Στις μέρες του Tinder, του Instagram, των γρήγορων σχέσεων και του αστικού νευρωτισμού, ο ρομαντισμός δύσκολα βρίσκεται. Εδώ που τα λέμε, δύσκολα βρισκόταν και παλιότερα, αλλά για άλλους λόγους. Με αυτόν τον δυσεύρετο ρομαντισμό, με αυτήν την δυσκολία εδραίωσης της αγάπης καταπιάνεται το Un homme et une femme, η ταινία του Claude Lelouch από το μάλλον μακρινό 1966. Ο θρύλος Jean-Louis Trintignant (“ο κομφορμίστας”, “η κόκκινη ταινία”) και η μαγευτική Anouk Aimee πρωταγωνιστούν ως δύο χήροι, με ένα παιδί ο καθένας, που συνάπτουν (ή τουλάχιστον προσπαθούν) μια ερωτική σχέση.
Η Πλοκή
Ο Jean-Louis είναι ένας επαγγελματίας οδηγός αγώνων, χήρος, που επισκέπτεται κάθε σαββατοκύριακο το παιδί του σε ένα ιδιωτικό σχολείο. Το ίδιο κάνει και η Anne, επίσης χήρα και έχοντας και αυτή ένα παιδί. Οι δυό τους θα συναντηθούν στο σχολείο και ο Jean-Louis θα προσφερθεί να την γυρίσει σπίτι. Έτσι, αρχίζει και αναπτύσσεται μια σχέση που περιλαμβάνει βόλτες με το αμάξι, συζητήσεις, δείπνο με τα παιδιά και ένα τηλεγράφημα που αναγκάζει τον Jean-Louis να οδηγήσει από το Monte Carlo πίσω στο Παρίσι για να δει την αγαπημένη του. Αλλά φαίνεται πως οι αγάπες του παρελθόντος θολώνουν τον έρωτα του παρόντος.
Η Κριτική
Το Un homme et une femme πάνω από όλα αποτελεί έναν θρίαμβο. Καταφέρνει να συνδυάσει πολλές αφηγηματικές τεχνικές, χωρίς να εκπίπτει σε έναν βαρετό φορμαλισμό, ενώ ταυτόχρονα αποδίδει αξιοπρεπώς μια ιστορία αγάπης, χωρίς να καταλήγει σε ένα ευτελές ρομάντζο.
Ας αρχίσουμε από την θεματολογία. Στο 500 days of summer ο αφηγητής είχε πει: “αυτό είναι μια ιστορία για την αγάπη, αλλά όχι μια ιστορία αγάπης”. Αναρωτιόμαστε αν αυτό θα μπορούσε να ισχύει και για την ταινία του Lelouch. Γιατί οι ήρωές του από τη μία μοιάζουν ανοιχτοί στο να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Επιδιώκουν τις συναντήσεις τους, μιλάνε, περνάνε καλά, στέλνουν τηλεγραφήματα. Αλλά ακριβώς εκεί που πάνε να αφεθούν ο ένας στον άλλο, τότε ακριβώς είναι που τρυπώνει το παρελθόν: η γυναίκα θα θυμηθεί τον εκλιπόντα σύζυγό της, τον οποίο ακόμα δεν έχει συναισθηματικά αποχωριστεί. Ο παρελθοντικός έρωτας, που ακόμα να σβήσει, θα αναδυθεί εκ νέου ως σύμπτωμα, ως άρρητο, ελλοχεύον πένθος που παγιδεύει την τωρινή αγάπη. Χαμένοι στις αγκαλιές τους, οι εραστές νιώθουν το ακατόρθωτο του πραγματικού, παροντικού, καθαρού έρωτα. Παρόλα αυτά αγκαλιάζονται ακόμα πιο δυνατά, μέχρι και το λυτρωτικό (;) τελευταίο κάδρο της ταινίας.

Έτσι, το Un homme et une femme δεν πρόκειται για άλλη μια ρομαντική ταινία, αλλά για ένα οδοιπορικό στα πραγματικά συναισθήματα, στην πραγματική αγάπη (αν αυτή υπάρχει).
Περαιτέρω, το Un homme et une femme αποτελεί υπόδειγμα πειραματισμού που όμως δεν γίνεται στο όνομα ενός ανώφελου, επιδεικτικού εξπρεσιονισμού. Βλέπουμε πολλές υφολογικές τεχνικές: ασπρόμαυρα κάδρα, μετά έγχρωμα, μετά με σέπια, άλλοτε εξιστόρηση με τραγούδι σε μορφή βίντεο-κλιπ, κλπ. Και όλα αυτά σε τέλεια εναρμόνιση με την ιστορία.
Ταυτόχρονα, Trintignant και Aimee είναι απλά υπέροχοι, με δομημένες, διακριτικές και όχι υπερβολικές ερμηνείες, δείχνοντας με φειδώ τα καλά κρυμμένα συναισθήματά τους.
Δεν είναι λοιπόν να απορείς που το Un homme et une femme σάρωσε τα βραβεία: Χρυσός Φοίνικας, Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας και καλύτερης ηθοποιού και Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας και πρωτότυπου σεναρίου. Αλλά όλα αυτά δεν έχουν και πολύ σημασία μπροστά στη διαπίστωση πως η ταινία του Lelouch καταφέρνει να αντικρύσει με σθένος το ουσιαστικό, δηλαδή την αγάπη, τον δρόμο προς αυτή και το δυνατό ή όχι του πραγματικού έρωτα.