Οι εφημερίδες δεν πρέπει να έχουν φίλους. Η δημοκρατία μας και ο Τύπος της πάντα θα ανεβαίνουν ή θα πέφτουν μαζί.
Αυτά είναι μερικά λόγια του διακεκριμένου δημοσιογράφου Τζόζεφ Πούλιτζερ, που γεννήθηκε στις 10 Απριλίου 1847, υπήρξε εκδότης, συγγραφέας και πολιτικός και είναι ευρέως γνωστός για τα βραβεία Πούλιτζερ που απονέμονται κάθε χρόνο. Κατείχε τα ηνία σπουδαίων εφημερίδων και συνδέθηκε στενά με την έννοια της κίτρινης δημοσιογραφίας. Όντας φιλόδοξος και εργατικός (στα σκαριά της δημοσιογραφικής του καριέρας λέγεται ότι εργαζόταν 16 ώρες την ημέρα) κατόρθωσε να ανελιχθεί, να πλουτίσει και να μείνει στην ιστορία ως μια εξέχουσα προσωπικότητα του Τύπου.
Η αρχή και τα πρώτα βήματα
Ο Τζόζεφ Πούλιτζερ γεννήθηκε στο Μακό της Ουγγαρίας στις 10 Απριλίου 1847 και μετανάστευσε στην Αμερική το 1864. Υπηρέτησε στον στρατό την περίοδο του Αμερικανικού εμφυλίου, αφού τον είχαν απορρίψει προηγουμένως πολλές στρατιωτικές ομάδες. Συγκεκριμένα, ο στρατός της Αυστρίας, της Βρετανίας και ο στρατός της Γαλλίας τον απέρριψαν εξαιτίας του αδύναμου σώματός του· ήταν λιπόσαρκος, με κακή όραση και ασθενικά πνευμόνια. Το 1868 ξεκίνησε να δουλεύει για την Westliche Post, μια γερμανόφωνη καθημερινή εφημερίδα. Πριν από αυτό εργάστηκε ως σερβιτόρος, ως οδηγός ταξί και ως φροντιστής γαϊδουριών.
Εμπλέχτηκε και με την πολιτική το 1869, όταν προτάθηκε ως υποψήφιος στο νομοθετικό σώμα του Μιζούρι με το κόμμα των Ρεπουμπλικανών. Η νίκη του ήταν συντριπτική, ωστόσο ο Πούλιτζερ τότε ήταν μόλις 22 ετών, οπότε με βάση το νόμο δε μπορούσε να υπηρετήσει το πολιτικό αξίωμα για το οποίο ήταν υποψήφιος, αλλά και εκλεγμένος από τους πολίτες. Βέβαια δεν άργησε να εγκαταλείψει τους Ρεπουμπλικανούς και να αυτομολήσει στους Δημοκρατικούς.
Ενδιαφέρομαι βαθύτατα για την πρόοδο και την άνοδο της δημοσιογραφίας, αφού πέρασα τη ζωή μου σε αυτό το επάγγελμα, θεωρώντας το ως ένα ευγενές επάγγελμα, με απαράμιλλη σημασία και επιρροή για τα μυαλά και την ηθική του λαού!
Οι εφημερίδες και η καριέρα
Το 1872 αγόρασε την εφημερίδα Post, έναντι 3.000 δολαρίων, το 1878 αγόρασε την St. Louis Dispatch, έναντι 2.700 δολαρίων και τελικά τις συγχώνευσε. Έτσι, ίδρυσε την St. Louis Post Dispatch που παραμένει μέχρι τις μέρες μας η καθημερινή εφημερίδα του St. Louis. Πλέον ήταν ένας πλούσιος εφημεριδάς – δημοσιογράφος – εκδότης και το 1883 εξαγόρασε για 346.000 δολάρια την New York World. Αναβάθμισε την εφημερίδα, αλλάζοντας τη γραμμή της και εστιάζοντας σε ιστορίες με περισσότερο ενδιαφέρον. Έφερε στο φως σκάνδαλα και ανθρώπινα ζητήματα, που κέντριζαν την περιέργεια των πολιτών. Προσέλαβε τη διάσημη Νέλι Μπλάι που καταπιάνονταν με την ερευνητική δημοσιογραφία και τον επίσης διάσημο Ρίτσαρντ Άουτκολτ που σχεδίαζε κόμιξ και σκίτσα. Το κόμικ του με τίτλο The yellow kid ήταν το πρώτο έγχρωμο κόμικ που συμπεριελήφθη ποτέ σε εφημερίδα. Η τέως χρεωκοπημένη New York World, που πουλούσε 15.000 φύλλα, έφτασε με ταγό τον Τζόζεφ Πούλιτζερ, να πουλάει 600.000 αντίτυπα. Κατέστη έτσι η μεγαλύτερη εφημερίδα στη χώρα.

Το 1890 ο εκδότης της αντίπαλης εφημερίδας New York Sun εξαπέλυσε μύδρους κατά του Πούλιτζερ και τον χαρακτήρισε ως Εβραίο που εγκατέλειψε τη θρησκεία του. Σημειωτέον δε, πως ο πατέρας του ήταν Εβραίος, ενώ η μητέρα του Ρωμαιοκαθολική. Με την κίνηση αυτή επιδιώχθηκε να κλονιστεί το εβραϊκό αναγνωστικό κοινό της New York World και η επίθεση αυτή δυσχέρανε την ήδη καταπονημένη υγεία του Πούλιτζερ. Ως συνέπεια παραιτήθηκε από εκδότης, διατηρώντας ωστόσο τον οικονομικό έλεγχο των εφημερίδων του. Επόμενο αντίπαλο δέος για τον Πούλιτζερ υπήρξε ο επιχειρηματίας Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ, ο οποίος το 1895 εξαγόρασε την εφημερίδα New York Journal. Ξέσπασε λοιπόν ένας δημοσιογραφικός πόλεμος ανάμεσα στις δύο εφημερίδες, που σπίλωσε το όνομα του Πούλιτζερ και τον συνέδεσε με την έννοια της κίτρινης δημοσιογραφίας· ειδικά κατά τη διάρκεια του Ισπανο – Αμερικανικού πολέμου.

Το 1909 η New York World αποκάλυψε ένα οικονομικό σκάνδαλο, στο οποίο η Αμερικανική κυβέρνηση πλήρωσε παράνομα 40.000.000 δολάρια στην French Panama Canal Company. Ο Τζόζεφ Πούλιτζερ κατηγορήθηκε πως συνέταξε λιβελογραφήματα κατά των Θίοντορ Ρούσβελτ και Τζ. Π. Μόργκαν και διεξήχθη δίκη. Τελικά αθωώθηκε στο δικαστήριο και η νίκη αυτή θεωρήθηκε νίκη για την ελευθεροτυπία.
Το τέλος και η σπουδαιότητα στην ιστορία
Ο Τζόζεφ Πούλιτζερ πέθανε στα 64 χρόνια του από καρδιακή ανεπάρκεια. Στις 29 Οκτωβρίου 1911 βρίσκονταν στο σκάφος του στο λιμάνι του Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνα, μαζί με τη Γερμανίδα γραμματέα του. Λέγεται πως εκείνη του διάβαζε μια αφήγηση για το Γάλλο βασιλιά Λουδοβίκο τον 14ο και μόλις έφτασε στο σημείο του θανάτου του μονάρχη, ο Πούλιτζερ είπε την εξής φράση: Leise, ganz leise, ganz leise. Στα γερμανικά σημαίνει σιωπηλά, πολύ ήσυχα, πολύ ήσυχα, μια προτροπή για να χαμηλώσει την ένταση της φωνής της. Αυτά ήταν και τα τελευταία του λόγια. Πέθανε πετυχημένος και έχοντας εκπληρώσει τις φιλοδοξίες του.
Μετά το θάνατό του, στις 4 Ιουνίου 1917, απονεμήθηκαν για πρώτη φορά τα βραβεία Πούλιτζερ και έκτοτε απονέμονται κάθε Απρίλιο. Σύμφωνα με το κληροδότημα προβλέπονται οκτώ βραβεία που απονέμονται σε κατηγορίες σχετικές με τη δημοσιογραφία (καλύτερο άρθρο, ρεπορτάζ κ.λπ) και τέσσερα που σχετίζονται με τις τέχνες και τα γράμματα. Από το 1943 υπάρχει βραβείο Πούλιτζερ και για την καλύτερη μουσική σύνθεση. Τα βραβεία αυτά είναι ιδιαίτερα τιμητικά στο χώρο της έντυπης δημοσιογραφίας.
Εκτός όμως από τα βραβεία, ο Τζόζεφ Πούλιτζερ άφησε μια ακόμη παρακαταθήκη. Στη διαθήκη του όριζε πως χαρίζει 2.000.000 δολάρια στο πανεπιστήμιο Κολούμπια για την ίδρυση σχολής δημοσιογραφίας. Από το 1892 προσέφερε τα χρήματα στον πρόεδρο του πανεπιστημίου, αλλά εκείνος δεν τα δέχτηκε. Το 1902 άλλαξε ο πρόεδρος και ο νέος ήταν πιο δεκτικός στο σχέδιο της σχολής και των βραβείων. Μολαταύτα η σχολή ιδρύθηκε μετά το θάνατο του Πούλιτζερ, το 1912, οπότε ο ίδιος δεν έζησε αρκετά ώστε να δει το όραμά του να υλοποιείται. Η μεταπτυχιακή σχολή δημοσιογραφίας του Κολούμπια είναι μια σχολή ολκής και θεωρείται από τις σπουδαιότερες μέχρι σήμερα.
Αυτό που χρειάζεται μια εφημερίδα στις ειδήσεις της, στα πρωτοσέλιδά της, στα κείμενά της, είναι η αίσθηση του χιούμορ, η περιγραφική δεινότητα, η σάτιρα, η πρωτοτυπία, το καλό λογοτεχνικό ύφος, η έξυπνη συμπύκνωση και η ακρίβεια, η ακρίβεια, η ακρίβεια!

Μερικές ακόμη ενδιαφέρουσες πληροφορίες
Πυροβόλησε έναν εργολάβο που τον προσέβαλε.
Όταν ασχολούνταν με την πολιτική έκανε εχθρό του έναν εργολάβο. Στις 27 Ιανουαρίου 1870 μάλωσαν σε ένα ξενοδοχείο στην πόλη Τζέφερσον, του Μιζούρι. Αφού τον απεκάλεσε ψεύτη, ο Πούλιτζερ πήρε το παλιό του όπλο του στρατού και πήγε να τον βρει. Αφού επέστρεψε στο ξενοδοχείο, απαιτώντας να του ζητήσει συγνώμη, ο εργολάβος τον χτύπησε. Τότε αυτός τον πυροβόλησε στο πόδι. Ευτυχώς το θύμα επέζησε, διότι αν πέθαινε, ο δημοσιογράφος θα φυλακίζονταν και θα καταστρέφονταν η δημοσιογραφική και πολιτική του καριέρα. Βέβαια τιμωρήθηκε βαριά, εντούτοις διατήρησε την πολιτική του θέση και έχασε στις επόμενες εκλογές.
Είχε προληπτική εμμονή με το 10.
Ο Πούλιτζερ είχε εμμονή με τον αριθμό 10. Γεννήθηκε στις 10 Απριλίου, απέκτησε τον έλεγχο των εφημερίδων Saint Louis Post Dispatch και New York World στις 10 του μήνα και συχνά αρνούνταν να κάνει σημαντικά πράγματα μέχρι τη 10η ημέρα οποιουδήποτε μήνα. Βέβαια, όταν η κατοικία του στο Μανχάταν με διεύθυνση 10 East 55th Street κάηκε το 1900, μετακόμισε στην οδό 11 East 73th Street.
Είχε τυφλωθεί.
Ο εκδοτικός μεγιστάνας έχασε την όρασή του στα 40 του χρόνια. Αν και διατήρησε στα χέρια του τα ηνία της εφημερίδας με βοήθεια βέβαια, η απώλεια της όρασής του του προκάλεσε ψυχολογικά προβλήματα. Απομονώθηκε και υπέστη νευρική κατάρρευση.
Ήταν λάτρης της τέχνης.
Ήταν φανατικός συλλέκτης έργων τέχνης, μάλιστα το 1909 ένα περιοδικό που συνέθεσε το προφίλ του, ανέφερε πως ο Πούλιτζερ περιβάλλεται από μια υπέροχη και δαπανηρή συλλογή έργων τέχνης, που δε μπορεί όμως να δει. Η γνώση και η λατρεία της τέχνης θα παρέμενε στην οικογένεια, αφού ο εγγονός του, Τζόζεφ Πούλιτζερ ο τρίτος (επίσης εκδοτικός μεγιστάνας), θα κατείχε μια από τις πιο σπουδαίες συλλογές τέχνης, μέχρι το θάνατό του το 1993.
Είχε ευαισθησία στον ήχο.
Με τους φρενήρεις ρυθμούς της ζωής ενός εκδότη και δημοσιογράφου, ο Πούλιτζερ εκτιμούσε την ηρεμία και την ησυχία και έγινε ευαίσθητος στον ήχο. Ηχομόνωσε μάλιστα το δωμάτιό του, το γιοτ και το εξοχικό κτήμα του, στο Μπαρ Χάρμπορ, που ονομάστηκε πύργος της σιωπής.
Η δύναμη της διαμόρφωσης της δημοκρατίας του μέλλοντος βρίσκεται στα χέρια των δημοσιογράφων των επόμενων γενεών!
Kάποιες από τις φωτογραφίες που κέρδισαν το βραβείο Πούλιτζερ






Ακολουθεί βίντεο με τη διαμάχη Πούλιτζερ και Χιρστ σε ντοκιμαντέρ του National Geographic.
https://www.youtube.com/watch?v=v_xrAd4rrMo
Πηγές