Μπορεί φέτος να μην τη χορτάσαμε αρκετά στα κινηματογραφικά δρώμενα, αλλά κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι είναι μία από τις ηθοποιούς με το σπουδαιότερο βιογραφικό στο χώρο. Ο λόγος για τη Νικόλ Κίντμαν και η πικρή αλήθεια είναι πως η Κίντμαν είναι γυναίκα και αυτό μερικές φορές στον πλανήτη Hollywood δεν είναι εύκολο. Αρχές ’90s κανείς δεν περίμενε πως το κορίτσι από την Αυστραλία με το ατίθασο, σγουρό μαλλί, κάποια στιγμή θα γινόταν υπολογίσιμη ερμηνευτική δύναμη της παγκόσμιας κινηματογραφικής βιομηχανίας. Η Νικόλ Κίντμαν έμεινε για χρόνια στη σκιά ενός γάμου που πρόσφερε αναγνωρισιμότητα, φέροντας τον τίτλο «Μις Τομ Κρουζ» σαν βαριά σφραγίδα τυποποίησης σε ένα ρόλο που οριζόταν μόνο από κοινωνικές εκδηλώσεις, κόκκινα χαλιά και εξαντλούνταν στα κουτσομπολιά.
Κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, ο χωρισμός της από «τον διασημότερο άντρα στο Χόλιγουντ» σηματοδότησε την ακμή της καριέρας της και αποκάλυψε το τολμηρό σθένος μιας σειράς κινηματογραφικών επιλογών, που περιείχαν ιδιαίτερο δημιουργικό ρίσκο. Με αφορμή λοιπόν το γενέθλιο μήνα της (η ίδια γεννημένη στις 20 Ιουνίου 1967) ας ρίξουμε μια ματιά στην πορεία της στεκόμενοι στις καλύτερες συνεργασίες και ερμηνείες της.
«Μερικοί ηθοποιοί, ακόμα και οι σπουδαιότεροι, αναγνωρίζονται από μία μοναδική ερμηνεία» γράφει ο Σαμ Άνταμς του Slate, «αλλά η Κίντμαν είναι τόσο καλή με τόσους πολλούς διαφορετικούς τρόπους που είναι σχεδόν αδύνατο να διαλέξεις.» Πράγματι από την αρχή της καριέρας της με το ντεμπούτο της στο θρίλερ «Κρουαζιέρα στην Άκρη του Τρόμου» (Dead Calm, 1989) η ηθοποιός έχει αποδείξει το ταλέντο σε όλα σχεδόν τα είδη και δε διακρίνεται από ταμπέλες. Η πρώτη της υποψηφιότητα για χρυσή σφαίρα ήρθε με το «Μπίλι Μπαθγκέιτ» μια αστυνομική περιπέτεια του 1991 ενώ 4 χρόνια μετά κατάφερε να την κερδίσει με την κωμωδία «Έτοιμη για όλα».
Έκτοτε ο δρόμος της επιτυχίας ήταν μόνο ανοδικός, πράγμα που μας οδηγεί στο 1999 και τη συμμετοχή της στο δράμα «Μάτια ερμητικά κλειστά», το συμβολικό κύκνειο άσμα του τεράστιου Κιούμπρικ. Το αποτέλεσμα είναι μια προκλητική και ανατρεπτική ταινία με δυνατότητα ποικίλων αναγνώσεων, μια διαρκής παλινδρόμηση ανάμεσα στις σφαίρες της πραγματικότητας και της φαντασίας μέχρι που τα όρια τους καταργούνται. Η ερμηνεία της Κίντμαν χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως μια ειλικρινή, ψυχολογική απογύμνωση ενώ η ίδια η ταινία έχει μείνει στην ιστορία ως μια από τις πιο αμφιλεγόμενες αλλά ταυτόχρονα πιο διορατικές και «βαθειές» του είδους.
Συνεχίζοντας την πορεία της, το 2001 έρχεται η δεύτερη ταινία-σταθμός της καριέρας της με τη σαγηνευτική Satine του «Moulin Rouge». Η Satine, η πανέμορφη πόρνη που τελικά πεθαίνει, της χάρισε και την πρώτη της πολυπόθητη υποψηφιότητα για όσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου ενώ απέδειξε το ταλέντο της ηθοποιού τόσο στην υποκριτική όσο και στο τραγούδι. Το αγαπημένο μιούζικαλ με φόντο το νυχτερινό και κοσμοπολίτικο Παρίσι στάθηκε ως τέλεια ευκαιρία για το χρυσό αγαλματάκι που όμως θα ερχόταν αργότερα. Η σκηνοθεσία του Baz Luhrmann κοφτή, μοντέρνα και με χρήση πρωτότυπων οπτικών τεχνικών επιβεβαιώνει την πρωτοποριακή ματιά του σκηνοθέτη ενώ τα τραγούδια βασισμένα σε γνωστές επιτυχίες, παραλλαγμένες λίγο ίσως για να ταιριάζουν στην υπόθεση είναι από τα πιο δυνατά χαρτιά της ταινίας.Ίσως η πιο πετυχημένη διασκευή ήταν αυτή του «τάνγκο της Ροξάν», στην οποία συνδυάστηκε το τραγούδι «Roxanne» των Police με το ταγκό που συνέθεσε ο Αργεντίνος μουσικός Μαριάνο Μόρες. Το τραγούδι, καθώς και το εντυπωσιακό χορευτικό που το συνοδεύει, ακούγεται σε ένα από τα δυνατότερα και πιο ατμοσφαιρικά σημεία της ταινίας.
