Τα Αρχαία Γίτανα ή Γιτάνη, αγγλικά Gitanae or Gitana, (μεταγενέστερα Γκούμανη) ήταν αρχαία πόλη της Ηπείρου η αρχαία πρωτεύουσα της Θεσπρωτίας, περιγραφείσα από τον ιστορικό Λίβιο (Livy) ως κειμένη πλησίον της Κέρκυρας, και περίπου 10 μίλια από την ακτή (Livius.xlii.38) και ως ένα μέρος συνάντησης της Ηπειρωτικής Συμμαχίας (Epirote League, Concillio Epirotatum). Τα Γίτανα ΔΕΝ αναφέρεται από κανένα άλλο συγγραφέα, και πιθανολογείται ότι το όνομα είναι παραφθορά της ηπειρωτικής πόλης Χυτώνη (Chyton), την οποία ο αρχαίος ιστορικός Έφορος (Ephorus) την αναφέρει σαν αποικία των Ιώνων από τις Κλαζομενές της Μ.Ασίας στην Ήπειρο. Άλλες σημαντικές αρχαίες πόλεις στο Νομό Θεσπρωτίας ήταν και είναι σήμερα επισκέψιμες:
-Αρχαία Ελέα Θεσπρωτίας, στη Χρυσαυγή Θεσπρωτίας
-Αρχαία Γίτανα, στο Δρέπανο Θεσπρωτίας
-Αρχαία Ελίνα (Δυμόκαστρο), στο Καραβοστάσι Πέρδικας Θεσπρωτίας
-Αρχαία Φανοτή (Ντόλιανη), στον Παραπόταμο, Δήμος Ηγουμενίτσας.
Ιστορία – Αρχαιολογικός χώρος
Τα Αρχαία Γίτανα ιδρύθηκαν γύρω στο 336-330 π.Χ. και διαδέχθηκαν την Ελέα ως έδρα του Κοινού των Θεσπρωτών. Δίπλα στις όχθες του ποταμού Καλαμά, που την περιβάλλει, δεσπόζει το θέατρο της πόλης. Βρίσκεται κοντά στο φράγμα του Καλαμά.
Κάποτε η Γιτάνη ήταν πρωτεύουσα της αρχαίας Θεσπρωτίας, η έδρα του Κοινού των Θεσπρωτών και ένα από τα σημαντικότερα οικονομικά κέντρα της Ηπείρου με περίπου έξι χιλιάδες κατοίκους, τα Γίτανα -ή Γιτάνη-, στον Δήμο Φιλιατών, είναι σήμερα μια ερειπωμένη πόλη. Εντούτοις, η πυκνή βλάστηση, ο ποταμός Καλαμάς και τα πλούσια αρχαιολογικά κατάλοιπα, δημιουργούν ένα τοπίο μοναδικό, αν και μάλλον άγνωστο στο ευρύ κοινό. Στην προστασία των μνημείων και του φυσικού περιβάλλοντος αποσκοπεί η οριοθέτηση του αρχαιολογικού χώρου των Γιτάνων, που πρόσφατα έλαβε την έγκριση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, η σημαντικότερη απειλή για τον χώρο προέρχεται από τα υφιστάμενα ενεργά λατομεία της περιοχής.
Οικοδομημένη στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα στη νοτιοδυτική πλαγιά του όρους της Βρυσέλλας και την κοιλάδα του αρχαίου ποταμού Θύαμι (Καλαμάς), τα Γίτανα (Γιτάνη) ήταν δεύτερη χρονολογική πρωτεύουσα της αρχαίας Θεσπρωτίας μετά την Ελέα. Μολονότι κατοικήθηκε για μόλις δύο αιώνες -μέχρι το 167 π.Χ., όταν καταστράφηκε από τους Ρωμαίους και εγκαταλείφθηκε οριστικά- η πόλη αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα οικονομικά και πολιτικά κέντρα της ευρύτερης περιοχής του Ιονίου. Από τον πυκνοδομημένο αρχαίο οικισμό σήμερα σώζονται η ακρόπολη, η αγορά, το θέατρο, πολυγωνικά τείχη συνολικής έκτασης 2,5 χιλιομέτρων, κατοικίες και άλλα κτίσματα, όπως επίσης και τμήμα του οδικού δικτύου.
Η ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου, που τώρα πλέον είναι επισκέψιμος με μόνιμο φύλακα της τοπικής εφορείας αρχαιοτήτων, ολοκληρώθηκε το έτος 2009. Για την επίσκεψη και μελέτη όλου του αρχαιολογικού χώρου χρειάζεται πεζοπορία τουλάχιστον δύο ωρών Ωστόσο εκκρεμεί η αποκατάσταση επιμέρους μνημείων, όπως το αρχαίο θέατρο, για την τεκμηρίωση και προστασία του οποίου έχει υπογραφεί προγραμματική σύμβαση μεταξύ του υπουργείου Πολιτισμού και της περιφέρειας Ηπείρου. Τον Μάιο 2010 το θέατρο των Γιτάνων «υιοθετήθηκε» από το σωματείο «Διάζωμα».
Το αρχαίο θέατρο Γιτάνων
Το αρχαίο θέατρο Γιτάνων βρίσκεται στην καταλληλότερη θέση της πόλης των Γιτάνων, δηλ. στους δυτικούς πρόποδες της Βρυσέλλας, στη βραχώδη δυτική πλαγιά των Γιτάνων, στο κοίλωμα του λόφου, έξω από τη δυτική πλευρά του τείχους. Εκεί οδηγούσε από το Πρυτανείο ένας πλακόστρωτος δρόμος. Το θέατρο έχει προσανατολισμό προς τον ποταμό Καλαμά, δηλ. από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Αν και το θέατρο βρισκόταν έξω από το τείχος, προστατευόταν από εχθρικές επιδρομές χάρη σε ένα προτείχισμα, που βρίσκεται μεταξύ της βορειοδυτικής γωνίας της οχύρωσης και του ποταμού και φυσικά από το ποτάµι.
Το θέατρο κατασκευάστηκε κατά τα μέσα του 3ου αι. π. Χ., την εποχή της άνθησης των Γιτάνων, αλλά χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα μετά τη Ρωμαϊκή κατάκτηση (168/167 π. Χ.), όταν οι Ρωμαϊκές λεγεώνες υπό τον Αιμίλιο Παύλο κατέστρεψαν τα Γίτανα και πάρα πολλές πόλεις στην Ήπειρο. Το θέατρο υπέστη αργότερα φθορές από σεισμό, ο οποίος προκάλεσε μετατόπιση των εδωλίων και επιχώσεις. Επιπλέον η υπερχείλιση του Καλαμά και η νομή κοπαδιών εντός του αρχαιολογικού χώρου προκάλεσαν επιπλέον φθορές. Τέλος στον χώρο είχε στηθεί παλαιότερα ασβεστοκάμινο, γεγονός που αποδεικνύει πως υλικό του θεάτρου είχε χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ασβέστη.
Οι ανασκαφές ξεκίνησαν το 1996 από την κα Κ. Πρέκα – Αλεξανδρή και μέχρι σήμερα έχει ανασκαφεί ένα τμήμα του θεάτρου. Έτσι, έχουν έρθει στο φως ένα τμήμα του κοίλου στην πλαγιά, η ορχήστρα και μέρος της σκηνής, ενώ ακόμη δεν έχουν ανασκαφεί πλήρως οι πάροδοι.
Το αρχαίο θέατρο Γιτάνων είχε χωρητικότητα περίπου 4.000 θεατών. Το θέατρο κατασκευάστηκε από λευκό ασβεστόλιθο, ενώ η αρχιτεκτονική του είναι η συνηθισμένη που συναντάται και στα άλλα αρχαία ελληνικά θέατρα.
Το κοίλο έχει μέγιστη διάμετρο 65 μέτρα και ύψος 10 μέτρα και ένα μικρό τμήμα του έχει λαξευθεί απευθείας επάνω στη βραχώδη πλαγιά. Το σχήμα του είναι λίγο μικρότερο από ημικύκλιο, για να μπορούν να βλέπουν οι θεατές που κάθονταν στα ακραία εδώλια. Το κοίλο διαθέτει 28 σειρές εδωλίων, που χωρίζονται σε δύο τμήματα από το διάζωμα, ενώ 4 κλίμακες διαιρούν το κοίλο σε 5 κερκίδες. Η πρόσοψη του κοίλου διέθετε δύο πολυγωνικούς αναλημματικούς τοίχους, από τους οποίους σώζονται λείψανα.
Τα περισσότερα εδώλια είναι καλά επεξεργασμένοι ορθογώνιοι λίθοι από λευκό ασβεστόλιθο με μήκος 1,25-1,50 μ., πλάτος 0,40 μ. και ύψος 0,37 μ., ενώ ορισμένα είναι λαξευμένα πάνω στον βράχο. Μέχρι στιγμής έχουν ανασκαφεί δεκάδες εξ αυτών, που έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: στην πρόσθια πλευρά φέρουν εγχάρακτες επιγραφές με ονόματα ανδρών (π.χ. Μενέδαμος, Παυσανίας, Χαροπίδας, Τιμόδαμος, Αλέξανδρος, Φαλακρίωνας Κέφαλος, Νικόστρατος κ.ά.). Πολλές φορές στο ίδιο εδώλιο εμφανίζονται δύο ονόματα, το πρώτο σε ονομαστική και το δέυτερο σε αιτιατική πτώση. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως εμφανίζεται (και μάλιστα δύο φορές) και το γυναικείο όνομα Φιλίστα. Αν και δεν υπάρχει ομοφωνία σχετικά με την ταυτότητα των προσώπων αυτών, είναι πολύ πιθανόν πως πρόκειται για ονόματα απελεύθερων.
Η ορχήστρα έχει κατασκευαστεί, σύμφωνα με τις αρχές του Βιτρούβιου, ως πλήρης κύκλος με εγγεγραμμένο τετράγωνο, οι πλευρές του οποίου είναι παράλληλες προς τους κύριους άξονες του θεάτρου, ενώ το κυκλικό τμήμα της, προς το μέρος της σκηνής, τέμνεται από το προσκήνιο. Το δάπεδό της είχε κατασκευαστεί από λατύπη (μικρό κομμάτι πέτρας, αποκομμένο κατά την εξόρυξη/λάξευση πέτρινου όγκου) και χώμα. Επίσης οι ανασκαφές έφεραν στο φως τη θυµέλη, η οποία δεν βρέθηκε στο κέντρο της ορχήστρας, αλλά είχε μετακινηθεί κοντά στη σκηνή.
Η σκηνή (μήκους 15,50 μ., πλάτους 5,50 μ. και σωζομένου ύψους 0,50 μ.) ήταν ορθογώνια και διώροφη. Διέθετε εσωτερική σειρά 7 πεσσών πεπλατυσμένου τύπου (πεσσοστοιχία) που στήριζε τον όροφο, ενώ το προσκήνιο είχε μια σειρά δώδεκα μονολιθικών ημικιόνων, πάνω στους οποίους υπήρχε δωρικός θριγκός με λίθινο επιστύλιο.
Αποκαλύφθηκε, τέλος, τμήμα των παρόδων, κατά μήκος των οποίων, ανασκάφτηκαν αναλημματικοί τοίχοι που συγκρατούν το κοίλο του θεάτρου. Οι τοίχοι είναι δομημένοι κατά το πολυγωνικό σύστημα, με σωζόμενο ύψος 16,00 μ. (ο βόρειος) και 14,00 μ. (ο νότιος). Η έρευνα για την πλήρη διαμόρφωση των παρόδων δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα.
Μετά από δοκιμαστικές τομές των αρχαιολόγων στα νοτιοδυτικά της σκηνής αποκαλύφθηκαν ορισμένα τμήματα τοίχων. Όμως οι τοίχοι αυτοί έχουν ακανόνιστη τοιχοποιία και δεν φανερώνουν επιμελημένη κατασκευή. Ακόμη δεν έχει εξακριβωθεί η χρησιμότητα αυτού του οικοδομήματος.
Το αρχαίο θέατρο Γιτάνων είναι μεγαλύτερο από το θέατρο της Βέλιανης (Ελέας), αλλά μικρότερο από το θέατρο της Κασσώπης. Πάντως κατασκευαστικά παρουσιάζει πολλά κοινά στοιχεία με τα θέατρα της Κασσώπης και της Αμβρακίας.
Είναι αξιοσημείωτο πως το αρχαίο θέατρο Γιτάνων μαζί με την Αγορά και το Πρυτανείο αποτελούσε το κέντρο της δημόσιας ζωής των Γιτάνων. Καθώς τα Γίτανα ήταν η έδρα του Κοινού των Θεσπρωτών και των Ηπειρωτών, στο θέατρο δεν πραγματοποιούνταν μόνο παραστάσεις αλλά και πολιτικές συγκεντρώσεις, οι συνελεύσεις του Κοινού των Θεσπρωτών και των Ηπειρωτών. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Τίτου Λίβιου, το 172 π. Χ. οι δύο απεσταλμένοι των Ρωμαίων, Μάρκιος και Ατίλιος, επισκέφθηκαν τα Γίτανα και ζήτησαν από το Κοινό των Ηπειρωτών να ταχθεί με το μέρος των Ρωμαίων. Η συνέλευση του Κοινού συνήλθε πιθανότατα στο θέατρο και αποφάσισε να ταχθεί με το μέρος των Ρωμαίων.
Μετά τις εργασίες ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου των Γιτάνων, οι οποίες ολοκληρώθηκαν τον Ιούνιο του 2009, το θέατρο έχει ενταχθεί στη διαδρομή περιήγησης των επισκεπτών. Ως προσωρινό μέτρο για την προστασία του θεάτρου από τις πλημμύρες του Καλαμά έχει κατασκευαστεί τοιχίο-ανάχωμα στο πλαίσιο των εργασιών ανάδειξης του χώρου.
Πηγές:
Σύνταξη κειμένου: Μίλτος Γήτας
Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου