
Υπάρχουν δύο απόψεις για το πού και το πότε γεννήθηκε ο Γιώργος Μπάτης. Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή γεννήθηκε στα Μέθανα το 1886 και σε ηλικία μόλις 8 ετών η οικογένειά του μετακόμισε στον Πειραιά. Μία άλλη εκδοχή αναφέρει ότι γεννήθηκε στον Πειραιά το 1890. Αξίζει να αναφέρουμε πως το πραγματικό του επίθετο ήταν Τσώρος.
Για το πώς πήρε το ψευδώνυμο Μπάτης υπάρχουν και πάλι δύο εκδοχές. Η πρώτη, υποστηρίζει πως κάποιοι πρόγονοί του είχαν συγγενικούς δεσμούς με τον Ιωσήφ Αμπάτη, ο οποίος ήταν ταγματάρχης στο στρατό του Charles Nicolas Fabvier που έχτισε το κάστρο των Μεθάνων το 1826. Ο Γιώργος Τσώρος υιοθέτησε το Αμπάτης ως επίθετο και για χάριν συντομίας το έκανε Μπάτης.
Η δεύτερη εκδοχή, θέλει τον πατέρα του Θανάση Τσώρο, ο οποίος ήταν εργάτης στον οικοδομικό κλάδο, να έδενε το μεροκάματό του σε ένα δισάκι και να το ανέμιζε στην ακροθαλασσιά λέγοντας «αν δε σας φάω απόψε μέχρι τέλους, να με πάρει ο μπάτης. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Μπάτης είναι ο άνεμος που φυσά από τη θάλασσα προς την ξηρά κατά τους θερινούς μήνες.
Γιώργος Μπάτης – Νεανικά χρόνια και στρατός
Παραμένει άγνωστο ποιες ήταν οι δραστηριότητες του Γιώργου Μπάτη στα νεανικά του χρόνια και αν πήγε σχολείο. Επίσης, δεν ξέρουμε ακριβώς πότε και πώς ξεκίνησε η μεγάλη του αγάπη για τη μουσική και τα μουσικά όργανα. Ξέρουμε, όμως ότι υπηρέτησε στον στρατό από το 1909 έως το 1919. Διάστημα μεγάλο, αλλά όχι εντελώς αδικαιολόγητο δεδομένου ότι εκείνη την εποχή στη χώρα μας είχαμε σημαντικά γεγονότα, όπως για παράδειγμα τους Βαλκανικούς Πολέμους, τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Εθνικό Διχασμό.

Ξέρουμε πως ήταν εκ φύσεως ατίθασος, απείθαρχος και είχε αυξημένη αίσθηση του χιούμορ και εξαιτίας αυτών των χαρακτηριστικών του το μεγαλύτερο μέρος της στρατιωτικής του θητείας το πέρασε στα στρατιωτικά πειθαρχεία. Εκεί ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τη μουσική, μαθαίνοντας μπαγλαμά. Λόγω του μικρού του όγκου ο μπαγλαμάς ήταν το πιο συνηθισμένο όργανο στις φυλακές και στα στρατιωτικά πειθαρχεία.
Γιώργος Μπάτης – Πρώτα επαγγελματικά βήματα
Αφού τελείωσε με τη στρατιωτική του θητεία ο Γιώργος Μπάτης έπρεπε να βρει έναν τρόπο για να επιβιώσει. Έτσι αποφάσισε να κάνει ό,τι δουλειά έβρισκε προκειμένου να βγάζει τα προς το ζην. Για παράδειγμα, εργάστηκε ως πωλητής αυτοσχέδιων φαρμάκων κατά του πονόδοντου, των κάλων στα πόδια και διαφόρων ασθενειών, εμπειροτέχνης οδοντίατρος, πωλητής διαφόρων προϊόντων, ενεχυροδανειστής και σε πολλές άλλες δουλειές. Αξίζει να αναφέρουμε πως ο Μπάτης δεν φοβήθηκε ποτέ τη δουλειά και πάντα πάλευε με αξιοπρέπεια για το μεροκάματο, όπως άλλωστε είχε μάθει από τον οικοδόμο πατέρα του.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο Γιώργος Μπάτης άνοιξε το χοροδιδασκαλείο «Κάρμεν» στο ισόγειο του σπιτιού του. Στο χώρο αυτό, που διαφημιζόταν με ταμπέλα και φεϊγ βολάν, διδάσκονταν «Νότες, μπουζούκι, μπαγλαμάς, ευρωπαϊκοί χοροί, ταγκό, ζεϊμπέκικο, τσιφτετέλι και άλλα». Βέβαια, αυτά στο μπροστινό μέρος του χοροδιδασκαλείου. Το πίσω μέρος ήταν ένα εξαιρετικό στέκι για χρήση χασίς. Αξιοσημείωτο είναι ότι την εποχή εκείνη δεν είχε νομοθετηθεί ακόμα η απαγόρευση της κατοχής, χρήσης και καλλιέργειας ινδικής κάνναβης.
