Είναι μετανιωμένος νέο-ναζί; Είναι θρασύς κατηγορούμενος; Είναι μια διχασμένη προσωπικότητα; Είναι ένας μάγος εποχής; Μήπως είναι απλά ένας υπερταλαντούχος ηθοποιός; Είναι ο Έντουαρντ Νόρτον!
Γεννήθηκε στο Μέριλαντ των Ηνωμένων Πολιτειών, στις 18 Αυγούστου 1969, όπου και μεγάλωσε μαζί με τα δυο του αδέρφια, τον δικηγόρο πατέρα του, Έντουαρντ Μάουερ Νόρτον και τη μητέρα του Λίντια Ρόμπινσον, καθηγήτρια αγγλικών.
Από την ηλικία των 5 κιόλας είχε αρχίσει να δίνει δείγματα καλλιτέχνη, και στα 8 είχε ήδη ξεκινήσει να λαμβάνει μέρος σε σχολικές παραστάσεις και να τρώει ώρες με την υπεύθυνη δραματικής τέχνης καθηγήτρια, καθώς φοιτούσε σε θεατρικά σχολεία. Στα 15 του, μάλιστα, κέρδισε βραβείο υποκριτικής από τη συμμετοχή του σε παραστάσεις κατασκηνώσεων και όταν τέλειωσε το σχολείο, συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Γιέιλ, κάνοντας κωπηλασία και συνεχίζοντας και τις παραστάσεις στο πλαίσιο του Πανεπιστημίου, πλάι στον Πολ Τζιαμάτι και τον Ρον Λίβινγκστον.
Πήρε πτυχίο στις Τέχνες το 1991 και έπειτα εργάστηκε στην Οσάκα της Ιαπωνίας ως σύμβουλος στην εταιρία του παππού του, μαθαίνοντας φυσικά και γιαπωνέζικα, τα οποία μπορεί να εξασκήσει ακόμη και σήμερα. Επιστρέφοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες, επικεντρώθηκε στην υποκριτική και ξεκίνησε ως μέλος της ομάδας Signature players, οι οποίοι ήταν παραγωγοί σε έργα του θεατρικού συγγραφέα και σκηνοθέτη Έντουαρντ Άλμπι. Μετά από κάποιες εμφανίσεις του σε θεατρικές παραστάσεις στο Χόλιγουντ, δεν άργησε να τραβήξει την προσοχή αυτών που έψαχναν έναν νέο ηθοποιό που θα βρισκόταν στο πλευρό του Ρίτσαρντ Γκιρ, σε ένα νέο δικαστικό θρίλερ…
1.«Φόβος Ενστίκτου», 1996
Ο κινηματογράφος δεν αργεί να μπει στη ζωή του Νόρτον, όταν το 1996 επιλέγεται ανάμεσα σε 2000 υποψήφιους για το ρόλο του κατηγορούμενου για φόνο, Άαρον Στάμπλερ, ο οποίος δείχνει να πάσχει από διχασμένη προσωπικότητα και η υπόθεση δυσκολεύει όλο και πιο πολύ τον δικηγόρο του (Ρίτσαρντ Γκιρ), στην ταινία «Φόβος ενστίκτου» σκηνοθεσίας Γκρέγκορι Χόμπλιτ. Το ντεμπούτο του Νόρτον στέφθηκε με επιτυχία, αφού οι κριτικές ήταν θετικές, οι εισπράξεις ξεπέρασαν τα 100 εκατομμύρια και ο νεαρός ηθοποιός αποκτά φήμη από το πρώτο του κι όλας βήμα στον κινηματογράφο, κερδίζοντας μάλιστα υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ ανδρικού ρόλου. Για την πρώτη του δουλειά αμείφθηκε με 50 χιλιάδες δολάρια, ενώ μάλλον είναι ευγνώμων που ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο, στον οποίο είχε προταθεί ο ρόλος αρχικά, αρνήθηκε, δίνοντάς του άθελά του την ευκαιρία να κάνει το σταθερό πρώτο βήμα μιας λαμπρής καριέρας.
2.«Μαθήματα Αμερικανικής Ιστορίας», 1998
To 1998, όσοι ακόμη δεν τον είχαν ανακαλύψει, έψαχναν πληροφορίες να βρουν ποιος είναι ο ταλαντούχος αυτός ηθοποιός που σε κάνει αρχικά να τον μισείς και να καταλήγεις να τον συμπαθείς μέσα στα 120 λεπτά μιας ταινίας. Η ταινία αυτή ήταν τα «Μαθήματα Αμερικάνικης ιστορίας» σκηνοθεσίας Τόνι Κάγιε και σεναρίου Ντέιβιντ Μακ Κένα, όπου ο Νόρτον υποδύθηκε ένα νέο-ναζί, ο οποίος όμως καταλήγοντας στη φυλακή αναθεωρεί τις απόψεις του και βγαίνοντας προσπαθεί να προστατέψει την οικογένειά του και ιδιαιτέρως τον μικρότερό του αδερφό (Έντουαρντ Φέρλονγκ), ο οποίος φαίνεται πως ακολουθεί τα βήματά του. Οι κριτικές υπήρξαν θερμές και η ταινία άγγιξε το κοινό, ενώ η ερμηνεία του Νόρτον κατέπληξε τους πάντες και αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς σταθμούς στην πλούσια καριέρα του ενώ του χάρισε άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ, Α’ αντρικού ρόλου αυτή τη φορά.
Fun Fact:
Ο Κάγιε, που στο παρελθόν είχε σκηνοθετήσει μόνο διαφημίσεις και βίντεο κλιπ, ήθελε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον Χοακίν Φίνιξ, ο οποίος αρνήθηκε, γιατί δεν ήθελε να συνδεθεί η εικόνα του με Νεοναζί. Ο Νόρτον, όπως δήλωσε αργότερα ο σκηνοθέτης, ήταν το «χρυσό αγόρι του Χόλιγουντ», αλλά δεν ήταν δική του επιλογή. Παρ’ όλα αυτά, η συνεργασία τους κύλησε ομαλά. Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν με επιτυχία και όλα έδειχναν πως η ταινία θα ήταν αριστούργημα. Μέχρι που ήρθε η ώρα του μοντάζ. Μετά το μοντάζ του Κάγιε, η τελική ταινία είχε διάρκεια 98 λεπτά. Το έργο προβλήθηκε σε περιορισμένο κοινό και στους συντελεστές, οι οποίοι δεν έμειναν καθόλου ικανοποιημένοι απ’ το αποτέλεσμα. Ισχυρίστηκαν ότι δεν είχε καμία σχέση με το σενάριο και άλλαζε όλο το νόημα της ταινίας. Απαίτησαν να αλλαχτεί, αλλά ο Κάγιε αρνήθηκε κατηγορηματικά, με αποτέλεσμα να αναλάβουν αυτοί το μοντάζ. Το έργο που έφτασε στους κινηματογράφους είχε μονταριστεί απ’ τον ίδιο τον Έντουαρντ Νόρτον, σε συνεργασία με συντελεστές της παραγωγής. Έκτοτε, ο Κάγιε έχει παραδεχτεί πως η συμπεριφορά του εκείνα τα χρόνια ήταν εκτός ελέγχου. Επιμένει όμως πως αν του είχαν επιτρέψει να κάνει εκείνος το μοντάζ της ταινίας, ο Νόρτον θα είχε κερδίσει το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, που τελικά πήγε στον Ρομπέρτο Μπενίνι για την ταινία «Η Ζωή είναι Ωραία». Ωστόσο αδιαμφισβήτητα η ταινία αποτελεί ένα κινηματογραφικό αριστούργημα τόσο από σκηνοθετική άποψη (οι flashback σκηνές απεικονίζονται ασπρόμαυρα, ενώ οι παροντικές έγχρωμα) όσο και από κοινωνική. Θίγει μοναδικά το θέμα του ρατσισμού και συγκλόνισε εκατομμύρια θεατές.
3.«Fight Club», 1999
Η επόμενη χρονιά είναι αυτή που κάνει τον ανερχόμενο ηθοποιό διάσημο και του εξασφαλίζει μια σίγουρη θέση στον κινηματογράφο. Μετά το 1999 δεν υπήρχε κινηματογραφόφιλος που να μην τον είχε στη λίστα με τους αγαπημένους του ηθοποιούς, όταν βγήκε στη μεγάλη οθόνη στο πλευρό του Μπραντ Πιτ, στο «Fight club» του Ντέιβιντ Φίντσερ. Από την πλευρά του κοινού και των κριτικών υπήρξαν εκείνη που τη βρήκαν μια ανούσια ωδή στη βία, και εκείνη που τη βρίσκουν ευφυέστατη. (Να ξεκαθαρίσω ότι ανήκω στη δεύτερη κατηγορία). Ο Νόρτον υποδύεται τον… ανώνυμο πρωταγωνιστή, ο οποίος νιώθει παγιδευμένος στη δουλειά του, στην κοινωνία και στη ζωή του γενικότερα, μέχρι που θα βρεθεί στο δρόμο του ο Τάιλερ Ντέρντεν (Μπραντ Πιτ) σε έναν ασυνήθιστο ρόλο…
Για να προετοιμαστεί για το χαρακτήρα που υποδύεται κάνει μαθήματα πάλης, μποξ και τάε κβον ντο και χάνει βάρος, κερδίζοντας τις εντυπώσεις του κοινού. Η ταινία έγινε το σήμα κατατεθέν της «αντισυμβατικής» γενιάς του ’90, καυτηρίαζε σε όλη τη διάρκεια της τη σύγχρονη Αμερική και το έκανε άριστα και δεν υπήρχε εφηβικός ή φοιτητικός τοίχος χωρίς την αφίσα της ταινίας (κάτι που ισχύει σε πολλές περιπτώσεις έως και σήμερα). Για τους ελάχιστους που δεν έχουν δει το συγκεκριμένο φιλμ δε θα αναφερθώ περαιτέρω στην πλοκή και στο ανεπανάληπτο plot twist που κυριολεκτικά άλλαξε τον όρο plot twist και σημάδεψε την πορεία του κινηματογράφου, αλλά (σας παρακαλώ) ακόμα και εσείς οι λίγοι δείτε την!
4.«Ο Μάγος Αϊζενχάιμ», 2006
Ύστερα από κάποια χρόνια ηρεμίας, τριών, όχι και τόσο καλών, για τα δεδομένα του Νόρτον, ταινιών, και ένα δίπλωμα πιλότου, επιστρέφει το 2006 για ταράξει τα νερά και πάλι του Χόλυγουντ. Αυτή τη φορά πρωταγωνιστεί στη ταινία μυστηρίου «The Illusionist» (φοβερή ταινία από τη αρχή μέχρι το τέλος), υποδυόμενος τον μάγο του Αϊζενχάιμ. Μια ερμηνεία γεμάτη ένταση, που κερδίζει κριτικούς και κοινό αλλά δεν γίνεται μεγάλη εμπορική επιτυχία. Η υπόθεση, σε σκηνοθεσία Νιλ Μπέργκερ με λίγα λόγια έχει ως εξής: Στη Βιέννη των αρχών του 20ου αιώνα, ο διάσημος μάγος Άιζενχαϊμ αναγνωρίζει στο πρόσωπο της ερωμένης του πρίγκιπα Λεοπόλδου, τον παιδικό έρωτά του. Το σμίξιμό τους όμως κλονίζει τα σχέδια της Αυστρο-ουγγρικής αυτοκρατορίας, η πριγκίπισσα βρίσκεται νεκρή και ο επιθεωρητής Ουλ αναλαμβάνει να διαλευκάνει τα αίτια θανάτου της. Μια αντισυμβατική αλλά ιδιαίτερα ατμοσφαιρική ταινία για μάγους, στην οποία πολλοί υποστήριξαν ότι βρήκαν αυτό που έψαχναν στο (πολύ πιο συζητημένο κατά τ’ άλλα) «Prestige».
5.«Βirdman: η απρόσμενη αρετή της αφέλειας», 2015
Το να γράφεις για τον Έντουαρντ Νόρτον ότι ο ρόλος του στο Birdman είναι ο καλύτερος της καριέρας του όταν έχει στο βιογραφικό του τα American History-X και Fight Club είναι το λιγότερο ιεροσυλία. Στο Birdman όμως, ο Νόρτον έχει την καλύτερη ερμηνεία που μας έχει προσφέρει τα τελευταία 10 χρόνια. Σε σκηνοθεσία, λοιπόν, Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου και ένα all-star cast με Mάικλ Κίτον, Έμμα Στόουν και Ναόμι Γουότς το Birdman έχει ένα παράδοξο τίτλο και ένα παράδοξο στόρυ. Ο Ρίγκαν είναι ένας ηθοποιός που ελπίζει πως με την τελευταία του φιλόδοξη παραγωγή στο Μπρόντγουεϊ θα καταφέρει, μεταξύ άλλων, να αναβιώσει την σχεδόν τελειωμένη του καριέρα. Κι ενώ αυτή η βαθιά παράτολμη κίνηση φαντάζει τόσο επίφοβη και οριακά ανόητη, ο άλλοτε σπουδαίος και τρανός κινηματογραφικός υπερήρωας τρέφει υψηλές προσδοκίες. Πιστεύει ακράδαντα ότι αυτό το τελευταίο καλλιτεχνικό του εγχείρημα θα αναδείξει το καλλιτεχνικό του ανάστημα και θα τον καθιερώσει στο πολιτιστικό προσκήνιο, απαλλάσσοντάς τον από τη ρετσινιά του ξοφλημένου Χόλιγουντιανού διάττοντα αστέρα!
Καθώς λοιπόν ο Ρίγκαν προετοιμάζεται για την πολυαναμενόμενη πρεμιέρα, και αντιμέτωπος με κάθε δυνατή αντιξοότητα, η σκιά του Birdman, μια μεγάλη γκρινιάρικη συντροφιά, είναι μαζί του διαρκώς, είτε το θέλει είτε όχι. Ο Νόρτον στο συγκεκριμένο εγχείρημα είναι η απόδειξη της κυριαρχίας των Β΄ανδρικών ρόλων σε κάποιες ταινίες έναντι των Α’, ενώ η ίδια η ταινία ήταν η αποκάλυψη στα βραβεία της συγκεκριμένης χρονιάς αφού βραβεύτηκε με το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Πρωτότυπου Σεναρίου και Φωτογραφίας από τις συνολικά εννέα υποψηφιότητες.