
Ποιες είναι οι γλώσσες χωρίς μέλλοντα και πώς αυτές τον εκφράζουν;
Όλοι, κατά την διάρκεια των σχολικών μας χρόνων, έχουμε έρθει σε επαφή με την εκμάθηση τόσο της ελληνικής γλώσσας όσο και ξένων γλωσσών. Αυτό που είναι κοινό σε όλες τις γλώσσες είναι ότι διακατέχονται από γραμματικούς κανόνες και κυρίως αυτούς που αφορούν την σωστή χρήση των χρόνων. Ο τυπικός διαχωρισμός που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε είναι ανάμεσα σε χρόνους του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος. Ωστόσο, υπάρχουν γλώσσες χωρίς μέλλοντα χρόνο καθώς σε αυτές το μέλλον εκφράζεται με διαφορετικό τρόπο στην καθημερινή επικοινωνία. Πιο συγκεκριμένα, σε ορισμένες γλώσσες γίνεται χρήση χρονικών φράσεων όπως «αύριο» ή «μετά» προκειμένου να δηλωθεί το μέλλον, χωρίς απαραίτητα την χρήση του «θα». Για παράδειγμα, στα Μανδαρινικά κινέζικα ένα ρήμα μπορεί να εκφράσει ταυτόχρονα παρόν και μέλλον ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο χρησιμοποιείται. Έτσι, αν κάποιος πει «εγώ αύριο πάω» είναι αρκετό για να φανεί πως μιλάει για κάτι μελλοντικό. Ακόμη, στα κινέζικα υπάρχουν βοηθητικά ρήματα όπως το «yao», που δηλώνει πρόβλεψη ή πιθανότητα και το «hui», το οποίο δηλώνει πρόθεση ή μελλοντικό σχέδιο.
Μία ακόμα γλώσσα στην οποία δεν υπάρχει ξεκάθαρα ο μελλοντικός χρόνος είναι τα γερμανικά, καθώς οι ομιλητές αυτής της γλώσσας, αν και υπάρχει ο Futur I ως χρόνος και εκφράζεται μέσω της χρήσης του «werden», δηλαδή του γερμανικού «θα», και του ρήματος της πρότασης, προτιμούν να χρησιμοποιούν ενεστώτα σε συνδυασμό με χρονικά επιρρήματα προκειμένου να δηλώσουν μελλοντικές ενέργειες. Επιπλέον, τα φινλανδικά είναι μια γλώσσα που δεν απέχει πολύ από αυτό το μοτίβο καθώς εκφράζουν το μέλλον, χρησιμοποιώντας ενεστώτα και τα συμφραζόμενα. Για παράδειγμα, αν κάποιος στα φινλανδικά πει «εγώ αύριο πάω σχολείο», χωρίς να κάνει ξεκάθαρη χρήση του μορίου «θα», δηλώνει μια μελλοντική πράξη.
Τέλος, στην Παραγουάη, όπου χρησιμοποιείται η γλώσσα γκουαρανί, δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη μορφολογική δομή για τον μέλλοντα, αλλά εκφράζεται μέσω επιρρημάτων και τροπικών μορίων και επιθετικών δεικτών. Αυτό δίνει μια πραγματολογική διάσταση στην έννοια του μέλλοντος και όχι απαραίτητα μόνο γραμματική, καθώς το μέλλον δηλώνεται βάσει των συνθηκών της πραγματικότητας.
Πώς επηρεάζει η απουσία ή η παρουσία του μέλλοντα τους ομιλητές μιας γλώσσας;
Η χρήση των χρόνων σε μια γλώσσα μπορεί να φαίνεται ως κάτι τυπικό ή δεδομένο, όμως ασκεί επιρροή ακόμα και στον ίδιο τον τρόπο σκέψης των ομιλητών. Αρχικά, έχει κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες καθώς οι ομιλητές των φινλανδικών, στα οποία δεν υπάρχει μια σαφής μορφή μέλλοντα, φαίνεται ότι τείνουν να σκέφτονται πιο μακροπρόθεσμα, να κάνουν πλάνα για το μέλλον, να αποταμιεύουν περισσότερο, να έχουν οικολογική συνείδηση και να προσέχουν την υγεία τους. Αυτό οφείλεται στο ότι όταν ο χρόνος εκφράζεται με μελλοντικές φράσεις, μοιάζει πιο απομακρυσμένος και συνεπώς πιο αβέβαιος, ενώ όταν το μέλλον εκφράζεται με ενεστωτικές φράσεις φαίνεται πιο κοντινό. Ακόμη, έχει γνωσιακή επιρροή καθώς σε γλώσσες όπως τα γερμανικά, οι ομιλητές εκφράζουν το μέλλον μέσω του ενεστώτα σε συνδυασμό με τα συμφραζόμενα και δεν έχουν μια σαφή διάκριση παρόντος και μέλλοντος, το βλέπουν ως κάτι ενιαίο και όχι τόσο μακρινό από το σήμερα.
Όπως γίνεται σαφές, όλα αυτά επηρεάζουν και ψυχολογικά τους ανθρώπους κάθε κουλτούρας. Αναλυτικότερα, στα ελληνικά και στα γαλλικά ο μέλλοντας είναι διακριτός και συνεπώς το μέλλον αντιμετωπίζεται από τους ομιλητές ως κάτι ξεχωριστό από το παρόν. Αντιθέτως, τα κινέζικα και τα γερμανικά, θεωρούνται γλώσσες χωρίς μέλλοντα καθώς το μέλλον σε αυτές είναι απλώς μια συνέχεια του παρόντος, κάτι που δημιουργεί μια αίσθηση δέσμευσης προς το μέλλον. Τέλος, στις γλώσσες της Νότιας Αμερικής, όπως τα γκουαρανί, δεν υπάρχει κανένας γραμματικός χρόνος και ο μέλλοντας εκφράζεται με επιρρήματα σε συνδυασμό με τροπικά μόρια, κάτι που αποδεικνύει ότι η έννοια του μέλλοντος δεν είναι μόνο μορφολογική μέσω γραμματικών κανόνων, αλλά και νοηματική καθώς μπορεί να εκφραστεί επαρκώς ανάλογα με το συνοδευτικό πλαίσιο.
Συμπερασματικά, η απουσία του μέλλοντα σε μια γλώσσα δεν αφαιρεί το δικαίωμα από τους ομιλητές να μιλήσουν για το μέλλον, αλλά τους συνδέει πιο στενά με αυτό καθώς το μέλλον δεν θεωρείται πλέον κάτι τόσο απομακρυσμένο και αβέβαιο, αλλά μια προέκταση του παρόντος. Αυτό αλλάζει τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων συνολικά και κατ’ επέκταση τις οικονομικές αποφάσεις τους και την στάση ζωής που επιλέγουν.
Πηγές:
Toosarvandani, M. (2025). Languages without Tense. Wiley Linguistics Compass ανακτήθηκε από: compass.onlinelibrary.wiley.com (τελευταία πρόσβαση: 15/09/2025)
Qiu Gul Su, (2023). How to express Future in Mandarin using Yao and Hui. ThoughtCo. Aνακτήθηκε από: www.thoughtco.com (τελευταία πρόσβαση: 15/09/2025)
German Future Tense with Present + Time Phrases. (2024). RevisionWorld. Aνακτήθηκε από: revisionworld.com (τελευταία πρόσβαση: 15/09/2025)
Mavisakalyan, A., Weber, C. & Tarverdi, Y. (2018). Future Tense: How the language you speak influences your willingness to take climate action. The Conversation. Aνακτήθηκε από: theconversation.com (τελευταία πρόσβαση: 15/09/2025)
Chen, K. (2013). The Effect of Language on Economic Behavior. American Economic Review.
PMC (2020). An Interdisciplinary Approach on Understanding the Psychological Impact of Different Grammaticalizations of the Future. ανακτήθηκε από: pmc.ncbi.nlm.nih.gov (τελευταία πρόσβαση: 15/09/2025)