
Τάκης Ζενέτος. Το όνομά του έχει ίσως συνδεθεί με τον οραματικό, σχεδόν, τρόπο εξέλιξης της μοντέρνας και σύγχρονής αρχιτεκτονικής και τοπογραφικής ανάπτυξης των πόλεων. Το έργο του Έλληνα αρχιτέκτονα φαντάζει σύγχρονο και αντάξιο αυτών που αναπτύσσονται τον 21ο αιώνα και αφορούν τον τρόπο χωροταξικού σχεδιασμού των πόλεων. Η ανάγκη για μείωση των οχημάτων και κατ΄επέκταση των ρύπων αλλά και η δημιουργία μίας «Ηλεκτρικής Πολεοδομίας», αποτέλεσαν αποτέλεσαν τομή για την κατανόηση των πολλαπλών και πολύπλοκων αναγκών των αναδυόμενων μεγαλουπόλεων.
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Παναγιώτης, γνωστός και ως Τάκης, Ζενέτος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926, και ήταν γόνος μίας εύπορης οικογένειας της πόλης. Οι σπουδές του στην αρχιτεκτονική ξεκίνησαν σε μία περίοδο που η Ευρώπη δοκιμάζονταν από τις πολεμικές συγκρούσεις του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου. Κυρίως στην Ελλάδα, η περίοδος της Κατοχής απογύμνωσε τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, τα οποία και υπολειτουργούσαν. Έτσι, χάρις στην παρότρυνση ενός στενού οικογενειακού φίλου, ο Ζενέτος κατευθύνεται, το 1945, προς το Παρίσι. Εκεί, ξεκινά τις σπουδές του στο τμήμα Αρχιτεκτονικής της Ecole des Beaux Arts, και συγκεκριμένα στο εργαστήρι του Γάλλου αρχιτέκτονα Othello Zavaroni. Οι σπουδές του στη γαλλική πρωτεύουσα ολοκληρώνονται το 1952, ενώ το 1953 παρουσιάζει τη διπλωματική του εργασία «Μικρόπολις – Αυτόνομη οικιστική μονάδα».
Στη Γαλλία μένει μέχρι το 1955, όταν και επιστρέφει στην Αθήνα. Τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής του στην Ελλάδα συνδέονται με το γραφείο μελετών στην οδό Ακαδημίας 61. Εκεί, σε συνεργασία με τον Έλληνα μοντερνιστή αρχιτέκτονα Μαργαρίτη Αποστολίδη, ξεκινά να εργάζεται εντατικά. Ανάμεσα στα έργα, που διεκπεραιώνονται την πρώτη αυτή περίοδο της καριέρας του, είναι ο σχεδιασμός των εργοστασίων ΦΙΞ και APCO, πολλές μονοκατοικίες στη Γλυφάδα και το Ψυχικό, ενώ εξαιρετικό δείγμα του τρόπου σχεδιασμού του αποτελεί το μονόσπιτο στο Καβούρι.

Φυσικά, δεν θα μπορούσε να παραλειφθεί η πολυκατοικία στην Λεωφόρο Αμαλίας 34, όπου ο αρχιτέκτονας φαίνεται να δίνει μορφή στις θεωρητικές του προσεγγίσεις περί καθ’ ύψους οργάνωσης του αστικού τοπίου.
Οι μελέτες της «Ηλεκτρονικής Πολεοδομίας»
Παρά τις πολλές αναθέσεις σχεδιασμού κτιρίων, και κυρίως μονοκατοικιών, ο Τάκης Ζενέτος δεν ήταν μόνο ένας αρχιτέκτονας που στόχευε στην μονοδιάστατη εξάσκηση του επαγγέλματος. Οι μελέτες του για μία αρχιτεκτονική που κοιτά προς το μέλλον φαίνονται ενδιαφέρουσες και επίκαιρες όσο ποτέ, καθώς η ιδέα μίας «Ηλεκτρονικής Πολεοδομίας» πρωτοεμφανίστηκε στο έργο του Έλληνα αρχιτέκτονα ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960.

