Το πολύκροτο «Revenge» θορύβησε τους κριτικούς και το φιλοθέαμον κοινό το 2017, σοκάρoντας με την στυλιζαρισμένη αισθητική του και την επίκαιρη θεματολογία του, κι έτσι αποτέλεσε μια ακόμα ταινία που ανήκει περισσότερο στο περιπτωσιολόγιο #Metoo και την εξτραβαγκανζ, εξαναγκασμένη σκηνοθεσία με την πομπώδη, καταγγελτική διάθεση που θέλει να περάσει αντί να πείσει ως μια πιο σιωπηλή, ρεαλιστική προσέγγιση που αναδεικνύει καλύτερα την δυναμική της. Έχουμε πει πως όταν έχουμε να κάνουμε με τέτοιου είδους ταινίες πρέπει να πάρουμε μια απόφαση ως θεατές για την συνέχιση της θέαση της, όσον αφορά την ρεαλιστικότητα και τους κανόνες που έχει θέσει η ίδια η ταινία και κατά πόσο είμαστε πρόθυμοι να «καταπιούμε». Σε αυτή την περίπτωση, η αμετροέπεια στις σεναριακές επιλογές της ταινίας είναι τέτοια, που δεν επιτρέπει την πειθήνια παρακολούθησή της, καθώς είναι τόσο οδυνηρά κάλπικες και υπερβολικές που αχρηστεύουν τον λόγο ύπαρξής της.
Τρείς φίλοι και η κοπέλα ενός εξ αυτών θα δεινοπαθήσουν οικτρά, όταν η τελευταία θα εκδικηθεί αδυσώπητα τις ασχημονίες και τον βιασμό που θα υποστεί από αυτούς, σε ένα ατελείωτο κυνήγι γάτας και ποντικιού.
Το «Revenge» ξεκινάει και τελειώνει σε ένα πανάκριβο εξοχικό σπίτι, μέσα στην καρδιά της αμερικάνικης βραχώδους ερήμου, σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία βγαλμένη από το υγρό όνειρο ενός φυσιοδίφη ταξιδιώτη. Ωστόσο, κάπου εδώ ελλοχεύει η αντίστιξη η οποία δεν αργεί να έρθει με τον βιασμό της γυναίκας από τον ένα φίλο του αγοριού της, έπειτα από την απόρριψη προς το πρόσωπό του σε μια προσπάθεια να την φλερτάρει και να ενδώσει εκούσα άκουσα στις ανώμαλες ορέξεις του. Όταν θα γνωστοποιηθεί το τραγικό περιστατικό στο αγόρι της που έλειπε λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων για λίγες ώρες, η αντίδρασή του θα είναι από υπερβολικά επιεικής έως αδιάφορη, προς αλγεινή εντύπωση της κοπέλας. Έτσι, σε μια προσπάθεια να εκδικηθεί και τους τρεις ανεξαιρέτως, ξεκινάει μια τραβηγμένη από τα μαλλιά, εξωφρενικά μη ρεαλιστική ιστορία εκδίκησης εν είδει περιπετειώδους καταδίωξης, που αρνείται να συμμορφωθεί σε οποιαδήποτε σεναριακή συνεκτικότητα και σκηνοθετική λιτότητα. Ένα παροξυστικό μοντάζ και εξεζητημένες σκηνοθετικές επιλογές με υπερφίαλα πλάνα τα οποία στοχεύουν μόνο στην οπτική υπερβολή και στην «ασφάλεια» της επίκαιρης θεματολογίας, που τελικά το μόνο που κάνει είναι να βάλει αυτογκολ από τα αποδυτήρια. Οι ερμηνείες χάρτινες, οι χαρακτήρες σχηματικοί, βγαλμένοι από παιδική παράσταση και το σενάριο πιο πρόχειρο και από βοηθητική κόλλα στις πανελλήνιες.
Είναι παρ’ όλα αυτά η φύση της ταινίας «Revenge» τέτοια, που η σκηνοθεσία και τα αρχικά επαναλαμβανόμενα, προκλητικά πλάνα στην πρωταγωνίστρια επικουρούν το ζήτημα που έχει θέσει εξαρχής: η απροκάλυπτη αντικειμενοποίηση της γυναίκας με διαφημιστικά πλάνα που εξάρουν την απαξίωση και τον εκχυδαϊσμό της αξιοπρέπειάς της. Τα ίδια τα πλάνα, η φωτογραφία και το μοντάζ μπολιάζονται με τέτοιο τρόπο που βγάζουν μια ηθελημένη εκπόρνευση του γυναικείου σώματος, που ταιριάζει με το βιντεοκλιπίστικο στυλ που έχει υιοθετήσει. Φυσικά, αυτά δεν αρκούν για να ισοφαρίσουν τους αναίσχυντα γραφικούς, επιφανειακά γραμμένους χαρακτήρες των αντρών και τις φεμινιστικές ατάκες που μυρικάζονται άνευ λόγου και αιτίας. Ουσιαστικά η σκηνοθέτιδα μέσω μιας ολόκληρης ταινίας, αντιπαραβάλλει μια υπερβολικά αντίθετη εκδοχή για να μπορέσει εύκολα να την αντικρούσει, κάτι το οποίο εκτός από «φτηνό» είναι και αρκετά κοινή τακτική πλέον και διόλου ρηξικέλευθη, όπως θα ήθελε να περάσει.
Συν τοις άλλοις, όσο και να θέλει κάποιος να αφήσει στην άκρη όλα αυτά και να την παρακολουθήσει ως μια απλή ποπκορν-περιπέτεια, σίγουρα θα βρει εμπόδια στην απόλαυσή της με τις επιτηδευμένες σκηνές να δίνουν και να παίρνουν, ποντάροντας στο να σοκάρει και να προσελκύσει το αγύμναστο μάτι που θα πέσει στην παγίδα του οπτικού πειρασμού, καθότι άπειρο και ως εκ τούτου εύκολα χειραγωγήσιμο.
Δείτε εδώ το trailer της ταινίας «Revenge»: