
Το γλωσσικό ζήτημα, αναμφίβολα, αποτέλεσε ένα από τα κρισιμότερα θέματα που απασχόλησαν τη χώρα για πάρα πολλά χρόνια. Η διαμάχη αυτή, σχετικά με τη χρήση της λόγιας ή της δημοτικής γλώσσας, πήρε και διαστάσεις πολιτικές, ιδεολογικές και κοινωνικές, ενώ πολλοί άνθρωποι εξορίστηκαν ή έχασαν τη ζωή τους.
Ο όρος «γλωσσικό ζήτημα» αναφέρεται στο διχασμό ανάμεσα στην απλή ομιλούμενη (δημοτική) και τη λόγια γραφόμενη (καθαρεύουσα) γλώσσα και στο ερώτημα που προέκυψε σχετικά με το ποια από τις δύο θα επικρατήσει και θα γίνει η «εθνική γλώσσα», η επίσημη, δηλαδή, γλώσσα του έθνους τόσο στο γραπτό όσο και τον προφορικό λόγο. Οι ρίζες του γλωσσικού ζητήματος εντοπίζονται ήδη τον 1ο αιώνα π.Χ.. Τότε, το κίνημα του Αττικισμού, που ξεκίνησε από Ρωμαίους και Έλληνες λογίους και δασκάλους, εισήγαγε για πρώτη φορά τη διγλωσσία, καθώς, από τη μία πλευρά υπήρχε η απλή, δημώδης προφορική γλώσσα, ως συνέχεια της ελληνιστικής κοινής (η μετέπειτα δημοτική γλώσσα), και από την άλλη η λόγια, αρχαΐζουσα γραπτή γλώσσα, η οποία ήταν μια απομίμηση της κλασικής ελληνικής (η μετέπειτα καθαρεύουσα). Με άλλα λόγια, οι αττικιστές υποστήριζαν, πως η γλώσσα είχε υποστεί πλέον φθορά και το μόνο «φάρμακο» γι’ αυτό ήταν η επιστροφή στην αττική διάλεκτο, η χρήση της γλώσσας, δηλαδή, κατά τα πρότυπα και τους κανόνες της αττικής διαλέκτου.
Το γλωσσικό ζήτημα, όμως, κορυφώθηκε κατά την ίδρυση του Νέου Ελληνικού Κράτους. Τότε, λοιπόν, τέθηκε το εξής ερώτημα: ποια γλώσσα πρέπει να θεωρείται ως επίσημη γλώσσα του νεοσυσταθέντος κράτους; Και το ερώτημα αυτό ήταν κρίσιμο, καθώς η νέα αυτή γλώσσα θα καθόριζε και την ταυτότητα του νέου κράτους αλλά θα συνεισέφερε και στην αναγέννησή του ύστερα από την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού τέσσερις αιώνες μετά. Τότε αρχίζουν και δημιουργούνται και οι κυριότερες τάσεις για τη διαμόρφωση της επίσημης γλώσσας: από τη μία, λοιπόν, οι αρχαϊστές, οι οποίοι υποστηρίζουν τη συντηρητική αρχαΐζουσα γλώσσα (Πατριαρχείο, Φαναριώτες με επικεφαλής τον Π.Κοδρικά) και από την άλλη οι δημοτικιστές (Βηλαράς, Ψαλίδας κ.α.), που είναι υποστηρικτές της απλής, προφορικής γλώσσας. Τη μέση οδό σε αυτή τη διαμάχη πρότεινε ο Αδαμάντιος Κοραής, εγκαινιάζοντας την τάση «καθαρισμού» της λαϊκής γλώσσας από ξένα στοιχεία και εμπλουτισμού της με στοιχεία της αρχαίας ελληνικής, δημιουργώντας έτσι τη λεγόμενη «καθαρεύουσα», η οποία καθιερώνεται ως επίσημη γλώσσα του κράτους το 1834.

Παρόλα αυτά, όμως, ο Κοραής βρέθηκε στο στόχαστρο και των δύο παρατάξεων, καθώς οι μεν δημοτικιστές τον κατηγόρησαν για τεχνητή παρέμβαση στη γλώσσα, οι δε αρχαϊστές, ότι αρνείται τη γλωσσική παράδοση. Και κάπως έτσι το γλωσσικό ζήτημα περνά στην πιο έντονη περίοδό του. Πρώτοι και καλύτεροι οι Επτανήσιοι ποιητές υποστηρίζουν, με ζήλο, τη δημοτική γλώσσα με επικεφαλής τους το Διονύσιο Σολωμό. Ο Σολωμός στο «Διάλογo» (1824) του γράφει ενδεικτικά: […]
Advertising
Τι λες; ως πότε θα πηγαίνη εμπρός αυτή η υπόθεση; ένας λαός από το ένα μέρος να ομιλή σ’ έναν τρόπο, ολίγοι άνθρωποι από το άλλο να ελπίζουν να κάμουν τον λαόν να ομιλή μίαν γλώσσαν δικήν τους! […] Τέλος πάντων οι Σοφολογιότατοι εκείνων των εθνών ήθελαν να γράφεται μία γλώσσα οπού ήταν μία φορά ζωντανή είς τα χείλη των ανθρώπων· κακό πράγμα βέβαια, και αν ήτον αληθινά δυνατόν· γιατί δυσκολεύει την εξάπλωση της σοφίας. αλλ’οι δικοί μας θέλουν να γράφουμε μία γλώσσα, η οποία μήτε ομιλιέται, μήτε άλλες φορές ομιλήθηκε, μήτε θέλει ποτέ ομιληθή.
Στις δεκαετίες που ακολουθούν, το γλωσσικό ζήτημα οξύνεται όλο και περισσότερο. Το 1853 εκδίδεται η «Νέα Σχολή του γραφομένου λόγου ή ανάστασις της αρχαίας ελληνικής γλώσσης εννοουμένης υπό πάντων» του Παναγιώτη Σούτσου, η οποία υποστηρίζει την πλήρη επιστροφή στην αρχαία ελληνική, ενώ το 1856 εκδίδεται βουλευτικό διάταγμα σχετικό με τη σχολική γλώσσα, το οποίο υπαγορεύει ότι «Γραμματική της ελληνικής γλώσσης ορίζεται η της αρχαίας και μόνη». Στο μεταξύ, από το 1830 έως το 1880, στην Αθήνα, κυριαρχεί η Α’ Αθηναϊκή Σχολή, της οποίας οι ποιητές γράφουν, σε αντίθεση με τους Επτανήσιους, σε αυστηρή καθαρεύουσα.
Το 1888 αποτελεί μία χρονιά- σταθμό, καθώς το μυθιστόρημα του Γιάννη Ψυχάρη «Το Ταξίδι μου», που κυκλοφορεί τότε, θεωρείται το μανιφέστο του δημοτικισμού. Ουσιαστικά, ο Ψυχάρης, με αυτό του το έργο, εισηγήθηκε ένα είδος «συστηματοποιημένης» πρότυπης δημοτικής με τους δικούς της γλωσσικούς κανόνες και νόμους. Ακόμα απέρριψε όλες τις λέξεις της καθαρεύουσας και «έπλασε» νέες δικές του λέξεις με βάση δικούς του κανόνες, οι οποίες, όμως, βασίζονταν στην αρχαία ελληνική, προκειμένου αφ’ ενός να εκφράσει λέξεις που δεν υπήρχαν στην ομιλούμενη, αφ’ ετέρου να αντικαταστήσει τις πιο λαϊκές λέξεις. Ωστόσο, όμως, στην πραγματικότητα και ο Ψυχάρης δημιούργησε τεχνητές λέξεις, όπως και οι αντίπαλοί του. Την ίδια εποχή, επίσης, ο Εμμανουήλ Ροΐδης («Περί της σημερινής ελληνικής γλώσσης» (1885), «Τα είδωλα» (1893) ) και η Νέα Αθηναική Σχολή με κύριο εκπρόσωπό της τον Κωστή Παλαμά συνεισέφεραν αρκετά στην υποστήριξη του δημοτικισμού.

