Τις γιορτινές μέρες, στην ανάπαυλα των καθημερινών προβλημάτων, ο άνθρωπος στρέφεται στον πυρήνα που τον κρατάει δεμένο με τη ζωή: τις ανθρώπινες σχέσεις. Τα τραπέζια που μαζεύουν γύρω τους γενιές με διαφορετικά βιώματα, οι συναντήσεις με τους φίλους, τους παράλληλους συνοδοιπόρους της ζωής μας και η θύμηση των απόντων και ξενιτεμένων συνθέτουν το Πάσχα των Ελλήνων. Αυτές τις Άγιες Μέρες που η ψυχή αποζητάει τη συντροφικότητα για να τις ζήσει ολοκληρωμένα, ο άνθρωπος επιδιώκει πλέον τη σύσφιξη των σχέσεων με email, τηλέφωνα και social media, παραμελώντας την καλαισθησία και την παλαιομοδίτικη-για μερικούς-ευγένεια της πασχαλινής κάρτ-ποστάλ με το ιδιόχειρο σημείωμα.
Ακολουθώντας τη μόδα που έγινε παράδοση στην Ευρώπη το 19ο. αιώνα, η Ελλάδα άρχισε να στέλνει ευχές στα αγαπημένα της πρόσωπα που βρίσκονταν μακριά μέσω των κάρτ-ποστάλ. Ανθισμένη φύση, τσέλιγκες και βοσκοπούλες μετέφεραν θρησκευτικά μηνύματα εντός και εκτός συνόρων. Οι καλλιτέχνες αποτύπωναν στις ευχετήριες κάρτες καλάθια με κόκκινα αυγά και αγέρωχους φουστανελάδες με φόντο κάποιο αρχαίο μνημείο ̇ εικόνες οικείες στα μάτια των Ελλήνων και που παράλληλα υπενθύμιζαν το δεσμό με την ιστορία και την παράδοση. Κι επειδή οι εποχές ήταν δύσκολες και πολλοί αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό, ο καημός για «καλή αντάμωση» πέρασε στην ευχετήρια κάρτα. Υπήρχαν, ωστόσο, και κάρτ-ποστάλ πιο «αστικές». Συνήθως απεικόνιζαν ζευγάρια σε τρυφερό σύμπλεγμα, το νέο που γράφει στην αγαπημένη του ή απεικόνιζαν οικογενειακές στιγμές με το τσούγκρισμα των αυγών σε πρώτο πλάνο. Φυσικά, η εικόνα συμπληρωνόταν από την απαραίτητη ευχή με κεφαλαία γράμματα. Πολλές φορές, το μήνυμα της Ανάστασης έφτανε στους παραλήπτες είτε με την εικόνα μιας αγιογραφίας είτε με κάποιο άλλο σχετικό θρησκευτικό σύμβολο (καμπάνες, εκκλησία).
Ασπρόμαυρες, έγχρωμες, επιχρωματισμένες, οι πασχαλινές κάρτες διηγούνται την ιστορία και την παράδοση ενός λαού που ήξερε να συμβαδίζει με την εποχή του χωρίς να αποκόπτεται από τα ήθη και τα έθιμά του. Σήμερα οι ευχετήριες αυτές κάρτες μπορεί να χαρακτηρίζονται «κιτς» και «ντεμοντέ» και να κοσμούν τις προθήκες λαογραφικών και άλλων μουσείων, όμως μαζί με τις ευχές μεταφέρουν και την πνοή, τον πόνο, την ελπίδα και τη χαρά των ανθρώπων που τις υπέγραψαν…