Λοιπόν άκου. Είναι ένα βιβλίο. Αλλά όχι βιβλίο-βιβλίο. Είναι τύπου “έχασα το μυαλό μου αλλά ίσως έτσι το βρήκα τελικά”. Κάπως έτσι ξεκινάει το “Piranesi” της Susanna Clarke, και μόλις το ανοίγεις, νιώθεις ότι σου φωνάζει: “Εδώ δεν έχει τίποτα. Εδώ είναι σιωπή. Κι εσύ, αδερφέ μου, είσαι μόνος με τα κύματα και τα αγάλματα.”
Ο Πιρανέζι —που δεν ξέρει καν αν έτσι λέγεται, απλά του το κόλλησε ένας άλλος τύπος που τον λέει “Ο Άλλος”— ζει σ’ ένα σπίτι που δεν τελειώνει ποτέ. Όχι “παλάτι με πολλά δωμάτια”, αλλά γκαραντί χάος, τύπου λαβύρινθος φτιαγμένος από τους θεούς για να χάσεις την ψυχή σου μέσα σε πέτρινα ψυγεία και άδεια μπαλκόνια. Ο τύπος ζει εκεί μόνος του (ή σχεδόν μόνος), γράφει ημερολόγια, μιλάει με θαλασσοπούλια, κι έχει μια αφέλεια που δεν είναι ηλίθια, είναι σχεδόν άγια. Ο Πιρανέζι κρατάει ημερολόγια. Γράφει όλα όσα βλέπει, με τρυφερότητα και εμμονή. Τύπου “σήμερα είδα 13 γλάρους, ένας πέταξε πολύ χαμηλά”. Αλλά κάτω από την ποίηση και τη ρουτίνα κρύβεται κάτι πιο βαθύ. Γιατί οι αριθμοί δεν βγαίνουν. Γιατί κάτι ξεχνάει. Γιατί ίσως δεν είναι η πρώτη φορά που ζει αυτή τη ζωή.
Και τότε, κάτι αλλάζει. Ο Άλλος αρχίζει να μιλάει για έναν “16ο άνθρωπο” (ενώ ο Πιρανέζι είναι σίγουρος ότι υπάρχουν μόνο 15 — και οι περισσότεροι είναι νεκροί). Και στο φόντο ακούγονται ψίθυροι, φτάνουν αποκόμματα, στοιχεία, αναμνήσεις που δεν του ανήκουν. Κάτι πάει λάθος. Κι ο αναγνώστης καταλαβαίνει ότι αυτή η “ειρήνη” που ζει ο ήρωας ίσως είναι κατασκευή. Ίσως είναι πείραμα. Ίσως είναι τιμωρία.
Αλλά δεν είναι sci-fi. Δεν είναι fantasy. Είναι κάτι ενδιάμεσο. Είναι βιβλίο για τους μόνους, για τους χαμένους, για εκείνους που χτίζουν μέσα τους κόσμους επειδή ο έξω τους πρόδωσε.
Η γραφή της Κλαρκ είναι ευγενική αλλά τρελά μεθοδική. Σαν να σου χαμογελάει ενώ κλείνει μια πόρτα πίσω σου. Δεν υπάρχει δράση, δεν έχει plot twists με εκρήξεις — αλλά το βιβλίο είναι κόλαφος υπαρξιακός. Και ναι, έχει ένα μυστήριο. Ένα μεγάλο, υπόγειο ερώτημα: ποιος είσαι όταν σου σβήσουν το όνομα;
Αισθητικά; Το βιβλίο είναι σαν να πήρες το Dark Academia και το έπνιξες με αλάτι και βροχή. Σαν να έβαλες στο blender τον Πλάτωνα, λίγο Borges, κάτι από Lovecraft αλλά χωρίς τα τέρατα. Όλα είναι ήσυχα. Εκνευριστικά ήσυχα. Και κάπως έτσι σε πιάνει το τρέμουλο.
Και ξέρεις τι κάνει η Κλαρκ; Δεν σου πετάει την αλήθεια στα μούτρα. Σου τη δίνει λίγο-λίγο, σαν breadcrumbs σε δάσος που δεν τελειώνει. Σου λέει: “ψάξε μόνος σου, αγόρι μου. Εγώ απλά άνοιξα την πόρτα.”
Το Piranesi δεν είναι για όλους. Είναι για εκείνους που έχουν μείνει ξύπνιοι στις 3 τα χαράματα, χαμένοι σε σκέψεις τύπου “μήπως το παρελθόν μου είναι ψέμα;”. Είναι για εκείνους που πιστεύουν ότι η ευγένεια δεν είναι αδυναμία αλλά υπερδύναμη. Είναι για όποιον ένιωσε κάποτε ότι τον ξέχασαν — και τελικά κατάλαβε πως ίσως έτσι βρήκε τον εαυτό του.
Κι αν δεν καταλάβεις όλα όσα λέει το βιβλίο; Δεν πειράζει. Ούτε κι αυτό σε καταλαβαίνει. Απλά σε κοιτάει με τα μάρμαρα και τα νερά του και σου λέει: “Εδώ είσαι. Κάπου, ανάμεσα στο τίποτα.”
Γιατί να το διαβάσεις;
Γιατί το Piranesi σου θυμίζει ότι δεν χρειάζεται πάντα να τρέχεις ή να φωνάζεις για να υπάρχεις. Μερικές φορές, έχει νόημα να σταθείς ήσυχα, να κοιτάξεις γύρω σου και να δεις τι υπάρχει στ’ αλήθεια. Ο κόσμος του Πιρανέζι είναι ήσυχος, παράξενος και γεμάτος μυστήριο — κι όμως, εκείνος τον προσέχει με αγάπη και προσοχή.
Δεν προσπαθεί να ξεχωρίσει. Δεν θέλει δόξα ή δύναμη. Θέλει απλώς να καταλάβει πού βρίσκεται, ποιος είναι, και να κάνει το καλό εκεί που μπορεί. Και κάπως έτσι γίνεται ένας από τους πιο ξεχωριστούς ήρωες που θα διαβάσεις.
Το Piranesi είναι ένα βιβλίο για όσους έχουν χαθεί — αλλά δεν έχουν ξεχάσει πώς είναι να ελπίζεις.
Από τις εκδόσεις Αίολος