Αν έπρεπε να περιγράψουμε τον αιθαλή, αεικίνητο Αμερικανό σκηνοθέτη, σεναριογράφο και συγγραφέα (τρομερά συνεπή ως προς την συχνότητα των ταινιών που παραδίδει με ευλάβεια κάθε χρονιά) με μια φράση, αυτή θα ήταν παρμένη από την σκωπτική του πένα και δεν θα ήταν άλλη από το απόφθεγμα: «Δεν είναι που με τρομάζει ο θάνατος. Απλώς, δεν θα ήθελα να είμαι παρών όταν θα μου συμβεί!». Σε μια φιλόδοξη απόπειρα να συμπυκνώσει τις φιλοσοφικές του ανησυχίες και τα πανανθρώπινα ερωτήματα που μονοπωλούν το καλλιτεχνικό του έργο και τον προσωπικό του βίο, αρέσκεται για ακόμη μια φορά στο να κρυφοκοιτάξει μόνο πίσω από την κάμερα και να εναποθέσει το βάρος των υπαρξιακών του αναζητήσεων σε άλλους ηθοποιούς, που κακά τα ψέμματα και χωρίς καμιά διακριτικότητα πλέον, υποδύονται απερίφραστα τον ίδιο. Εδώ και 50 δεκαετίες της πολυτάραχης ζωής του αναμετριέται με τον φοβικό εαυτό του βρίσκοντας καταφύγιο στο σινεμά, θέλοντας να καταθέσει τα εσώψυχά του μέσα από τις ταινίες του που τόσο έχουν λατρευτεί σύσσωμες, από κάθε γωνιά ετούτης της γης. Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια εν γένει, αλλά και εν προκειμένω για την τόσο παραγωγική δημιουργικότητα του Woody Allen που μας έχει χαρίσει 48 ταινίες που θα μπορούσαμε με σιγουριά να πούμε ότι επί της ουσίας είναι μια μόνο ταινία που μεταμφιέζεται απλώς με διαφορετικούς χαρακτήρες, σε διαφορετικές τοποθεσίες κάθε φορά. Ο πυρήνας της θεματικής του και η πεμπτουσία της σκέψης του είναι η ίδια: ο θάνατος, οι φοβίες κάθε λογής, οι σχέσεις του ζευγαριού, ο Θεός, ποιές είναι οι νοητές γραμμές που ξεχωρίζουν τον δημιουργό από το έργο, την αλήθεια από το ψέμα, την πραγματικότητα από το όνειρο, καταλήγοντας εμφατικά στο τελικό απόσταγμα: Ποιό είναι το νόημα της ζωής και γιατί υπάρχουμε;
Στο «Rifkin’s Festival», ίσως στην τελευταία ταίνια της σαρωτικής καριέρας του, φιλοσοφεί για ακόμα μια φορά για όλα εκείνα τα ζητήματα που έχει καταπιαστεί στο παρελθόν εκτενέστατα και πιο ενδελεχώς, σε μια υπερβολικά συμπυκνωμένη ταινία που θέλει να τα πεί όλα και παραδόξως τα καταφέρνει περίφημα αφήνωντας μια πολύ γλυκιά και συγκινητική επίγευση χωρίς να πρόκειται για κάποιο αριστούργημα -ίσως και καλύτερα αφού ήδη έχει αφήσει μια λαμπρή παρακαταθήκη για όποιον επιθυμεί να βουτήξει στον πυθμένα της φιλμογραφίας του και στα άδυτα της ψυχής του. Εκεί που το σινεμά και η πραγματικότητα γίνονται ένα σε μια τέλεια αρμονία, ο μειλίχιος Woody Allen μας αποχαιρετάει (;) με τον πιο γλυκό και αστείο επίλογο.

Ένας Νεουρκέζος διανοούμενος, μεσήλικας συγγραφέας που διδάσκει κινηματογράφο, επισκέπτεται με την κατά πολύ νεότερη, γεμάτο μπρίο γυναίκα του που έχει αναλάβει την προώθηση μιας καινούργιας ταινίας στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Σαν Σεμπάστιαν, την Ισπανία. Η νωθρότητα της σχέσης του ζευγαριού που πλέον «πνέει το λοίσθια», θα οξυνθεί ακόμα περισσότερο με την γνωριμία μιας γυναίκας και ενός άντρα αντίστοιχα και θα αναζωπυρώσει την ζωντάνια και την δημιουργικότητά τους που βρίσκεται σε συναισθηματικό τέλμα.
