Το ημερολόγιο ενός βιβλιοπώλη αποτελεί ένα βιβλίο με αληθινά γεγονότα. O Shaun Bythell είναι ο συγγραφέας και ο ιδιοκτήτης ενός από τα μεγαλύτερα παλαιοβιβλιοπωλεία του Wigtown της Σκωτίας. Στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του βιβλιοπωλείου του, που σε οδηγούν σε 9 διαφορετικές αίθουσες, υπάρχουν 100.000 βιβλία τα οποία απλώνονται σε ράφια συνολικού μήκους 1,5 χιλιομέτρου. Η πόλη του Wigtown δεν αριθμεί πολλούς κατοίκους, όμως έχει μία δυναμικότητα αναγνωστών η οποία έχει γίνει σημείο αναφοράς και επίσκεψης για πολλούς βιβλιόφιλους. Αξίζει να σημειωθεί ότι το Wigtown, έχει αναδειχθεί σε επίσημη πόλη βιβλίου της Σκωτίας από το 1998 και φιλοξενεί το φεστιβάλ βιβλίου με μεγάλη συμμετοχή απ’ όλο τον κόσμο. Προφανώς κι έχουμε να κάνουμε μ’ ένα μικρό επίγειο παράδεισο για κάθε λάτρη του βιβλίου.
Η αλήθεια είναι ότι σπάνια ένας βιβλιοπώλης καταφέρνει να αποκτήσει προσωπική φήμη, γι’ αυτό και η περίπτωση του συγκεκριμένου Σκωτσέζου βιβλιοπώλη είναι πραγματικά ιδιαίτερη. Καταφέρνει να περιγράψει την πραγματικότητα του επαγγέλματός του στον 21ο αιώνα, όπως τα επισφαλή οικονομικά της επιχείρησης, οι αδιάκοποι καβγάδες με το προσωπικό και τα ατελείωτα, κουραστικά παζάρια με τους πελάτες. Ο Bythell κατάφερε να αποκτήσει ένα status διασημότητας ανάμεσα σε χιλιάδες ανώνυμους βιβλιοπώλες σε όλο τον κόσμο.
Μας συστήνεται ως κάποιος που διασκεδάζει πυροβολώντας Kindle και το εννοεί. Σε έναν τοίχο του βιβλιοπωλείου του, κρέμεται μια συσκευή εντελώς κατεστραμμένη που συνοδεύεται από την εξής επιγραφή: «Amazon Kindle, πυροβολήθηκε από τον Shaun Bythell στις 22 Αυγούστου 2014». Ο εν λόγω βανδαλισμός αποτελεί συμβολική πράξη, μέσα στην απελπισία του για το γεγονός ότι όλο και περισσότεροι πελάτες χρησιμοποιούν το βιβλιοπωλείο για να χαζέψουν βιβλία και μετά τα παραγγέλνουν από το ίντερνετ.
Ο Bythell είναι ένας κύριος χαμογελαστός, ευχάριστος και γνώστης των βιβλίων και μέσα από το ημερολόγιό του μας προβάλλει την απεριόριστη αγάπη του για τον κόσμο των βιβλίων. Παρά τις αντίξοες συνθήκες, συνεχίζει το βαρυσήμαντο έργο του αναζητώντας συνεχώς νέους τίτλους, ταξιδεύοντας πολλές φορές και εκτός Σκωτίας, για να δει από κοντά συλλογές βιβλίων, τα οποία οι ιδιοκτήτες τους θέλουν να πουλήσουν.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Το βιβλίο είναι γραμμένο σε ημερολογιακή μορφή (καλύπτει την περίοδο ενός έτους) και θεωρητικά δεν έχει μυθοπλαστικά στοιχεία, αν και ο Bythell δίνει την εντύπωση ότι σε κάποια σημεία υπερβάλλει. Σε αυτό το έξυπνο και ξεκαρδιστικό ημερολόγιο, που σε κερδίζει από την πρώτη κιόλας στιγμή, ο συγγραφέας προσφέρει με καυστικό τρόπο μία εκ των έσω ματιά στον κόσμο ενός πραγματικού βιβλιοπωλείου. Από τις ιδιοτροπίες των εκκεντρικών πελατών και τις λογομαχίες με το προσωπικό του, μέχρι τις περιπλανήσεις του σε παλιές επαύλεις της βρετανικής υπαίθρου και σε οίκους πλειστηριασμών.
Η συναναστροφή με τους πελάτες προσφέρει από μόνη της υπεραρκετό υλικό για τη συγγραφή ενός ημερολογίου. Κάπως έτσι θα μας συστήσει πολλούς και περίεργους χαρακτήρες, κάνοντας ένα είδος διατριβής στα ψυχολογικά αίτια κάθε συμπεριφοράς. Θα μοιραστεί προβληματισμούς και συζητήσεις μαζί τους με αφηγηματική ζωντάνια και φυσικά δεν θα παραλείψει να τονίσει τις ανησυχίες του για τη νέα τάξη πραγμάτων στο χώρο των βιβλιοπωλείων.
