Build advanced payment workflows with the Fusebox Elavon Portal and leverage Elavon’s enterprise infrastructure for global payment operations.

Προσωκρατική φιλοσοφία: Ο Παρμενίδης και η Δόξα

προσωκρατική φιλοσοφία
Η σχολή των Αθηνών. Στην εικόνα διακρίνονται ο Πυθαγόρας (να γράφει αριστερά), η Υπατία (όρθια), ο Παρμενίδης (στη μέση να γράφει) και ο Ηράκλειτος (δεξιά να γράφει). Πηγή: https://www.kaktos.gr

Η προσωκρατική φιλοσοφία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαιο της αρχαίας ελληνικής σκέψης και του αρχαίου ελληνικού φιλοσοφικού πνεύματος. Μια πνευματική αφύπνιση με στοχαστές που πρώτοι από όλους άρχισαν να διαμορφώνουν έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο σκέψης, αναζητώντας τα αίτια πίσω από κάθε φαινόμενο της πραγματικότητας και του κόσμου που τους περιέβαλλε. Μία μετάβαση από τον μύθο στον λόγο, από την μυθολογική ανάλυση του σύμπαντος κόσμου στη λογική εξήγηση των πραγμάτων. Η προσωκρατική φιλοσοφία, αλλά και η ίδια η ιστορία της φιλοσοφίας, ξεκινά με τους τρεις Ίωνες φιλοσόφους, τον Θαλή τον Μιλήσιο, τον μαθητή του, τον Αναξίμανδρο, και τον μαθητή του δεύτερου, τον Αναξιμένη. Στην πορεία της φιλοσοφικής κίνησης, σημαντική ήταν και η συμβολή του Πυθαγόρα, του μεγάλου μαθηματικού. Αλλά και εξίσου σημαίνουσα και του Εμπεδοκλή, του Αναξαγόρα, αλλά και του Δημόκριτου, του ατομικού φιλοσόφου. Οι κεντρικότερες, όμως, προσωπικότητες με τις οποίες φωτίστηκε ιδιαίτερα η όλη φιλοσοφική κίνηση και ειδικότερα η προσωκρατική φιλοσοφία είναι αναμφισβήτητα ο Παρμενίδης ο Ελεάτης και ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος.

Αναλυτικότερα, ο Παρμενίδης και ο Ηράκλειτος με το έργο τους αλλάζουν την πορεία της σκέψης στην προσωκρατική φιλοσοφία και δημιουργούν, μετά τους Ίωνες φιλοσόφους, μία δεύτερη γενιά Ελλήνων φιλοσόφων. Μία γενιά που θέτει ερωτήματα σχετικά με τη φύση και την απόκτηση της ίδιας της γνώσης, αναζητεί την αλήθεια, αλλά και την ύπαρξη της πλάνης. Επίσης, αναζητεί και το νόημα πίσω από την ατέρμονη αλλαγή των πραγμάτων. Αν και οι ίδιοι θεωρούνται αντίθετοι πόλοι, ο Παρμενίδης είναι ο φιλόσοφος της «σταθερότητας» και ο Ηράκλειτος της «αέναης κίνησης», η φιλοσοφική τους σκέψη εκκινεί από το ίδιο ακριβώς σημείο, την άρνηση των κοινών ιδεών, των κοινών πεποιθήσεων και του κοινού νου. Οι στοχαστές αυτοί, με άλλα λόγια, απομονώνονται από το πλήθος και στέκονται κριτικά απέναντί του,  επιδιώκοντας να μην τους αποδεχτεί αυτό με κανέναν τρόπο. Η φιλοσοφία, δηλαδή, σε αυτή τη δεύτερη γενιά φιλοσόφων, απομακρύνεται από το κοινό και δεν συνδέεται με καμία προηγούμενη γνώση όποιας μορφής. Η γνώση της φιλοσοφίας με τους δύο αυτούς διανοητές γίνεται ένα δύσκολο και ανηφορικό έργο που δεν είναι εύληπτο από όλους. Οι φιλόσοφοι απλά είναι οι άνθρωποι που καλούνται να αποκαλύψουν την αλήθεια και να τη φέρουν στο φως με κύριο, όμως, έργο να την μεταδώσουν στους υπόλοιπους μη χαρισματικούς, αντίθετα με τους ίδιους, ανθρώπους.

Ο Παρμενίδης Ο Ελεάτης και η «Δόξα»

Προσωκρατική φιλοσοφία
Προσωκρατική φιλοσοφία: Ο Παρμενίδης ο Ελεάτης. Πηγή: https://www.philenews.com

Ο Παρμενίδης αποτύπωσε τις φιλοσοφικές του ιδέες στο ποίημά του, Περί Φύσεως, από το οποίο έχει σωθεί μόνο το προοίμιο. Η προσωκρατική φιλοσοφία με τον Παρμενίδη εκφράζεται για πρώτη φορά μέσα από την συγγραφή εξάμετρων στίχων και επενδυμένη με ποιητική μορφή. Στο εν λόγω ποίημα ο Ελεάτης φιλόσοφος συναντά μία Θεά η οποία τον οδηγεί, μυώντας τον, παράλληλα, στο κρυφό μονοπάτι της φιλοσοφικής γνώσης, σε δύο αποκλίνουσες οδούς, τον δρόμο της Αλήθειας και τον δρόμο της Δόξας (εδώ Γνώμης). Η Θεά έχει ως αποστολή να κρατήσει τον νεαρό Παρμενίδη μακριά από τις κοινές αντιλήψεις, πεποιθήσεις και ιδέες, τις οποίες έχουν και καλλιεργούν οι περισσότεροι άνθρωποι στην εποχή του. Αυτή η οδός, την οποία πρέπει να μην ακολουθήσει ο Ελεάτης, ύστερα από την συμβουλή της Θεάς, είναι η οδός της Δόξας, χαρακτηριστικά γράφει (η Θεά ομιλεί): «Αλλά εσύ κράτα μακριά τη σκέψη από αυτή την οδό αναζήτησης, ούτε να αφήσεις τη δοκιμασμένη συνήθεια να σε σύρει σε αυτή την οδό, να τριγυρνάς με άσκοπο μάτι και θορυβώδη ακοή και γλώσσα.» (Απόσπασμα 7-Μετάφραση: Βασίλης Κάλφας). Έτσι, μόλις ολοκληρώσει τον λόγο της για την οδό της Αλήθειας, στο πρώτο μέρος του του ποιήματος (από το απόσπασμα 2 έως το πρώτο μισό του αποσπάσματος 8), μεταβαίνει απότομα στην οδό της Δόξας. Η Θεά, με άλλα λόγια, επισημαίνει στον εκλεκτό της νεαρό Παρμενίδη ότι έχει  τελειώνει τον λόγο της για την Αλήθεια και στη συνέχεια θα παρουσιάσει τις δοξασίες των θνητών (Δόξα). Θα μπορούσε να λεχθεί ότι γίνεται μια μετάβαση από την αλήθεια στο πεδίο της ανθρώπινης γνώμης, αλλά και στο πεδίο της πολλαπλότητας των όντων. Χαρακτηριστικά λέει (Απόσπασμα 8 -Μετάφραση: Βασίλης Κάλφας):

«Eδώ σταματώ τον έγκυρο λόγο και τη σκέψη μου
γύρω από την αλήθεια. Στο εξής δοξασίες ανθρώπινες
μάθαινε, την απατηλή τάξη των λόγων μου ακούγοντας.
Γιατί θεώρησαν σωστό να ονομάζουν δύο μορφές
χωρίς να θεωρούν αναγκαία την ενότητά τους ― σ’ αυτό έχουν εξαπατηθεί.
Aντίθετα στην όψη τα καθόρισαν και σημάδια έθεσαν
χωριστά το ένα απ’ τ’ άλλο: απ’ τη μια η αιθέρια φωτιά,
απαλή, πανάλαφρη, ίδια παντού με τον εαυτό της,
όχι όμως και με τ’ άλλο· απ’ την άλλη εκείνο μόνο του
και αντίθετο, η μαύρη νύχτα, πυκνή στην όψη και βαριά.
Για αυτόν τον κόσμο σού μιλώ εγώ, τον τόσο εύλογο,
ώστε ποτέ καμιά γνώμη των θνητών να μήν σε παρασύρει.»

Στον δρόμο της Δόξας η Θεά κάνει σαφή την κριτική στάση που κρατά για τις ανθρώπινες δόξες – γνώμες, η τάξη των οποίων θεωρείται απατηλή. Γιατί όμως η Θεά χρησιμοποίησε αυτόν τον χαρακτηρισμό; Έχει την πρόθεση μια Θεά να χαρακτηρίσει εκ των προτέρων τον λόγο της για το δεύτερο μέρος ψευδή; Η απάντηση δε θα μπορούσε να είναι καταφατική και θα δοθεί στη συνέχεια.

Παρακάτω στην ανάλυσή της η Θεά αναλύει τον φαινομενικό κόσμο. Χαρακτηριστικά λέει (Απόσπασμα 9-Μετάφραση: Βασίλης Κάλφας):

«Kι αφού έχουν πια τα πάντα φως και νύκτα ονομαστεί
και όσα ανήκουν στις δυνάμεις τους έχουν χωριστεί στα δύο,
όλα είναι γεμάτα με φως και άφαντη νύχτα συνάμα,
ίσα μεταξύ τους, αφού κανένα δεν μετέχει στο μηδέν.»

Ο κόσμος ανάγεται σε δύο «μορφές», το φώς (φάος) και τη νύχτα (νύξ). Στις γνώμες των ανθρώπων οι δύο αυτές «μορφές» αλληλοαποκλείονται, η μία δηλαδή δεν μπορεί να αναχθεί στην άλλη . Οι άνθρωποι δέχονται πότε την παρουσία της μίας και πότε της άλλης. Συγκεκριμένα, λόγω της αισθητηριακής αντίληψης και κυρίως της όρασης, δίνουν το προβάδισμα στο φως ενώ την νύχτα την εκλαμβάνουν ως μη ον. Ο ανθρώπινος νους δέχεται το προσωπείο του Μη Όντος στη μορφή της νύκτας. Ο θείος λόγος  είναι αντίθετος, όμως, με τον ανωτέρω διαχωρισμό των δύο «μορφών» και σπεύδει να τον διορθώσει στο απόσπασμα 9. Οι θνητοί αδυνατούν να συλλάβουν τη «μείξη»-συμφιλίωση των δύο μορφών. Το φως και η νύχτα συνυπάρχουν και είναι ισότιμες μορφές. Και εδώ έγκειται η κριτική που άσκησε πιο πάνω η Θεά. Απατηλές (με αποτέλεσμα να οδηγούν σε κάτι ψευδές, μη πραγματικό) θεωρούνται οι γνώμες των θνητών που οδηγούν στο διαχωρισμό του φωτός και της νύχτας και κατ’ επέκταση στην πλάνη και όχι ο δικός της ο λόγος.

