μια γουλιά από τον σκέτο καφέ του.
«Έκτος από λίγη ώρα που χρειάστηκε να λείψει για να κατέβει στην πύλη. Για λιγότερο από πέντε λεπτά μου είπε». Η νεαρή αξιωματικός είδε το νυσταγμένο βλέμμα του Άρη να ξυπνάει.
«Κάτι άλλο; Κάτι περίεργο;»
Η Αθηνά δεν ήξερε τι ήθελε να ακούσει ο Αστυνόμος, και κόμπιασε.
«Η γραμματέας του μου είπε ότι μόλις μπήκε στο γραφείο την χτύπησε μια καπνίλα» απάντησε η Αθηνά.
»Τσιγαρίλα, αυτή τη λέξη χρησιμοποίησε».
Στο άκουσμα της λέξης ο Άρης έφερε στο στόμα το στραβό Lucky Strike.
«Ωραία, και ποιο είναι το περίεργο;»
«Ο Βουλευτής δεν κάπνιζε».
Στη Γ.Α.Δ.Α. επικρατούσε πανικός. Στην είσοδο, στο πεζοδρόμιο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας είχε μαζευτεί πλήθος δημοσιογράφων και τηλεοπτικών συνεργείων, ενώ το ίδιο συνέβαινε και στα Γραφεία του Αρχηγείου στο κτίριο του Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, όπου σε λιγότερο από δύο ώρες θα πραγματοποιούνταν η συνέντευξη Τύπου.
Στο Τμήμα Εγκλημάτων κατά ζωής όλοι ασχολούνταν με την υπόθεση του θανάτου του τέως Βουλευτή. Η Αίθουσα Συσκέψεων Α ήταν γεμάτη. Όρθιος μπροστά σε ένα λευκό πίνακα στεκόταν ο Άρης, όντας και ο επικεφαλής της έρευνας. Μπροστά μπροστά καθόταν η Αθηνά. Ακόμα, στην αίθουσα βρίσκονταν οι πέντε νεαροί αστυνομικοί που είχαν βοηθήσει την Αθηνά το προηγούμενο βράδυ με τους μάρτυρες, η Υπεύθυνη της Σήμανσης και πίσω όρθιος με τα χέρια σταυρωμένα, ο Βάρναλης, ο οποίος φορούσε το παντελόνι και το πουκάμισο της επίσημης στολής του.
«Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε με τα βασικά». Ο Άρης είχε βγάλει το παλτό του, είχε ανοίξει το πρώτο κουμπί του λευκού πουκαμίσου του και είχε σηκώσει τα μανίκια μέχρι τη μέση του πήχη. «Ό,τι πούμε εδώ μέσα δεν θα το μεταφέρετε σε κανέναν. Γυναίκα, μάνα, πατέρα, συνάδερφο, πουθενά. Έγινα κατανοητός;». Ένα «Μάλιστα» ακούστηκε εν χορώ. «Αν λοιπόν, οι δημοσιογράφοι μάθουν πάλι κάποια λεπτομέρεια για την έρευνα θα ξέρω ποιους θα πρέπει να γαμήσω. Αυτό έγινε κατανοητό σε όλους;»
Η κατάφαση εκφράστηκε με μικρότερο ενθουσιασμό. Ο Άρης σταμάτησε τα πάνω κάτω και έκατσε. «Έχω ενημερώσει τον Αρχηγό για όλες τις λεπτομέρειες και έχουμε συμφωνήσει για το τι πρέπει να ειπωθεί στη συνέντευξη Τύπου, όμως για εμάς το μόνο σίγουρο είναι πως ο Κασάπης είναι νεκρός. Οτιδήποτε άλλο, είναι υπό διερεύνηση».
Άφησε λίγα δευτερόλεπτα να χωνέψουν όλοι αυτό που τους είπε και συνέχισε: «Η Σήμανση έχει συλλέξει ό,τι μπορεί να της φανεί πολύτιμο και περιμένουμε τα αποτελέσματα τις επόμενες ώρες. Η Υπεύθυνη της Σήμανσης, Χριστίνα Χαρίτου, θα σας ενημερώσει για τις λεπτομέρειες». Από την καρέκλα της σηκώθηκε μια ψηλή ξανθιά γυναίκα, γύρω στα 35. Η Αθηνά την γνώρισε μόλις χθες όταν επόπτευε τις εργασίες στο γραφείο του Κασάπη.
«Ευχαριστώ Αστυνόμε Φέρρη. Αρχικά ψάξαμε για κάποιο σημάδι βίας, όμως δεν βρήκαμε τίποτα. Το μόνο ποτήρι που βρήκαμε στο γραφείο πιθανότατα έχει χρησιμοποιηθεί μόνο από τον εκλιπόντα, όμως θα βεβαιωθούμε όταν έχουμε τα αποτελέσματα των εξετάσεων και την ταυτοποίηση των αποτυπωμάτων. Συλλέξαμε αποτυπώματα από όλα τα πιθανά σημεία του γραφείου και περιμένουμε τα δείγματα που θα μας βοηθήσουν να εξαιρέσουμε όσους γνωρίζουμε ότι βρέθηκαν στον χώρο από το πρωί της προηγουμένης όποτε και είχε καθαριστεί πλήρως ο χώρος για τελευταία φορά». Η Χαρίτου πήρε στα χέρια της ένα φάκελο που είχε αφήσει στην καρέκλα της καθώς σηκώθηκε και έβγαλε μια φωτογραφία, η οποία απεικόνιζε ένα τσιγάρο, την έδειξε στο ακροατήριό της και την έδωσε στον Φέρρη, ο οποίος με τη σειρά του χρησιμοποιώντας έναν κόκκινο μαγνήτη την τοποθέτησε στον λευκό πίνακα ακριβώς κάτω από αυτή του Κασάπη.
«Τί έχουμε εδώ Χριστίνα;»
«Το μόνο άξιο λόγου που εντόπισαν οι τεχνικοί μου ήταν αυτή η γόπα που βρέθηκε ανάμεσα στο παράθυρο και στην καρέκλα του νεκρού. Η γόπα προερχόταν από τσιγάρο Davidoff όπως είναι ξεκάθαρο και στη φωτογραφία, και μετά από ανάλυση του περιεχομένου του γνωρίζουμε ότι η περιεκτικότητά του σε πίσσα ήταν 8mg και σε νικοτίνη 0,7mg. Στοιχεία που αντιστοιχούν σε αυτά του Davidoff Rich Blue».
«Σε ευχαριστούμε πάρα πολύ, μπορείς να καθίσεις». Ο Άρης είχε ξανακαθίσει στην καρέκλα του. Η Αθηνά ήταν σίγουρη πως ο συνεργάτης πέθαινε για ένα τσιγάρο αυτή τη στιγμή.
«Τί το περίεργο όμως έχει μια πεταμένη στο πάτωμα γόπα; Τί έχει να μας πει; Ότι ο Κασάπης ήταν λίγο ατσούμπαλος και καθώς άδειαζε το τασάκι του στον κάδο του έπεσε μια γόπα κάτω;». Ο Άρης κοιτούσε τους αστυνομικούς με το ύφος του καθηγητή που περιμένει από κάποιον να σηκώσει το χέρι του. Ο Βάρναλης χαμογέλασε και άλλαξε πόδι στήριξης.
«Αστυνόμε;». Ένας μελαχρινός ανθυπαστυνόμος Β΄ σήκωσε το χέρι του διακριτικά. Ο Άρης τον κοίταξε και η Αθηνά γύρισε και ακολούθησε το βλέμμα του συνεργάτη της. Ήταν ο Ελευθερίου. Ο αξιωματικός που την βοήθησε χθες περισσότερο από όλους.
Ο Φέρρης του έκανε ένα νεύμα να μιλήσει. Εκείνος σηκώθηκε.
«Στην αναφορά της ανθυπαστυνόμου Σωτηριάδου αναγράφεται ότι η μέχρι πρότινος γραμματέας του Παναγιώτη Κασάπη, δήλωσε ότι ο Υπουργός δεν κάπνιζε». Οι υπόλοιποι –δύο άντρες αστυφύλακες, μία αρχιφύλακας και μια ανθυπαστυνόμος Β’– μουρμούρισαν κάτι εν είδη συμφωνίας με τον συνάδελφό τους.
«Σωστά, κάθισε Ελευθερίου». Ο νεαρός φάνηκε ξαφνιασμένος που ο Άρης θυμόταν το επίθετό του.
«Μόνο ο Ελευθερίου διάβασε ολόκληρη την αναφορά της ανθυπαστυνόμου, σωστά;».
Δεν περίμενε απάντηση.
«Οι υπόλοιποι έξω. Δεν θα χρειαστούμε περαιτέρω τις πολύτιμες υπηρεσίες σε αυτή την υπόθεση». Οι αστυνόμοι σάστισαν. Κοίταξαν τον Άρη με απορία, μετά οι περισσότεροι στράφηκαν πρώτα στον Βάρναλη, μετά στην Αθηνά και μετά ξανά στον επικεφαλής της έρευνας, ελπίζοντας πως τους έκανε πλάκα. Δεν έκανε και υπογράμμισε τα λεγόμενά του με μια χειρονομία με τα δυο του χέρια διώχνοντας τους. Όταν αυτοί τον υπάκουσαν και στην αίθουσα έμειναν μόνο ο Φέρρης, η Σωτηριάδου, ο Βάρναλης, ο Ελευθερίου και η Χαρίτου, τότε απευθύνθηκε στην Υπεύθυνη της Σήμανσης: «Θέλω να στείλεις τους ειδικούς σου ξανά στη Βουλή. Να συλλέξουν κάθε τρίχα που θα βρουν και να σκανάρουν καλά την κόκκινη μοκέτα μήπως υπάρχει καμιά σταγόνα αίμα. Ξέρω ότι δεν τα κάνατε γιατί φαινομενικά είχαμε να κάνουμε με αυτοκτονία, αλλά μέχρι να είμαστε 100% σίγουροι θα εξετάσουμε όλα τα σενάρια».
«Μόλις κατέβω στο εργαστήριο, θα ετοιμάσω μια ομάδα και θα πάω μαζί τους».
«Επίσης με το που έχεις οτιδήποτε νεότερο θέλω να με καλέσεις στο κινητό μου. Το έχεις, έτσι;».
«Ναι».
«Ωραία».
«Ελευθερίου θα ενημερωθείς από την ανθυπαστυνόμο για τα καθήκοντά σου και θα δίνεις πλήρη αναφορά σε εκείνη».
«Μάλιστα, Αστυνόμε».
«Ωραία. Αθηνά έχεις να προσθέσεις κάτι;». Η ανθυπαστυνόμος τέντωσε το κορμί και το λαιμό της καθώς σηκώθηκε και γύρισε προς τους τρεις ανθρώπους που είχαν μείνει στην αίθουσα, έχοντας πίσω της τώρα τον συνεργάτη της, ο οποίος έπλεξε τα δάχτυλα των χεριών του πίσω από το κεφάλι του.
«Το πιο περίεργο από όλα και αυτό στο οποίο θα δώσουμε πρώτα βάση είναι το κενό χρονικό διάστημα που ο νεκρός βρέθηκε μόνος του. Όπως έχετε ενημερωθεί από την αναφορά μου και από τον Αστυνόμο, η γραμματέας του Κασάπη έλειψε για κάτι λιγότερο από πέντε λεπτά γιατί όπως μας είπε η ίδια, δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από την πύλη ότι τη ζητούσε ο άντρας της, όμως όταν έφτασε στο φυλάκιο, ο αξιωματικός πύλης την ενημέρωσε πως δεν την είχε ζητήσει κάποιος και πως σίγουρα εκείνος δεν την είχε ειδοποιήσει για κάτι τέτοιο, μετά επέστρεψε στο γραφείο της.
Μίλησε μέσω της ενδοεπικοινωνίας στον Κασάπη για να τον ενημερώσει πως επέστρεψε, αλλά δεν έλαβε απάντηση και αποφάσισε να μπει να δει μήπως είχε συμβεί κάτι. Τότε είδε το παράθυρο ανοικτό και εντόπισε πρώτη το πτώμα του Κασάπη. Θα επικεντρωθούμε λοιπόν γύρω από το περίεργο τηλεφώνημα και από το τι συνέβη μέσα σε αυτό το πεντάλεπτο». Η Αθηνά γύρισε προς τον συνεργάτη της ζητώντας την επιβεβαίωσή του, την οποία και πήρε από την φανερή ικανοποίηση αυτού και έκατσε ξανά στη θέση της.
«Ελευθερίου, θα ξαναμιλήσεις στην γραμματέα. Είσαι και ωραίο παιδί, ίσως σου πει κάτι που εχθές δεν θυμόταν» είπε και, θέλοντας να ξεκαθαρίσει πως έκανε πλάκα, χαμογέλασε στον νεαρό. «Μετά μαζί με την ανθυπαστυνόμο, θέλω να μάθετε από που προήλθε η κλήση αυτή με την οποία την έστειλαν στην πύλη».
«Μάλιστα Αστυνόμε».
«Αρχηγέ, έχεις να προσθέσεις κάτι;».
«Βρείτε άκρη πριν μας κρεμάσουν όλους».
Τελειώνοντας βγήκε από την αίθουσα.
«Νομίζω πήραμε όλοι το μήνυμα. Φύγαμε λοιπόν». Ο Άρης, πήρε το παλτό του, σηκώθηκε και κατευθύνθηκε στην πόρτα δίνοντας έτσι τέλος στην σύσκεψη. Ο Βάρναλης τον περίμενε έξω από την αίθουσα.
«Για που το έβαλες;» Ο Φέρρης δεν μπόρεσε να αποκρυπτοραφήσει το ύφος και τον σκοπό της ερώτησής του.
«Πάω στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Να δω τι έχουν να μου πουν».
«Δεν έχεις να πας πουθενά. Σε θέλω μαζί μου στο Υπουργείο».
«Θα έρθω μετά Αρχηγέ».
«Θα προλάβεις σε μία ώρα να πας στο Μετς και μετά να έρθεις στην Κανελλοπούλου με την γαμοκίνηση που έχει τέτοια ώρα;».
«Θα τα καταφέρω».
«Το καλό που σου θέλω».
Κατέβηκε από τη μηχανή, σήκωσε την άκρη του αριστερού μανικιού του και κοίταξε το ρολόι του. Μετά γύρισε το βλέμμα του στην Αθηνά που έβγαζε το κράνος της.
«Έξι λεπτά». Η συνεργάτης του, η οποία με τρομερή άνεση ξεκαβάλησε από την BMW δεν αντιλήφθηκε αν ο τόνος του Άρη φανέρωνε έκπληξη ή φόβο.
«Μπήκαμε μέσα από το Παγκράτι και γλιτώσαμε χρόνο»
«Είσαι ωραίο τυπάκι τελικά»
«Έκπληξη, λοιπόν. Ίσως και κάτι από θαυμασμό», σκέφτηκε η Αθηνά και χαμογέλασε.
«Έρχεσαι;» ακούστηκε η φωνή του Αστυνόμου καθώς έκλεινε η πόρτα πίσω του κι εκείνη έτρεξε να την προλάβει.
Αφού έδειξαν τις ταυτότητές τους στον φύλακα κι εκείνος κατέγραψε τα στοιχεία τους στο βιβλίο επισκεπτών, κατέβηκαν στο πρώτο υπόγειο, έστριψαν αριστερά και διέσχισαν τον διάδρομο, με τους βαμμένα εκρού τοίχους, μέχρι το τέλος του, όπου τους περίμενε ανοικτή η πόρτα του Ιατροδικαστή Ευαγγέλου.
«Καλώς τους».
Ο Ευαγγέλου, ένας σαραντάρης, ψηλόλιγνος και ευθυτενής, με ένα ευγενές αλλά τεντωμένο πρόσωπο και ένα στεφάνι κοντοκουρεμένων μαλλιών να έχει απομείνει γύρω από το φαλακρό του κεφαλιού του, τους υποδέχτηκε σκυμμένος πάνω από το νεκροκρέβατο. Με το αριστερό χέρι εξέταζε το κρανίο του πτώματος και με το δεξί σημείωνε κάτι στο τετράδιο που είχε ακουμπήσει στο τραπεζάκι δίπλα του.
«Άρη τι κάνεις;». Έβγαλε τα γάντια του και έσφιξε το χέρι του Αστυνόμου, ο οποίος παρόλο που ήταν αρκετά ψηλός μειονεκτούσε φανερά μπροστά στο ύψος του ιατροδικαστή.
«Προσπαθώ, Αχιλλέα».
«Χαίρομαι που επέστρεψες».
«Να σου συστήσω τη συνεργάτη μου, Ανθυπαστυνόμο Α’ Αθηνά Σωτηριάδη».
«Από μικρή στα δύσκολα, δεσποινίς». Ο Ευαγγέλου πρότεινε το χέρι του και το πρόσωπό του τεντώθηκε ακόμα περισσότερο σε ένα λυκίσιο χαμόγελο.
«Ανθυπαστυνόμος, παρακαλώ. Όσο για τα δύσκολα, ο νεκρός ήταν πρόσωπο μείζονος σημασίας, αλλά εσείς θα μας διαφωτίσετε περί της πολυπλοκότητας της υπόθεσης». Εκτός από την αλλόκοτη συμπεριφορά του ιατροδικαστή, η Αθηνά προσπάθησε να καταπολεμήσει και την μυρωδιά του χώρου, ένα συνονθύλευμα απολυμαντικού και σήψης. Δεν ήταν σίγουρη, όμως τι από τα δύο ήταν πιο ενοχλητικό. Με την άκρη του ματιού της κοίταξε τον Άρη, ο οποίος ήταν ανέκφραστος.
«Μου αρέσει» γύρισε είπε στον Φέρρη δείχνοντας την Αθηνά, στην οποία και απευθύνθηκε ξανά: «Δύσκολη εννοούσα την συνεργασία σου με τον Αστυνόμο από εδώ, αλλά από ότι βλέπω θα τα πας μια χαρά». Ο Ευαγγέλου κρίνοντας ορθά πως δεν θα λάμβανε κάποια απάντηση κατευθύνθηκε πάλι στο πτώμα και ξαναφόρεσε τα γάντια του.
«Για πες μας, Αχιλλέα, βρήκες τίποτα που να αξίζει;».
«Κάτι έχω βρει, όμως ξέρεις πως μου αρέσει να σε βλέπω να το κάνεις».
«Τί να κάνει;».
«Σε μία ώρα πρέπει να βρίσκομαι στο Υπουργείο για τη Συνέντευξη Τύπου. Δεν έχω χρόνο για παιχνίδια».
«Οκ. Πες μου μόνο τι είδες. Τίποτα άλλο».
«Εντάξει. Λοιπόν, το πρόσωπο του νεκρού είχε υποστεί μια παραμόρφωση, αλλά όχι αυτή που θα αναμενόταν από μια πτώση γύρω στα 40 μέτρα. Αντιθέτως τα πόδια του ήταν σπασμένα, ξεκάθαρα γιατί έπεσε με τα πόδια και αφού αυτά διαλύθηκαν το κεφάλι του συνάντησε το έδαφος με αποτέλεσμα το ολέθριο χτύπημα για τον αποθανόντα. Είναι ξεκάθαρο πως δεν πρόκειται για αυτοκτονία γιατί κανένας νοήμον άνθρωπος δεν θα ρίσκαρε να μείνει φυτό από μια πτώση με τα πόδια, θα πήγαινε κατευθείαν για το κεφάλι».
«Ουάου. Ο Ευαγγέλου ξέσπασε σε χειροκρότημα με περίσσιο θεατρινισμό.
«Πόσα δευτερόλεπτα στάθηκες πάνω από το πτώμα για να καταλήξεις σε αυτό το συμπέρασμα; Πέντε; Δέκα;»
Δεν πήρε απάντηση.
«Λοιπόν, σε όλα όσα είπες είχες απόλυτο δίκιο. Δεν ήταν αυτοκτονία. Η πτώση έγινε με τα πόδια και όχι με το κεφάλι κλπ κλπ». Έκανε μια παύση θέλοντας να δημιουργήσει αγωνία και συνέχισε: «Όμως κάνεις λάθος στην πιο σημαντική λεπτομέρεια. Στην αιτία θανάτου. Δεν πέθανε από την πτώση». Κοίταξε τους αξιωματικούς πάνω από τα γυαλιά του περιμένοντας να τον ρωτήσουν.
«Έλα ρε μαλάκα, τελείωνε. Σου είπα ότι μας περιμένει ο Αρχηγός. Πώς πέθανε αν όχι από την πτώση;»
«Έμφραγμα. Η καρδιά του «έσκασε» πριν σκάσει ο ίδιος στο έδαφος». Πρόσεξε τον Άρη να δαγκώνει το κάτω χείλος του. Κατάλαβε ότι κάτι τον προβλημάτιζε. «Επειδή βιάζεστε, θα σας πω τι άλλα περίεργα ευρήματα εντόπισα και το μεσημέρι θα έχεις στο mail σου την πλήρη αναφορά μου».
«Ωραία». Ο Άρης ανακουφίστηκε που τελείωνε η παράσταση του ιατροδικαστή. Η Αθηνά δεν συμμετείχε σε όλο αυτό, αλλά έμενε στην άκρη γεμάτη ερωτηματικά.
Ο Ευαγγέλου τράβηξε το σεντόνι και αποκάλυψε το γυμνό παραμορφωμένο από τα τραύματα πτώμα του νεκρού άντρα. Το βλέμμα της ανθυπαστυνόμου έπεσε στην νεκροτομή που ευτυχώς είχε ραφτεί. Συγκράτησε μια τάση προς εμετό και ανέκτησε την αυτοκυριαρχία της, όμως ήταν σίγουρη πως ο ιατροδικαστής είχε προσέξει τη στιγμή αδυναμίας της, αφού έβλεπε το βλέμμα του σαν αυτό ενός ερπετού να πέφτει πάνω της κάθε τόσο.
«Όπως βλέπετε έχουμε πολλά τραύματα. Κατάγματα, μώλωπες, αιματώματα. Όμως κάποια δεν ταιριάζουν. Λίγο κάτω από το στήθος του θα δείτε μια μελανιά η οποία έχει διαφορετικό χρώμα από τα τραύματα γύρω της. Μάλλον οφείλεται σε χτύπημα που δέχθηκε ο αποθανών πριν την πτώση. Αυτό μπορεί να ήταν ένα λεπτό πριν, όμως μπορεί να ήταν και το πρωί εκείνης της ημέρας».
Κοίταξε τους συνομιλητές του και αφού σιγουρεύτηκε ότι είχε την αμέριστη προσοχή τους, συνέχισε.
Έπιασε το δεξί χέρι του πτώματος και το σήκωσε ώστε να σταθεί σε ένα είδος έκτασης. Με το στυλό έδειξε τις μελανιές που υπήρχαν κάτω από τη μασχάλη:
«Πανομοιότυπα σημάδια υπάρχουν κάτω και από την αριστερή μασχάλη. Όπως αντιλαμβάνεστε κι εσείς, είναι απερίγραπτα απίθανο να δημιουργήθηκαν αυτά τα τραύματα από την πτώση. Φαντάζομαι ότι το σενάριο είναι ξεκάθαρο στο μυαλό όλων μας. Ο Βουλευτής γρονθοκοπείται, παθαίνει έμφραγμα και σωριάζεται στο πάτωμα. Τότε ο δολοφόνος μας τον πιάνει από τις μασχάλες για να τον σηκώσει. Ζωντανός ζύγιζε γύρω στα 110 κιλά. Για να τον σηκώσει λοιπόν και να τον μετακινήσει νεκρό πλέον θα χρειάστηκε να ασκήσει πολλή πίεση και άλλη τόση δύναμη. Έτσι δημιουργήθηκαν οι μελανιές κάτω από τις μασχάλες. Τον έφερε στο παράθυρο και τον έσπρωξε. Συμφωνείτε;» Η Αθηνά κούνησε το κεφάλι της δείχνοντας να βρίσκει την υπόθεση να ευσταθεί και κοίταξε τον Άρη.
«Είναι πολύ πιθανό να συνέβη έτσι. Πες μου αν βρήκες τίποτα άλλο περίεργο».
«Στάχτη», είπε ικανοποιημένος ο Ευαγγέλου.
«Στάχτη;» Η ανθυπαστυνόμος μίλησε για πρώτη φορά. Το περίεργο χαμόγελο επέστρεψε στο πρόσωπο του ιατροδικαστή γυρνώντας προς το μέρος της. Την κοίταξε για λίγο παραπάνω από το κανονικό, σήκωσε το στυλό του με ένα στυλ διδακτικό και απάντησε:
«Στάχτη, μάλιστα. Πιθανότατα τσιγάρου, δεν γνωρίζω μάρκα».
Ο ιατροδικαστής έκανε μια παύση και χαζογέλασε.
«Davidoff Rich Blue. Συνέχισε». Άκουσε τον Φέρρη, άλλαξε έκφραση και συνέχισε.
«Βρέθηκαν υπολείμματα αυτής στην δεξιά παλάμη του νεκρού. Όμως τα πνευμόνια του, τα οποία είδα από αρκετά κοντά, δεν παρουσιάζουν σημάδια όπως αυτά ενός καπνιστή, άρα υποθέτω…»
«Μην υποθέτεις περαιτέρω Αχιλλέα, άστο σε εμάς αυτό. Στείλε τα υπολείμματα στάχτης στην σήμανση με ένδειξη κατεπείγοντος και περιμένω την πλήρη αναφορά σου. Σε ευχαριστώ. Φεύγουμε».
«Παρακαλώ. Χάρηκα που τα είπαμε Άρη». Ο Αστυνόμος είχε ήδη βγει από τον χώρο.
«Ανθυπαστυνόμε, χάρηκα για τη γνωριμία».
«Καλή σας ημέρα», απάντησε η Αθηνά και ακολούθησε τον συνεργάτη της.
Αφήνοντας τον ιατροδικαστή μόνο του, να την ακολουθεί με το βλέμμα.