
Υπάρχουν στιγμές που νιώθουμε πως δεν αντέχουμε άλλο. Κι όμως, μια μικρή σπίθα ελπίδας μπορεί να αλλάξει όλη την εξίσωση. Το απέδειξε το διάσημο πείραμα του Curt Richter (1957). Πιο συγκεκριμένα, επιστήμονες τοποθέτησαν ποντίκια σε νερό και παρατήρησαν ότι σταματούσαν να κολυμπούν μέσα σε λίγα λεπτά. Ωστόσο, όταν τα έβγαζαν για λίγο και στη συνέχεια τα ξαναέβαζαν, άντεχαν όχι μόνο για λίγα λεπτά, αλλά για ώρες. Η εμπειρία της «σωτηρίας» τους έδωσε την προσδοκία ότι μπορεί να τα καταφέρουν ξανά. Η ελπίδα λειτούργησε σαν κινητήριος δύναμη για την αντοχή τους.
Η μαθημένη αβοηθησία
Αντίθετα με την αντοχή που γεννά η ελπίδα, ο Martin Seligman (1967) έδειξε τι συμβαίνει όταν αυτή σβήσει. Στα γνωστά του πειράματα, ασκούσαν σε σκυλιά ήπια ηλεκτρικά ερεθίσματα τα οποία δεν μπορούσαν να αποφύγουν. Αρχικά πάλευαν, αλλά σύντομα σταματούσαν να προσπαθούν. Ξάπλωναν παθητικά, σαν να είχαν αποδεχτεί ότι τίποτα δεν μπορούσε να αλλάξει. Ακόμα και όταν αργότερα τους δόθηκε η δυνατότητα να ξεφύγουν, πολλά δεν έκαναν καμία κίνηση.
Αυτό το φαινόμενο το ονόμασαν «μαθημένη αβοηθησία» και έδειξε ότι η απουσία ελπίδας μπορεί να παραλύσει τη συμπεριφορά μας. Παρ’ όλα αυτά, δεν αφορά όμως μόνο πειράματα σε ζώα. Το ίδιο μοτίβο παρατηρείται στους ανθρώπους σε συνθήκες χρόνιου στρες και απογοήτευσης. Όταν κάποιος πείθεται ότι «δεν έχει νόημα να προσπαθήσω», χάνει το κίνητρο να δράσει.
Κι εδώ ακριβώς ξεπροβάλλει η αξία της ελπίδας: όχι ως ρομαντική ιδέα, αλλά ως ψυχολογικός μηχανισμός που σπάει τον κύκλο της αδράνειας. Η ελπίδα επαναφέρει την πεποίθηση ότι υπάρχει διέξοδος, και αυτή η πεποίθηση αρκεί για να κινητοποιήσει το επόμενο βήμα.
Ελπίδα: όχι όνειρο, αλλά στρατηγική
Πολλοί νομίζουν ότι η ελπίδα είναι απλώς μια ευχή. Στην πραγματικότητα, η θεωρία της ελπίδας του Charles Snyder (1994) τη βλέπει ως ψυχολογικό εργαλείο. Σύμφωνα με αυτήν, η ελπίδα έχει δύο συστατικά: τη θέληση (willpower) και τους δρόμους (pathways). Δεν αρκεί να θέλουμε κάτι, χρειάζεται να φανταζόμαστε και τα βήματα που θα μας οδηγήσουν εκεί. Με άλλα λόγια, η ελπίδα δεν είναι παθητική αναμονή, αλλά ενεργή στρατηγική.
Η βιολογία της αισιοδοξίας
Οι νευροεπιστήμες προσθέτουν ακόμη ένα κομμάτι στο παζλ. Έρευνες δείχνουν ότι η ελπίδα και η αισιοδοξία παίζουν ρόλο στην ενεργοποίηση του προμετωπιαίου φλοιού – της υπεύθυνης περιοχής του εγκεφάλου για τον σχεδιασμό και τον έλεγχο. Παράλληλα, το συναίσθημα της ελπίδας μειώνει την παραγωγή της κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες, και επιδρά θετικά στην καρδιαγγειακή υγεία (Sharot, 2011). Δηλαδή, η ελπίδα δεν είναι μόνο συναίσθημα, είναι και βιολογία.
Η ελπίδα ως πράξη ανθεκτικότητας
Στο τέλος, η ελπίδα δεν είναι ουτοπία ούτε αφέλεια. Αντιθέτως, αποτελεί μια στάση ζωής που μας επιτρέπει να βλέπουμε δρόμους εκεί που πριν τους έκρυβαν οι τοίχοι. Είναι η απόφαση να συνεχίζουμε, να πειραματιζόμαστε, να χτίζουμε ξανά. Και, όσο μικρό κι αν μπορεί κανείς να θεωρήσει αυτό το βήμα, συνιστά την απόδειξη ότι μέσα μας υπάρχει κάτι που θέλει να αντέξει. Η ελπίδα μπορεί να μην δίνει την υπόσχεση για εύκολες λύσεις, μας δίνει όμως το κουράγιο να τις αναζητήσουμε.
Πηγές
Richter, C. P. (1957). On the phenomenon of sudden death in animals and man. Psychosomatic Medicine, 19(3), 191–198.
Seligman, M. E. P. (1967). Helplessness: On depression, development, and death. San Francisco: Freeman.
Snyder, C. R. (1994). The psychology of hope: You can get there from here. Free Press.
Snyder, C. R., Rand, K. L., & Sigmon, D. R. (2002). Hope theory: A member of the positive psychology family. In C. R. Snyder & S. J. Lopez (Eds.), Handbook of positive psychology (pp. 257–276). Oxford University Press.
Sharot, T. (2011). The optimism bias. Current Biology, 21(23), R941–R945.