
Έλα τώρα. Μην κοκκινίζεις. Μην αλλάζεις tab. Δεν βλέπεις The Dreamers για να «πάρεις μάτι». Το βλέπεις για τον Godard, για την επανάσταση, για τον Μάη του ’68 – όχι για τα γυμνά κορμιά που τριγυρνάνε σαν να μένουν σε κοινόβιο. Το ότι οι πρωταγωνιστές είναι ξεβράκωτοι το 90% του χρόνου είναι εντελώς συμπτωματικό. Μην γίνεσαι καχύποπτος. Το γυμνό εδώ δεν είναι πρόστυχο. Είναι πολιτιστικό εργαλείο. Δεν είναι πορνό. Είναι τέχνη. Και μάλιστα με υπότιτλους.
Σε αυτό το άρθρο θα μιλήσουμε για το γυμνό στο σινεμά που δεν υπάρχει για να σου γυαλίσει το μάτι (καλά, όχι μόνο), αλλά για να σου ρίξει σφαλιάρα με φιλμική πρόθεση. Θα πιάσουμε το The Dreamers, που κάνει τον Μάη του ’68 να μοιάζει με ερωτική κατασκήνωση, το Wicker Man που νομίζεις ότι βλέπεις Βρετανία αλλά καταλήγεις σε γυμνή τελετή , το Mulholland Drive που σου λέει «εδώ καιίγεσαι» (κυριολεκτικά), και το Portrait of a Lady on Fire, όπου το γυμνό γίνεται βλέμμα, πίνακας ζωγραφικής, αναστεναγμός και feminist μανιφέστο σε μία σκηνή. Αν πιστεύεις ακόμα ότι το γυμνό είναι πορνό, κάτσε καλά. Θα σε κάνουμε να δεις το σώμα αλλιώς. Με μάτι κινηματογραφικό. Και λίγο… πονηρό, αλλά πάντα με τέχνη.
The Dreamers (2003)
Ο Bertolucci εδώ φτιάχνει το τέλειο ρομάντζο για τον αυτοπροσδιοριζόμενο σινεφίλ που ξέρει την Αποστροφή του Polanski απέξω, αλλά ακόμη ζει με τους γονείς του. Ο Matthew, ένα αμερικανάκι πιο λευκό κι από φέτα γάλακτος, μπλέκει με τα δίδυμα της αμαρτίας, την Eva Green και τον Louis Garrel, που έχουν το πιο kinky, ασύνορο, σχεδόν-αιμομικτικό vibe στην ιστορία του ευρωπαϊκού σινεμά. Ναι, είναι γυμνοί. Όλη την ώρα. Στο μπάνιο, στο σαλόνι, πάνω σε αφίσες του Chaplin. Αλλά όχι, δεν είναι πορνό. Είναι φόρος τιμής στον Godard. Είναι πολιτικό σχόλιο. Είναι ηδονοβλεπτισμός με φετίχ τη Nouvelle Vague. Αν νιώθεις άβολα, πρόβλημά σου. Ο Bertolucci δεν φτιάχνει «ρομάντζα». Φτιάχνει πολιτισμικές απογυμνώσεις – με τη βοήθεια της Eva Green. Ξεκάθαρα για την τέχνη.

The Wicker Man (1973)
Πριν το remake με τον Nicolas Cage μάς δώσει ένα meme μελισσών, υπήρχε αυτό το βρετανικό, ειδωλολατρικό, καλοκαιρινό ντελίριο. Κάπου ανάμεσα σε κελτικές τελετές και ύμνους στη φύση, η Britt Ekland χορεύει ολόγυμνη πίσω από μια πόρτα – σε στυλ «ο Θεός της γονιμότητας είναι μεθυσμένος και φοράει παγανιστικό μπούστο». Η σκηνή δεν έχει ίχνος ντροπής. Ούτε λόγο ύπαρξης με βάση την πλοκή. Αλλά αυτό ακριβώς την κάνει τέχνη. Είναι η στιγμή που το σώμα γίνεται τελετουργία, μια πρόσκληση προς τους θεούς της γονιμότητας και του camp. Ο αστυνομικός κοιτάει από την άλλη πλευρά της πόρτας, άφωνος. Εμείς κοιτάμε από τον καναπέ, επίσης άφωνοι – αλλά με την άνεση του μοντέρνου θεατή που ξέρει ότι αυτό δεν είναι πορνό. Είναι παραδοσιακή τελετή. Είναι παγανιστικό performance.