Με την αυγή του 20ου αιώνα, η αντιπαράθεση θα κορυφωθεί. Η δημοσίευση της μετάφρασης της Αγίας Γραφής από τον Αλέξανδρο Πάλλη, στη δημοτική γλώσσα, στην εφημερίδα Ακρόπολη, θα προκαλέσει την αντίδραση των καθηγητών και των φοιτητών της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και θα έχει ως αποτέλεσμα βίαιες διαμαρτυρίες και αιματηρά επεισόδια που έμειναν γνωστά ως τα «Ευαγγελικά». Στο ίδιο πνεύμα θα ακολουθήσουν το 1903 και τα «Ορεστειακά», ύστερα από την παράσταση Ορέστεια του Αισχύλου από το Εθνικό Θέατρο στη δημοτική γλώσσα. Οι υποστηρικτές της καθαρεύουσας αποκαλούν τους δημοτικιστές «μαλλιαρούς» και τους κατηγορούν για εθνική προδοσία, ενώ και αρκετοί οδηγούνται σε δίκη ή τους επιβάλλονται διοικητικές ποινές, όπως στον Κωστή Παλαμά, με παύση του από τη θέση του γραμματέα του Πανεπιστημίου Αθηνών ή στον Αλέξανδρο Δελμούζο, διευθυντή του Παρθεναγωγείου του Βόλου, με την περίφημη δίκη του Ναυπλίου το 1914. Επιπλέον, το 1903, ιδρύεται το περιοδικό Νουμάς, το οποίο και έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στον αγώνα για την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας.


Το 1911 ψηφίζεται η συνταγματική διάταξη που όριζε ότι «Επίσημος γλώσσα του κράτους είναι εκείνη εις την οποίαν συντάσσεται το πολίτευμα και της ελληνικής νομοθεσίας τα κείμενα». Το 1917, η Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης επιχείρησε την πρώτη καθιέρωση της διδασκαλίας της δημοτικής, στις τρεις πρώτες τάξεις του δημοτικού, ωστόσο το 1920, μετά την πτώση της Κυβέρνησης Βενιζέλου, καταργείται η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, τα σχολικά βιβλία καίγονται και αντικαθίστανται από άλλα γραμμένα στην καθαρεύουσα. Το 1928, η νέα κυβέρνηση Βενιζέλου επιχειρεί μια πιο ευρεία μεταρρύθμιση, εισάγοντας τη δημοτική στο Γυμνάσιο και επιχειρώντας τη διδασκαλία των αρχαίων από μετάφραση, ενώ το 1930 η δημοτική γλώσσα γίνεται η γλώσσα όλων των τάξεων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Από τότε και στο εξής, μέχρι δηλαδή και τη δεκαετία του ’70, υπάρχει σχετική παλινδρόμηση και αστάθεια όσον αφορά την εισαγωγή της δημοτικής στα σχολεία, κυρίως, όμως, λόγω και της πολιτικής αστάθειας που επικρατεί στη χώρα (δικτατορία του Παγκάλου, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Εμφύλιος, δικτατορία του 1967 κλπ).

Στο διάστημα αυτό, εκτός των άλλων, αξιοσημείωτη είναι, αφ’ ενός, η σύνταξη και η έκδοση στα χρόνια της Κατοχής από το Μανόλη Τριανταφυλλίδη της Νεοελληνικής Γραμματικής, η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην προώθηση του δημοτικιστικού ζητήματος και άνοιξε το δρόμο για την καθιέρωση της δημοτικής τριάντα, πέντε χρόνια αργότερα, και, αφ’ ετέρου, η πειθαρχική δίωξη του καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής Ιωάννη Κακριδή για την έκδοση βιβλίου του σε μονοτονικό σύστημα το 1941.

Το 1974, η κυβέρνηση Καραμανλή παρέλειψε τη γλωσσική διάταξη στο Σύνταγμα της Μεταπολίτευσης και το 1977 αποφάσισε τη χρήση της δημοτικής σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, σε όλες τις λειτουργίες και τα έγγραφα του κράτους, ενώ το 1982 η κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου έδωσε και την οριστική λύση του προβλήματος με την κατάργηση του πολυτονικού συστήματος.

Το γλωσσικό ζήτημα ταλάνισε τη χώρα για είκοσι περίπου αιώνες με συνέπειες τόσο στην πολιτική και την κοινωνική ζωή όσο και στην πνευματική και πολιτισμική εξέλιξη του τόπου. Για πολλά χρόνια, το έθνος ήταν χωρισμένο στα δύο: καθαρευουσιάνοι εναντίον των «μαλλιαρών» δημοτικιστών. Οι πληγές, όμως, ήταν αισθητές και στο χώρο της παιδείας, καθώς οι παλινδρομήσεις και οι αστάθειες ως προς τη χρήση της γλώσσας στα σχολεία οδηγούσαν σε σύγχυση τους μαθητές, οι οποίοι ακόμα και σήμερα ως ενήλικες νιώθουν γλωσσικά ανασφαλείς, όταν θέλουν να εκφράσουν κάτι. Έτσι, για παράδειγμα, εάν κάποιος είχε γεννηθεί το 1952, το 1958 όντας στην Α’ Δημοτικού θα χρησιμοποιούσε την καθαρεύουσα. το 1964 στην Στ’ Δημοτικού ύστερα από τη μεταρρύθμιση της τότε κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου θα διδασκόταν τη δημοτική και από το 1967 με τη χούντα των συνταγματαρχών, όπου θα ήταν στην Γ’ Γυμνασίου, έως και τη Μεταπολίτευση το 1974, που πιθανόν να συνέχιζε στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, θα επέστρεφε και πάλι στη χρήση της καθαρεύουσας.
Όπως και να χει, όμως, παρόλο που το γλωσσικό ζήτημα λύθηκε, οι γλωσσαμύντορες υπάρχουν ακόμα και θα συνεχίσουν να υπάρχουν ανησυχώντας για τη γλώσσα μας, η οποία, όπως πιστεύουν, φθείρεται, αλλοιώνεται και κινδυνεύει να εξαφανιστεί…
Πηγές:
Γλωσσικό ζήτημα. Ανακτήθηκε από https://el.wikipedia.org/wiki/Γλωσσικό_ζήτημα (τελευταία πρόσβαση: 10.03.2019)
Αττικισμός. Ανακτήθηκε από https://el.wikipedia.org/wiki/Αττικισμός(τελευταία πρόσβαση: 10.03.2019)
Λόντου-Κοτρώτσου Τ. (2004). Το ελληνικό γλωσσικό ζήτημα. Επιστημονικό Βήμα, τ.3, 40-56. Ανακτήθηκε από http://www.syllogosperiklis.gr/old/ep_bima/epistimoniko_bima_3/kotrotsou.pdf (τελευταία πρόσβαση: 10.03.2019)
Ο άλλος “εμφύλιος”: Το γλωσσικό ζήτημα (2009). Ανακτήθηκε από https://tvxs.gr/news/ελλάδα/ο-άλλος-“εμφύλιος”-το-γλωσσικό-ζήτημα (τελευταία πρόσβαση: 10.03.2019)
Διατσέντος Π. (2007). Το γλωσσικό ζήτημα. Ανακτήθηκε από http://www.greek-language.gr/greekLang/studies/history/thema_12/index.html (τελευταία πρόσβαση: 10.03.2019)
Σταυρίδη-Πατρικίου Ρ. Το γλωσσικό ζήτημα. Ανακτήθηκε από http://www.komvos.edu.gr/glwssa/odigos/thema_d2/d_2_thema.htm (τελευταία πρόσβαση: 10.03.2019)
33 χρόνια από την κατάργηση του πολυτονικού. Η μάχη του Μητσοτάκη στη Βουλή για να μην περάσει η κατάργηση της δασείας και της περισπωμένης χωρίς σωστή ενημέρωση. Ανακτήθηκε από https://www.mixanitouxronou.gr/33-chronia-apo-tin-katargisi-tou-politonikou-i-machi-tou-mitsotaki-sti-vouli-gia-na-min-perasi-i-katargisi-tis-dasias-ke-tis-perispomenis-choris-sosti-enimerosi/ (τελευταία πρόσβαση: 10.03.2019)
Παναγιωτίδης Φ. (2013). Μίλα μου για γλώσσα. Μικρή εισαγωγή στη γλωσσολογία. Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Μπαμπινιώτης Γ. (2017). Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.