Στον εικότα διάκοσμο της Θεάς («Για αυτόν τον κόσμο σού μιλώ εγώ, τον τόσο εύλογο, ώστε ποτέ καμιά γνώμη των θνητών να μήν σε παρασύρει») τα διχοτομημένα συγκλίνουν και επανασυνδέονται. Η Θεά αντιπαραθέτει στις πλάνες των θνητών τον εοικότα διάκοσμό της από τον οποίο απόβάλλεται το Μη Ον. Η Θεά μας παρουσιάζει την παραγωγή του κόσμου από τη μείξη των δύο μορφών (φάους και νυκτός).  Ο κόσμος δεν ανάγεται σε μία αρχή, όπως στους Ίωνες Προσωκρατικούς και τη δική τους προσωκρατική φιλοσοφία, αλλά στη μείξη των δύο θεμελιωδών αρχών. Το φάος και η νύχτα  δε συνιστούν μόνο προϋποθέσεις του αισθητικού κόσμου, αλλά και υλικά στοιχεία που παράγουν τον κόσμο. Αλλά γιατί η Θεά ονομάζει τον «διάκοσμό» της εοικότα; Το  ἐοικώς μπορεί να μεταφραστεί ως «φανερός». Φανερός είναι ο διάκοσμος, επειδή παρουσιάζεται στην αίσθηση και στο δοκείν, με οδηγό τον θεϊκό λόγο και την ισοτιμία του φάους και της νυκτός.


Βιβλιογραφία

Αυγελής, Ν. (2012). Εισαγωγή στη Φιλοσοφία. Σταμούλης Αντώνιος Εκδοτικός Οίκος: Θεσσαλονίκη

Κάλφας, Β. & Ζωγραφίδης, Γ. (2011). Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι. ΙΝΣ: Θεσσαλονίκη.

Θανασάς, Π. (1998). Ο πρώτος «δεύτερος πλους» Είναι και Κόσμος στο ποίημα του Παρμενίδη. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Ηράκλειο.

 

 

Ονομάζομαι Τσιαπάρας Γιώργος, κατάγομαι και ζω στη Θεσσαλονίκη. Είμαι αριστούχος απόφοιτος του Τμήματος Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Επίσης, είμαι απόφοιτος και της Νομικής Σχολής του ίδιου πανεπιστημίου. Στο maxmag αρθρογραφώ στη στήλη του Πολιτισμού. Στα άρθρα μου αναλύονται θέματα σχετικά με την ιστορία, τη θρησκεία, την κοινωνία και τη γλώσσα.

Περισσότερα από τη στήλη: Πολιτισμός

Πολιτισμός

Θέατρο στην εκπαίδευση: τα οφέλη μιας παραμελημένης τέχνης

Το θέατρο αποτελούσε ανέκαθεν έναν από τους πιο δημιουργικούς και ιδιαίτερους τρόπους έκφρασης. Είναι μία…

Πολιτισμός

Η «Κυρά της Θάλασσας» που χάθηκε στην ιστορία του Αιγαίου

Από την Εποχή του Χαλκού στη Μεσόγειο Θάλασσα και ειδικά στην περιοχή του Αιγαίου Πελάγους,…

Πολιτισμός

Τα πιο συνηθισμένα όνειρα ανά χώρα

Τα όνειρα αποτελούν κοινό χαρακτηριστικό σε όλους τους πολιτισμούς. Άνθρωποι από διάφορες χώρες του κόσμου…

Πολιτισμός

Καθιέρωση 25ης Νοεμβρίου: Τέχνη και ιστορία

Η τέχνη δεν είναι απλώς διακοσμητική· αποτελεί καθρέφτη μιας κοινωνίας που συχνά αρνείται να κοιτάξει…

Πολιτισμός

Γαλλική Μετα-κατοχή: Οι “Κουρεμένες”

Βρισκόμαστε στον Αύγουστο του 1944- έντεκα μήνες πριν την οριστική λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου…

Πολιτισμός

Ξενάγηση στο μοναδικό μουσείο παγωτού στην Ελλάδα

Πώς ξεκίνησαν όλα Πριν από 70 χρόνια ιδρύθηκε η βιομηχανία «κρι-κρι», μια μάρκα ιδιαίτερα αγαπητή…

Πολιτισμός

Θρησκευτική οικονομία: Τα ιερά ως τράπεζες

Θρησκεία και χρήματα, μια σχέση που η σημερινή κοινωνία θεωρεί σύγχρονη. Τα κεριά, τα τάματα,…