Περιγράφει τον εαυτό του σνομπ, αγενή, δύστροπο και όσοι περιφέρονται γύρω του περιγράφονται ως καρικατούρες. Οι περισσότεροι πελάτες αποτελούν γι’ αυτόν βάρος. Επειδή πολλοί ζητούν έκπτωση, ορισμένοι προκαλούν αταξία στον χώρο, επειδή δεν αγοράζουν αρκετά βιβλία, γιατί πολλές φορές οι ερωτήσεις τους τον κάνουν να πλήττει. Υπάρχουν και κάποιοι που συμπαθεί όμως. Όπως ένας σταθερός πελάτης που εμφανίζεται πάντα με το απόκομμα μιας κριτικής από την εφημερίδα Times. Όπως και κάποιος άλλος που μια καλοκαιρινή μέρα αγόρασε έναντι 200 λιρών, μια στοίβα βιβλίων εικονογραφημένης ποίησης θέλοντας να ξεκινήσει συλλογή.
Για την ακρίβεια, οι «κακοί» της ιστορίας δεν είναι οι πελάτες που εμφανίζονται. Αλλά αυτοί που δεν εμφανίζονται. Όσοι δεν αγοράζουν βιβλία. Ο Bythell γράφει το βιβλίο του σε μια εποχή που η δουλειά του βρίσκεται σε κίνδυνο. Βάση ερευνών, εκείνη την περίοδο ο κόσμος διάβαζε λιγότερο, αλλά αυτό που ενοχλεί περισσότερο τον συγγραφέα είναι ότι αυτοί που συνεχίζουν να διαβάζουν, έχουν γυρίσει την πλάτη τους στα βιβλιοπωλεία.
Κάποια στιγμή, διηγείται ότι του τηλεφώνησε μια γυναίκα και του περιέγραψε ένα βιβλίο, ρωτώντας τον αν το γνωρίζει. Της απάντησε θετικά και η γυναίκα του ζήτησε να της πει τον τίτλο του. Αρνήθηκε λέγοντάς της ότι αν της πει, με το που κλείσουν το τηλέφωνο, θα το παραγγείλει από το Amazon. O «κακός» της ιστορίας λοιπόν, είναι το Amazon και τα e-books. Είναι η νέα εποχή που αφήνει πίσω της τα βιβλιοπωλεία, το χαρτί και τελικά το περιεχόμενο. Που είναι και το ζητούμενο.
Ένας χρόνος λοιπόν, στη ζωή ενός ιδιοκτήτη βιβλιοπωλείου μεταχειρισμένων βιβλίων. Αν και η καθημερινότητα, είναι έννοια εκ φύσεως συνώνυμη της επανάληψης και της έλλειψης ενθουσιασμού και ζωντάνιας, η φύση της δουλειάς του βιβλιοπώλη (που απαιτεί συνεχή επαφή με πελάτες, αδιάκοπη αναζήτηση για μικρούς θησαυρούς μεταχειρισμένων βιβλίων) αλλά και το έμφυτο χιούμορ του, καθιστούν το ημερήσιο πρόγραμμά του αλλά και το περιεχόμενο του βιβλίου, συναρπαστικό.
Η έξαψη της απροσδόκητης ανακάλυψης, τα κλασικά βιβλία, οι κρυμμένοι θησαυροί, οι ρυθμοί της μικρής πόλης, όλα μπλέκονται με τρυφερότητα σε ένα βιβλίο που θα λατρέψουν όσοι… αγαπάνε τα βιβλία.

Ο Shaun Bythell, σε κάποιους θα ακουστεί συμπαθής και σε κάποιους άλλους αγενής και σκληρός. Η χιουμοριστική και εύστοχη, στις λεπτομέρειες γραφή του, οι πολλαπλές αναφορές σε βιβλία κλασικά με στοιχεία και γνώση που δεν θα αποκτούσες από καμία άλλη πηγή πληροφοριών, και φυσικά αυτή η άλλοτε σιωπηλή και άλλοτε βροντερή φωνή για υποστήριξη των τοπικών βιβλιοπωλείων (που χρειάζονται απεγνωσμένα την υποστήριξή μας) είναι εκείνα τελικά τα στοιχεία, που κάνουν την εικόνα του Bythell φιλική και άκρως ενδιαφέρουσα.
Ο συγγραφέας όντας λάτρης των βιβλιοπωλείων και των βιβλίων σε φυσική μορφή, δήλωσε σε συνέντευξή του, ότι ζήτησε από τον εκδότη του, για 6 τουλάχιστον μήνες από την έκδοση του βιβλίου του, να μην είναι διαθέσιμο προς πώληση μέσω του Amazon. Kάτι που απορρίφθηκε, λόγω της σκληρής διαπραγματευτικής και εμπορικής δύναμης του ηλεκτρονικού μέσου.
Πρέπει να έχεις υπάρξει βιβλιοπώλης για να κατανοήσεις τον μόχθο και τον κόπο του εργαζόμενου σε αυτό τον κλάδο. Πόσο μάλλον του ιδιοκτήτη, ο οποίος παλεύει κάθε μέρα για την επιβίωσή του και ξεπερνά μια σειρά από εμπόδια και προβλήματα για να κατορθώσει να ορθοποδήσει. Ειδικότερα στη σημερινή εποχή, όπου η λαίλαπα της τεχνολογίας απειλεί να σαρώσει και το βιβλίο. Μέσα όμως από το ημερολόγιο, ο αναγνώστης κατανοεί πως αυτό το μεράκι, το πάθος, ο ζήλος και η αγάπη για το βιβλίο δεν μπορούν να κάμψουν καμία αντίσταση στην προσπάθεια συνέχισης του έργου ενός βιβλιοπώλη.