Οι μελέτες του αφορούσαν τον σχεδιασμό κτιρίων που θα ήταν ικανά να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των όλο και εξελισσόμενων τεχνολογικά κοινωνιών. Έτσι, οι όροι «τηλεργασία», «τηλεπικοινωνία», «τηλεκπαίδευση», που ο Ζενέτος εισήγαγε στα κείμενά του και προσπάθησε να εφαρμόσει στα αρχιτεκτονικά του σχέδια, 50 χρόνια μετά ακούγονται περισσότερο οικία παρά ποτέ. Όπως περιέγραψε και ο ίδιος:
«Οι πόλεις μας ξόφλησαν. Έτσι όπως τις έχτισε η τρισδιάστατη πολεοδομία καταστράφηκαν. Έγιναν αποκλειστικοί χώροι της υπερτροφικής τριτογενούς παραγωγής. Σωτηρία υπάρχει μόνο στην Ηλεκτρονική. Αυτή μπορεί να φέρει την Ειρήνη στις πόλεις με τα εκατομμύρια κατοίκους. Έχουμε διαθέσιμες τις τεχνικές. Είναι οι κάθε λογής τηλενέργειες: Τηλεδιεκπεραίωση, τηλε-εργασία, τηλε-εξυπηρέτηση και τηλε-επαφές. Με τις ίδιες τηλε-ενέργειες μπορούμε κάλλιστα να μπούμε και στις πόλεις για να τις σώσουμε».
Αυτή η ουμανιστική και καινοτόμα στροφή προς τον πολίτη του μέλλοντος και τις διαφορετικές του ανάγκες, θα μπορούσε να είχε εμπνευστεί από τον φουτουριστικό τρόπο αντίληψης της πόλης των έργων του Αντόνιο Σαντ’ Ελία. Όπως ο τελευταίος είχε δηλώσει σχετικά με την νέα οπτική που πρέπει να λάβει το κτίριο και ο περιβάλλοντάς του χώρος:
«…επιδίωξη μας πρέπει να είναι η ανύψωση της νέας χτισμένης μορφής σε ένα επίπεδο πνευματικής υγείας, αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα της επιστήμης και της τεχνολογίας… καθιερώνοντας νέες μορφές, νέες γραμμές, νέους λόγους ύπαρξης, που θα προκύψουν αποκλειστικά και μόνο από τις ιδιαίτερες συνθήκες του μοντέρνου τρόπου ζωής και από την προβολή του ως αισθητικής αξίας στην ευαισθησία μας» καθώς και ότι «Πρέπει να επινοήσουμε και να ξαναχτίσουμε από την αρχή τη σύγχρονη πόλη μας, σαν ένα απέραντο και πολύβουο ναυπηγείο, ζωντανό, κινητικό και πάντοτε δυναμικό και το σύγχρονο κτίριο σαν μια γιγάντια μηχανή».
Αντόνιο Σαντ’ Ελία (Απόσπασμα από το Messaggio για τη Città Nuova, 1914)
Η προσέγγιση του σχεδιασμού
Οι απόψεις περί «Ηλεκτρονικής Πολεοδομίας», ως ήταν αναμενόμενο, επηρέασαν και τη τελική εικόνα του κτιριακού συνόλου. Κτίρια που σέβονται τον ένοικο, με έμφαση στη λειτουργικότητα, την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα του οικοδομικού όγκου στον περιβάλλοντα χώρο, αλλά και η καθαρότητα της εξωτερικής τους διαμόρφωσης, αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα του έργου του. Επιπλέον, η είσοδος της τεχνολογίας στα κτήρια του Ζενέτου είναι εμφανής, καθώς ο ίδιος προσπαθεί, μέσω της κατάργησης των συμβατικών όγκων της κατασκευής να υπενθυμίζει στον θεατή, την έμπνευσή του.

Τα περισσότερα κτίρια του αρχιτέκτονα αποτελούν ιδιωτικές οικίες στην Αττική. Η επιμονή του στη κατάργηση της κυβικής εξωτερικής διάρθρωσης του οικήματος είναι εμφανής, ενώ η άποψή του, περί σπουδαιότητας της ανθρώπινης κατοικίας, επιβεβαιώνει το όραμά του, το οποίο δεν περιοριζόταν στα στενά όρια της ελληνικής επικράτειας. Ο Ζενέτος στόχευε στην ανανέωση του αστικού σχεδιασμού ολόκληρου του Δυτικού κόσμου.
Το θέατρο του Λυκαβηττού
Ένα από τα εμβληματικότερα έργα του, που δεν αφορούν την ιδιωτική κατοικία, είναι το υπαίθριο θέατρο του Λυκαβηττού. Η κατασκευή του θεάτρου, που αποτελεί πρωτοβουλία της Άννας Συνοδινού, θα εξυπηρετούσε τις παραστάσεις αρχαίου δράματος της «Eλληνικής Σκηνής». Ωστόσο, ο απόκοσμα άγριος χώρος του λατομείου δεν θα χρησίμευε μόνο ως θέατρο. Η βαθιά επιθυμία της Ελληνίδας τραγωδού ήταν να καταστεί ο λόφος το καλλιτεχνικό κέντρο της Αθήνας, ενώ η δυικότητα «άγριο τοπίο-καλλιτεχνική ευγένεια», ανήγαγε τον λόφο ως το καταλληλότερο σημείο για την κατασκευή της θεατρικής σκηνής.

Οι διαδικασίες κατασκευής, συμπεριλαμβανομένης της παραχώρησης 12 στρεμμάτων του λόφου από την Εκκλησία και της χρηματοδότησης του εγχειρήματος, ξεκινούν το 1965. Η μελέτη ανάθεσης του έργου στον Τάκη Ζενέτο έρχεται λίγο καιρό αργότερα, μετά τις προσωπικές εγκρίσεις και ιδέα της ίδιας της ηθοποιού αλλά και άλλων σημαντικών ανθρώπων του καλλιτεχνικού χώρου όπως του Μάριου Πλωρίτη και του Γιάννη Μόραλη. Έτσι, ξεκινά ο εντατικός σχεδιασμός του έργου, που ο ίδιος ο Ζενέτος ονόμασε Θέατρο Αχιβάδα, εξαιτίας του σχήματός του (ανεστραμμένου παραβολοειδούς κώνου), αφού αυτό έπρεπε να ενταχθεί στο χώρο, ακολουθώντας το σχήμα του βράχου.
Η συνεργασία αρχιτέκτονα και ηθοποιών οδήγησε στη δημιουργία μίας λυόμενης ημικυκλικής κατασκευής που περιελάμβανε ολόκληρο το κοίλον (χωρητικότητας 5.000 θέσεων), το οποίο κατασκευάστηκε στηριζόμενο σε πρόβολο. Η ύπαρξη του βάθρου οπλισμένου σκυροδέματος που συντελεί στην στήριξη του κοίλου, δίνει στην όλη κατασκευή το αίσθημα της αιώρησης, ενώ ο τρόπος σχεδιασμού κατ’ άλλους θυμίζει κάτοπτρο ραδιοτηλεσκόπιου. Στο κάτω τμήμα του κοίλου βρίσκονται η βοηθητικοί χώροι του θεάτρου. Συνολικά, η μεταλλική κατασκευή φαίνεται να εντάσσεται πλήρως στο φυσικό τοπίο, χωρίς να το διαταράσσει.
