Το αφηρημένο αστεράκι του Κυριάκου Κεντρωτή

Το αφηρημένο αστεράκι

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε μια χώρα γεμάτη αστέρια. Η ξακουστή αστερόχωρα. Αλλά δεν είχε αστέρια σαν τα κανονικά στον ουρανό. Όχι! Οι κάτοικοί της ήταν τ’ αστέρια. Έτσι είχαν αποφασίσει να λέγονται σ’ αυτήν τη χώρα.

Κι αυτό δεν ήταν το μόνο που την ξεχώριζε από τις άλλες χώρες, που τις λέγανε κανονικές. Στην αστερόχωρα δεν υπήρχαν καθόλου παιδιά. Όχι, υπήρχαν! Αλλά δεν καταλάβαινες ότι ήταν παιδιά. Μπορεί να τα λέγανε αστεράκια στην αρχή της ζωής τους, αλλά όλα ήταν κανονικά αστέρια και το είχαν αποφασίσει κι αυτό μεταξύ τους.

Αλλά δεν ήταν το μόνο που είχαν αποφασίσει. Αφού όλοι ήταν αστέρια και δεν υπήρχαν παιδιά, δεν είχαν και φίλους. Μεγάλωναν σαν μεγάλοι και δεν χρειάζονταν τους φίλους. Πώς να κάνεις φίλους αν δεν είσαι πραγματικό παιδί;

Advertising

Advertisements
Ad 14

Αυτή, μάλιστα, η τελευταία τρέλα ήταν που τρέλαινε ακόμη περισσότερο τους άλλους, τους κανονικούς στις υπόλοιπες χώρες. Άντε να δεχτούν την τρέλα τους να λέγονται αστέρια. Αλλά κι αυτήν ακόμη την παλαβομάρα τους να μην είναι παιδιά, μπορούσαν έστω να την καταλάβουν. Έλεγαν ότι έφταιγαν οι σούπερ τροφές τους, που από κάποια στιγμή και μετά τους έκαναν όλους μεγάλους. Τ’ αστέρια δεν το κατάλαβαν αμέσως αυτό. Για να μην γίνουν, όμως, ρεζίλι στις άλλες, στις κανονικές χώρες, αποφάσισαν να μην είναι πια παιδιά. Άλλωστε, τι αστέρια θα ήταν αν παραδέχονταν ότι η χώρα τους δεν ήταν η καλύτερη;

Τόσο παράξενη έδειχνε η αστερόχωρα, που δεν είχε άλλη χώρα σαν κι αυτή. Όλες οι άλλες, οι κανονικές, τη θαύμαζαν κατά βάθος, αλλά δεν μπορούσαν να τη φτάσουν στα πράγματα που έφτιαχνε. Έτσι, τους ήταν πιο εύκολο να τη ζηλεύουν και να την κατηγορούν. Αυτό το ελάττωμα το έχουν οι άλλοι, οι κανονικοί, που δεν είναι αστέρια. Να λέμε και του στραβού το δίκιο! Τ’ αστέρια δεν έχαναν τον καιρό τους με παιχνίδια και χαζομάρες. Ούτε με τα προβλήματα και τις παραξενιές των φίλων. Είχαν τελειώσει μ’ όλα αυτά, αφού στην αστερόχωρα μήτε παιδιά υπήρχαν μήτε και φίλους έκαναν.

Και πώς περνούσαν τη ζωή τους τ’ αστέρια στη θαυμαστή αστερόχωρα; Κάθε αστέρι κοιτούσε μόνο τη δουλειά του. Θα μου πείτε τώρα. Πού είναι το παράξενο; Όλοι δεν κοιτούν τις δουλειές τους; Ακόμη κι οι άλλοι, οι κανονικοί, στις υπόλοιπες χώρες, αυτό δεν κάνουν; Να κοιτούν τις δουλειές τους. Στην αστερόχωρα, όμως, η δουλειά των αστεριών ήταν να κοιτούν μόνο τους καθρέπτες τους και να μιλάνε μαζί τους. Είχαν μόνο γυάλινες οθόνες μπροστά τους. Αυτές ήταν το πρόσωπό τους. Αυτή κι αν δεν ήταν παραξενιά! Δεν κοιτούσαν ποτέ το ένα αστέρι το άλλο. Δεν κοιτάζονταν ποτέ στα μάτια. Είχαν ξεχάσει ότι είχαν μάτια. Το καθένα κοιτούσε την οθόνη του και της μιλούσε. Αυτήν ήξεραν, αυτήν κοίταγαν. Όλη η αστερόχωρα προσκυνούσε μια οθόνη.

Διαβάστε επίσης  Οι ανύπαρκτες χώρες και τα ταξίδια της Χρυσής

Θα με ρωτήσετε πάλι. Όλη μέρα μπροστά στις οθόνες; Είναι δυνατόν να γίνεται δουλειά έτσι;    Κι, όμως, γίνεται και μια χαρά τα κατάφερναν τ’ αστέρια της αστερόχωρας. Οι οθόνες δεν ήταν μπροστά τους. Οι οθόνες ήταν τα ίδια τα πρόσωπά τους. Μπορεί κάποιος να μην έχει πρόσωπο στο σώμα του; Αυτά τ’ αστέρια είχαν τις οθόνες για πρόσωπο. Έτσι, η αστερόχωρα ήταν η πιο θαυμαστή χώρα και ας την έλεγαν παράξενη οι άλλοι, οι κανονικοί από τις υπόλοιπες χώρες. Να την φτάσουν, δεν μπορούσαν με τίποτα.

Advertising

Μια μέρα, λοιπόν, έφτασε εκείνη η μέρα, που πάντοτε περίμεναν σαν γιορτή οι κάτοικοι της αστερόχωρας. Κάθε χρόνο μαζεύονταν όλοι, αστέρια και κανονικοί, και μετρούσαν με αγώνες ποιανού τα πράγματα ήταν τα καλύτερα. Και τ’ αστέρια όλους τους νικούσαν κάθε χρόνο. Κι οι άλλοι, οι κανονικοί, δεν μπορούσαν να το χωνέψουν αυτό με τίποτα. Αυτά τ’ αστέρια, τους ήταν εντελώς αχώνευτα!

Αυτή τη φορά είχε σειρά η αστερόχωρα να φιλοξενήσει τους αγώνες. Ήρθαν όλοι στην αστερόχωρα και γέμισε από τους άλλους, τους κανονικούς. Όμως τ’ αστέρια, που κοιτούσαν μόνο τη δουλειά τους και την έκαναν τέλεια, τα κατάφεραν πάλι. Βγήκαν πρώτοι, επειδή ήταν οι καλύτεροι. Κι οι άλλοι, οι κανονικοί, έφυγαν από την αστερόχωρα σαν βρεγμένες γάτες. Έχασαν για άλλη μια φορά. Έκλαιγαν για την τύχη τους, που ήταν μόνο κανονικοί κι όχι σαν εκείνα τ’ αχώνευτα αστέρια! Ήταν τόσος μεγάλος ο πόνος τους, που δεν ήθελαν να κάνουν καθόλου τις δουλειές τους κι όλα τους έφταιγαν.

Κι εκεί που οι άλλοι, οι κανονικοί, έκλαιγαν κι έλεγαν τα χειρότερα για τ’ αχώνευτα αστέρια, μαθεύτηκαν τα νέα από την αχώνευτη αστερόχωρα. Και τι νέα ήταν αυτά! Ποιος να το περίμενε να πάθουν τέτοιο πράγμα τ’ αχώνευτα αστέρια μέσα στην ίδια τους τη χώρα! Μπορεί όλοι να ήταν κανονικά αστέρια και να το είχαν αποφασίσει μεταξύ τους, αλλά είπανε ότι κάποιο αστεράκι δεν έκανε σωστά τη δουλειά του. Δεν κοίταζε μόνο την οθόνη του και για κάποια στιγμή ξεχάστηκε. Ήταν συχνά αφηρημένο. Τ’ άλλα αστέρια, όμως, δεν έδιναν σημασία, επειδή κοίταζαν μόνο τη δουλειά τους. Μια τόσο δα στιγμούλα ήταν αρκετή και δεν άργησε να γίνει το κακό. Το αστεράκι έχασε την οθόνη του, το πρόσωπό του. Μαύρισε ο τόπος γύρω του και βρέθηκε μπροστά του μια οθόνη αλλόκοτη να δείχνει περίεργα πράγματα. Χάνοντας την οθόνη του, το πρόσωπό του, δεν αισθανόταν απολύτως τίποτα. Σε λίγο θα τέλειωνε ο χρόνος και θα γινόταν ένα κανονικό αστέρι. Γιατί να του τύχει τώρα τέτοιο κακό;

Διαβάστε επίσης  Η ερωτοχτυπημένη μάγισσα, της Φωτεινής Τσώκου

Το αστεράκι δεν ήξερε τι να κάνει. Ν’ ανοίξει τα κλειστά του μάτια; Τι λέω τώρα; Το είχε ξεχάσει για τα καλά ότι είχε μάτια. Δεν άνοιγαν με τίποτα. Το αστεράκι είχε την οθόνη του, το πρόσωπό του. Ήταν περήφανο κι έβλεπε τα πάντα. Τι να του κάνουν τώρα δύο άχρηστα κουμπάκια;  Έτσι είχαν γίνει τα μάτια του! Μέσα στον πανικό του κουνούσε χέρια και πόδια ψάχνοντας στο σκοτάδι να ξαναβρεί την οθόνη του.

Advertising

Κι έτσι χλωμό κι ιδρωμένο, όπως έψαχνε το αστεράκι, τ’ άχρηστα μάτια του άνοιγαν σιγά-σιγά με όσα περνούσαν μπροστά στην αλλόκοτη οθόνη. Έβλεπε μικρά παιδιά να τρέχουν και να γελούν. Να παίζουν με κάτι παράξενα πράγματα. Παντού υπήρχαν μεγάλα πολύχρωμα κουτιά. Όλα τα παιδάκια τραγουδούσαν κάτι, που δεν καταλάβαινε τη γλώσσα τους. Ένα παιδί ξεχώριζε ανάμεσά τους. Αυτό φυσούσε δυνατά για να σβήσει μια μικρή φλογίτσα πάνω σ’ ένα στρογγυλό πράγμα με χρώματα και στολίδια. Πρώτη φορά τα έβλεπε αυτά και δεν καταλάβαινε τίποτα. Δεν μπορούσε να βρει καν τις λέξεις. Δεν υπήρχαν αυτά τα πράγματα στη μεγάλη θαυμαστή χώρα του, την αστερόχωρα.

Η ώρα περνούσε και το χαμένο αστεράκι όλο κι έμενε καρφωμένο στην αλλόκοτη οθόνη. Αυτό δεν του ήταν καθόλου δύσκολο. Η ζωή του ήταν μια οθόνη. Τώρα, όμως, είχε μπροστά του μια άλλη οθόνη, που του έδειχνε αλλόκοτα πράγματα. Αυτό ήταν που το τρέλαινε τώρα. Δεν ξεκολλούσε πια τα μάτια του από πάνω της. Ξεχάστηκε τόσο πολύ που σταμάτησε και να ιδρώνει. Είχε πια χαθεί κανονικά στις εικόνες της αλλόκοτης οθόνης χαζεύοντας την παράξενη γιορτή με τα χαρούμενα παιδάκια. Τα χέρια του έκαναν αυτό που ήξεραν. Την άγγιζαν με κάθε τρόπο μήπως και καταλάβει όλα αυτά τα παράξενα πράγματα μπροστά στα μάτια του.

Διαβάστε επίσης  Ολιβιάννα της Ευαγγελίας Μουτούση

Και το αστεράκι αισθανόταν όλο και πιο χαρούμενο. Έτσι, δεν άργησε να κάνει κάτι εντελώς ασυνήθιστο. Κάτι που δεν είχε μάθει ποτέ. Να μοιράσει τις παράξενες εικόνες στις άλλες οθόνες. Και, ξαφνικά, γέμισαν γέλια και παιχνίδια οι οθόνες όλων των αστεριών. Όλη η αστερόχωρα είχε μπροστά της αυτό το αλλόκοτο θέαμα. Όλα τ’ αστέρια σταμάτησαν να κάνουν τη δουλειά τους το καθένα στην οθόνη του. Όλα βρέθηκαν να κοιτάζουν μια αλλόκοτη δουλειά. Παιδιά να γελούν και να τραγουδούν παίζοντας μέσα στην τρελή χαρά. Κι από δίπλα τους οι μεγάλοι να χαίρονται και να κάνουν κι αυτοί σαν μικρά παιδιά! Αυτή την παράξενη δουλειά είχαν τώρα μπροστά τους όλα τ’ αστέρια της αστερόχωρας. Έβλεπαν με τα μάτια τους αλλόκοτα πράγματα. Μέχρι κι οι οθόνες τρόμαξαν με δαύτα!

Από τότε όλα άλλαξαν στην παράξενη και θαυμαστή αστερόχωρα. Τ’ αστεράκια ήθελαν να κάνουν την ίδια γιορτή σαν εκείνη της οθόνης και να χαίρονται και να τραγουδούν όλα μαζί. Να έχουν φίλους και να μη μιλάνε μόνο με την οθόνη τους. Να βλέπουν με τα μάτια τους!

Advertising

Κι έτσι με τον καιρό τα μάτια τους άνοιγαν μαθαίνοντας κι άλλα παράξενα πράγματα. Υπήρχαν, λένε, σε μακρινές χώρες παιδιά, που δεν είχαν τίποτα, ούτε οθόνες ούτε γιορτές και παιχνίδια. Αυτά τα παιδιά δεν ήταν αστέρια. Ούτε ήταν σαν τ’ άλλα, τα κανονικά παιδιά. Αυτά τα παιδιά τα έλεγαν φτωχά και πεινασμένα. Όλη τους τη ζωή την περνούσαν ψάχνοντας στο χώμα για σιδερένια πράγματα. Μετά, οι μεγάλοι τα έδιναν για λίγο φαγητό σε άλλους μεγάλους από τις χώρες των κανονικών. Κι ύστερα έρχονταν οι μεγάλοι της αστερόχωρας και τ’ αγόραζαν για να φτιαχτούν οι δικές τους οθόνες. Χωρίς αυτά δεν θα είχαν ούτε πρόσωπο ούτε ζωή στην αστερόχωρα. Όλη τους η ζωή ήταν φτιαγμένη με τα πράγματα των άλλων, των κανονικών, αλλά κι εκείνων των φτωχών και πεινασμένων.

Αυτά τα σπουδαία νέα μαθαίνονταν για τη θαυμαστή αστερόχωρα. Τα παιδιά ήταν πάλι κανονικά παιδιά κι έκαναν φίλους, ενώ τα μεγάλα αστέρια δεν είχαν μόνο για δουλειά τους να κοιτούν τις οθόνες τους. Μπορεί να λέγονται ακόμη αστέρια και να κάνουν θαύματα. Η ζωή τους, όμως άλλαξε. Τη βλέπουν με τα δικά τους μάτια χωρίς οθόνες. Έτσι, ζουν κι αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Προβλεπτικοί παράγοντες της ανάγνωσης και της ορθογραφίας

Το παρόν άρθρο, με τίτλο Προβλεπτικοί παράγοντες της ανάγνωσης και της

Προγεννητική έκθεση στον καπνό: Δυσμενείς επιπτώσεις στα παιδιά

Το παρόν άρθρο, με τίτλο Προγεννητική έκθεση στον καπνό: Δυσμενείς