
“Ο ύπνος είναι για το νου ό,τι η ανάσα για το σώμα” —και στα άτομα με ΔΕΠΥ, αυτή η αναπνοή συχνά κόβεται απότομα.
Το παρόν άρθρο, εξετάζει τη στενή σχέση ανάμεσα στη ΔΕΠΥ και τις διαταραχές του ύπνου που συχνά τη συνοδεύουν. Βασισμένο σε πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα, το άρθρο παρουσιάζει τους νευροφυσιολογικούς μηχανισμούς της σχέσης, τις επιπτώσεις των διαταραχών του ύπνου στα συμπτώματα της ΔΕΠΥ, τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και παρέμβασης καθώς επίσης τις παρεμβάσεις οι οποίες μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ατόμων με ΔΕΠΥ.
Η σχέση μεταξύ της ΔΕΠΥ και των διαταραχών ύπνου δεν είναι απλώς μια σύμπτωση. Αντιθέτως, πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο, όπου το ένα ενισχύει το άλλο.
Οι διαταραχές του ύπνου στα άτομα με ΔΕΠΥ δεν αποτελούν απλώς μια συνοδή διαταραχή, αλλά συχνά συνυπάρχουν ως διακριτές διαγνώσεις. Πιο αναλυτικά, έρευνες δείχνουν ότι το 55% των παιδιών με ΔΕΠΥ εμφανίζουν διαταραχές του ύπνου οι οποίες πληρούν τα κλινικά διαγνωστικά κριτήρια (Yoon κ.ά., 2012). Οι διαταραχές του ύπνου ενδέχεται να παραπλανήσουν τη διάγνωση, καθώς η υπνηλία, η κόπωση και η συμπεριφορική απορρύθμιση που προκαλείται από την έλλειψη του ύπνου μπορεί να εκληφθούν λανθασμένα ως συμπτώματα της ΔΕΠΥ σε παιδιά χωρίς τη διαταραχή. Επομένως, η διάκριση μεταξύ της ΔΕΠΥ και των διαταραχών του ύπνου είναι κρίσιμης σημασίας για την ορθή διάγνωση και θεραπεία.
Η σχέση μεταξύ της ΔΕΠΥ και των διαταραχών του ύπνου
Η συνεχής υπερδιέγερση, η παρορμητικότητα και η δυσκολία ρύθμισης της συμπεριφοράς στα άτομα με ΔΕΠΥ καθιστούν δύσκολη την έναρξη και διατήρηση του ύπνου. Πολλές μελέτες (Cortese κ.ά., 2009) τεκμηριώνουν ότι τα άτομα με ΔΕΠΥ παρουσιάζουν αυξημένο λανθάνοντα χρόνο ύπνου, συχνές αφυπνίσεις, εφιάλτες και υπνική αστάθεια.
Τα παιδιά με ΔΕΠΥ συχνά κοιμούνται αργά, αντιδρούν έντονα στο να πάνε για ύπνο και ξυπνούν κουρασμένα. Οι ενήλικες με ΔΕΠΥ παρουσιάζουν αϋπνία, το σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών και κατακερματισμένο ύπνο, συχνά λόγω της υπερλειτουργικής εγκεφαλικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της νύχτας (Yoon κ.ά., 2012).
Οι νευροφυσιολογικοί μηχανισμοί που συνδέουν τη ΔΕΠΥ με τον ύπνο
Ο εγκέφαλος των ατόμων με ΔΕΠΥ παρουσιάζει δυσλειτουργίες σε περιοχές που ρυθμίζουν τον κιρκάδιο ρυθμό και τον ύπνο REM.
Πράγματι, νευροφυσιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι άτομα με ΔΕΠΥ εμφανίζουν τροποποιημένα μοτίβα δραστηριότητας κατά το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα κατά τον ύπνο, με χαμηλότερη ένταση αργών κυμάτων και μειωμένο ύπνο βραδέων κυμάτων (slow-wave sleep), τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για την εγκεφαλική αποκατάσταση (Gruber, 2014). Επιπλέον, παρατηρείται ασυμφωνία στη ρύθμιση του κιρκάδιου ρολογιού, πιθανόν λόγω γονιδιακών παραλλαγών, όπως στο γονίδιο CLOCK. Το εν λόγω γονίδιο που εμπλέκεται επίσης στη ρύθμιση της ντοπαμίνης, βασικού νευροδιαβιβαστή στη ΔΕΠΥ. Αυτό το εύρημα ενισχύει την ιδέα της βιολογικής κοινής βάσης ανάμεσα στις δύο καταστάσεις.
Περαιτέρω, η δυσλειτουργία του μετωπιαίου φλοιού μειώνει την ικανότητα του εγκεφάλου να “κλείσει” για να κοιμηθεί.
Πέραν τούτου, το αυξημένο στρες και η δυσλειτουργική ρύθμιση της κορτιζόλης συμβάλλουν στην εσωτερική υπερδιέγερση η οποία με τη σειρά της εμποδίζει τον ποιοτικό ύπνο.
Οι επιπτώσεις των διαταραχών του ύπνου στα συμπτώματα της ΔΕΠΥ
Τα προβλήματα με τον ύπνο εντείνουν τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο επιδείνωσης. Η κόπωση, η μειωμένη συγκέντρωση, η ευερεθιστότητα και η γνωστική σύγχυση εκδηλώνονται πιο έντονα σε παιδιά και ενήλικες που δεν κοιμούνται καλά.
Επιπλέον, τα προβλήματα του ύπνου σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο σχολικής αποτυχίας, χαμηλής αυτοεκτίμησης και κοινωνικής απόσυρσης στα παιδιά, ενώ στους ενήλικες, τα προβλήματα του ύπνου συνδέονται με κακή επαγγελματική επίδοση και αυξημένη πιθανότητα ατυχημάτων (Hvolby, 2015).
Τέλος, ο ύπνος λειτουργεί ως ενισχυτής ή αναστολέας της φαρμακολογικής παρέμβασης για τη ΔΕΠΥ. Αν δεν αντιμετωπιστούν τα προβλήματα του ύπνου, η αποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής αγωγής, περιορίζεται.
Οι τύποι των διαταραχών του ύπνου στα άτομα με ΔΕΠΥ
-
Αϋπνία συμπεριφορικού τύπου. Αφορά κυρίως παιδιά με ΔΕΠΥ τα οποία δεν έχουν μια σταθερή ρουτίνα ύπνου
-
Διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης καθυστερημένης φάσης
-
Παραϋπνίες, όπως οι νυχτερινοί τρόμοι, οι εφιάλτες ή η υπνοβασία, &
Advertising
-
Σύνδρομο ανήσυχων ποδιών και υπνική άπνοια.
Η σημασία της πρώιμης διάγνωσης των προβλημάτων του ύπνου στη ΔΕΠΥ
Η πρώιμη διάγνωση της ΔΕΠΥ, συνοδευόμενη από την αξιολόγηση των προβλημάτων του ύπνου, μπορεί να οδηγήσει σε πολύπλευρες παρεμβάσεις και στην πρόληψη των δευτερογενών δυσκολιών.
Η κλινική παρατήρηση δείχνει οτι συχνά τα προβλήματα του ύπνου προηγούνται της διάγνωσης της ΔΕΠΥ, ιδιαίτερα στα πρώτα σχολικά χρόνια. Εργαλεία προληπτικού ελέγχου του ύπνου στις τακτικές εξετάσεις του παιδιάτρου, μπορούν να λειτουργήσουν προγνωστικά για τα παιδιά τα οποία ενδέχεται να εκδηλώσουν ΔΕΠΥ.
Η διεπιστημονική συνεργασία μεταξύ του παιδοψυχίατρου, του νευρολόγου και του ψυχολόγου, θα εξασφαλίσει την ολιστική αντιμετώπιση των προβλημάτων του ύπνου στη ΔΕΠΥ.
