
Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα εμφανίστηκε το κίνημα του νεοκλασικισμού που αντλούσε τη θεματολογία του από την αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή τέχνη. Η ανάπτυξη του νεοκλασικού ύφους, την εποχή αυτή, οφείλεται στην πρώτη επαφή του νεότερου δυτικού κόσμου με αυθεντικά έργα της αρχαίας Ελλάδας αλλά και στην οργάνωση επιστημονικών αποστολών στη χώρα μας ή σε γειτονικές περιοχές. Οι ανασκαφές στις πόλεις της Καμπανίας, άλλωστε, είχαν προσφέρει πλήρη εικόνα του βίου των αρχαίων, ο οποίος επηρέασε όλες τις πλευρές της ζωής με προεξάρχουσα αυτή της τέχνης. Στη ζωγραφική, συγκεκριμένα, ο νεοκλασικισμός χαρακτηρίζεται από έμφαση στο σχέδιο, καθαρά και σκληρά περιγράμματα καθώς και ψυχρό χρώμα.
Τα πιο σημαντικά έργα του κινήματος δημιουργήθηκαν στη Γαλλία την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης και των ναπολεόντειων χρόνων με πρωταγωνιστή τον ε, τον σημαντικότερο εικαστικό του νεοκλασικού ύφους. Ο David φιλοτέχνησε πορτρέτα ηγετών και πίνακες που περιείχαν έμμεσες αναφορές στα πολιτικά δρώμενα ενώ, κατά την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης, συντάχθηκε στο πλευρό της Λέσχης των Ιακωβίνων, μιας επαναστατικής ομάδας που δρούσε υπό τις οδηγίες του Ροβεσπιέρου. Την πρώτη περίοδο, οι Ιακωβίνοι απολάμβαναν της εμπιστοσύνης του λαού, ωστόσο, σύντομα έδειξαν το πραγματικό τους πρόσωπο, προχωρώντας σε δολοφονίες αντιφρονούντων, βασιλοφρόνων και μετριοπαθών. Άξιο απορίας είναι, βέβαια, ότι μέχρι την έναρξη της επανάστασης ο Ροβεσπιέρος στεκόταν απέναντι σε κάθε μορφή βίας, υποστήριζε τους κοινωνικά περιθωριοποιημένους και διαφωνούσε με την επιβολή της θανατικής ποινής.
Την ίδια εποχή, ένας άλλος σημαντικός ηγέτης της Λέσχης και προσωπικός φίλος του David δολοφονήθηκε. Επρόκειτο για τον Μαρά, ο οποίος, αρχικά, ήταν ιδιαίτερα αγαπητός από τον λαό. Σύντομα, όμως, οδηγήθηκε σε ακρότητες, διαδραματίζοντας μάλιστα σημαίνοντα ρόλο στις «Σφαγές του Σεπτέμβρη». Η Γιρονδίνη φίλη του, Σαρλότ Κορντέ, ήταν από τους πρώτους ανθρώπους που διαπίστωσαν ότι η Επανάσταση χαριεντίζεται με την τυραννία και, μάλιστα, όχι στο επίπεδο του αφηρημένου στοχασμού αλλά στην πράξη. Με βία και τόνους αίματος. Ήταν μια εικοσιτετράχρονη κοπέλα που απαρνήθηκε, από νωρίς, τη μοναρχία και κυριεύτηκε από βαθιά δημοκρατικά αισθήματα. Έτσι, στις 13 Ιουλίου 1793 επισκέφθηκε τον Μαρά στο σπίτι του και του αφαίρεσε τη ζωή. Ο Γάλλος ηγέτης έπασχε από μια ασθένεια του δέρματος και συνήθιζε να εργάζεται στην μπανιέρα του την οποία γέμιζε με νερό και φαρμακευτικό διάλυμα. Την ημέρα, η Κορντέ του έδωσε μια επιστολή και όταν ο Μαρά έσκυψε να τη διαβάσει, του κάρφωσε ένα μαχαίρι βαθιά στο στήθος.
Ο Νταβίντ, ο οποίος είχε επισκεφθεί τον Μαρά λίγες ώρες πριν τον θάνατό του, κλήθηκε τόσο από τις αστυνομικές αρχές όσο και από απλούς πολίτες να σχεδιάσει τον νεκρό μέσα στον τόπο του εγκλήματος. Κατά την παρουσίαση του πίνακα ο Νταβίντ ανέφερε: «Πολίτες, ο λαός ζητούσε ξανά τον φίλο του. Η φωνή τους ακούστηκε. Νταβίντ, πάρε τα πινέλα σου, εκδικήσου για τον Μαρά. Άκουσα τη φωνή του κόσμου, υπάκουσα». Αν και ο πίνακας αυτός δεν αποτελεί μια τυπική εικόνα κύρους και μεγαλείου ενός ηγέτη, είναι γεγονός ότι ο Νταβίντ δημιούργησε ένα έργο ηρωϊκό και λεπτομερές. Το μαχαίρι βρίσκεται στο πάτωμα ενώ το αίμα λερώνει το λευκό σεντόνι που λειτουργεί ως σύμβολο θανάτου. Το πρόσωπό του μοιάζει γαλήνιο και λούζεται από ένα κιτρινωπό φως, θυμίζοντας τα αντίστοιχα έργα του Καραβάτζο.
Στο δεξί του χέρι κρατά την πένα του, η οποία είναι όρθια σαν ο Μαρά να εργάζεται ακόμη ενώ στο αριστερό που ακουμπά πάνω στο αυτοσχέδιο γραφείο, έχει την επιστολή που του έδωσε η Κορντέ. Ο Νταβίντ εδώ δεν παρουσιάζει τον Μαρά με ρεαλισμό, αντίθετα τον εξιδανικεύει. Για παράδειγμα το γνωστό δερματικό του πρόβλημα απουσιάζει από τον πίνακα ενώ δείχνει και αρκετά χρόνια νεότερος. Ο Γάλλος καλλιτέχνης προσπάθησε να προβάλλει τον νεκρό ως έναν ήρωα που πεθαίνει τη στιγμή που εργάζεται για το καλό της Γαλλίας, σαν ένας αληθινός μάρτυρας της Επανάστασης. Μάλιστα η απλότητα του έργου αλλά και η στάση του σώματος του νεκρού προσιδιάζουν στην Pieta του Μιχαήλ Αγγέλου.
Απ την άλλη, η δολοφόνος απουσιάζει από τον πίνακα. Με τον τρόπο αυτό, ο Νταβίντ θέλησε να δείξει ότι η Σαρλότ Κορντέ δεν είχε καμία ισχύ πάνω στις ιδέες του Μαρά. Μετά το έγκλημα, η Γαλλίδα αριστοκράτισσα δεν προσπάθησε να διαφύγει. Συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Πριν τοποθετήσει το κεφάλι της στη λαιμητόμο έγραψε «είθε το κεφάλι μου, που θα το περιφέρουν μες στο Παρίσι, να αποτελέσει σύμβολο συσπείρωσης για όλους τους φίλους των νόμων» ενώ στη δίκη της δήλωσε «Σκότωσα έναν άνθρωπο για να σώσω εκατό χιλιάδες». Σήμερα ωστόσο γνωρίζουμε ότι η πράξη της δε στάθηκε ικανή να ανακόψει το κύμα βίας της Λέσχης των Ιακωβίνων, οι οποίοι έφτασαν στο σημείο να δολοφονήσουν ακόμη και υπέρμαχους της Επανάστασης.
Η περίοδος της Τρομοκρατίας τερματίστηκε το 1794, όταν τα ηγετικά μέλη της Λέσχης καταδιώχθηκαν και δολοφονήθηκαν. Η Σαρλότ Κορντέ αναγνωρίστηκε τότε ως ηρωίδα που σκότωσε ένα «τέρας» ενώ ο Νταβίντ εξορίστηκε στο Βέλγιο όπου και πέθανε το 1825. Και μπορεί ο Γάλλος δημιουργός να γέννησε «τον θάνατο του Μαρά» ώστε να αποδώσει φόρο τιμής στο φίλο του, ωστόσο το συγκεκριμένο έργο θα βρίσκεται πάντα εκεί για να μας ταξιδεύει στην εποχή της Γαλλικής Επανάστασης και να μας υπενθυμίζει ότι η εξουσία έχει πάντοτε τη δύναμη να οδηγεί ακόμη και έναν ψυχικά υγιή άνθρωπο, όπως ο Ροβεσπιέρος, σε πνευματική σήψη.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
- Εμμανουήλ Μελίτα – Πετρίδου Βασιλική – Τουρνικιώτης Παναγιώτης, Εικαστικές τέχνες στην Ευρώπη από τον 18ο ως τον 20ο αιώνα, τόμος Β, ΕΑΠ, Πάτρα 2008
- Gombrich, Ε. H., Το χρονικό της τέχνης, MIET, Αθήνα 2011
- Johnson, Dorothy, Jacques-Louis David: New Perspectives, University of Delaware Press, USA 2006
- Thévoz, Michel, Le théâtre du crime. Essai sur la peinture de David, éd. de Minuit, Paris, 1989