
Σε κάθε κοινωνία κυκλοφορούν αόρατα «νομίσματα»: βλέμματα, υπαινιγμοί, αστεία, σιωπές. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει η ντροπή ως κοινωνικό νόμισμα. Κάποιος τη «ρίχνει» στο τραπέζι και ξαφνικά αλλάζουν οι ισορροπίες: άλλος σωπαίνει, άλλος απολογείται, άλλος υποχωρεί. Επιπλέον, πολλές φορές η ντροπή δεν χρειάζεται λέξεις αλλά αρκεί ένα σφίξιμο στο στομάχι και μια σκέψη: «μήπως με βλέπουν;». Έτσι, η κοινωνική τάξη κερδίζει την πειθαρχία, ενώ το άτομο συχνά αισθάνεται απόρριψη.
Από το βλέμμα στον κανόνα
Πρώτα απ’ όλα, η ντροπή γεννιέται μέσα στη σχέση. Ο Cooley περιγράφει τον «καθρέφτη» της κοινωνίας. Ουσιαστικά, ο άνθρωπος φαντάζεται πώς τον βλέπουν οι άλλοι γύρω τους, μετά αξιολογεί αυτό το βλέμμα και τελικά νιώθει περηφάνεια ή ντροπή (Cooley, 1902). Άρα, η κοινότητα δεν επιβάλλει μόνο κανόνες αλλά παράγει και συναισθήματα που τους στηρίζουν. Παράλληλα, το σώμα συμμετέχει ενεργά: νευροεπιστημονικές προσεγγίσεις συνδέουν την αυτό-αναφορά και την «εσωτερική αφήγηση» με δίκτυα όπως το default mode network, ενώ η κοινωνική αντανάκλαση περνά και από μηχανισμούς «καθρέφτη» (Sandrone, 2013). Επομένως, η ντροπή δεν ζει μόνο στο μυαλό. Αντιθέτως, χαράζει διαδρομές σε νεύρα, μνήμη και προσοχή.
Ντροπή, δεσμός και αυτό-συνοχή
Στη συνέχεια, η ντροπή λειτουργεί σαν σήμα κινδύνου στις σχέσεις. Η ψυχαναλυτική σκέψη δείχνει ότι η σχέση με τους σημαντικούς άλλους διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην αίσθηση αξίας μας. Ο Fairbairn τονίζει τη δύναμη των εσωτερικευμένων σχέσεων: όταν το παιδί μαθαίνει ότι η ανάγκη του «ενοχλεί», τότε κουβαλά αυτό το μήνυμα ως εσωτερική ενοχή και ντροπή (Fairbairn, 1952).
Επιπλέον, ο Kohurt (1971) περιγράφει την ανάγκη για καθρέφτισμα και αναγνώριση: όταν το περιβάλλον είναι ψυχρό, τότε η αυτό-συνοχή ραγίζει και ο άνθρωπος προσπαθεί να κρυφτεί, να τελειοποιηθεί ή να επιτεθεί για να μην «εκτεθεί». Με αυτόν τον τρόπο η ντροπή δεν ρυθμίζει μόνο συμπεριφορές αλλά καθορίζει και τον τρόπο που θα διαμορφωθεί ένας άνθρωπος
Ντροπή και συμμόρφωση
Ωστόσο, γιατί η κοινωνία «επενδύει» στη ντροπή; Ίσως επειδή η ντροπή αγοράζει συμμόρφωση με χαμηλό κόστος: δεν χρειάζεται μια τιμωρία κάθε φορά, αφού ο άνθρωπος αυτό-ελέγχεται. Επιπλέον, η ντροπη κυκλοφορεί εύκολα στα μικρά δίκτυα: οικογένεια, εργασία, κοινότητες, αλλά και στα social media, όπου η δημόσια έκθεση μετατρέπει το λάθος σε θέαμα.
Παρά ταύτα, η «απόδοση» αυτής της «οικονομίας» κρύβει ρίσκο: όσο περισσότερο ένα περιβάλλον πληρώνει με ντροπή, τόσο περισσότερο παράγει μυστικότητα, διπλή ζωή και απομόνωση. Δηλαδή, η ντροπή προστατεύει τους κανόνες, αλλά συχνά τραυματίζει την ίδια την ταυτότητα του ατόμου.
Ένα νέο νόμισμα
Στο τέλος, η ντροπη ως κοινωνικό νόμισμα μοιάζει με κέρμα που γυαλίζει στα χέρια της κοινωνίας, αλλά βαραίνει τον άνθρωπο. Γιατί κάθε φορά που «πληρώνουμε» με ντροπή, αγοράζουμε σιωπή αντί για αλήθεια, συμμόρφωση αντί για σύνδεση. Κι όμως, μπορεί να υπάρξει μια αλλαγή στο νόμισμα. Μια αλλαγή που θα φέρνει τη σύνδεση, τον σεβασμό και την ανθεκτικότητα. Όταν μια κοινότητα δίνει χώρο να ειπωθεί το λάθος χωρίς διαπόμπευση, τότε κάτι αλλάζει ουσιαστικά: ο άνθρωπος δεν χρειάζεται να κρυφτεί για να ανήκει. Και τότε, το πιο πολύτιμο «νόμισμα» δεν γίνεται η ντροπή, αλλά η ελευθερία.
Πηγές
- Cooley, C. H. (1902). Human Nature and the Social Order. Scribner’s.
- Fairbairn, W. R. D. (1952). Psychoanalytic Studies of the Personality. Tavistock.
- Kohut, H. (1971). The Analysis of the Self. International Universities Press.
- Sandrone, S. (2013). Self through the Mirror (Neurons) and Default Mode Network. Frontiers in Human Neuroscience, 7, 383. https://doi.org/10.3389/fnhum.2013.00383