Mulholland Drive (2001)
Αν θες να δεις μια σκηνή με σεξ που να σου ανακατεύει το στομάχι (και ταυτόχρονα να σου καίει τον εγκέφαλο), τότε καλώς ήρθες στο Lynchverse. Η σκηνή μεταξύ Naomi Watts και Laura Harring είναι τόσο αισθησιακή, τόσο ειλικρινής – και την ίδια στιγμή τόσο περίεργα λάθος. Όχι γιατί είναι κακοφτιαγμένη. Αντιθέτως. Είναι σκηνοθετημένη σαν ονειρική ευχή που γίνεται εφιάλτης. Το γυμνό εδώ δεν είναι για τα μάτια σου. Είναι για το υποσυνείδητό σου. Βλέπεις, ο Lynch δεν ενδιαφέρεται να σε ερεθίσει. Θέλει να σε σπάσει. Να σε κάνει να νιώσεις περίεργα για το πώς κοιτάς, για το ποιος βλέπει ποιον. Η Watts είναι σε μια από τις πιο τρωτές ερμηνείες που έχει καταγραφεί ποτέ. Κι όμως, είμαστε όλοι εκεί, θεατές σε κάτι που δεν καταλαβαίνουμε πλήρως – κι αυτό είναι το απόλυτο σινεμά. Δεν είναι πορνό, φίλε. Είναι αποδόμηση της ταυτότητας. Είναι ερωτισμός με meta ανάλυση. Είναι David-fucking-Lynch. (Rest in peace πατέρα).

Portrait of a Lady on Fire (2019)
Αν οι προηγούμενες ταινίες παίζουν με το γυμνό σαν εργαλείο σοκ ή αποπλάνησης, η Céline Sciamma φτιάχνει κάτι εντελώς διαφορετικό: μια ιερή εμπειρία. Εδώ, δύο γυναίκες ερωτεύονται χωρίς ντραμακουίνες, χωρίς ζήλιες, χωρίς άντρες να καθορίζουν το «πότε και πώς». Κι όταν βγάζουν τα ρούχα τους, δεν το κάνουν για σένα. Δεν το κάνουν για το κοινό. Το κάνουν η μία για την άλλη. Για να αγγίξουν, να δουν, να θυμούνται. Το βλέμμα γίνεται η απόλυτη πράξη αγάπης. Το κορμί δεν είναι πρόστυχο. Είναι τοπίο. Είναι επιθυμία που ανασαίνει ήσυχα, χωρίς soundtrack, χωρίς φίλτρα. Εδώ το γυμνό δεν «δείχνει», δεν «φωνάζει». Απλώς είναι. Σαν πίνακας. Σαν φλόγα που σιγοκαίει. Αν δεν το πιάνεις, δεν φταίει η ταινία. Εσύ φταις που έχεις δει πολλή σαβούρα και νομίζεις ότι η τέχνη χρειάζεται επιβεβαίωση στο Instagram.

Άρα, γιατί μας νοιάζει το γυμνό στο σινεμά;
Γιατί είναι το απόλυτο τεστ: τι σημαίνει κοιτάζω; Τι σημαίνει εκτίθεμαι; Το σώμα στον κινηματογράφο ποτέ δεν είναι απλά «δέρμα». Είναι δήλωση. Είναι σύμβολο. Είναι πεδίο μάχης ανάμεσα στην επιθυμία και την ηθική. Αν βλέπεις γυμνό και νομίζεις πως είναι αυτόματα πορνό, τότε το πρόβλημα είναι ο τρόπος που βλέπεις, όχι αυτό που βλέπεις.
Το σινεμά δεν είναι πορνογραφία. Το πορνό ξέρεις τι θέλει από σένα και το ζητάει με ειλικρίνεια. Το σινεμά σε φέρνει σε δύσκολη θέση. Σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί ντρέπεσαι, γιατί διεγείρεσαι, γιατί συγκινείσαι από κάτι τόσο «φυσικό» όσο ένα ανθρώπινο κορμί. Οι ταινίες που είδαμε δεν σου πουλάνε γυμνό. Σου πουλάνε αλήθεια. Με το σώμα ως γλώσσα. Ωμή, άβολη, έντονη – αλλά ειλικρινής.
Οπότε, την επόμενη φορά που κάποιος σου πει «Καλά, αυτό δεν είναι πορνό;», πάρε μια βαθιά ανάσα, σήκωσε το φρύδι και πες:
«Όχι, ρε φίλε. Είναι τέχνη. Και μάλιστα καλή.» Comprende Gaspar Noe?