Ενώ η γυναίκα του έρχεται επικίνδυνα κοντά με τον νεαρό σκηνοθέτη της ταινίας που έχει αναλάβει την προώθησή της, ο παραγκωνισμένος και αρρωστοφοβικός Rifkin, βρίσκει διαφυγή στα ονειρικά ταξίδια του μυαλού του, αναζητώντας μια διέξοδο από την άχαρη ζωή του, μια έμπνευση για το ημιτελειωμένο εν εξελίξει βιβλίο του αλλά και μια εξονυχιστική ανασκαφή στις παρελθοντικές πληγές, ταξιδεύοντας στην χρονοκάψουλα, σαν πρωταγωνιστής σε ταινία του Bergman. Όσο το ζευγάρι αποτραβιέται αισθητά ο ένας από τον άλλον, ψάχνωντας η μία κάτι πιο παροδικά διασκεδαστικό που θα της προσέφερε μια παράνομη σχέση με έναν νεότερο και ο άλλος κάτι πιο ουσιαστικό που θα του «ξυπνήσει» την θέληση για δημιουργία, μια επιπλέον χαρακτήρας με ισπανικό αέρα, έρχεται για να σώσει την ψυχή του Rifkin από τον πρόωρο ξεπεσμό.

Ένας απροκάλυπτος φόρος τιμής, γεμάτο ευθείες αναφορές στις ταινίες των μεντόρων του που δεν διστάζει κάθε φορά να απονέμει ειδική μνεία για τον καθένα τους (Fellini, Bergman, Buñuel κτλπ), αυτή τη φορά χρησιμοποιεί έντεχνα τις μνημειώδεις σκηνές από τις ταινίες τους ενσωματώνοντάς τες στους χαρακτήρες της δικής του ταινίας. Είναι μια γιορτή για το σινεμά, ένα ατελείωτο πάρτυ κινηματογραφικών αναφορών από τους προπάτορες της 7ης τέχνης και αγαπημένους του σκηνοθέτες και φυσικά βασική πηγή έμπνευσής του. Ο ίδιος θεωρεί ότι τους οφείλει τόσα και μια ολόκληρη ζωή δεν αρκεί για να τους επαινέσει, πόσο μάλλον 48 μόνο (!) ταινίες.
Με ξεκαρδιστικά καλογραμμένους διαλόγους, ευρηματικά μοτίβα στις σκηνές που αντιγράφει τις διάσημες ταινίες και έναν εκλεκτό Wallace Shawn που αναβλύζει όλες εκείνες τις συναισθηματικές αγκυλώσεις που πλήττουν έναν διανοούμενο, υποχόνδριο, πνευματικό άνθρωπο, σε ένα αέναο ταξίδι ερωτηματικών και υπαρξιακών εξορμήσεων, η ταινία διαπρέπει. Ο τεράστιος κινηματογραφιστής Vittorio Storaro φωτογραφίζει εκθαμβωτικά την ακαταμάχητη Ισπανία και μεγαλουργεί στα μελαγχολικά ασπρόμαυρα, πατώντας πάνω σε ένα προσχηματικό σενάριο που αποτελεί καθαρά το όχημα της ιστορίας και τίποτα πέραν αυτού. Ο Woody Allen περιδιαβαίνει στις πανέμορφες τοποθεσίες σε μια χώρα φυσικά της πολυαγαπημένης του Ευρώπης σε μια σχέση αμοιβαίας αγάπης, σε ένα ερωτικό αλισβερίσι που κρατάει εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Το «Rifkin’s Festival» δεν εμπεριέχει κάποια ιδιαίτερη σεναριακή ή σκηνοθετική πρωτοτυπία (ικανό ίσως να χαρακτηριστεί ως ένα μοντέρνο «Stardust Memories»), ούτε ατελείωτο Woodyallenίστικο χιούμορ των παλαιών καλών εποχών («Take the Money and Run» ή «Bananas») ή την μυστηριώδη εκδοχή του σκηνοθετικού του χαρακτήρα («Crimes And Misdemeanors», «Match Point» ή «Cassandra’s Dream»), όμως κάνει έναν συγκινητικό συγκερασμό των χαρακτηριστικών του μοτίβων που μας έκαναν να «ερωτευτούμε» το σινεμά του Woody Allen, παρακολουθώντας το ασκαρδαμυκτί στις θερινές αίθουσες και να χειροκροτήσουμε το μεγαλείο αυτού του εγνωσμένου καλλιτέχνη.
Δείτε το trailer της ταινίας εδώ: