Δεν φανταζόμουν ποτέ πως το ‘Dune’ θα ήταν για εμένα ένα ατελείωτο ταξίδι, ένα ταξίδι που θα με έκανε από την πρώτη κιόλας στιγμή να βυθιστώ μέσα σε αυτόν τον κόσμο και να τον αγαπήσω τόσο πολύ. Λίγα χρόνια πριν είδα για πρώτη φορά την ταινία του David Lynch και τα συναισθήματα ήταν ανάμεικτα, όπως των περισσότερων άλλωστε μιας που η μεταφορά αυτή έχει γράψει τη δική της ιστορία για τους λάθος λόγους. Όταν ανακοινώθηκε πως ο Denis Villeneuve θα τολμούσε να γυρίσει εκ νέου το ‘Dune’ ο ενθουσιασμός ήταν τόσο μεγάλος που με έκανε να ξεκινήσω να διαβάζω τα βιβλία του Frank Herbert. Και αυτό ήταν! Κόλλησα όσο δεν πάει και περίμενα με μεγαλύτερη ανυπομονησία την ταινία, ξέροντας πως ο Villeneuve είναι το ίδιο καμένος με το συγκεκριμένο σύμπαν.
Μετά από κάποιες αναβολές λόγω πανδημίας, επιτέλους το ‘Dune’ είναι εδώ! Το hype είναι υπερβολικά πολύ από όλους, είτε είναι θαυμαστές του Herbert είτε θαυμαστές του Villeneuve, ειδικά μετά το Φεστιβάλ της Βενετίας που προβλήθηκε για πρώτη φορά και απέσπασε διθυραμβικές κριτικές. Όπως θα καταλάβατε από τον τίτλο του άρθρου η αναμονή άξιζε και το hype ήταν σίγουρα δικαιολογημένο! Το ‘Dune’ βασισμένο στο θρυλικό μυθιστόρημα του Frank Herbert είναι σε σκηνοθεσία Denis Villeneuve και σε σενάριο του ίδιου σε συνεργασία με τους Jon Spaiths και Eric Roth. Πρωταγωνιστούν οι Timothee Chalamet, Rebecca Ferguson, Oscar Isaac, Javier Bardem, Stellan Skarsgard, Jason Momoa και Zendaya.
Στο πολύ μακρινό μέλλον η ανθρωπότητα έχει αφήσει πίσω της τη Γη και έχει εξαπλωθεί σε άλλους γαλαξίες ιδρύοντας μία Αυτοκρατορία. Στο επίκεντρό της βρίσκεται ο πλανήτης Arrakis γνωστός και ως Dune, όπου παράγεται το μπαχαρικό μελάνζ, μία ουσία που βοηθάει στη μακροζωία και είναι απαραίτητη για τα διαστρικά ταξίδια. Όταν μετά από αυτοκρατορικό διάταγμα ο οίκος των Harkonnen φεύγει από τον πλανήτη, στο παιχνίδι μπαίνει ο οίκος των Ατρειδών που παίρνει τον έλεγχό του και έχει ως αποστολή του την εξόρυξη του μπαχαρικού για λογαριασμό της Αυτοκρατορίας. Ολόκληρος ο οίκος με αρχηγό τον Δούκα Λίτο Ατρείδη μετακομίζει στον πλανήτη που κατοικείται από τους Fremen, μία φυλή που πιστεύει πως ο Paul, ο γιος του Δούκα είναι ο Εκλεκτός που θα τους ελευθερώσει από τη σκλαβιά.

Το ‘Dune’ του Villeneuve είναι φτιαγμένο με αγάπη, πράγμα που μπορεί να φανεί από το κάθε κάδρο του. Επίσης παρά κάποιες ασήμαντες αλλαγές σέβεται απόλυτα το βιβλίο και καταφέρνει να φέρει την πνευματικότητά του στην οθόνη. Κάποιοι θα πουν βεβαίως πως το να σπάσει την ταινία σε δύο μέρη γίνεται περισσότερο για επιχειρηματικούς σκοπούς παρά για αφηγηματικούς, κάτι που δεν ισχύει στο ελάχιστο επειδή το βιβλίο είναι τόσο περίπλοκο και συστήνει ένα σωρό νέα concepts που δεν υπήρχε περίπτωση να μπορούσαν να χωρέσουν σε μία ταινία. Επίσης κάτι άλλο που θα απασχολήσει πολλούς, είναι το αν θα μπορούν να ακολουθήσουν την αφήγηση αν δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο. Προσπαθώντας να μπω στη θέση αυτή πιστεύω πως όσοι πάνε να δουν το ‘Dune’ ανυποψίαστοι δεν θα δυσκολευτούν καθόλου παρόλο που υπάρχουν αρκετά πράγματα που θα καταλάβουν όσοι έχουν διαβάσει τα βιβλία. Βγάζοντας αυτά τα θέματα από τη μέση ας μιλήσουμε περισσότερο κινηματογραφικά…
Το ‘Dune’ σε όλη του τη διάρκεια σου δίνει την αίσθηση του μεγαλείου. O Villeneuve το έχει προσεγγίσει με τέτοιο τρόπο ώστε όλα να φαίνονται επικά και μεγάλης κλίμακας γεμίζοντας την οθόνη με πλούσια γενικά πλάνα που αναδεικνύουν τους πλανήτες, τις πόλεις, το αχανές διάστημα και την απέραντη έρημο. Πέρα από αυτό ολόκληρη η ταινία είναι φοβερή εικαστικά με τον Villeneuve να δίνει τον καλύτερο του εαυτό στα πλαναρίσματά του και τον Greig Fraser στην φωτογραφία να κεντάει δίνοντάς μας κάθε φορά που βλέπουμε διαφορετικό πλανήτη και διαφορετικό χρωματικό ύφος αντιπροσωπεύοντας έτσι το κλίμα του κάθε κόσμου και κατά συνέπεια τον λαό που τον κατοικεί. Μεγάλο plus στην φωτογραφία του Fraser είναι η απεικόνιση της ερήμου, αφού δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί ομορφότερη έρημο ποτέ σε άλλη ταινία. Η έρημος συνήθως είναι ένα στοιχείο που εμένα προσωπικά μπορεί να με κουράσει στις ταινίες, με αυτό το σχόλιο να είναι πάσα για το ρυθμό της ταινίας όπου η έρημος κυριαρχεί στη μεγαλύτερη διάρκεια.
Γενικά στον Villeneuve αρέσει να παίρνει το χρόνο του χωρίς να βιάζεται ούτε όμως να το παρατραβάει. Έτσι και εδώ ο ρυθμός του σκηνοθέτη ακροβατεί σε αυτή τη λεπτή γραμμή και αγγίζει το τέλειο, χρησιμοποιώντας το χρόνο που παίρνει για να μας δώσει τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την πλοκή, χτίζοντας ένταση για το συναισθηματικό φινάλε που μας προετοιμάζει για το επόμενο κεφάλαιο. Η δράση επίσης είναι πολύ καλά σκηνοθετημένη με τον κάθε στρατό να έχει τη δική του ταυτότητα στη μάχη με highlight τους Fremen που μοιάζουν με Βιετκόνγκ αφού χρησιμοποιούν το περιβάλλον γύρω τους προσαρμόζοντάς το στο στυλ μάχης τους.

Στο ερμηνευτικό κομμάτι υπάρχει τεράστια ικανοποίηση. Στην αρχή φοβόμουν λίγο για το casting του Timothee Chalamet στον ρόλο του Paul έτσι όπως τον έβλεπα στα trailers, αλλά τελικά είναι μία πολύ αξιόλογη επιλογή και πείθει, αφού αποδίδει κατάλληλα την εσωτερική πάλη που έχει ο χαρακτήρας όταν αρχίζει να αντιλαμβάνεται και να αποδέχεται τον μελλοντικό του ρόλο, οπότε ανυπομονώ να δω τη συνέχεια της ερμηνείας του και τη μετάβασή του σε Μεσσία. Ο Oscar Isaac είναι η καλύτερη ενσάρκωση του Δούκα Λίτο που έχουμε δει μέχρι στιγμής αφανίζοντας τους προηγούμενους ηθοποιούς και φέρνει στον ρόλο την απαραίτητη βαρύτητα ακροβατώντας ανάμεσα στον δυνατό τίμιο ηγέτη και στον στοργικό πατέρα ενώ η Rebecca Ferguson ως Jessica είναι ένας δυναμικός χαρακτήρας που έχει τις δικές του ανασφάλειες και ευαισθησίες.
Ένα από τα μυστήρια του cast ήταν ο Stellan Skarsgard στο ρόλο του Βαρόνου Vladimir Harkonnen αφού ο Villeneuve μας τον έκρυβε και πολύ καλά έκανε. Πέρα από κάποια στοιχεία του που θα ήθελα να φανούν περισσότερο αλλά μάλλον ο δημιουργός τα απέφυγε για λόγους καταλληλότητας, ο Skarsgard είναι ίσως ο καλύτερος στον ρόλο από όσους ηθοποιούς τον είχαν υποδυθεί προηγουμένως γιατί μπορεί να γίνει απειλητικός και αρκετά αηδιαστικός μερικές φορές χωρίς να γίνεται καρικατούρα και να γελάει χαιρέκακα για την επιτυχία των διαβολικών σχεδίων του όπως στις προηγούμενες εκδοχές. Το μακιγιάζ που είναι στοιχείο κλειδί για τον χαρακτήρα σίγουρα δούλεψε και είναι εξαιρετικό. Όλο το cast βάζει τα δυνατά του γενικώς αλλά η ανάπτυξη των χαρακτήρων τους είναι κάτι που θα έρθει αργότερα στη δεύτερη ταινία, οπότε δεν μπορώ να πω πολλά γιατί ο χρόνος τους ήταν περιορισμένος.

Για κοστούμια και production design πάμε σίγουρα για Όσκαρ. Τόση προσοχή και τέτοια λεπτομέρεια έχουμε να δούμε ίσως από την εποχή του παλιού Hollywood που όλα φτιάχνονταν στο χέρι. Αυτό είναι ένα μεγάλο συν για την ταινία αλλά και για τον ίδιο τον Villeneuve σαν δημιουργό γιατί φαίνεται πως τον ενδιαφέρει να χτίσει έναν κόσμο που να είναι όσο το δυνατόν πιο πειστικός όταν άλλοι θα χρησιμοποιούσαν ανελέητα CGI και άλλα ψηφιακά εργαλεία. (Εσένα κοιτάω, George Lucas των prequels). Συνήθως δεν μιλάω για ήχο αλλά το sound design του ‘Dune’ είναι άπαιχτο και δημιουργεί πρωτότυπους ήχους θυμίζοντας το original Star Wars, με τα ορνιθόπτερα να ξεχωρίζουν και το design που χρησιμοποιήθηκε για τη “Φωνή” των Bene Gesserit να είναι πολύ ενδιαφέρον και ικανοποιητικό χωρίς να κλωτσάει. H μουσική του μικρού θεού Hans Zimmer δεν είναι κάτι λιγότερο από αριστουργηματική. Γελιόμαστε αν θα λέγαμε πως δεν το περιμέναμε, ειδικά όταν μαθεύτηκε πως παράτησε το ‘Tenet’ για να ασχοληθεί με αυτό το project, όντας επίσης μεγάλος θαυμαστής του ‘Dune’. Πραγματικά εδώ του δίνει και καταλαβαίνει (που δεν το κάνει αυτό άλλωστε;) και σε κάθε ευκαιρία τονίζει το μεγαλείο με τις απόκοσμες μελωδίες του που έχουν έντονο το γυναικείο στοιχείο εκφράζοντάς το με φωνητικά. Η μουσική υπάρχει όπου χρειάζεται ενώ θα μπορούσε να ξεφύγει σε πολλά σημεία. Ευτυχώς αυτό δεν έγινε. Είναι σίγουρο πως ο Zimmer θα διεκδικήσει μία θέση στα Όσκαρ που έρχονται και γιατί όχι, να το σηκώσει κιόλας.
Το ‘Dune’ του Denis Villeneuve είναι η πρώτη μεταφορά του θρυλικού βιβλίου που πετυχαίνει και που σίγουρα θα έκανε περήφανο τον Frank Herbert αν ζούσε για να το δει. Η αβάντα της ταινίας είναι ότι είναι μία ταινία Villeneuve που βγάζει στο προσκήνιο όλα τα trademark στοιχεία του σκηνοθέτη και έτσι ξεφεύγει από το να γίνει ένα τυπικό blockbuster γεμάτο με φθηνό υπερθέαμα και μηδέν ουσία. Πρόκειται για μία ταινία event που πρέπει να προβληθεί οπωσδήποτε στο σκοτάδι της κινηματογραφικής αίθουσας, μία ταινία που μας θυμίζει γιατί αγαπάμε την τέχνη του κινηματογράφου και αυτά που μπορεί να μας προσφέρει!