Παρεμβάσεις και στρατηγικές για τη βελτίωση του ύπνου
Η πολυμορφία των διαταραχών του ύπνου υποδεικνύει ότι δεν υπάρχει μιια ενιαία προσέγγιση στην αντιμετώπισή τους. Για παράδειγμα, στη διαταραχή ύπνου-εγρήγορσης καθυστερημένης φάσης έχει φανεί ότι η φωτοθεραπεία και η σταδιακή μετακίνηση της ώρας του ύπνου, μπορεί να είναι αποτελεσματικές πρακτικές. Από την άλλη πλευρά, στις παραϋπνίες ή στο σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών, απαιτείται συνήθως παραπομπή του ατόμου για πολυυπνογραφική μελέτη.
Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις, η μελατονίνη ως συμπλήρωμα διατροφής έχει βοηθήσει στην αποκατάσταση του κιρκάδιου ρυθμού. Ωστόσο, η εν λόγω παρέμβαση θα πρέπει να συνοδεύεται από τη συμπεριφορική καθοδήγηση του ατόμου με ΔΕΠΥ ως εκ του ότι η συνήθεια του ύπνου είναι θέμα εκπαίδευσης του ατόμου σε μια σταθερή ρουτίνα ύπνου. Πράγματι, η γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία για την αϋπνία είναι υψηλά αποτελεσματική, ειδικά όταν προσαρμόζεται στα χαρακτηριστικά της ΔΕΠΥ (Hvolby, 2015). Έτσι, η ενίσχυση των θετικών συμπεριφορών ύπνου έχει δείξει την αποτελεσματικότητά της στη σταδιακή καθιέρωση ενός υγιούς προγράμματος ύπνου (Cortese κ.ά., 2009).
Η εκπαίδευση των γονέων και η ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών ώστε να αναγνωρίζουν τα συμπτώματα της νυχτερινής δυσλειτουργίας των παιδιών με ΔΕΠΥ, είναι σημαντική. Πρακτικά εργαλεία όπως τα ημερολόγια του ύπνου, τα ερωτηματολόγια του ύπνου και οι φορητές συσκευές παρακολούθησης, μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην κατανόηση των συνηθειών τυ=ου ύπνου και στον σχεδιασμό της κατάλληλης παρέμβασης.
Συμπεράσματα
Η ΔΕΠΥ και προβλήματα του ύπνου συνδέονται στενά. Τα προβλήματα του ύπνου δεν είναι δευτερεύον, αλλά κύριο σύμπτωμα για πολλούς ανθρώπους με ΔΕΠΥ. Η ανίχνευση, η παρακολούθηση και η παρέμβαση θα πρέπει να ενταχθούν ως αναπόσπαστο μέρος της διαχείρισης των συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ.
Η κατανόηση του ύπνου ως ρυθμιστικού μηχανισμού του νευρογνωστικού και συναισθηματικού ελέγχου είναι κρίσιμη για τη βελτίωση της συνολικής λειτουργικότητας.
«Η ποιότητα του ύπνου καθορίζει την ποιότητα της ημέρας» —με αυτό να ισχύει πολλαπλάσια για τα άτομα με ΔΕΠΥ, για τα οποία ο ύπνος λειτουργεί είτε ως θεραπευτικός σύμμαχος είτε ως ενισχυτής των συμπτωμάτων.
Βιβλιογραφία
Bijlenga, D., Vollebregt, M. A., Kooij, J. J. S., & Arns, M. (2019). The role of the circadian system in the etiology and pathophysiology of ADHD: Time to redefine ADHD? Cortex, 124, 72–81. https://doi.org/10.1016/j.cortex.2019.10.010
Cortese, S., Faraone, S. V., Konofal, E., & Lecendreux, M. (2009). Sleep in children with attention-deficit/hyperactivity disorder: meta-analysis of subjective and objective studies. Journal of the American Academy of Child & Adolescent Psychiatry, 48(9), 894–908.
Gruber, R. (2014). Sleep characteristics of children and adolescents with attention deficit hyperactivity disorder. Child and Adolescent Psychiatric Clinics, 23(3), 389–398.
Hvolby, A. (2015). Associations of sleep disturbance with ADHD: implications for treatment. Attention Deficit and Hyperactivity Disorders, 7(1), 1–18.
Yoon, S. Y. R., Jain, U., & Shapiro, C. (2012). Sleep in attention-deficit/hyperactivity disorder in children and adults: Past, present, and future. Sleep Medicine Reviews, 16(4), 371–388.