Tο πόσο κλαίει ένα βρέφος επηρεάζεται έντονα από τη γενετική

Πηγή εικόνας: Tο πόσο κλαίει ένα βρέφος επηρεάζεται έντονα από τη γενετική

Το παρόν άρθρο, με τίτλο Tο πόσο κλαίει ένα βρέφος επηρεάζεται έντονα από τη γενετική, αποτελεί μετάφραση και προσαρμογή του πρωτότυπου άρθρου το οποίο μπορεί να βρεθεί εδώ.

 

Μια νέα μελέτη σε δίδυμα αποκαλύπτει ότι το πόσο κλαίει ένα βρέφος επηρεάζεται έντονα από τη γενετική, αφήνοντας τους γονείς με περιορισμένο έλεγχο σε αυτή τη συμπεριφορά. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι στους δύο μήνες, η γενετική ευθύνεται για περίπου το 50% της διάρκειας του κλάματος, ποσοστό το οποίο αυξάνεται στο 70% στους πέντε μήνες.

Αντίθετα, τα ξυπνήματα μέσα στη νύκτα και ο χρόνος για να ηρεμήσουν διαμορφώνονταν περισσότερο από περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως οι ρουτίνες ύπνου, ιδιαίτερα νωρίς. Αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν τον ρόλο τόσο της φύσης όσο και της ανατροφής στις συμπεριφορές ύπνου και κλάματος των βρεφών, καθοδηγώντας τη μελλοντική έρευνα για αποτελεσματικές παρεμβάσεις.

Βασικά Στοιχεία

  • Γενετική Επίδραση: Έως και το 70% της διάρκειας του κλάματος έως τους 5 μήνες καθορίζεται γενετικά.
  • Περιβαλλοντικά Θέματα: Τα ξυπνήματα μέσα στη νύκτα και ο χρόνος ηρεμίας επηρεάζονται περισσότερο από το περιβάλλον και τις ρουτίνες ύπνου.
  • Έρευνες σε Δίδυμα: Η σύγκριση των μονοζυγωτικών και των διζυγωτικών διδύμων αποκαλύπτει τις γενετικές συνεισφορές έναντι των περιβαλλοντικών.

Το πόσο κλαίει ένα βρέφος καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τη γενετική του προδιάθεση και πιθανότατα δεν υπάρχουν πολλά που μπορούν να κάνουν οι γονείς γι’ αυτό.

Advertising

Advertisements
Ad 14

Αυτό έχει αποδειχθεί σε μια νέα μελέτη σε δίδυμα από το Πανεπιστήμιο της Ουψάλα στη Σουηδία και του Ινστιτούτου Καρολίνσκα, στην οποία οι ερευνητές διερεύνησαν πώς η γενετική και το περιβάλλον επηρεάζουν τη διάρκεια του κλάματος των βρεφών, την ποιότητα του ύπνου και την ικανότητα να ηρεμούν κατά τους πρώτους μήνες της ζωής τους.

Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο JCPP Advances, βασίζεται σε απαντήσεις σε ερωτηματολόγια από γονείς 1,000 διδύμων σε όλη τη Σουηδία. Στους γονείς έγιναν ερωτήσεις σχετικά με τον ύπνο, το κλάμα και την ικανότητα των παιδιών τους να ηρεμούν όταν τα δίδυμα ήταν 2 μηνών και στη συνέχεια ξανά στους 5 μήνες.

Οι ερευνητές ενδιαφέρθηκαν να μάθουν πώς η γενετική και το περιβάλλον επηρεάζουν αυτές τις συμπεριφορές κατά τους πρώτους μήνες της ζωής –κάτι που καμία μελέτη δεν έχει κάνει πριν.

Τα πιο ξεκάθαρα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν όταν οι ερευνητές ανέλυσαν πόσο χρόνο έκλαιγαν τα παιδιά την ημέρα. «Αυτό που διαπιστώσαμε ήταν ότι το κλάμα καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό γενετικά. Στην ηλικία των 2 μηνών, η γενετική των παιδιών εξηγεί περίπου το 50% του πόσο κλαίνε. Στην ηλικία των πέντε μηνών, η γενετική εξηγεί έως και το 70% της διακύμανσης.

Advertising

«Για τους γονείς, μπορεί να είναι παρήγορο να γνωρίζουν ότι το κλάμα του παιδιού τους εξηγείται σε μεγάλο βαθμό από τη γενετική και ότι οι ίδιοι έχουν περιορισμένες επιλογές για να επηρεάσουν το πόσο κλαίει το παιδί τους», λέει η Charlotte Viktorsson, Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Ψυχολογίας και κύρια συγγραφέας της μελέτης.

Το υπόλοιπο ποσοστό το οποίο δεν μπορεί να εξηγηθεί από τη γενετική εξηγήθηκε από αυτό που οι ερευνητές ονομάζουν «μοναδικό περιβάλλον» –παράγοντες στο περιβάλλον ή την κατάσταση ζωής των παιδιών οι οποίοι είναι μοναδικοί για κάθε παιδί και δεν μπορούν να προσδιοριστούν με ακρίβεια από τις απαντήσεις του ερωτηματολογίου.

Μελέτες σε δίδυμα αποκαλύπτουν τη σημασία της γενετικής

Για να μπορέσουν να καταγράψουν πόσο μια συμπεριφορά καθορίζεται γενετικά, οι ερευνητές συνέκριναν τα μονοζυγωτικά δίδυμα με τα διζυγωτικά δίδυμα. Το πλεονέκτημα της μελέτης των διδύμων είναι ότι μοιράζονται σημαντικούς παράγοντες όπως το οικιακό περιβάλλον, την οικογενειακή κατάσταση και την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση.

Εάν τα μονοζυγωτικά δίδυμα μοιάζουν περισσότερο μεταξύ τους από τα διζυγωτικά δίδυμα όσον αφορά ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, όπως το πόσο κλαίνε, αυτό θεωρείται ως έκφραση της σημασίας της γενετικής για αυτό το χαρακτηριστικό.

Το περιβάλλον παίζει ρόλο στον χρόνο που περνούν τα βρέφη μέχρι να κοιμηθούν

Χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο, οι ερευνητές ανέλυσαν επίσης τον αριθμό των φορών που τα παιδιά ξυπνούσαν τη νύχτα. Εδώ, η γενετική έπαιξε μικρότερο ρόλο. Ο αριθμός των αφυπνίσεων κατά τη διάρκεια της νύχτας επηρεάστηκε κυρίως από περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι οποίοι μπορεί να περιλαμβάνουν τις ρουτίνες ύπνου και το περιβάλλον στο οποίο κοιμάται το παιδί.

Στο ερωτηματολόγιο, ζητήθηκε επίσης από τους γονείς να δηλώσουν πόσος χρόνος χρειάστηκε από τη στιγμή που το παιδί έπεσε για ύπνο μέχρι να κοιμηθεί. «Το πόσο γρήγορα κοιμάται το βρέφος οφειλόταν κυρίως στο περιβάλλον στην ηλικία των 2 μηνών, αλλά μέχρι τους 5 μήνες, η γενετική του είχε αποκτήσει κάποια σημασία. Αυτό αντικατοπτρίζει την ταχεία ανάπτυξη η οποία λαμβάνει χώρα στα βρέφη και μπορεί να υποδηλώνει ότι οι προσπάθειες των γονέων να κάνουν το παιδί τους να κοιμηθεί μπορεί να έχουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο τους πρώτους μήνες», λέει η Charlotte Viktorsson, η οποία ηγήθηκε της μελέτης.

Ωστόσο, είναι δύσκολο να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με το ποιες παρεμβάσεις είναι αποτελεσματικές με βάση αυτό το είδος της παρατηρητικής μελέτης. «Αν και δεν μπορούμε να δούμε ποιοι συγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί παράγοντες επηρεάζουν τον αριθμό των αφυπνίσεων κατά τη διάρκεια της νύχτας ή πόσο χρόνο χρειάζεται μέχρι να κοιμηθεί το παιδί, αυτή η μελέτη υποδεικνύει μια κατεύθυνση για τις μελλοντικές μελέτες με έμφαση στις ρουτίνες του ύπνου», λέει.

Οι ερευνητές παρακολούθησαν τα δίδυμα έως την ηλικία των 36 μηνών, επιτρέποντάς τους να δουν πώς ο ύπνος και το κλάμα αλλάζουν καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν. Η τρέχουσα μελέτη είναι επομένως η πρώτη κατά σειρά που βασίζεται σε αυτά τα δεδομένα.

Βιβλιογραφία

Viktorsson, C., Yahia, A., Taylor, M. J., Ronald, A., Tammimies, K., Falck-Ytter, T. (2025). Genetic and environmental influences on sleep quality, ability to settle, and crying duration in 2- and 5-month-old infants: A longitudinal twin study. JCPP Advances. https://doi.org/10.1002/jcv2.70023

Σπούδασα Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (2008) και ολοκλήρωσα μεταπτυχιακό πρόγραμμα ειδίκευσης στην Ανάπτυξη του Παιδιού στο Τμήμα Ψυχολογίας και Ανθρώπινης Ανάπτυξης του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (2012). Το 2014, ξεκίνησα διδακτορικές σπουδές στο Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Λονδίνου. Τον Δεκέμβριο του 2018, υπερασπίστηκα επιτυχώς τη διατριβή μου με τίτλο (στην ελληνική γλώσσα): Η διερεύνηση της οργάνωσης του λεξιλογίου σε παιδιά που μιλούν Ελληνικά με δυσκολίες στη γλώσσα και τον αλφαβητισμό. Η διδακτορική διατριβή μπορεί να βρεθεί εδώ: https://discovery-pp.ucl.ac.uk/id/eprint/10077333/

Περισσότερα από τη στήλη: Ψυχολογία

Ψυχολογία

Γιατί τα μικρά παιδιά δεν καταλαβαίνουν τα συναισθήματα των ενηλίκων;

Γιατί τα μικρά παιδιά δεν καταλαβαίνουν τα συναισθήματα των ενηλίκων; Γιατί τα μικρά παιδιά συχνά…

Ψυχολογία

Το Πείραμα της Μικρής Άλμπερτ: Η απαρχή του φόβου και η ηθική στην έρευνα

Η ψυχολογία ως επιστήμη προσπάθησε για χρόνια να κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται…

Ψυχολογία

Διαταραχές Διάθεσης

Οι διαταραχές διάθεσης χαρακτηρίζονται από σοβαρές διαταραχές στη διάθεση και τα συναισθήματα, πιο συχνά κατάθλιψη,…

Ψυχολογία

Η συνταγή κατά του άγχους: Ένα βοήθημα για την καθημερινότητα

Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι άνθρωποι δυσκολεύονται εξαιτίας του άγχους. Το “Η συνταγή κατά…

Ψυχολογία

Η τέχνη ως εργαλείο για την κατανόηση ψυχικών διαταραχών

Η τέχνη λειτουργεί ως εξερευνητής της ψυχής—ειδικά σε διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια. Μέσα από δημιουργικές…

Ψυχολογία

Σοκαριστική Αλήθεια για τη Σωματοδυσμορφική Διαταραχή (ΣΔΔ): Όταν η Εικόνα του Σώματος Γίνεται Εμμονή

Τι είναι η Σωματοδυσμορφική Διαταραχή (ΣΔΔ); https://i.pinimg.com/1200x/59/0c/08/590c0844b6d7d7f87df67e84d71001d7.jpg Η Σωματοδυσμορφική Διαταραχή (ΣΔΔ) είναι μια σοβαρή ψυχική…

Ψυχολογία

Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας και αυτοτραυματισμός

pixabay.com Η Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας χαρακτηρίζεται από αστάθεια στον έλεγχο παρορμήσεων, την εικόνα εαυτού, τις…