Φτάνουμε, λοιπόν, στο πολυπόθητο χρυσό αγαλματάκι που αναφέραμε! Με τη συμμετοχή της ως Βιρτζίνια Γουλφ στο δράμα «Οι Ώρες», η Κίντμαν κατάφερε να πάρει στα χέρια της το όσκαρ μαζί με το BAFTA και τη χρυσή σφαίρα το 2002. Μία ημέρα από τη ζωή τριών γυναικών που ανήκουν σε διαφορετικές εποχές (1920, 1950, 2000) έχουν όμως ένα κοινό σημείο αναφοράς, ότι αναζητούν νόημα στη ζωή τους, παλεύουν ενάντια στις κοινωνικές επιταγές και συμβάσεις της εποχής τους, φλερτάρουν με την ιδέα της τρέλας ή της αυτοκτονίας (όταν δεν την αντιμετωπίζουν κατάματα), εκφράζουν ανοικτά ή αντίθετα κρατούν καταπιεσμένη την αμφισεξουαλικότητά τους. Πέρα από την οσκαρική ερμηνεία της Κίντμαν, δίπλα της για να εξυμνήσουν τη γυναικεία αφύπνιση που εξιστορεί το ομώνυμο βιβλίο βρίσκονται η (αγαπημένη) Μέριλ Στριπ και Τζούλιαν Μουρ.
Tην αμέσως επόμενη χρονιά η Κίντμαν μπαίνει πάλι στις υποψηφιότητες των χρυσών σφαιρών με το επικό γουέστερν «Επιστροφή στο Cold Mountain» σε σκηνοθεσία ‘Αντονι Μινγκέλα και πλάι της τους Τζουντ Λο, Ρενέ Ζελβέγκερ, Ντόναλντ Σάδερλαντ και Νάταλι Πόρτμαν. Το all-star cast με ερμηνείες διόλου χάρτινες και επιφανειακές πλάθει ένα all-time classic αριστούργημα με φόντο τον εμφύλιο πόλεμο, την αφοσίωση και τον έρωτα. Ακολουθούν συμμετοχές σε 11 παραγωγές από το 2004-2009 και η ηθοποιός θεωρείται πλέον μία από τις πιο ακριβοπληρωμένες και πολυζήτητες του Hollywood, ωστόσο η ίδια αναζητά ακόμα ένα χρυσό αγαλματάκι για να αποδείξει την αξία της.
Η ευκαιρία για αυτό έρχεται το 2010 ως Becca Corbet στο «Rabbit Hole». Το «Rabbit Hole» είναι μια απλή ταινία (σε καμία περίπτωση απλοϊκή), που καταγράφει ρεαλιστικά τη θλίψη που προκύπτει από την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου και την οδυνηρή διαδικασία επανάκαμψης. Χωρίς μελόδραμα, αλλά και χωρίς σεναριακές κορυφώσεις παρακολουθούμε την σπαρακτική ιστορία-cliche ενός ζευγαριού που χάνει το παιδί του και που προσπαθεί να ορθοποδήσει. Θρήνος, εμμονή, οργή και ανάγκη εξιλέωσης είναι τα βασικά συστατικά της ερμηνείας της Κίντμαν με παρτενέρ τον Aaron Eckhart και από τη σκηνοθετική ματιά του John Cameron Mitchell. Έμπρακτα λοιπόν αποδεικνύει σε όλους ότι το δράμα είναι μια εύκολη πρόκληση για εκείνη-ξέρει να το κάνει και ξέρει να το κάνει καλά.
Και μπορεί οι καλύτερες στιγμές της να αναδεικνύονται μέσα από δραματικούς ρόλους αλλά σίγουρα δεν επαναπαύεται και δε σταματά να επεκτείνει τις υποκριτικές της δυνατότητες. Γνωρίζει καλά πως η καλλιτεχνική παρακαταθήκη οφείλει να έχει χαρακτήρα και διάρκεια. Και η αλήθεια είναι πως η Κίντμαν τα τελευταία είκοσι χρόνια δεν έπαψε να προτείνει σκηνοθέτες, δημιουργούς, είδη, μέσα από τις συμμετοχές της. Λαρς Φον Τρίερ, Γκας Βαν Σαντ, Τζόναθαν Γκλέιζερ, Τζέιν Κάμπιον, Φίλιπ Κάουφμαν, Τσαν Γουκ-Παρκ, Νόα Μπάουμπαχ, Στίβεν Ντάλντρι είναι μερικοί από τους σκηνοθέτες από τους οποίους η Κίντμαν έχει διδαχθεί και μάλιστα σε τολμηρούς ρόλους που απαιτούσαν από εκείνη να βγει από τη «ζώνη ασφάλειας» μιας σταρ του Χόλιγουντ. Η σφραγίδα της στη γυναικεία πορεία του σινεμά είναι σίγουρα ανεξίτηλη και αξιοζήλευτη από πολλούς νέους καλλιτέχνες!