Γιώργος Μπάτης – Λειτουργεί δικό του καφέ και οργανώνει μουσικές βραδιές

Το 1931, ο Γιώργος Μπάτης άνοιξε δικό του καφενείο με επωνυμία «Καφενείον Ζώρζ Μπατέ» στα Λεμονάδικα και πιο συγκεκριμένα, στην ακτή Τζελέπη. Το καφενείο αυτό λειτούργησε ως το 1937, οπότε και το οικοδομικό τετράγωνο καταστράφηκε από πυρκαγιά. Όσο υπήρχε το καφενείο και χάρη στη λατρεία που είχε στο μπαγλαμά και το μπουζούκι, ο Γιώργος Μπάτης διοργάνωνε αυτοσχεδιαστικές παραστάσεις που άφησαν εποχή.
Γιώργος Μπάτης – Η ξακουστή τετράς του Πειραιώς

Το 1932, χάρη στις ενέργειες του Μάρκου Βαμβακάρη ο Γιώργος Μπάτης ηχογράφησε στο στούντιο του Περισσού μαζί με την ξακουστή Τετράδα του Πειραιώς δύο τραγούδια. Πιο συγκεκριμένα, τα τραγούδια αυτά ήταν «Μπάτης ο δερβίσης» και «Σου ΄χει λάχει», στα οποία υπέγραψε και τη μουσική και τους στίχους ο Γιώργος Μπάτης.
Γιώργος Μπάτης – Μία ιστορία γύρω από ένα τραγούδι του που ξεχωρίζει
Υπάρχουν πολλές ιστορίες που σχετίζονται με το πρόσωπο του Γιώργου Μπάτη όμως μία ξεχωρίζει και έχει να κάνει με το τραγούδι «Ο μπουφετζής» του 1935. Το γνωστό και πολυτραγουδισμένο αυτό κομμάτι έχει παραπλήσια μελωδία με ένα αμερικανικό δημώδες τραγούδι, το οποίο έχει τίτλο «How Dry I Am» και το οποίο με τη σειρά του ήταν βασισμένο σε κάποιον από τους «Ύμνους του Ευαγγελίου» (Gospel Hymns, U.S.A 1891).
Ο Γιώργος Μπάτης άκουσε τη μελωδία αυτή είτε από ταινία βουβού κινηματογράφου του Charlie Chaplin το 1914, είτε από κάποιον Αμερικανό ναυτικό στον Πειραιά. Αξιοσημείωτο είναι ότι το τραγούδι αυτό γνώρισε δύο επανεκτελέσεις σε δίσκους 78 στροφών. Η πρώτη επανεκτέλεση ήταν με την Έλλη Σωφρονίου πλαισιωμένη από χορωδία το 1947. Ενώ η δεύτερη ήταν με τον Γιάννη Παπαϊωάννου, την Σωτηρία Μπέλου και τον Στέλιο Περπινιάδη το 1948.
Γιώργος Μπάτης – Δισκογραφία και Ηθοποιός σε μία ταινία
Ο Γιώργος Μπάτης για άγνωστους λόγους δεν ενδιαφέρθηκε να αναπτύξει ιδιαίτερα τη δισκογραφική του παρουσία. Παρότι, ηχογράφησε σχετικά λίγα τραγούδια θεωρείται από τους πρωτοπόρους του πειραιώτικου ρεμπέτικου. Μερικά από τα πιο γνωστά του τραγούδια είναι: «Ο τεκές του Μπάτη», «Ο Ωρωπός», «Βάρκα μου μπογιατισμένη», «Η παπαδιά», «Ο θερμαστής» και άλλα. Αξίζει να αναφέρουμε πως αν όχι όλα, τουλάχιστον στα περισσότερα τραγούδια του υπογράφει τόσο τους στίχους, όσο και τη μουσική ο ίδιος. Τέλος, το 1937, ο Γιώργος Μπάτης όπως και πολλοί συνάδελφοί του σταμάτησε να δημιουργεί τραγούδια επειδή δεν ήθελε να υποκύψει στη λογοκρισία του Μεταξά.
Άνοιγμα νέου καφενείου και λατρεία για τα μουσικά όργανα
Τη δεκαετία του 1950 ο Γιώργος Μπάτης άνοιξε ακόμη ένα καφέ-ουζερί, με ζωντανή μουσική στην οδό Αλιπέδου στον Πειραιά. Σε αυτό το καφέ-ουζερί έπαιζαν μουσική ο ίδιος, ο γιος του ο Θανάσης που δυστυχώς έφυγε από τη ζωή πριν τον Γιώργο Μπάτη. Όπως επίσης και ο κιθαρίστας Νίκος Ξαγοράκης. Αξίζει να αναφέρουμε πως, παρότι σχεδόν σε όλη του τη ζωή ο Γιώργος Μπάτης ήταν φτωχός το ντύσιμο και η εμφάνισή του ήταν πάντα εξαιρετικά προσεγμένη.
Φορούσε πάντα μαύρα, γυαλιστερά, ψηλοτάκουνα στιβάλια, δηλαδή μπότες, μαύρο κοστούμι, λευκό πουκάμισο και τον χειμώνα από πάνω μακρύ μαύρο παλτό. Κυκλοφορούσε πάντα με επιμελημένο μουστάκι και τα μαλλιά του καλοχτενισμένα. Αξιοσημείωτο είναι πως σε όλη του τη ζωή έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη για τον Πειραιά, στη μουσική και στα μουσικά όργανα. Αυτό γίνεται αντιληπτό καθώς έζησε τη ζωή του στον Πειραιά και δε σταμάτησε στιγμή να παίζει μουσική. Επίσης, διέθετε συλλογή μουσικών οργάνων, η οποία αποτελούνταν από 5 μπουζούκια, μία κιθάρα, μία λατέρνα και 17 μπαγλαμάδες, οι οποίοι είχαν ονόματα γραμμένα στην κεφαλή τους.
Οικογένεια και θάνατος
Ο Γιώργος Μπάτης παρότι, ήταν παρορμητικός και χειμαρρώδης χαρακτήρας, υπήρξε σωστός οικογενειάρχης και αγωνίστηκε σκληρά για την ανατροφή των παιδιών και των εγγονιών του. Αρχικά, παντρεύτηκε το 1908 με τη Σωτηρία Χαλόφτη, η οποία πέθανε το 1912 αφήνοντάς τον μόνο του με τα δύο μικρά παιδιά τους, την Ευθυμία και το Θανάση. Παρά το σοκ και το πένθος του κατάφερε αντρίκια να ανταπεξέλθει και να γίνει για τα παιδιά του και μάνα και πατέρας. Στη συνέχεια, παντρεύτηκε ξανά και απέκτησε άλλα δύο παιδιά, την Αλίκη και τη Θεοδώρα.
Ο Γιώργος Μπάτης έφυγε από τη ζωή στις 10 Μαρτίου του 1967 στο σπίτι του όπου ήταν καθηλωμένος τον τελευταίο χρόνο, λόγω γήρατος, άσθματος και βαθιάς θλίψης από το θάνατο του γιου του. Ως τελευταία επιθυμία ήθελε να τον θάψουν μαζί με τον αγαπημένο του μπαγλαμά, όπως και έγινε. Η ταφή του πραγματοποιήθηκε στο Νεκροταφείο της Αναστάσεως του Κερατσινίου και μετά από τρία χρόνια τα οστά του μεταφέρθηκαν στη γη των προγόνων του τα Μέθανα.
Ο Γιώργος Μπάτης υπήρξε εξέχουσα μορφή του ρεμπέτικου τραγουδιού. Όμως, εκτός από αυτό αποτέλεσε βασικό σύνδεσμο ανάμεσα στην παλαιά φρουρά της ανώνυμης δημιουργίας, των μουσικών από τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη. Όπως επίσης και των μουσικών του εκκολαπτόμενου ελληνικού λαϊκού τραγουδιού όπως το γνωρίσαμε αργότερα. Αξίζει να αναφέρουμε πως τα δισκογραφικά του δείγματα μας έδωσαν αρκετά λαογραφικά στοιχεία, κάποια ακατέργαστα διαμάντια της ελληνικής δισκογραφίας καθώς και δείγματα του αλέγρου χαρακτήρα του, την ιδιαίτερη φωνή και ένα ωραιότατο παίξιμο μπαγλαμά. Τέλος, στη στιχουργική του περιγράφει με αμεσότητα περιστατικά της ζωής του, της παρέας του, τους χώρους που κινήθηκε. Επίσης δίνει σημαντικά λαογραφικά στοιχεία για επαγγέλματα, τον Πειραιά και όμορες περιοχές του και περιγράφει τις σχέσεις του με την εξουσία.
Πηγές:
- Γιώργος Μπάτης, ο επιτήδειος δημιουργός του ρεμπέτικου (historical-quest.com) / Τελευταία πρόσβαση: 12/5/2025.
- Γιώργος Μπάτης. Ο μουσικός που καθιέρωσε το ρεμπέτικο στην Ελλάδα. Οι λιποταξίες και η πλάκα με το «ζαλισμένο» πουλάρι (mixanitouxronou.gr) / Τελευταία πρόσβαση: 12/5/2025.
- Γιώργος Μπάτης (Γιώργος Τσώρος) George Batis (mpouzoukimpouzouksides.blogspot.com) / Τελευταία πρόσβαση: 12/5/2025.
- Το ρεμπέτικο τραγούδι και οι ιστορικές του ρίζες (larissorama.gr) / Τελευταία πρόσβαση: 12/5/2025.
- Βαμβακάρης, Μπάτης, Δελιάς, Παγιουμτζής «ξανασμίγουν» (athensvoice.gr) / Τελευταία πρόσβαση: 12/5/2025.
- Ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Πειραιάς και οι τεκέδες (eranistis.net) / Τελευταία πρόσβαση: 12/5/2025.
- Γιώργος Μπάτης – Βικιπαίδεια (el.wikipedia.org) / Τελευταία πρόσβαση: 12/5/2025.
- Γιώργος Μπάτης (remvazo.wordpress.com) / Τελευταία πρόσβαση: 12/5/2025.