Πόσο εύκολα μπορείς να ταυτιστείς με ένα βιβλίο; Να δεθείς μαζί του; Να πιστεύεις ότι το έγραψαν για εσένα, ενώ δεν έχεις ζήσει καμία από τις ιστορίες που ζει η πρωταγωνίστρια; Αυτό έπαθα, λοιπόν. Δέθηκα με την Δάφνη και ένιωθα σαν να ζούσα εγώ όλες τις περιπέτειες της, παρά τις τεράστιες διαφορές που είχαμε.
Ίσως φταίνε τα άδεια κουτιά. Αυτά τα κουτιά που έχουμε όλοι στη ζωή μας και προσπαθούμε να τα γεμίσουμε πάση θυσία, με κάθε μέσο και τρόπο. Αυτά τα άδεια κουτιά προσπαθούσε να γεμίσει η Δάφνη χρησιμοποιώντας τους άνδρες. Οι άνδρες της ζωής της ήταν και είναι πολλοί, έπαιρνε όλες τις χαρές που είχαν να της δώσουν και έφευγε, απλά και αθόρυβα, χωρίς πολλά – πολλά. Έφτασε, όμως, στα σχεδόν σαράντα της και κατάλαβε ότι δεν έχει κάνει οικογένεια, δεν έχει έναν άνθρωπο που να την αγαπάει χωρίς όρια και χωρίς «πρέπει» και «μην» -πέρα από την καλύτερη της φίλη, την Σοφία. Από εκεί που δεν είχε τίποτα σταθερό στην ζωή της σχεδόν, ούτε άνδρα, ούτε σπίτι, έφτασε να αποζητά την συντροφικότητα τους και μια ήρεμη ζωή.
Στην αναζήτηση της, όμως, γνωρίζει τρεις άντρες, τρείς τελείως διαφορετικούς άντρες. Της γεμίζουν τελείως διαφορετικά κουτιά, κενά. Προσπαθεί να βρει μια χρυσή τομή, αλλά μάταια. Τους αγαπάει όλους, αλλά δεν γίνεται να ζήσει μια ζωή και με τους τρεις. Πρέπει να πάρει τις αποφάσεις της. Άλλες θα τις πάρει εκείνη, κι άλλες θα είναι προαποφασισμένες.
Ένα πολύ όμορφο βιβλίο, σίγουρα, που σε κάθε σελίδα κρύβεται και μια νέα περιπέτεια, μια ελπίδα για την Δάφνη και τα κουτιά της. Που γι’ αυτά τα κουτιά συμβιβάστηκε, πόνεσε, έκλαψε αλλά και χάρηκε, συγκινήθηκε και γέμισε, έστω και προσωρινά.
Λίγες φορές το έχω πάθει αυτό με βιβλίο, να μην θέλω να το αφήσω, όχι γιατί απλά μου αρέσει, αλλά γιατί σου μιλάει σε προσωπικό επίπεδο κατά κάποιον τρόπο. Σε γεμίζει και σε αδειάζει, σε ενθουσιάζει και σε απογοητεύει, σου δίνει μια ασφάλεια και μετά από λίγες σελίδες στην παίρνει πίσω. Και αυτά τα «διαλλείματα σκέψης» -αν μπορώ να τα πω έτσι- που κάνει η συγγραφέας μετά από σχεδόν κάθε κεφάλαιο, ενεργοποιεί και το ποιητικό στοιχείο του βιβλίου. Ποιητικό – λογοτεχνικό.
Αλλά δεν είναι μόνο η πολύ όμορφη γραφή της Ανδρεΐδου, που πραγματικά μαγεύει και μαγνητίζει, είναι και ο τρόπος που τα… γράφει, που μας ξεδιπλώνει την ιστορία, την ζωή της Δάφνης. Είναι σταδιακή, με αρχή, μέση και τέλος. Δεν χάνεσαι στο βιβλίο, δεν το βαριέσαι και σίγουρα δεν ανυπομονείς να τελειώσει. Θέλεις κι άλλο, κι ας είναι ήδη περίπου, 450 σελίδες. Μέσα από αυτές τις σελίδες μπορούμε να μάθουμε πολλά. Για τον εαυτό μας κυρίως, για το τι θέλουμε εμείς από εκείνον, για το τι τον προορίζουμε.
«Δεν είναι το κομψοτέχνημα του λόγου, δεν είναι οι λέξεις μα ότι αυτές σημαίνουν, ο τρόπος που κανείς τις βιώνει και τις κάνει κτήμα του. Η Δάφνη είναι ένα μεγαλείο ψυχής, γεμάτη λάθη, γεμάτη πάθη, γεμάτη αλήθειες.. Και δεν χρειάζεται να την καταλάβω μόνο, να την κατανοήσω μόνο, να την ερμηνεύσω μόνο, να την νιώσω μόνο. Πρέπει να κάνω όλα τα παραπάνω και τα έκανα, αρκεί να την αφήσει κανείς να περάσει μέσα του, να γίνει κομμάτι του, να γίνει αίσθηση και βίωμα και θέληση και άρνηση». Αυτά τα λόγια έγραψε μια αναγνώστρια στο Goodreads και νομίζω θα συμφωνήσω απόλυτα!
Ένα αφιέρωμα στους απόντες της ζωής… αλλά και σε εκείνους που αποφάσισαν να μείνουν. Κυρίως σε εμάς τους ίδιους.
Περίληψη από το οπισθόφυλλο: ” Η ύπαρξή μας είναι μια σειρά από άδεια κουτιά, εφαπτόμενα αλλά όχι συγκοινωνούντα. Κάθε κουτί και μια ανάγκη μας.
Και όλη μας η ζωή μια αδιάκοπη προσπάθεια να γεμίσουμε τα άδεια κουτιά μέσα μας, όλα τα άδεια κουτιά μέσα μας…
Μια γυναίκα, μια γυναίκα μόνη, προσπαθεί να καλύψει τις ανάγκες της. Έχει ανάγκη από έναν παθιασμένο, εξιδανικευμένο έρωτα, από μια κατασταλαγμένη προοπτική για το μέλλον, από τη χαρά και την ανεμελιά της στιγμής. Έτσι εμπλέκεται σε σχέσεις με τρεις διαφορετικούς άνδρες, συγχρόνως, που ο καθένας τους γεμίζει ένα διαφορετικό κουτί μέσα της.
Είναι ερωτευμένη και με τους τρεις, αφήνεται και στους τρεις, άγεται και φέρεται από τις δικές τους ανάγκες, επιθυμίες, ευχές. Γίνεται τρεις διαφορετικές γυναίκες, τρεις διαφορετικοί άνθρωποι. Γεμίζει τα δικά τους άδεια κουτιά. Προχωρά στα τυφλά, προσπαθώντας να τους ερμηνεύσει, να τους καταλάβει μέσα από τα λόγια και τις πράξεις τους, και μ’ αυτές τις ερμηνείες πλάθει το δικό της σύμπαν, όπως όλοι μας.
Κάποια στιγμή συνειδητοποιεί την παράνοια που βιώνει, καταλαβαίνει ότι χάνει τον εαυτό της και προσπαθεί να πάρει τη ζωή της στα χέρια της, να οδηγήσει εκείνη τις εξελίξεις. Συγκρούεται άγρια με την πραγματικότητα και με τα «θέλω» του καθενός χωριστά και αντιλαμβάνεται πως δεν μπορεί να ορίσει τον τρόπο που αντιδρούν οι άλλοι, ακόμα και οι αγαπημένοι άλλοι. Μπορεί μόνο να ορίσει τον τρόπο που αντιδρά, νιώθει, σκέφτεται, τον τρόπο που ζει η ίδια.
Ξεκινά ένα αναγκαστικό, έξωθεν επιβεβλημένο ταξίδι μέσα της, μέσα στις θάλασσες και στις στεριές της, για να γνωρίσει τον εαυτό της. Ανακαλύπτει έκπληκτη τη δύναμή της και τη χρησιμοποιεί συνειδητά για να κάνει μια σιωπηλή ειρήνη με τον εαυτό της. Ώσπου… ”
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη.