
Για τον Φάουστ γενικά έχει γίνει αναλυτικά λόγος άλλου που μας καλύπτει. Η επιτομή, αν όχι το πρότυπο, του δυτικού ανθρώπου στην περιπέτεια της κατάκτησης της γνώσης. Κι αν μας πείθει ο Oswald Spengler, τούτο έχει στη πραγματικότητα διαστάσεις κοσμοϊστορικές. Το φαουστικό πνεύμα -της (κατά Νίτσε) θέλησης για γνώση, της περίληψης των πάντων ως αντικείμενα στο υποκείμενο και του πνευματικού “ιμπεριαλισμού” που τα συνοδεύει, είναι η κινητήριος δύναμη του πολιτισμού μας των τελευταίων αιώνων. Θα ήταν, όμως, άδικο να θεωρήσουμε στατικό ανέκαθεν κι απαράλλαχτο τον θρύλο που ενέπνευσε αυτή την ιδέα.
Ο Φάουστ είναι πάνω απ’ όλα μια μορφή λαϊκής προέλευσης, που πλάστηκε και ξαναπλάστηκε ποικιλοτρόπως στη δυτική λογοτεχνία και που βρήκε ευρεία απήχηση χάρη στο ρίζωμά του σε συστατικές ανθρώπινες λαχτάρες κι εμμονές. Διακρίνουμε, χωρίς να είμαστε οι πρώτοι που το κάνουμε, διάφορες εκδοχές της ιστορίας και, πάνω απ’ όλα, του συμβολισμού της, τρεις βασικές απ’ τις οποίες επιλέξαμε εδώ να παρουσιάσουμε. Στην πρώτη ο ήρωας προσλαμβάνει αρνητικό, στη δεύτερη αντίστροφο, θετικό, και στη τρίτη ένα γκρίζο, μα όχι ακριβώς ουδέτερο, πρόσημο. Μια αναλυτικότερη παρουσίασή τους μπορεί να δούμε σε μελλοντικό άρθρο.
1. Christopher Marlowe, Η τραγική ιστορία του Δόκτορα Φάουστους
Εμπνεόμενος κατευθείαν από τη γερμανική λαϊκή φυλλάδα με τις περιπέτειες του ομώνυμου ήρωα, ο Marlowe ανάγει τον Φάουστ σε επιτομή της ατέρμονης προσπάθειας του ατόμου να υπερβεί τα όριά του προς το Απόλυτο -όποιο κι αν είναι το σχετικό κόστος. Σ’ αντίθεση, όμως, με ό,τι έχουμε ίσως συνηθίσει, ο ήρωάς του ούτε αποτελεί πρότυπο ούτε επισύρει ιδιαίτερη συμπάθεια ή συμπόνια. Η ιστορία του, όπως την έπλασε ο μεγάλος Άγγλος δραματουργός, είναι μια συνειδητή και απόλυτη συμμαχία με το Κακό, είναι η τρομακτική κι εγκληματική πορεία προς την άβυσσο ενός ανθρώπου που ηθελημένα καταδίκασε αιώνια τον εαυτό του, γιατί η αβυσσώδης επιδίωξή του για Γνώση διέπραξε το μεγαλύτερο “αμάρτημα” στη τραγική κοσμοθέαση: την αντίσταση στη Μοίρα των θνητών. Μια μοίρα και μια καταδίκη που δεν έχουν κανένα θεολογικό ή ηθικολογικό χαρακτήρα, αλλά υπαρξιακό. Ο Δόκτωρ Φάουστους είναι “τραγωδία” μ’ όλη τη σημασία της λέξης, απ’ τη στιγμή που ο ήρωάς της, δίχως ελαφρυντικό, διαπράττει ύβρη, της οποίας η κάθαρση έρχεται (παρά τη μετάνοια) με τον μόνο αρμόζοντα τρόπο: μια άνευ όρων, αδυσώπητη νέμεση.
2. Goethe, Φάουστ. Μια τραγωδία (μέρη Ι & ΙΙ)

Δύο και πλέον αιώνες μετά τον Marlowe, ο Goethe καταπιάστηκε με τη δική του εκδοχή της ιστορίας, η οποία απ’ τη στιγμή που παρουσιάστηκε έμελλε να καταστεί η γνωστότερη κι επικρατέστερη. Πνεύμα απίστευτα ανήσυχο και πολυπράγμον ο ίδιος ο ποιητής, έπλασε τον ήρωά του σαν ένα τύποις alter ego του, ένα καθαρό δείγμα ανθρώπου της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, που η δίψα του για γνώση και για ένωση με το Απόλυτο (το οποίο πρωταγωνίστησε τις επόμενες δεκαετίες στη γερμανική φιλοσοφία) τον οδηγεί στη χρήση ακόμη και των ύστατων μέσων. Η συμμαχία με το Κακό προκαλεί -αρχικά- σίγουρα αμηχανία, μα μοιάζει στη πορεία ολοένα να δικαιολογείται, στο όνομα του σκοπού. Άλλωστε, εδώ η σατανική δύναμη δεν είναι απόλυτη: ο Μεφιστοφελής δεν είναι παρά ένας υπηρέτης του Θεού, η διαβολική συμφωνία ένα στοίχημα και ο Φάουστ ένας άνθρωπος πλανημένος μάλλον και δοκιμασμένος. Η εξιλέωση κι η τελική σωτηρία του είναι μια ανακουφιστική κατάληξη, ένα happy ending που, λίγο-πολύ, δικαιώνει αυτόν και τον αγώνα του για υπέρβαση -αν και αφαιρεί από τη τραγωδία την τραγικότητά της, όπως παρατηρεί ο George Steiner.
3. Thomas Mann, Δόκτωρ Φάουστους

Αντλώντας απ’ τις δύο προηγούμενες εκδοχές και απ’ τη κοινή πηγή κάθε “μεταμόρφωσης” του Φάουστ, τη λαϊκή φυλλάδα του, ο Thomas Mann τοποθετεί τη δική του εκδοχή στην εποχή του και την μεταπλάθει σε μια απ’ τις πιο δυνατές αλληγορίες της πρόσφατης δυτικής λογοτεχνίας. Ο μουσικοσυνθέτης Άντριαν Λέβερκυν, πνεύμα φύσει ανήσυχο και συνάμα αντιδραστικό, δεν αντιστέκεται και πολύ στη πρόταση μιας σατανικής συμφωνίας που του χαρίζει 24 χρόνια καλλιτεχνικής ιδιοφυίας. Κι ενόσω, με τον καιρό, φτάνει στα ανώτατα όρια της τέχνης και πρωταγγίζει εκείνα του Απολύτου, εντείνεται και επιταχύνεται το βύθισμα κι η παράδοσή του στο Κακό, που ‘χει την μάσκα πνευματικής αρρώστιας εκφυλιστικής και που ενυπήρχε ήδη σπερματικά μέσα του -ακριβώς όπως η πατρίδα του, Γερμανία, με τη δική της διαβολική συμφωνία (Ναζισμός) μοιάζει να διαγράφει την ίδια διπλή πορεία. Οι Φάουστους του Mann, ο ήρωας και το αλληγορικό του alter ego, μπορεί να δημιουργούν έργα μεγάλα κι “υψηλά” (έστω στα μάτια αυτών και των οπαδών τους), μα τούτο αρκεί για να δικαιολογήσει το Κακό κι ό,τι το συνοδεύει; Η δύναμη που τελικά λυτρώνει τον ήρωα του Goethe είναι εδώ απούσα και η νέμεση, που ολοένα πλησιάζει, δεν φαίνεται να έχει διάθεση για ηθικολογίες.