Το στρογγυλό σχολείο
Η ευελιξία της δομής και η διαχρονικότητα είναι δύο από τα χαρακτηριστικά που περιγράφουν τα κτίρια του Τάκης Ζενέτου και που αμφότερα εμφανίζονται στο σχολείου του Αγίου Δημητρίου στο Μπραχάμι, ή «Στρογγυλό», όπως είναι γνωστό στους κατοίκους. Στο σχολείο, που σήμερα στεγάζεται το 1ο Γυμνάσιο και Λύκειο της περιοχής, εφαρμόζονται οι ιδέες μιας αρχιτεκτονικής που, με το πέρασμα του χρόνου, θα μεταβάλλεται, ανάλογα με τις απαιτήσεις της κάθε εποχής. Άλλωστε, το κυκλικό σχήμα φαίνεται να εντείνει αυτή τη σκέψη, αφού οι μετακατασκευές λαμβάνουν χώρα κατακόρυφα, μη εμποδίζοντας τον υπάρχοντα πολεοδομικό ιστό.

Η κατασκευή του σχολείου αρχίζει το 1969, μετά την ολοκλήρωση των μελετών του αρχιτέκτονα σχετικά με τις διεθνείς τάσεις στην εκπαίδευση και την κάλυψη των αναγκών που αυτές προστάζουν. Βάσει των μελετών αυτών κατέληξε στην απόρριψη της γραμμικότητας και την προώθηση του κυκλικού σχήματος. Ο πυρήνας (εσωτερική αυλή) θα μπορεί να συνδέεται άμεσα με το εσωτερικό του σχολείου, δίνοντας την αίσθηση της συνεχούς μετακίνησης και της ρευστότητας του εξωτερικού με τον εσωτερικό χώρο. Επίσης, στις υποδομές του κτιρίου εντάχθηκαν και χώροι που θα εξυπηρετούσαν τις τεχνολογικές ανάγκες της εκπαίδευσης. Χαρακτηριστικά αναφέρεται το μέλημα ύπαρξης αίθουσας για τη χρήση εκπαιδευτικής τηλεόρασης.
Με τον τρόπο αυτό, συντελέστηκε μία τομή όχι μόνο στον τρόπο σχεδιασμού των σχολικών μονάδων αλλά και στον τρόπο διδασκαλίας, αφού η έμφαση του Ζενέτου στη χρήση οπτικοακουστικών μέσων θα μπορούσε να συμβάλλει στην περεταίρω απομάκρυνση από την δασκαλοκεντρική δομή της εκπαίδευσης. Επιπλέον, το κυκλικό σχήμα, που τείνει προς τα μέσα, θα μπορούσε να διαμορφώσει τις σχέσης των μαθητών, αφού εντείνεται η έννοια μίας οργανωμένης, κλειστής κοινωνίας.
Το όραμα για μία μεγαλούπολη που να κοιτά στο πολλά υποσχόμενο, τεχνολογικά, μέλλον τελειώνει αναπάντεχα στις 28 Ιουνίου του 1977, όταν ο ίδιος δίνει τέλος στη ζωή του.
Ακολουθεί βίντεο με θέμα το σχολικό συγκρότημα του Αγίου Δημητρίου:
Πηγές άρθρου:
Ντοκιμαντέρ Έλληνες Αρχιτέκτονες- ΤΑΚΗΣ ΖΕΝΕΤΟΣ. Ανακτήθηκε από www.youtube.com (τελευταία πρόσβαση 11/10/2020).
Τάκης Ζενέτος: «Ηλεκτρονική Πολεοδομία». Ανακτήθηκε από www.archetype.gr (τελευταία πρόσβαση 13/10/2020).
Urban frame no6: Το θέατρο του Λυκαβηττού σε τρεις ήττες. Ανακτήθηκε από www.athensinapoem.com. (τελευταία πρόσβαση 11/10/2020).
Φιλιππίδης Δ. (1984). Νεοελληνική Αρχιτεκτονική. Εκδόσεις Μέλισσα.